Η σεξουαλική βία σαρώνει το Κασάι της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό
Μια ακόμη «ξεχασμένη» κρίση που μαστίζει την Αφρική αναδεικνύουν οι μαρτυρίες πέντε επιζώντων σεξουαλικής βίας που συγκέντρωσαν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, που περιθάλπουν θύματα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Από τον Μάιο του 2017 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2018, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουν περιθάλψει 2.600 θύματα σεξουαλικής βίας στην πόλη Κανάνγκα, πρωτεύουσα της επαρχίας Κεντρικού Κασάι.
Το 80% των θυμάτων ανέφεραν ότι είχαν βιαστεί από ένοπλους άντρες. Η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών αναζητά φροντίδα έναν μήνα ή παραπάνω μετά την επίθεση, συνήθως λόγω άγνοιας για την ύπαρξη εξειδικευμένων υπηρεσιών φροντίδας για θύματα σεξουαλικής βίας αλλά και λόγω της απόστασης που πρέπει να διανύσουν για να φτάσουν στο Κανάνγκα. Εκεί, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα φροντίζουν τα θύματα σεξουαλικής βίας στο επαρχιακό νοσοκομείο, παρέχοντας ποιοτική ιατρική φροντίδα και ψυχολογική υποστήριξη δωρεάν.
Ο Πιτσού ζει στο Κασάι, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, εκεί που η βία έχει γίνει πια καθημερινότητα. Κάθε φορά που εξιστορεί όσα έζησε, είναι σα να βλέπει μία ταινία να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια του. «Συνέβη τον Αύγουστο, όταν γύρισα στο χωριό μου. Μας επιτέθηκαν ένοπλοι. Προσπάθησα να το σκάσω μαζί με μερικούς άλλους νέους, αλλά μας έπιασε μια άλλη ομάδα ενόπλων. Μας πήραν μαζί τους πίσω στο χωριό, όπου μας βασάνισαν. Μας ανάγκασαν να βιάσουμε πολλές από τις γυναίκες του χωριού».
Από τους 2.600 ανθρώπους που έχουν περιθάλψει οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, οι 32 ήταν άντρες, ορισμένοι από τους οποίους ανέφεραν ότι είχαν αναγκαστεί με την απειλή όπλου να βιάσουν μέλη της κοινότητάς τους. Άλλοι 162 ασθενείς ήταν παιδιά κάτω των 15 ετών, συμπεριλαμβανομένων 22 παιδιών κάτω των 5 ετών.
«Οι αριθμοί αυτοί είναι μια ένδειξη της έντονης βίας που επικρατούσε όλη την προηγούμενη χρονιά» λέει ο Κάρελ Γιάνσενς, επικεφαλής αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. «Οι σοκαριστικές μαρτυρίες των θυμάτων που ακούμε σε καθημερινή βάση περιγράφουν πώς έχουν διαλυθεί οι ζωές των ανθρώπων και οι κοινότητες, με αποτέλεσμα να είναι πολύ δύσκολο να ξαναφτιαχτούν και να προχωρήσουν μπροστά».
Πέντε άνθρωποι που επέζησαν από ακραίες μορφές βίας μοιράζονται τις ιστορίες τους.
Μπιμπίς: «Νιώθω πιο ήρεμη τώρα»
«Η ιστορία μου συνέβη μια Τρίτη πέρυσι. Το θυμάμαι σαν να ήταν χτες: Μια ομάδα αντρών μπήκε στο σπίτι και κατέστρεψε τα πάντα. Πρώτα βίασαν τη μικρή μου αδελφή, ύστερα τη νύφη μου και τελευταία εμένα. Τότε δεν μιλήσαμε γι' αυτό, ούτε ζητήσαμε βοήθεια. Πρόσφατα μόνο, μια Κυριακή που ήμουν στην εκκλησία, άκουσα ότι υπάρχει φροντίδα για θύματα βιασμού. Είχε έρθει μια γιατρός να μας μιλήσει για μια οργάνωση εδώ στο Κανάνγκα που φροντίζει θύματα βιασμού, ακόμη κι αν ο βιασμός έχει γίνει τον περασμένο χρόνο. Όταν το άκουσα, ο άντρας μου με ενθάρρυνε να πάω στο νοσοκομείο. Μου είπε ότι δεν έφταιγα εγώ και ότι χρειαζόμουν θεραπεία. Γι' αυτό ήρθα εδώ. Όταν έφτασα, οι γιατροί με χαιρέτησαν όλοι με ένα ζεστό χαμόγελο και με έκαναν να νιώσω άνετα. Μου έκαναν εμβόλια, για παράδειγμα για τέτανο, καθώς και μερικές εξετάσεις. Βρήκαν ότι είχα κολλήσει σύφιλη. Έπρεπε να κάνει και ο άντρας μου θεραπεία γ' αυτό. Από τότε που ξεκίνησα τη θεραπεία, πάω πολύ καλά. Νιώθω πιο ήρεμη τώρα. Τρώω και περπατάω όπως πρέπει. Ήταν μια περίοδος, πριν, που έτρεμα πολύ. Ακόμη και τώρα μερικές φορές, όταν γίνεται μια απότομη κίνηση, τρέμω από φόβο. Είμαι καλύτερα όμως. Πρόσφατα ήρθε και η νύφη μου για θεραπεία, έχοντας δει τη βελτίωσή μου. Η μικρή μου αδελφή, από την άλλη, είναι στο Λουμπουμπάσι. Πήγε εκεί μετά από όλα αυτά και δεν θέλει να γυρίσει πίσω.»
Πιτσού «Μας ανάγκασαν να βιάσουμε τις γυναίκες του χωριού»
«Είπα στην ψυχολόγο πως όταν λέω αυτή την ιστορία είναι σα να βλέπω μια ταινία να παίζεται μπροστά στα μάτια μου. Μια ταινία ή ένας εφιάλτης; Δεν ξέρω. Συνέβη τον Αύγουστο, όταν γύρισα στο χωριό μου. Μας επιτέθηκαν ένοπλοι. Ήταν το 2017 νομίζω. Δεν θυμάμαι καλά, είναι όλα πολύ μπερδεμένα ακόμη. Πέρασαν το ποτάμι, ήρθαν στο χωριό μου και σκότωσαν πολλούς ανθρώπους. Προσπάθησα να το σκάσω μαζί με μερικούς άλλους νέους, αλλά μας έπιασε μια άλλη ομάδα ενόπλων που πέσαμε πάνω τους. Μας πήραν μαζί τους πίσω στο χωριό, όπου μας βασάνισαν και μας φέρονταν σαν να ήμασταν σκλάβοι. Μας ανάγκασαν να βιάσουμε πολλές από τις γυναίκες του χωριού. Αν κάποιος δεν το έκανε, τον σκότωναν. Δεν θυμάμαι καλά, αλλά νομίζω ότι με έβαλαν να το κάνω αυτό σε έξι ή επτά γυναίκες. Όταν έφυγαν οι ένοπλοι, ήρθαν οι τοπικές αρχές από το Τσικάπα και μας έψαχναν, σαν να ήμασταν κι εμείς εγκληματίες. Το έσκασα μαζί με μερικούς άλλους νέους, αλλά χωριστήκαμε ακολουθώντας διαφορετικές κατευθύνσεις, κι έτσι άρχισα να περπατάω μόνος μου. Εκείνη την εποχή δεν δούλευα, επειδή είχα κάνει εγχείρηση στο νεφρό πριν από δέκα μήνες και ήμουν ακόμη στην ανάρρωση. Μετά από δύο μέρες άρχισα να νιώθω πολύ άσχημα, όπως ακριβώς μετά την εγχείρηση. Ήρθα εδώ τρεις μήνες μετά από όλα αυτά. Δεν ήξερα αν υπήρχε φροντίδα για κάποιον σαν εμένα. Άκουσα όμως για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα στην εκκλησία όπου πηγαίνω να προσευχηθώ, όταν ένας γιατρός που δουλεύει στο νοσοκομείο ήρθε να μιλήσει για τη δωρεάν φροντίδα που προσφέρεται εδώ. Όταν πήγα στο νοσοκομείο, με ανέλαβαν οι γιατροί και η ψυχολόγος. Τα νεφρά μου με πονούσαν πολύ. Έκανα μερικές εξετάσεις και μίλησα πολύ με την ψυχολόγο. Από τότε παίρνω φάρμακα και έχω δει μερικές αλλαγές: πονάω λιγότερο, παρόλο που δεν είμαι τελείως καλά ακόμη. Νιώθω ότι είμαι στον δρόμο για κάτι καλύτερο, αλλά δεν είμαι εντελώς βέβαιος ακόμη. Μερικές φορές πιάνω τον εαυτό μου να μιλάει μόνος του, σαν σε όνειρο.»
Μαμί: «Με βίασαν δίπλα στο αποκεφαλισμένο πτώμα του άντρα μου»
«Ήμουν στο σπίτι, όταν μπήκαν ένοπλοι και σκότωσαν τον άντρα μου. Τον αποκεφάλισαν και έκλεψαν όλα μας τα υπάρχοντα. Με βίασαν στο σπίτι μου, δίπλα στο πτώμα του άντρα μου, μπροστά στα παιδιά μου. Αυτό έγινε πέρυσι, στη διάρκεια των ταραχών. Είχα πέντε παιδιά. Σκότωσαν τα τρία και με άφησαν με δύο παιδιά μόνο. Βίασαν τα τρία μεγαλύτερα κορίτσια μου κι ύστερα τα σκότωσαν. Μου έμειναν τα δύο μικρότερα παιδιά: ένα αγόρι 12 ετών κι ένα κορίτσι 9 ετών. Έκλεψαν όλα μας τα υπάρχοντα, πήραν τα πάντα. Ύστερα μας ανάγκασαν να βγούμε έξω, χωρίς να με αφήσουν να ντυθώ. Ήμουν γυμνή από τη μέση και πάνω. Πήρα μόνο κάτι για να καλύψω το στήθος μου καθώς μας έβγαζαν από το σπίτι μας. Άρχισα να περπατάω με τα δύο παιδιά μου στην ύπαιθρο προς το Τσικάπα. Δεν ήξερα πού πηγαίναμε, απλώς άρχισα να περπατάω. Αφού φτάσαμε στο Τσικάπα, τα παιδιά μου αρρώστησαν. Μας φιλοξένησε μια οργάνωση που μας βοήθησε και μας έδωσε λίγα χρήματα. Αποφάσισα να γυρίσω στο Κανάνγκα, όπου ζούσα, μαζί με μερικές άλλες γυναίκες. Πήραμε τον δρόμο ελπίζοντας να μας πάρει κάποιο φορτηγό που πηγαίνει στην πόλη. Ενώ προχωρούσαμε, πριν φτάσουμε στο Κανάνγκα, συναντήσαμε ένοπλους άντρες. Μας βίασαν πάλι. Ήταν τρεις. Μετά από αυτό κρυβόμασταν για να μην μας βιάσουν ξανά. Άρχισα όμως να μην νιώθω καλά. Όταν φτάσαμε στο Κανάνγκα, άκουσα ότι οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα φροντίζουν γυναίκες. Πριν πάω στο νοσοκομείο, ανησυχούσα πολύ. Ήμουν πολύ αδύναμη και πονούσα πολύ στην κοιλιά χαμηλά. Όσο ήμουν στην ύπαιθρο και στον δρόμο, δεν είχα τίποτα μαζί μου για να φάω. Όταν ήρθα εδώ στο νοσοκομείο, μου έδωσαν φάρμακα και με εξέτασε ένας γιατρός. Έτσι ανακάλυψα ότι έχω HIV. Αυτό με απασχολεί πολύ, γιατί φοβάμαι ότι δεν θα ζήσω πολύ. Όταν ήρθα εδώ για να με βοηθήσουν, άφησα τα παιδιά μου στην εκκλησία, όπου μερικές φορές έρχονται κάποιοι και μας δίνουν κάτι να φάμε. Δεν ξέρω πώς να συντηρήσω τα παιδιά μου, κι αυτό επίσης με απασχολεί πολύ».
Ανί : «Ένιωθα σαν να είχε σπάσει η καρδιά μου, να είχε κοπεί στα δύο»
«Ένα πρωί στα τέλη Μαρτίου του 2017, μπήκαν στα σπίτια των ανθρώπων στο Κανάνγκα, έκλεβαν και σκότωναν. Μπήκαν και στο δικό μου σπίτι εκείνη τη μέρα και όταν είδαν ότι δεν υπήρχε τίποτα να πάρουν απειλούσαν να με σκοτώσουν. Ήταν τέσσερις. Τελικά αποφάσισαν να με βιάσουν. Ήμουν μόνη μου με τον τετράχρονο γιο μου. Ο άντρας μου έλειπε. Δούλευε κοντά στα σύνορα με την Αγκόλα. Συχνά έμενα μόνη μου στο σπίτι για μήνες και τον περίμενα να γυρίσει. Όταν ήρθαν οι άντρες αυτοί και με βίασαν, ο γιος μου κρύφτηκε σε μια γωνία. Ήμουν 45 χρονών, με έξι παιδιά. Είχα άλλα δύο, αλλά πέθαναν. Όταν ήρθαν οι άντρες, τα άλλα πέντε παιδιά μου ήταν με τον παππού τους σε άλλο σημείο της πόλης. Ήμουν στο σπίτι με το μικρότερο. Αφού με βίασαν, έφυγαν. Δεν ξέρω πού πήγαν. Έμεινα εκεί που ήμουν. Δεν μπορούσα να φάω ή να πιώ νερό. Ένιωθα σαν να είχε σπάσει η καρδιά μου, να είχε κοπεί στα δύο. Όταν μαγείρευα για τα παιδιά μου και άκουγα κάποιον θόρυβο, τιναζόμουν και η καρδιά μου χτυπούσε πολύ γρήγορα. Λίγο αργότερα, έμαθα ότι ο άντρας μου είχε σκοτωθεί στις συγκρούσεις ενώ γύριζε σπίτι. Άκουσα για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και έμαθα ότι μπορούν να με βοηθήσουν. Όμως πριν πάω στο νοσοκομείο, συνέβη κάτι άλλο. Πήγαινα σε ένα γειτονικό χωριό με μερικές άλλες γυναίκες, για να αγοράσουμε τρόφιμα και στη συνέχεια να τα πουλήσουμε στο Κανάνγκα. Κάποιοι άντρες μάς σταμάτησαν στον δρόμο και μας ζήτησαν χρήματα. Δεν είχαμε καθόλου, έτσι μας βίασαν. Αυτή τη φορά δεν ήταν μόνο ένας. Κάποιες από τις γυναίκες κατάφεραν να ξεφύγουν, όχι όμως εγώ. Με έπιασαν και με έσυραν στους θάμνους, όπου με βίασαν. Θυμάμαι ότι μια γυναίκα ούρλιαζε εκεί κοντά ενώ με βίαζαν. Μετά άρχισα να πονάω πολύ στην κοιλιά χαμηλά. Δεν μπορούσα να περπατήσω κανονικά, δεν μπορούσα να φάω κι ήθελα μόνο να κοιμάμαι. Άκουσα για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα σε μια εκκλησία. Είχαν έρθει μερικά μέλη της οργάνωσης για να μιλήσουν για τη σεξουαλική βία και για τη φροντίδα που μπορούν να προσφέρουν στα θύματα. Έτσι πήγα να τους δω και με βοήθησαν».
Σεσίλ: «Σκότωσαν τον άντρα μου γιατί αρνήθηκε να βιάσει την κόρη μας»
«Ήμουν στο σπίτι με τον άντρα μου εκείνη τη μέρα. Ήταν την περίοδο της βίας και των μαχών. Ακούσαμε κραυγές απ' έξω και τους γείτονες να κλαίνε. «Νομίζω ότι σκότωσαν κάποιον» είπε ο άντρας μου. Έτσι κλειστήκαμε μέσα. Δεν θέλαμε να ανοίξουμε την πόρτα. Πέταξαν δακρυγόνα από το παράθυρο για να μας αναγκάσουν να βγούμε έξω. Οχτώ ένοπλοι μπήκαν στο σπίτι μας. Απειλούσαν να σκοτώσουν τον άντρα μου και προσπάθησαν να τον αναγκάσουν να βιάσει την κόρη μας. Ήταν 17. Αρνήθηκε κι εκείνοι τον σκότωσαν. Ύστερα βίασαν την κόρη μας κι εμένα. Όταν έφυγαν, κρύφτηκα στο δάσος δίπλα στο χωριό με τα παιδιά μου. Δεν κοιμόμουν και δεν έτρωγα. Για έναν χρόνο, προτού έρθω στην κλινική, με έπιανε πανικός στη σκέψη ότι μπορεί να έχω HIV. Όταν γύρισα στο Κανάνγκα πήγα να δω τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα στο νοσοκομείο όπου φροντίζουν τα θύματα σεξουαλικής βίας. Με εξέτασαν και μου είπαν ότι δεν έχω HIV.
*Όλα τα ονόματα έχουν αλλάξει για να προστατευτούν τα θύματα.