Ενισχυμένες οι γυναίκες στον ερευνητικό χώρο αλλά υποεκπροσώπηση στις υψηλές βαθμίδες
Οι Ελληνίδες που δραστηριοποιούνται στο χώρο της έρευνας έχουν ενισχύσει αρκετά τη θέση τους τα τελευταία χρόνια αλλά συνεχίζουν να υποεκπροσωπούνται στις υψηλότερες βαθμίδες και στα όργανα διοίκησης. Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ) για τη συμμετοχή των γυναικών στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης στην Ελλάδα, όπου γίνεται λόγος για τη διατήρηση της «γυάλινης οροφής».
Τα κύρια ευρήματα της έκδοσης συνοψίζονται ως εξής:
- Καταγράφεται απόλυτη ισότητα γυναικών και ανδρών στους διδάκτορες που αναγορεύονται κάθε χρόνο από τα ελληνικά Πανεπιστήμια, οι οποίοι αποτελούν το νεοεισερχόμενο ερευνητικό προσωπικό της χώρας (50,0% το 2018).
- Στον ακαδημαϊκό χώρο, παρότι διαπιστώνεται διαχρονική αύξηση της συμμετοχής τους σε όλες τις βαθμίδες, οι γυναίκες εξακολουθούν να υπολείπονται των ανδρών, ιδιαίτερα στην υψηλότερη βαθμίδα, όπου το ποσοστό γυναικών το 2017 είναι μόλις 22,3%. Πολύ χαμηλή είναι επίσης η εκπροσώπηση των γυναικών στα ανώτατα όργανα διοίκησης των ΑΕΙ.
- Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η συμμετοχή των γυναικών στο προσωπικό Έρευνας & Ανάπτυξης (E&A) στην Ελλάδα είναι υψηλή. Το 2017 απασχολούνταν σε δραστηριότητες E&A συνολικά 39.665 γυναίκες, περίπου 4 γυναίκες στα 10 άτομα προσωπικού Ε&Α, ποσοστό που κατατάσσει την Ελλάδα στην 8η θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ28. Υψηλή συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι η συμμετοχή των γυναικών στο ερευνητικό προσωπικό των επιχειρήσεων.
- Οι γυναίκες καταγράφουν υψηλά ποσοστά (πάνω από 50%) στις δράσεις υποστήριξης υποψηφίων διδακτόρων, μεταδιδακτόρων και νέων ερευνητών, που χρηματοδοτήθηκαν σε εθνικό επίπεδο από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο τα τελευταία έτη. Μικρότερη είναι ωστόσο η συμμετοχή τους στις δράσεις νέων ερευνητών που χρηματοδοτήθηκαν από την ΕΕ, όπως οι δράσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (συμμετοχή γυναικών 24%) και Marie Skłodowska-Curie (συμμετοχή γυναικών 38,4%).
Διδάκτορες
Όσον αφορά τη συμμετοχή των γυναικών στους νέους διδάκτορες, τα δεδομένα (2015-2018) παρουσιάζουν μικρές διακυμάνσεις, καταλαμβάνοντας ποσοστά ελαφρώς μικρότερα από το 50%. Για το πιο πρόσφατο έτος (2018), η συμμετοχή των γυναικών ανέρχεται στο 50%. Στη μελέτη παρουσιάζονται στοιχεία για τη συμμετοχή των γυναικών στους διδάκτορες που αναγορεύονται από τα ελληνικά Πανεπιστήμια. Πιο συγκεκριμένα, παρουσιάζονται τα μερίδια των γυναικών στο σύνολο των διδακτόρων, την ηλικιακή ομάδα τους, το εκπαιδευτικό επίπεδο των γονέων τους, τη συμμετοχή τους στα επιμέρους επιστημονικά πεδία, καθώς και τη χρονική διάρκεια ολοκλήρωσης του διδακτορικού τους.
Ενδεικτικά, για το 2018 η υψηλότερη συμμετοχή των γυναικών σημειώνεται στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες και Τέχνες (59%) και ακολουθούν τα επιστημονικά πεδία "Γεωργικές Επιστήμες και Κτηνιατρική" (58%), "Ιατρική και Επιστήμες Υγείας" (52%), "Φυσικές Επιστήμες" (49%). Η χαμηλότερη συμμετοχή καταγράφεται στο πεδίο "Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογία" (34%).
Προσωπικό ΑΕΙ
Όσον αφορά τη συμμετοχή των γυναικών στο διδακτικό προσωπικό των ελληνικών ΑΕΙ, τα τελευταία έτη σημειώνεται αύξηση των μεριδίων των γυναικών σε όλες τις βαθμίδες. Συγκεκριμένα στη βαθμίδα Γ (Επίκουρος Καθηγητής) καταγράφεται αύξηση από 35,0% το 2012 σε 37,5% το 2017, στη βαθμίδα Β (Αναπληρωτής Καθηγητής) από 29,4% σε 32,5%, και στη βαθμίδα Α (Καθηγητής) από 19,6% σε 22,3%. Ωστόσο, όσο αυξάνει η βαθμίδα της ακαδημαϊκής ιεραρχίας τόσο μειώνεται το μερίδιο της συμμετοχής των γυναικών.
Η υψηλότερη συγκέντρωση των γυναικών στις χαμηλότερες ακαδημαϊκές βαθμίδες καταγράφεται σε όλες τις χώρες της ΕΕ28 και είναι γνωστή ως "γυάλινη οροφή" (glass ceiling). Ως προς αυτό, και συγκριτικά με τη θέση της χώρας σε σχέση με τις άλλες χώρες μέλη, παρά το γεγονός ότι τα μερίδια των γυναικών στην Ελλάδα βρίσκονται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε όλες τις βαθμίδες, το φαινόμενο της "γυάλινης οροφής" εμφανίζεται λιγότερο οξύ. Για το πιο πρόσφατο έτος (2016), η συμμετοχή των γυναικών στη βαθμίδα Γ ανέρχεται στο 37,2%, στη βαθμίδα Β στο 32,5%, και καταλήγει στο 21,6% στη βαθμίδα Α. Τα αντίστοιχα μερίδια του ευρωπαϊκού μέσου όρου είναι 46,4%, 40,5% και 23,7%, γεγονός που σημαίνει ότι οι γυναίκες που ανέρχονται στη βαθμίδα Α είναι υποδιπλάσιες αυτών που ξεκινούν στη βαθμίδα Γ.
Επίσης, έχει ενδιαφέρον να αναδειχθεί η ανάλυση για τη συμμετοχή αυτή στις τρεις ακαδημαϊκές βαθμίδες, ανά επιστημονικό πεδίο, όπου φαίνεται ότι τα υψηλότερα ποσοστά γυναικών καταγράφονται στις "Ανθρωπιστικές Επιστήμες & Τέχνες", τις "Κοινωνικές Επιστήμες" και την "Ιατρική και Επιστήμες Υγείας" και τα χαμηλότερα στις "Φυσικές Επιστήμες" και τις "Επιστήμες Μηχανικού και Τεχνολογία".
Ερευνητικό προσωπικό
Ως προς τη συμμετοχή των γυναικών στο προσωπικό Έρευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α), με βάση τις δραστηριότητες Ε&Α σε όλους τους τομείς της οικονομίας, δηλαδή τις επιχειρήσεις, τον κρατικό τομέα, την τριτοβάθμια εκπαίδευση και τον τομέα ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων, το συνολικό προσωπικό Ε&Α στη χώρα ανέρχεται σε 94.560 άτομα (στοιχεία για το έτος 2017). Από αυτά, οι 39.665 είναι γυναίκες, με το σχετικό ποσοστό να ανέρχεται σε 41,9% και την Ελλάδα να κατατάσσεται 8η μεταξύ των χωρών της ΕΕ28.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο μέσος όρος του ποσοστού των γυναικών στο προσωπικό Ε&Α στους τρείς τομείς για το 2017 διαμορφώνεται ως εξής: οι γυναίκες αποτελούν το 46,6% του συνολικού ανθρώπινου δυναμικού Ε&Α στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το 47,9% στον κρατικό τομέα και το 23,0% στον τομέα των επιχειρήσεων. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 18η θέση στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην 24η θέση στον κρατικό τομέα και στην 8η θέση στον τομέα των επιχειρήσεων.
Συμμετοχή σε έργα
Η συμμετοχή των γυναικών σε εθνικά έργα και δράσεις υποστήριξης των νέων επιστημόνων κρίνεται επίσης ως ιδιαίτερα ικανοποιητική. Πρόκειται για δράσεις που χρηματοδοτούνται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα "Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση & Διά Βίου Μάθηση" (ΕΣΠΑ 2014-2020, με συγχρηματοδότηση από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση-Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο). Συγκεκριμένα στις Δράσεις υποστήριξης υποψηφίων διδακτόρων, οι γυναίκες υπερτερούν σαφώς των ανδρών, καθώς καταγράφουν ποσοστά συμμετοχής 60,5%. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση των Δράσεων ενίσχυσης μεταδιδακτόρων και νέων ερευνητών (51,9% και 51,7%, αντίστοιχα). Στην περίπτωση των Δράσεων ενίσχυσης διδακτικής εμπειρίας, οι γυναίκες υπολείπονται των ανδρών στα ακαδημαϊκά έτη (2016-2017, 2017-2018, 2018-2019) που υλοποιείται η συγκεκριμένη Δράση (41,5%, 40,4% και 41,1%, αντίστοιχα).
Όσον αφορά τη συμμετοχή των γυναικών σε ευρωπαϊκά προγράμματα, εξετάστηκαν δύο δράσεις του Ορίζοντα 2020, αυτές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (European Research Council – ERC) και των Δράσεων Marie Skłodowska-Curie (MSCA), οι οποίες χρηματοδοτούν έργα υψηλής επιστημονικής αριστείας που υλοποιούνται είτε από μεμονωμένους ερευνητές είτε από ερευνητικές ομάδες με επικεφαλής έναν "βασικό ερευνητή".
Συνολικά στη διάρκεια της περιόδου 2014-2018, από το ERC χρηματοδοτήθηκαν 104 ελληνικές προτάσεις/υπότροφοι, εκ των οποίων 25 γυναίκες. Διαχρονικά, το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών διαμορφώνεται στο 24%. Για την ίδια περίοδο, στο πλαίσιο των Δράσεων MSCA χρηματοδοτήθηκαν 1.550 υπότροφοι από την Ελλάδα, εκ των οποίων 595 γυναίκες. Το συνολικό ποσοστό της συμμετοχής των γυναικών για την περίοδο 2014-2018 φθάνει σωρευτικά το 38,4%.