Η «ηδονοβλεψία» της φτώχειας και κρίση ταυτότητας
Χύθηκε αρκετό μελάνι τις προηγούμενες ημέρες για την Ελλάδα της κρίσης ως τουριστική ατραξιόν, για καλοζωισμένους τουρίστες από τη Βρετανία.
Η διαφήμιση του Guardian για poverty tour στην Ελλάδα της κρίσης, βάζοντας μάλιστα και την ανταποκρίτριά του σε ρόλο μέντορα στα περί φτώχειας και ανέχειας, ξεσήκωσε θύελλες στα social media από διάφορους που κατακεραύνωναν την μετατροπή της ελληνικής καθημερινότητας σε reality show.
Α όλα κι όλα...
“Μπορούμε να ανεχόμαστε την φτώχεια δίπλα μας, αλλά δεν θα την κάνουμε και θέαμα για τουρίστες....”
“Αυτά μπορούν να γίνονται σε τριτοκοσμικές χώρες, αλλά όχι και στην Ελλάδα...”
Το poverty tour δεν είναι κάτι καινούργιο. Γίνεται χρόνια είτε από μεμονωμένους τουρίστες είτε οργανωμένα και η ανάγκη που σπρώχνει κάποιον να αναζητά τη “σκοτεινή πλευρά” μιας πόλης ή μιας χώρας σε ένα ταξίδι του, ποικίλει ανάλογα με το ποιος είναι αυτός που ταξιδεύει και τί αναζητά. Όπως επίσης έχει να κάνει με το πως έχουν διαμορφωθεί οι κοινωνικές σχέσεις στον μεταμοντέρνο καπιταλισμό και η αναζήτηση της ταυτότητάς μας.
Το θέμα του poverty tour του Guardian δεν είναι κάτι ιδιαίτερο. Συμβαίνει συνέχεια. Από τα γκέτο του Γιοχάνεσμπουγκ, στα παραγκουπόλεις της Ινδίας, στις φαβέλες της Βραζιλίας, στις Φιλιππίνες, στη Νότιο Αμερική...
Παντού υπάρχει φτώχεια, ακόμη και στις ΗΠΑ, υπάρχουν γειτονιές που προσφέρονται για επίσκεψη σε “ψαγμένους”, περίεργους ή ηδονοβλεψίες τουρίστες.
Κάποτε, όταν ήμουν στο Μεξικό και συγκεκριμένα στην επαρχία Τσιάπας, μια ξεναγός μας έλεγε για ανεπίσημο Zapatour, δηλαδή για ένα tour στα χωριά των Ζαπατίστας (revolution tour).
Στην οικονομία της αγοράς ότι μπορεί να πουληθεί, πουλιέται, ότι μπορεί να αγοραστεί αγοράζεται και όλα ή σχεδόν όλα, μπορούν να γίνουν αντικείμενο αγοραπωλησίας.
Ο “τουρισμός της φτώχειας” αυξάνεται κάθε χρόνο και για αυτό με μία γρήγορα αναζήτηση στο Ιντερνετ μπορεί κανείς να βρει πολλά τουριστικά γραφεία που ειδικεύονται σε τέτοια τουρ.
Τι είναι όμως αυτό που κάνει τον κόσμο να θέλει να παρατηρήσει τη φτώχεια από κοντά;
Εντάξει, το Ιντερνετ και η παρουσίαση της φτώχειας ως είδησης από τα ΜΜΕ, που πάντα τραβάει τα βλέμματα, έχουν παίξει το ρόλο τους, αλλά ποιο είναι το κίνητρο κάποιου να θέλει να δει τη φτώχεια από κοντά; Με την ψυχολογική ασφάλεια που του προσφέρει η κοινωνική του θέση και το γεμάτο πορτοφόλι του;
Το να βρεθεί κοντά στην πραγματική ζωή μιας χώρας που επισκέπτεται; Στο να αποκτήσει περισσότερες γνώσεις; Στο να δει ότι δεν θα δει ποτέ στους τουριστικούς οδηγούς; Στο να έρθει σε επαφή με κόσμο τον οποίο δεν θα δει ποτέ σε τηλεπαράθυρα; Στο να βοηθήσει οικονομικά ίσως, αγοράζοντας κάτι από μια τοπική αγορά;
Όλα αυτά μαζί ή και χωριστά. Υπάρχουν κι αυτοί που θέλουν να βγάλουν χρήματα, όπως καλή ώρα ο Guardian.
Ακούγεται συχνά και γράφονται διάφορα περί ηδονοβλεψίας, περί πορνογραφίας της φτώχειας κτλ.
Υπάρχουν και αυτές οι περιπτώσεις βέβαια όταν αυτός που επισκέπτεται τέτοια μέρη θέλει να βγάλει χρήματα από την φτώχεια του άλλου ή απλώς ηδονίζεται βλέποντάς την, αλλά στην δεύτερη περίπτωση μάλλον αρμόδια είναι η ψυχολογία και η ψυχανάλυση για να δώσουν απαντήσεις.
Η φτώχεια στον κόσμο άλλωστε εκτός από βία κατά του ανθρώπου είναι και μια τεράστια μπίζνα στην οποία εμπλέκονται η Παγκόσμια Τράπεζα, ΜΚΟ, κτλ αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση που θα την κάνουμε κάποια στιγμή.
Στις περισσότερες περιπτώσεις από τη δική μου εμπειρία τουλάχιστον ο περισσότερος κόσμος που επισκέπτεται τέτοιες περιοχές ωθείται από ένα πραγματικό ενδιαφέρον για γνώση και επαφή με την πραγματικότητα.
Γιατί όμως ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να ξοδέψουν χρήμα και μέρες από την άδειά τους για να δουν τους φτωχούς αντί να βρίσκονται σε κάποια παραλία;
Ίσως πέρα από τη δίψα για γνώση, την περιέργεια (που άλλωστε ήταν πάντα η κινητήριος δύναμη της εξέλιξης των κοινωνιών) και τη μόδα (ναι υπάρχει κι αυτό) θα πρέπει να αναζητήσουμε το κίνητρο στη μεταμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων που έχουν υποστεί οι κοινωνίες μας με την τρίτη και την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση.
Η ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς αναγκάζει ολοένα και περισσότερα άτομα σήμερα να προσαρμόζονται σε διαφορετικά κοινωνικά περιβάλλοντα αναζητώντας σε αυτά την προσωπική τους ταυτότητα. Η ταυτότητά μας σήμερα δηλαδή είναι λιγότερο μια κατάσταση και περισσότερο μια διαδικασία και μέσα σε αυτή τη διαδικασία οι κοινωνικές σχέσεις μεταμορφώνονται και αναστατώνονται όπως λέει ο Γάλλος Κοινωνιολόγος Β. Ντε Γκολεζάκ. Η κατακερματισμένη κοινωνία καθιστά τις κοινωνικές τάξεις λιγότερο ορατές ή λιγότερο οριστικά κατεστημένες.
Το να επισκεφτεί ο Άγγλος τουρίστας από το Λονδίνο τους φτωχούς της Αθήνας είναι λιγότερο εξωτικό πλέον και περισσότερο οικείο. Μπορεί σχετικά εύκολα να σκεφτεί τον εαυτό του στη θέση ενός Αθηναίου άνεργου. Δεν του κάνει πλέον τόση εντύπωση η φτώχεια στη “χ” περιοχή της Αθήνας. Βρίσκεται πολύ κοντά του, εκεί που ζει αρκεί να πάει μέχρι το Χόκνεϊ ή το Ένφιλντ.
Οι άνθρωποι σήμερα λόγω συνθηκών, γενικευμένης οικονομικής κρίσης αλλά και πληροφόρησης, είναι πολύ πιο διατεθειμένοι να βάλουν σε δοκιμασία τις κοινωνικές σχέσεις που έχουν με άλλους ανθρώπους, κατώτερης τάξης, οι οποίες καθορίζουν και τις συναισθηματικές σχέσεις μαζί τους. Υπήρχε και υπάρχει μια συσχέτιση συναισθηματικής προσέγγισης και κοινωνικής προσέγγισης ή συναισθηματικής απόστασης - κοινωνικής απόστασης.
Αρκεί να θυμόμαστε πάντα ότι η συναισθηματική προσέγγιση και η πρόσκαιρη κοινωνική προσέγγιση δεν εξαλείφει τις διαδικασίες κυριαρχίας και τους μηχανισμούς αναπαραγωγής τους.
Προσωπικά δεν βρίσκω τίποτα το μεμπτό στο να θέλει κάποιος από προσωπικό ενδιαφέρον να μάθει λίγα περισσότερα για τη ζωή που δεν βλέπει στα δελτία ειδήσεων, για την ανισότητα και τη φτώχεια και εν τέλει να μάθει λίγα περισσότερα για τον εαυτό του.
Αν λοιπόν ο Άγγλος τουρίστας θέλει να έρθει στην Ελλάδα και να δει αυτό που του “πουλάει” ο Guardian για 2.500 λίρες ας έρθει μόνος του ή με την βοήθεια ενός τοπικού οδηγού.
Θα του κοστίσει λιγότερο από τα μισά, ότι έχει πληρώσει θα πάει κατευθείαν στην τοπική κοινωνία και όχι σε κάποιο μεσάζοντα και θα καταλάβει ότι η οικονομική κρίση και η φτώχεια είναι κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που του παρουσιάζει ο Guardian.