Οι άγνωστοι Γότθοι της Θεσσαλονίκης που εμπλέκονταν στη σφαγή του Ιπποδρόμου το 390 μ.Χ.
Ανανεώθηκε:
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το μοναδικό εύρημα γότθου πολεμιστή με τον οπλισμό του, κατά τις ανασκαφικές εργασίες του Μετρό στο σταθμό Συντριβάνι.
Το συγκεκριμένο εύρημα ανακοινώθηκε κατά το 33ο αρχαιολογικό συνέδριο για τη Μακεδονία και τη Θράκη από την αρχαιολόγο Μελίνα Παϊσίδου και τον υποψήφιο διδάκτορα Ερρίκο Μανιώτη.
Μπορεί η πολυάριθμη παρουσία των Γότθων στη Θεσσαλονίκη να ήταν γνωστή, το αποτύπωμα όμως που άφησαν στην πόλη είναι σχεδόν άγνωστο... Εκτός από τη συμμετοχή τους σε μία από τις πιο μελανές σελίδες στην ιστορία της πόλης: Τη σφαγή στον Ιππόδρομο της Θεσσαλονίκης το 390 μ.Χ..
«Το πολιτικό έγκλημα, βασισμένο στον πολιτικό εκβιασμό που δέχθηκε ο Θεοδόσιος από τους Γότθους», χαρακτηρίζει τη σφαγή, ο Σωτήρης Γιάτσης στη μελέτη του υπό τον τίτλο «Η σφαγή στον Ιππόδρομο της Θεσσαλονίκης το 390 μΧ. Ένα πολιτικό έγκλημα του Θεοδοσίου», σημειώνοντας τη μεγάλη εύνοια που για πολιτικούς λόγους έδειξε προς αυτούς ο αυτοκράτορας.
Η εγκατάσταση των Γότθων και η σφαγή στον Ιππόδρομο
Από το 382 που ο Θεοδόσιος σύναψε συνθήκη που προέβλεπε την εγκατάσταση Οστρογότθων και Βησιγότθων σε βυζαντινά εδάφη, πολλοί Γότθοι άρχισαν να κατατάσσονται στον βυζαντινό στρατό και επομένως να εγκαθίστανται σε πολλές περιοχές, όπως και στη Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Χρυσό στη μελέτη του «Το Βυζάντιο και οι Γότθοι», η Θεσσαλονίκη και η ενδοχώρα της από την Πίδνα ως το Δίον, τη Βέροια, την Έδεσσα και την περιοχή του Κιλκίς είναι γνωστό ότι χρησιμοποιήθηκε συχνά από την αυτοκρατορική κυβέρνηση για προσωρινότερη ή μονιμότερη εγκατάσταση βαρβαρικών στρατευμάτων ακόμη και βαρβαρικών φυλετικών ομάδων.
«Η Θεσσαλονίκη ήταν εκτός από διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο και η παρουσία του στρατού έντονη αυτή την εποχή», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ανδρέας Γκουτζιουκώστας, αναπληρωτής καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας-Θεσμών ΑΠΘ.
Την άνοιξη του 390, ο Θεοδόσιος εξέδωσε ένα διάταγμα κατά της ομοφυλοφιλίας. Με βάση αυτό το διάταγμα, ο Γότθος στρατηγός Βουθέριχος συνέλαβε την παραμονή των αγώνων ένα δημοφιλή ηνίοχο (ιππέα) της Θεσσαλονίκης, κατηγορούμενο για παιδεραστία.
Ο λαός οργίστηκε και ζήτησε από τον στρατάρχη να ελευθερώσει τον Ηνίοχο. Εκείνος αρνήθηκε και η κατάσταση έφυγε εκτός ελέγχου. Το πλήθος σκότωσε τον Βουθέριχο και τα επεισόδια ήταν εκτεταμένα.
Ο Θεοδόσιος -ο οποίος δε βρισκόταν εκείνες τις μέρες στη Θεσσαλονίκη, αλλά στην Ιταλία- όταν πληροφορήθηκε τα γεγονότα, οργίστηκε και διέταξε την ημέρα των επόμενων αγώνων να περικυκλωθεί ο ιππόδρομος και να σφαγιαστούν όλοι οι θεατές. Πράγματι, λίγο καιρό μετά το θάνατο του Βουθέριχου -Μάιο ή Αύγουστο, σύμφωνα με ιστορικές πηγές- ο νέος διοικητής κάλεσε το λαό, με εντολή του αυτοκράτορα, να παραστεί και πάλι σε αρματοδρομίες.
Αντί όμως να γίνουν αγώνες, έκλεισαν οι μεγάλες πόρτες του κτιρίου και ο στρατός όρμησε και σκότωσε όλους τους θεατές χωρίς καμιά εξαίρεση (αναφορές γίνονται για 7.000 ή 15.000 νεκρούς).
Δυσαρέσκεια για την παρουσία των Γότθων
Η πραγματική αιτία της επανάστασης του λαού της Θεσσαλονίκης και της δολοφονίας του Βουθέριχου ήταν, σύμφωνα με ιστορικές πηγές, τα φορολογικά βάρη που συνεπαγόταν η παρουσία των Γότθων στρατιωτών στην πόλη. Οι πολίτες ήταν υποχρεωμένοι να παρέχουν κατάλυμα στους στρατιώτες και να τους εφοδιάζουν στο πλαίσιο της φορολόγησης. Πρόκειται για τη λεγόμενη παροχή μητάτου/μιτάτου.
Ο Σωτήρης Γιάτσης (έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Φεβρουάριο ) αναφέρει ότι: «Σε κάθε εποχή, η παρουσία ξένων στρατιωτών σε μια πόλη, και μάλιστα αλλόγλωσσων, δημιουργεί στενοχώριες και μίση στον τοπικό πληθυσμό.
Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης οι κάτοικοι φαίνεται πράγματι να ήταν εναντίον των Γότθων και φυσικά, έμμεσα, και εναντίον του ίδιου του αυτοκράτορα. Μια τέτοια δυσαρέσκεια ήταν εύκολο να εκδηλωθεί μέσα στον ιππόδρομο, όπου, όχι σπάνια, κυριαρχούσε το αυθόρμητο στοιχείο».
Σύμφωνα με τον Γιάτση, «φαίνεται καθαρά ότι ο αυτοκράτορας εκβιάστηκε με απόλυτο τρόπο από το διάδοχο του Βουθερίχου και προέβη στην εγκληματική πράξη της σφαγής προκειμένου να μη χαλάσουν τα μεγαλεπήβολα πολιτικοστρατιωτικά σχέδια του για τη Δύση. Επιθυμώντας φανερά εσωτερική ησυχία, ικανοποίησε τους συμμάχους του Γότθους».
Το θέμα της σφαγής ανιχνεύεται σε αρκετές γραπτές πηγές της πρώιμης, κυρίως, βυζαντινής περιόδου, με κύριο χαρακτηριστικό τις αντιφατικές και διφορούμενες πληροφορίες. Εκτός από την εμπλοκή των Γότθων στη Σφαγή του Ιππόδρομου, η παρουσία τους στη Θεσσαλονίκη, αποτυπώνεται και από ομάδα τραπεζιόσχημων τάφων που ανασκάφηκαν στο οικόπεδο της οδού Μανίκα του δήμου Αμπελοκήπων, στο οικόπεδο του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού και δύο άλλους στη συμβολή των οδών Μαργαροπούλου και Πλαπούτα, η οποία σύμφωνα με την μελέτη της Ευτέρπης Μαρκή «Η Νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης στους υστερορωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους», πρέπει να αποδοθεί στους Γότθους.