Όταν η πολιτική απορία εφευρίσκει και καταφεύγει στον λαϊκισμό
Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ έχει οδηγήσει πολίτες, πολιτικούς, επιχειρηματίες, άλλα δημόσια πρόσωπα και αναλυτές σε όλον τον κόσμο, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, σε πολιτική απορία. Χρησιμοποιώ την λέξη «απορία» για να αποδώσω το αδιέξοδο, την έλλειψη ερμηνείας, αλλά και το ακατανόητο. «Τι να συμβαίνει άραγε;» διερωτάται ο παρατηρητής, αλλά και ο μετέχων στις πολιτικές διεργασίες. Οι εξελίξεις φαίνεται να έχουν ξεπεράσει τις ερμηνευτικές δυνατότητες που παρέχουν οι θεωρίες, οι ερμηνευτικές μέθοδοι, και τα σχετικά εργαλεία. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι σε μια παράλληλη αλλά εξίσου ανησυχητική και ανατρεπτική πορεία, αποτυγχάνουν οι προβλέψεις και οι δημοσκοπήσεις.
Οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ δεν είναι το πρώτο συμβάν. Προηγήθηκε τον Ιούνιο 2016 το δημοψήφισμα για την παραμονή ή την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τα γνωστά αποτελέσματα, που «εξέπληξαν» τους αναλυτές, τις εταιρείες δημοσκοπήσεων, αλλά και τις ηγεσίες των παραδοσιακών πολιτικών σχηματισμών.
Αν τα «ανεξήγητα» γεγονότα περιορίζονταν σε αυτά τα δύο, θα μπορούσε κανείς να πει ότι πρόκειται για μια εξαίρεση, μια κακιά στιγμή, που πέρασε και δεν θα ξανάρθει για πολύ καιρό. Είναι όμως έτσι; Τον Δεκέμβριο του 2016 έχουμε δύο σημαντικά πολιτικά δρώμενα στην Ιταλία και την Αυστρία. Δημοψήφισμα για μεταρρυθμίσεις στην Ιταλία, Προεδρικές εκλογές στην Αυστρία. Και αυτή είναι μόνον η αρχή, αφού μέσα στο 2017 θα έχουμε Προεδρικές εκλογές στην Γαλλία, και γενικές εκλογές στην Γερμανία. Μπορεί κανείς σήμερα να αποκλείσει σημαντικές «εκπλήξεις» στα επερχόμενα δρώμενα; Δεν νομίζω. Μετά τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο και των προεδρικών εκλογών ΗΠΑ, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε τίποτε δεδομένο.
Πρέπει επομένως να μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε αυτά που συνέβησαν, προκειμένου να κάνουμε μια καλύτερη πρόβλεψη για αυτά που θα συμβούν στο μέλλον. Ποια είναι η ερμηνεία που έχει προκύψει μέχρι σήμερα;
Χωρίς επιφύλαξη, η κυρίαρχη ερμηνεία εφευρίσκει και καταφεύγει στον λαϊκισμό.
Ενδεικτικά, στις 11 Οκτωβρίου 2016, πριν ακόμη πραγματοποιηθούν οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, ο Θανάσης Κουκάκης έγραψε στο CNN Greece:
«Ένας είναι ο εχθρός της παγκόσμιας οικονομίας και λέγεται λαϊκισμός». Το μήνυμα αυτό εξέπεμψαν διακεκριμένοι αξιωματούχοι, τραπεζίτες και οικονομολόγοι που μετείχαν την παρελθούσα εβδομάδα στις εργασίες τόσο της Ετήσιας Συνόδου του ΔΝΤ, όσο και στις εργασίες του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF) στην Ουάσιγκτον.
Τι είναι όμως λαϊκισμός; Με δυο λόγια είναι η πολιτική θεωρία και πρακτική που εστιάζεται στην αντιπαράθεση ελίτ και λαού. Από τη μια μεριά υπάρχει η πολιτική ελίτ (το πολιτικό κατεστημένο) που εξουσιάζει και κυριαρχεί, και από την άλλη ο λαός που είναι «στην απ’ έξω». Σαν ιδεολογία, ο λαϊκισμός θεωρεί ότι η πολιτική πρέπει να είναι η έκφραση της γενικής θέλησης του λαού. Έτσι ο «δεξιός» λαϊκισμός επαναφέρει στην πολιτική ατζέντα το θέμα των μεταναστών, ενώ ο «αριστερός» λαϊκισμός επαναφέρει στην ατζέντα το θέμα της λιτότητας. Στην σύγχρονη εκδοχή του ο λαϊκισμός αντιτίθεται στην τεχνολογική εξέλιξη και την παγκοσμιοποίηση. Δεν είναι τυχαία η «απειλή» του Donald Trump προς την εταιρεία Apple ότι θα βάλει τόσους δασμούς στα εισαγόμενα από την Κίνα ώστε να την αναγκάσει να επαναφέρει την βιομηχανική παραγωγή των προϊόντων της στις ΗΠΑ.
Η κυρίαρχη λοιπόν ερμηνεία των φαινομένων στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ τα παρουσιάζει σαν αποτελέσματα έκρηξης της λαϊκής αγανάκτησης εναντίον των ελίτ που εξουσιάζουν τις δύο χώρες, την τεχνολογική εξέλιξη και την παγκοσμιοποίηση. Με το BREXIT και την ψήφο στον Donald Trump ο λαός αποδιώχνει την ελίτ, ή/και την υποχρεώνει να ακολουθήσει μια διαφορετική πολιτική. Ο Ιταλός λαϊκιστής Beppe Grillo πανηγυρίζει την εκλογή του Donald Trump, όπως κάνει και η Γαλλίδα πολιτικός και ηγέτιδα της ακροδεξιάς Marine Le Pen.
Αποτελεί όμως ο λαϊκισμός μια ικανοποιητική ερμηνεία των πρόσφατων συγκλονιστικών πολιτικών φαινομένων, ή απλά είναι μια λύση ανάγκης; Κατά την άποψη μου ο λαϊκισμός είναι μια λύση ανάγκης, μια λύση που εφευρίσκεται κατά κάποιον τρόπο για να καλύψει τα τεράστια κενά που αφήνουν οι πολιτικές θεωρίες, μέθοδοι και τα σχετικά ποσοτικά εργαλεία (π.χ. δημοσκοπήσεις), αλλά και η αδυναμία και ατολμία των ηττημένων πολιτικών κομμάτων να αρθρώσουν λόγο πολιτικής ερμηνείας και συνέχειας.
Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που παρουσιάζει σαν πλατφόρμα ερμηνείας, είναι ότι ο λαϊκισμός είναι μια ιδεολογία «μαύρο – άσπρο». Δεν υπάρχουν ενδιάμεσα. Έτσι όλα απλοποιούνται, αλλά και διαστρεβλώνονται. Ο λαϊκισμός είναι ένας ιδεολογικός οδοστρωτήρας, που ισοπεδώνει όλα όσα βρει μπροστά του. Στην καλύτερη περίπτωση λοιπόν μια ερμηνεία με βάση τον λαϊκισμό αφήνει τα περισσότερα ουσιώδη ερωτήματα αναπάντητα, ενώ και οι απαντήσεις που δίνει είναι εν πολλοίς ανεπαρκείς.
Αν όμως είναι έτσι τα πράγματα, γιατί τόσοι και τόσοι έμπειροι, έξυπνοι, ικανοί άνθρωποι ανά τον κόσμο καταφεύγουν στον λαϊκισμό για να ερμηνεύσουν τα πρόσφατα (και τα επερχόμενα) πολιτικά φαινόμενα;
Σίγουρα δεν το κάνουν από άγνοια. Θέλω να πιστεύω ότι γνωρίζουν πολύ καλά το πόσο ανεπαρκής είναι ο λαϊκισμός σαν πλατφόρμα πολιτικής θεωρίας. Οι επιστήμονες και οι πολιτικοί, όπως και άλλα δημόσια πρόσωπα αναγκάζονται να καταφεύγουν στον λαϊκισμό επειδή τα μεγάλα ερωτήματα σχετικά με τις συγκλονιστικές εξελίξεις που ζούμε παραμένουν αναπάντητα.
Ποια είναι αυτά τα μεγάλα ερωτήματα;
Αν πάρουμε παράδειγμα τις ΗΠΑ, ένα μεγάλο ερώτημα αφορά την οκταετία του Προέδρου Ομπάμα. Σε ποιο βαθμό είναι οι πολιτικές και οι πρακτικές του Προέδρου Ομπάμα υπεύθυνες για την εκλογή του Donald Trump? Όσο δεν μπαίνουμε στον κόπο να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα, όσο και αν κατηγορούμε τον λαϊκισμό για την ήττα των Δημοκρατικών, δεν κάνουμε κανένα βήμα προς την ερμηνεία των φαινομένων, αλλά ούτε και προς την ανάκαμψη του Δημοκρατικού Κόμματος.
Ο λαϊκισμός λοιπόν είναι μια εύκολη λύση για όλους που δεν θέλουν, ή δεν μπορούν να ενσκήψουν στα μεγάλα ερωτήματα που περιμένουν απάντηση. Και αυτό γεννά το παρεμφερές ερώτημα «δεν θέλουν, ή δεν μπορούν;». Ίσως ισχύουν και τα δύο.
Αν πάρουμε για παράδειγμα τον μεγάλο ηττημένο των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, μπορεί το Δημοκρατικό Κόμμα να προχωρήσει στην απάντηση των παραπάνω ερωτημάτων; Θέλει το Δημοκρατικό Κόμμα να απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα;
Δεν είμαι σε θέση να απαντήσω για λογαριασμό του. Γνωρίζω όμως ότι όσο περισσότερο οι απαντήσεις θίγουν καθεστηκυίες εικόνες, απόψεις, αντιλήψεις, τόσο μικρότερες είναι οι πιθανότητες να απαντηθούν. Και η έλλειψη απαντήσεων έχει επιπτώσεις. Η όλη διαδικασία ερμηνείας δεν είναι θεωρητική. Είναι απαραίτητο βήμα στην πορεία για την ανάκαμψη και την συνέχιση της πολιτικής δράσης και την διαχείριση της εξουσίας, όταν το εκλογικό σώμα αποφασίσει σχετικά.
Οι ανεπαρκείς απαντήσεις -όπως ο «λαϊκισμός»- μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρές ανεπάρκειες του συνολικού πολιτικού μορφώματος. Ενδεικτικά αναφέρω το Εργατικό Κόμμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, που δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την κατάρρευση του μετά την Πρωθυπουργία του Tony Blair και πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Οι ανεπαρκείς απαντήσεις αποκαλύπτουν μια βαθύτατη κρίση ταυτότητας, πολιτικής και ηγεσίας που μπορεί να είναι συντριπτική.
Καλό θα είναι λοιπόν, όσο και αν αυτό φαίνεται να είναι Ηράκλειο σαν στόχος, να ασχοληθούμε όλοι, ο καθένας στον βαθμό που μπορεί και θέλει, με το να δώσουμε απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα και να μην παραπέμπουμε στις εύκολες και ανεπαρκείς εξηγήσεις που προσφέρει απλόχερα ο λαϊκισμός. Η αλήθεια μπορεί να είναι επώδυνη, είναι όμως ο μόνος τρόπος για να αναβιώσει η δημοκρατική πολιτική ζωή. Εξάλλου όπως λένε και οι θυμόσοφοι Αμερικανοί «no pain, no gain” (αν δεν πονέσεις, δεν θα κερδίσεις).
*Ο Νίκος Μορόπουλος είναι Σύμβουλος Εταιρικών Μετασχηματισμών (MSc)