FOCUS

Οι ομαδικοί τάφοι, το συλλογικό τραύμα των Ισπανών και ο σπουδαίος Πέδρο Αλμοδοβάρ

Οι ομαδικοί τάφοι, το συλλογικό τραύμα των Ισπανών και ο σπουδαίος Πέδρο Αλμοδοβάρ
ΑP Photo

Όταν προβλήθηκε, πριν από περίπου δύο μήνες, στην Ελλάδα η ταινία «Παράλληλες Μητέρες» του Πέδρο Αλμοδοβάρ, πολλοί ήταν εκείνοι που εξέφρασαν την αμηχανία τους για την τελευταία σκηνή, εκείνη κατά την οποία όλοι οι πρωταγωνιστές συγκεντρώνονται πάνω από έναν ομαδικό τάφο.

Είχα βρει τη σκηνή, τις δύο σκηνές μάλλον, καθώς ο σκηνοθέτης ενώνει το χθες με το σήμερα, καταπληκτική, όπως και όλη την ταινία. Και τον ίδιον τον Αλμοδοβάρ, ο οποίος πέρα από τη σπουδαία και διαχρονική συνεισφορά του στο γυναικείο κίνημα, αποφάσισε να κάνει πολιτικό κινηματογράφο και τον έκανε με μια μοναδική και ευφυέστατη μαεστρία που ναι, δεν ήταν εύκολο να γίνει κατανοητή από πολλούς.

Ιδιαίτερα αν προέρχονται από χώρες που δεν είναι διάσπαρτες με ομαδικους τάφους, ναρκοπέδια μνήμης των σημερινών Ισπανών και απομεινάρια μιας εποχής που σημάδεψε τη χώρα και την ψυχή της για πάντα.

«Στα ισπανικά σπίτια κανείς δεν μιλούσε για τον εμφύλιο», είπε ο ίδιος ο Αλμοδοβάρ στις Κάννες, όπου προβλήθηκε για πρώτη φορά η ταινία του. «Ήταν σαν ο Φράνκο να μην υπήρξε ποτέ. Προχωρούσαμε σαν να μην είχε συμβεί τίποτε απ' όλα αυτά. Νομίζαμε ότι ήταν ο μόνος τρόπος για να αγκαλιάσουμε τη Δημοκρατία».

Ξεθάβοντας το παρελθόν, κοιτώντας στο μέλλον

Ο ίδιος μίλησε για ένα «συλλογικό διαγενεακό τραύμα», του οποίου ο ορισμός δεν θα μπορούσε να βρει πράγματι καλύτερη απεικόνιση από την Ισπανία. «Το βάλαμε κάτω από το χαλάκι», είπε ο Αλμοδοβάρ, που αποφάσισε να σηκώσει αυτό το χαλάκι, με όποιο κόστος.

Όπως ακριβώς και οι χαρακτήρες στο έργο του Αλμοδοβάρ -όλοι, οι σημαντικοί τουλάχιστον, γυναικείοι- έτσι και η Ισπανία ζει σε μια διαρκή μετατραυματική κατάσταση, η οποία αποζητά την κάθαρση.

«Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε ιστορικά σαν χώρα αν δεν κάνουμε το χρέος μας απέναντι στους αγνοούμενους», είπε ο σκηνοθέτης.

Και ο ίδιος, όπως κάνει συνήθως, απόθεσε αυτό το χρέος στους ώμους των γυναικών, οι οποίες στην ταινία του παλεύουν μόνες τους ταυτόχρονα με το σήμερα, το χτες και το αύριο.

Όπως και οι μητέρες τους και οι γιαγιάδες τους, έτσι κι εκείνες παλεύουν σε έναν κόσμο στον οποίο οι άντρες απουσιάζουν πλήρως· είτε επειδή δεν μπορούν είτε επειδή δεν θέλουν να είναι εκεί.

Ο Αλμοδοβάρ, με μια απρόσμενη ωριμότητα, αυτό το απρόσμενο που πολλοί αναζητούν και δεν βρίσκουν στις πρόσφατες ταινίες του αλλά τελικά έρχεται από τον ίδιο, βάζει τα πράγματα σε μια σειρά: «Θέλω να δείξω στις νέες γενιές ότι ναι, τα προβλήματα που έχουν σήμερα είναι σημαντικά, αλλά πρέπει να καταλάβουν ότι κουβαλάνε επάνω τους -ακόμη κι αν δεν το αντιλαμβάνονται- και το παρελθόν. Και πρέπει να στραφούν και σε αυτό το παρελθόν για να μπορέσουν να προχωρήσουν μπροστά».

Η ηρωίδα του, η Τζάνις, την οποία εμηνεύει η Πενέλοπε Κρουζ, λέει στην ταινία ότι «μέχρι να βρούμε τους νεκρούς ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει». Κι αυτή είναι μια παραδοχή που λίγοι Ιπανοί μπορούν να κάνουν ακόμη. Η νεαρή Άνα της επισημαίνει ότι πρέπει να κοιτάει μόνο μπροστά.

«Είναι ένα κλισέ της δεξιάς», λέει ο Αλμοδοβάρ. «Είναι μια γενιά που μεγαλώνει σε ένα συντηρητικό περιβάλλον. Το συντηρητικό περιβάλλον το βολεύει η αμνησία». Και συμπληρώνει:

«Η Ισπανία είναι η δεύτερη χώρα στον κόσμο σε αγνοούμενους μετά τη Σομαλία. Όταν ο Φράνκο πέταγε αυτους τους ανθρώπους σε ομαδικούς τάφους, τους ξεφτίλιζε, ήταν σαν να τους ακύρωνε σαν υπάρξεις».

Ένας λαός αναζητά τη χαμένη του αξιοπρέπεια

Λίγες μέρες πριν βγει η ταινία στις ελληνικές αίθουσες, στις αρχές Οκτωβρίου, ένας ακόμη ομαδικός τάφος ανασκάφηκε στην Ισπανία, στην πόλη Γκουανταλαχάρα, λίγο έξω από τη Μαδρίτη. Την ανασκαφή έκανε η Ένωση για την Ανάκτηση της Ιστορικής Μνήμης και οι σκελετοί των θυμάτων ανασυντέθηκαν προσεκτικά, ώστε να σχηματίσουν και πάλι ανθρώπους, έστω και νεκρούς.

Για κάποιους ζωντανούς αυτό ήταν το τέρμα ενός ταξιδιου που κράτησε δεκαετίες ολόκληρες. Όπως για τον 94χρονο Χούλιο Λόπεζ ντελ Κάμπο, ο οποίος ερχόταν εδώ και πάρα πολλά χρόνια στο σημείο στο οποίο πίστευε ότι είχε ταφεί ο αδελφός του, Μαριάνο, μαζί με άλλα θύματα της δικτατορίας του Φράνκο.

«Τον πήγαν στη φυλακή στη Γκουανταλαχάρα και το 1940 τον εκτέλεσαν. Από τότε έρχομαι εδώ κάθε χρόνο. Φέρνω γαρύφαλα και τα αφήνω. Θα έρχομαι έως ότου δεν μπορώ να έρχομαι πια», είπε.

Ο μαζικός τάφος της Γκουανταλαχάρα ανασκάφηκε τελικά και σε αυτόν αναλκαλύφθηκαν οι σκελετοί 26 ανθρώπων. Ο Χούλιο ελπίζει ότι τα γεννετικά τεστ θα «αναγνωρίσουν» τον αδελφό του ανάμεσα σε αυτους.

Η ανασκαφή στη Γκουανταλαχάρα έγινε από εθελοντές, οι οποίοι σε όλη τη χώρα προσπαθούν μαζί με κάποιες από τις τοπικές αρχές να βρουν τους αγνοούμενους και να τους δώσουν πίσω την αξιοπρέπεια που τους στερήθηκε πριν από 70 χρόνια.

Μέχρι τώρα οι κεντρικές αρχές της Ισπανίας δεν βοηθούσαν καθόλου και οι οικογένειες απελπίζονταν καθώς μια ολόκληρη γενιά έσβηνε σιγά σιγά, χωρίς να βρει τους νεκρούς της.

Τώρα, όμως υπάρχει ελπίδα, καθώς ένας νέος νόμος ετοιμάζεται από την αριστερή κυβέρνηση της Ισπανίας, η οποία έχει δεσμευθεί απέναντι στις οικογένειες. Ο νόμος αυτός έρχεται να βουλώσει τις τρύπες που είχε ο νόμος του 2007 για την Ιστορική Μνήμη, ο οποίος δεν κάλυπτε την περίπτωση των μαζικών τάφων.

Φυσικά, τα δεξιά κόμματα της χώρας έχουν ήδη πει ότι θα τον καταψηφίσουν.

Εάν, όμως, περάσει, με τη βοήθεια των μικρότερων κομμάτων της αριστεράς, ο νόμος αυτός θα αναγνωρίσει το δικαίωμα των οικογενειών «στην αλήθεια» και θα καταστήσει την κεντρική κυβέρνηση υπεύθυνη για την ανάκτηση και αναγνώριση των νεκρών.

Προκειμένου, δε, να συμβεί αυτό, ο νόμος προβλέπει τη δημιουργία μιας εθνικής τράπεζας DNA και μιας υπηρεσίας υποστήριξης των οικογενειών.

100.000 νεκροί ζητούν δικαίωση

Όπως δεκάδες χιλιάδες Ισπανοί, ο Μαριάνο εξαφανίστηκε όταν επέστρεφε στο σπίτι του μετά τη λήξη του εμφυλίου. Είχε πολεμήσει στο πλευρό των Δημοκρατικών εναντίον του Φράνκο, κατά τη διάρκεια του πολέμου που διήρκεσε από το 1936 έως το 1939. Παραδόθηκε στην αστυνομία, όπως ήταν η εντολή και η οικογένειά του δεν τον ξαναείδε ποτέ. Ήταν μόλις 23 ετών.

Τα θύματα του Φράνκο που αγνοούνται ως σήμερα είναι περίπου 100.000.

Μόλις 19.000 σκελετοί έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα σε ομαδικούς τάφους, παρά το γεγονός ότι η δικτατορία τελείωσε πριν από 40 χρόνια. Κυβερνητικές πηγές υπολογίζουν ότι μόλις 20.000 ακόμη σκελετοί θα είναι σε κατάσταση που να μπορούν να αναγνωριστούν.

Κουτιά που περιέχουν ότι απέμεινε από 22 ανθρώπους που δολοφονήθηκαν από το καθεστώς του Φράνκο σε μια ομαδική κηδεία, το 2018. Τα κουτιά παραδόθηκαν στους οικείους των θυμάτων. @AP Photo/Francisco Seco

Ακόμη κι αν ο νέος νόμος περάσει, πολλοί Ισπανοί δεν είναι ευχαριστημένοι: «Ο νόμος μιλάει μόνο για τα θύματα, αλλά ελάχιστα για τους εκτελεστές τους», λέει ο Εμίλιο Σίλβα, πρόεδρος της Ένωσης για την Ανάκτηση της Ιστορικής Μνήμης, του οποίου ο παππούς είναι επίσης θαμμένος σε ομαδικό τάφο.

«Τι σημαίνει δικαιοσύνη αν δεν περάσει κανείς από δίκη; Τι σημαίνει δικαίωση αν οι οικογένειες των θυμάτων δεν αποζημιωθούν;»

Μπορεί να υπάρξει «εθνική ομόνοια» χωρίς δικαιοσύνη;

Τα τελευταία δύο χρόνια, η σοσιαλιστική κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσες έχει δώσει περίπου 5 εκατομμύρια ευρώ για την ανασκαφή 300 τάφων και έχει βάλει στον προϋπολογισμό άλλα 5,5 εκατομμύρια για τον επόμενο χρόνο.

Η προηγούμενη δεξιά κυβέρνηση είχε κόψει όλες τις σχετικές χρηματοδοτήσεις από το 2011 ως το 2018.

Ήδη το δεξιό Λαϊκό Κόμμα έχει δηλώσει ότι μόλις ξαναπάρει την εξουσία θα καταργήσει το νόμο, αν αυτός περάσει, διότι «καταστρέφει την εθνική ομόνοια».

Στην πραγματικότητα, αυτό που δεν θέλουν τα δεξιά κόμματα της Ισπανίας είναι η απόδοση ευθυνών, η οποία προβλέπεται σε ένα βαθμό από το νέο νόμο, μέσω της δημιουργίας του Γραφείου Γενικού Εισαγγελέα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Δημοκρατική Μνήμη.

Η απόδοση ευθυνών έτσι κι αλλιώς δεν είναι εφικτή αν η Ισπανία δεν καταργήσει τη γενική Αμνηστία του 1977. Σύμφωνα με αυτήν, απελευθερώθηκαν μεν χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι του καθεστώτος του Φράνκο, αλλά απαγορεύθηκε και η δίωξη πολιτικών εγκλημάτων που είχαν τελεστεί μέχρι τότε.

Η Αμνηστία κρίθηκε απαραίτητη για να επιτευχθεί η ομαλή μετάβαση από τη δικτατορία στη Δημοκρατία και ακόμη την υποστηρίζουν τα δεξιά κόμματα κυρίως.

Οι φωνές, όμως, που θέλουν να καταργηθεί, όπως και η Μοναρχία εξάλλου, πληθαίνουν διαρκώς.

Η κυβέρνηση έχει ένα πολύ δύσκολο έργο να επιτελέσει: Θέλει να υιοθετήσει όχι απλώς νόμους που να επιτρέπουν τη δίωξη ανθρώπων που ευθύνονται για τα εγκλήματα, αλλά να μιλήσει ευθέως για γενοκτονία. Κι όλο αυτό χωρίς να ακυρώσει την Αμνηστία.

Κάποιοι πιστεύουν ότι είναι αδύνατο.

Για τον Αλμοδοβάρ, πάλι, ο μόνος τρόπος να λύσεις το τραύμα, είναι να το κοιτάξεις στα μάτια. Δεν είναι απλό. Η Πενέλοπε Κρουζ ξέσπασε πολλές φορές σε κλάματα στις πρόβες και για τον εκπαιδευμένο θεατή η ένταση είναι φανερή όταν παρακολουθεί την ταινία.

Δεν έχει σημασία αν έδωσε στο κοινό του αυτό που περίμενε ή όχι. Δεν έχει καν σημασία αν οι «Παράλληλες Μητέρες» ήταν η καλύτερη ταινία του 2021. Πιθανώς υπάρχουν καλύτερες.

Είναι, όμως, μια ταινία πολύ σημαντική, πολύ σημαντικότερη απ' όλα τα βραβεία που θα πάρει ή δεν θα πάρει, είναι μια ταινία που κοιτάει κατάματα μια δύσκολη αλλά αναγκαία αλήθεια.

Είναι το ιστορικό παρελθόν μιας από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης, είναι η κατανόηση ότι το παρελθόν μάς ακολουθεί έτσι κι αλλιώς όπου κι αν πάμε· όσο κι αν παλεύουμε να το κρύψουμε «κάτω από το χαλάκι»...