ΑΠΟΨΕΙΣ

Τί είναι και τί θεωρείται ως φεστιβάλ στο σημερινό κόσμο

Τί είναι και τί θεωρείται ως φεστιβάλ στο σημερινό κόσμο
Ιταλία, Πέζαρο, Φεστιβάλ όπερας Ροσσίνι Γιάννης Σβώλος

Με αφορμή τη συνάντηση για το «Τί φεστιβάλ θέλουμε», που διοργάνωσε στις 22/6/2016 στην Πειραιώς 260 το Φεστιβάλ Αθηνών, η διαπραγμάτευση για ένα κριτικό ανακαθορισμό στο προφίλ το μείζονος αυτού θεσμού δείχνει να ξαναζεσταίνεται. Αυτό σημαίνει ότι επανεμφανίζεται το ακριβοθώρητο ενδεχόμενο να διαπραγματευτούμε λειτουργικά ως έθνος φιλότεχνων τη συμβίωσή μας. Με την ευκαιρία θα ήταν πολύ χρήσιμο να δούμε κάποια βασικά δεδομένα για την έννοια του φεστιβάλ.

Ο θεσμός του θερινού φεστιβάλ παραστατικών τεχνών (θέατρο, όπερα, μουσική, χορός) διαδόθηκε και αναπτύχθηκε έντονα διεθνώς μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρότυπο και αφετηρία του υπήρξαν ιστορικές διοργανώσεις που λειτουργούσαν στον ευρωπαϊκό χώρο από την εποχή του μεσοπολέμου αλλά και από ακόμη παλαιότερα όπως το βαγκνερικό Φεστιβάλ του Μπάιροϊτ από το 1876, το Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ από το 1920, το Φεστιβάλ στην Αρένα της Βερόνας από το 1913, το Φεστιβάλ του Γκλάιντμπορν το 1934 κ.α. Πολλά φεστιβάλ εγκαινιάστηκαν σε διάστημα λιγότερο από πενταετία μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ως απάντηση στο επιτακτικό αίτημα επανεκκίνησης και ανασύνταξης της πολιτιστικής ζωής: το Φεστιβάλ του Εδιμβούργου (1947), το Ανοιξιάτικο Φεστιβάλ της Πράγας (1947), το Φεστιβάλ της γαλλικής Αβινιόν (1947), το Φεστιβάλ της αυστριακής Μπρέγκεντς (1946) κ.α. Άλλα, τέλος, όπως το Φεστιβάλ «Ροσσίνι» του Πέζαρο (1980), το Φεστιβάλ της φινλανδικής Σαβονλίνα (1967), το Φεστιβάλ όπερας μπαρόκ της γαλλικής Μπον (1982) και το Φεστιβάλ παλιάς μουσικής στο αυστρικό Ίννσμπρουκ (1976) ιδρύθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα και αποτελούν ώριμο καρπό της μεταπολεμικής οικονομικής ευημερίας και πολιτιστικής ανάπτυξης. Όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει στον ιστότοπο της Ένωσης Ευρωπαϊκών Φεστιβάλ εδώ, σήμερα στην διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργούν περισσότερα από 100 μεγάλα και μικρά θερινά φεστιβάλ. Όλα αξιοποιούν και ανακυκλώνουν την έντονη, διεθνή κινητικότητα έργων, καλλιτεχνών και ιδεών, όλα συνδυάζουν σε διαφορετικές ποσοστώσεις αμιγώς πολιτιστικές με εμπορικές και οικονομικές/τουριστικές όψεις. Στις χώρες αυτές, παρ’ ότι υπάρχουν ντόπιες παραλλαγές και συνδυασμοί, βασικοί, αυτονόητοι, σταθεροί στόχοι των θερινών φεστιβάλ ήσαν και παραμένουν οι εξής:

1. Η παραγγελία, υλοποίηση και παρουσίαση νέων, πρωτότυπων παραγωγών έργων μουσικής, όπερας, χορού και θεάτρου, οι οποίες δεν παρουσιάζονται και δεν θα παρουσιαστούν αλλού. Επ’ αυτού κυριαρχεί η έννοια της αποκλειστικότητας, που συνδυάζεται και υποστηρίζεται από διάφορους πρακτικούς και άυλους παράγοντες. Κατά κανόνα συμμετέχουν κορυφαίοι διεθνείς συντελεστές αλλά και σημαντικοί εγχώριοι καλλιτέχνες από την χώρα διοργάνωσης. Τυπικά παραδείγματα επιτυχημένων τέτοιων διοργανώσεων είναι το Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ (μουσική, όπερα, θέατρο), το Φεστιβάλ «Ροσίνι» του Πέζαρο (όπερα), το Φεστιβάλ του Γκλάιντμπορν στην Αγγλία (όπερα), το Φεστιβάλ του Μπάιροϊτ στη Βαυαρία (όπερα), Φεστιβάλ Εδιμβούργου (θέατρο, χορός, όπερα, μουσική).

ζαλτσμπουργκ

Ο κεντρικός δρόμος του Ζάλτσμπουργκ με τα κτίρια όπου, εδώ και πολλές δεκαετίες, φιλοξενούνται οι παραστάσεις του φεστιβάλ (Φωτό: Γιάννης Σβώλος)

βαυαρια

Το θέατρο στο Μπάιροϊτ της Βαυαρίας όπου από το 1876 παρουσιάζονται κάθε Αύγουστο αποκλειστικά όπερες του Ρίχαρντ Βάγκνερ μεταξύ αυτών και ολόκληρη η τετραλογία «Το δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ» (Φωτό: Γιάννης Σβώλος)

2. Η προβολή του εθνικού πολιτισμού της φιλοξενούσας χώρας, ιστορικού αλλά και σύγχρονου, στο πλαίσιο μιας διοργάνωσης με διεθνή ορατότητα. Μεταξύ άλλων, τα διεθνή θερινά φεστιβάλ λειτουργούν συνειδητά ως εργαστήρια οικοδόμησης πολιτιστικής ταυτότητας, η οποία εκπέμπεται και προβάλλεται δυναμικά προς τα έξω. Ενίοτε υπάρχει αυτονόητο πολιτικό πρόσημο. Τυπικά παραδείγματα είναι το Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ κατά τις πρώτες δεκαετίες της δράσης του στο μεσοπόλεμο (με έμφαση στον Μότσαρτ και τον Ρίχαρντ Στράους), το Φεστιβάλ του Μπάιροϊτ κατά την ναζιστική περίοδο 1933-1944 (με έμφαση στη χιτλερική οικειοποίηση της κληρονομιάς του Βάγκνερ), το ανατολικοευρωπαϊκό Φεστιβάλ «Άνοιξη της Πράγας», το σοβιετικό/ρωσικό Φεστιβάλ «Λευκές νύχτες της Αγίας Πετρούπολης» κ.α. Ως τέτοιο, επίσης, λειτούργησε ανέκαθεν και έντονα μέσα από τις παραγωγές αρχαίου δράματος και το δικό μας Φεστιβάλ Αθηνών.

φεστ

Φεστιβάλ Αθηνών, 1957. Παράσταση αρχαίου δράματος σε παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου (Αρχείο Φεστιβάλ Αθηνών)

3. Η προσφορά στο εγχώριο κοινό σημαντικών, σύγχρονων διεθνών παραγωγών και γενικότερα η γνωριμία του με σημαντικά επιτεύγματα από το διεθνές ιστορικό απόθεμα των παραστατικών τεχνών. Ως τέτοιο, μέσα από εισαγόμενες παραστάσεις και παραγωγές μουσικής και χορού, λειτούργησε έντονα το Φεστιβάλ Αθηνών κατά τις πρώτες δεκαετίες του. Ομοίως και το διεθνές Φεστιβάλ Χορού της Καλαμάτας.

ηρωδειο

Φεστιβάλ Αθηνών 2001, Ηρώδειο: Στιγμιότυπο από την πρώτη και μέχρι σήμερα μοναδική παρουσίαση της «Συμφωνίας των χιλίων» του Μάλερ στην Ελλάδα. Το απαιτητικό αυτό έργο παίχτηκε από την Ορχήστρα Νέων «Γκούσταφ Μάλερ», ξένους μονωδούς, ελληνικές και ξένες χορωδίες υπό τη διεύθυνση του Γερμανού αρχιμουσικού Φραντς Βέλζερ-Μεστ (Φωτό: Μπίλιος)

4. Η παρουσίαση είτε, σπανιότερα, παραγγελία και παρουσίαση σύγχρονων, νέων έργων.

5. Η συγκεντρωτική παρουσίαση του έργου μεμονωμένων δημιουργών από το πεδίο των παραστατικών τεχνών, όπως κορυφαίων συνθετών, χορογράφων, σκηνοθετών, θεατρικών συγγραφέων κλπ. Τυπικές περιπτώσεις τέτοιου τύπου συνιστούν το Φεστιβάλ του Μπάιροϊτ όπου παρουσιάζονται μόνον έργα του Ρίχαρντ Βάγκνερ, το Φεστιβάλ «Ροσσίνι» στο ιταλικό Πέζαρο, το Φεστιβάλ «Πουτσίνι» στην ιταλική Τόρε-ντελ-Λάγκο, το Φεστιβάλ «Βέρντι» στην Πάρμα κ.α. Αντίστοιχα, σε μεμονωμένες φεστιβαλικές διοργανώσεις έχουν παρουσιαστεί στο Βερολίνο όλες οι σκηνοθεσίες έργων Βάγκνερ από τον Χάρι Κούπφερ.

βερολινο

Η όπερα στην βερολινέζικη Λεωφόρο υπό τας φιλύρας όπου το 2002 παρουσιάστηκαν όλες οι όπερες του Βάγκνερ σε σκηνοθεσία του βετεράνου Ανατολικογερμανού σκηνοθέτη Χάρι Κούπφερ. (Φωτό: Γιάννης Σβώλος)

6. Η ενίσχυση του τουρισμού μέσω του πολιτισμού. Τυπικές τέτοιες περιπτώσεις είναι το Φεστιβάλ στην Αρένα της Βερόνας, το Φεστιβάλ της Μπρέγκεντς στη λίμνη της Κωνσταντίας (η υπαίθρια σκηνή).

βερονα

Η ρωμαϊκή αρένα της Βερόνας όπου φιλοξενούνται οι παραστάσεις του θερινού φεστιβάλ «Αρένα της Βερόνας» (Φωτό: Γιάννης Σβώλος)

αυστρια

Αυστρία, Φεστιβάλ Μπρέγκεντς στην λίμνη της Κωνσταντίας, 1999. Παρουσίαση της όπερας του Βέρντι «Ένας χορός μεταμφιεσμένων» στο υπαίθριο θέατρο της λίμνης (Φωτό: Γιάννης Σβώλος).

7. Για το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, οφείλουμε να προσθέσουμε στα παραπάνω την συμβολική αντιπαράθεση μέσω του πολιτισμού ανάμεσα στην «ελεύθερη» καπιταλιστική Δύση και τις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Το 1991, μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ, η αντιπαράθεση αυτή άλλαξε χαρακτήρα και κέντρο βάρους.

φεστιβαλ αθηνων

Φεστιβάλ Αθηνών 1978, Ηρώδειο. Στιγμιότυπο από την πρώτη και μοναδική εγχώρια παρουσίαση της όπερας του Προκόφιεφ «Πόλεμος και ειρήνη» που έγινε από την όπερα των σοβιετικών Κίροφ (Πηγή: Αρχείο Φεστιβάλ Αθηνών)

Γενικό χαρακτηριστικό που καθορίζει από βαθιά την κοινή ταυτότητα και καθιστά εφικτή τη λειτουργία των ευρωπαϊκών φεστιβάλ είναι ότι αυτά ιδρύθηκαν και λειτουργούν σε ιστορικά ώριμες κοινωνίες, πραγματιστικά συγκροτημένες και, γενικώς, οικονομικά υγιείς. Παρ’ ότι πουθενά δεν επικρατούν ρόδινες συνθήκες ή ιδανικές καταστάσεις, η θέση και το βάρος της πολιτιστικής ζωή στις κοινωνίες αυτές έχουν σαφώς και αδιαπραγμάτευτα καθοριστεί και, παρ’ ότι και εκεί υπάρχει ένας ευρύτατος ενδιάμεσος χώρος, ο πολιτισμός ουδέποτε συγχέεται με τη διασκέδαση. Δεδομένη θεωρείται η βασική αξία της συνέχειας. Σε πρακτικό επίπεδο αυτό μεταφράζεται στη διαρκή, δίχως αποκλεισμούς ενασχόληση με το σύνολο του πολιτιστικού αποθέματος, δηλαδή με τους «κλασικούς» αλλά και με τους δημιουργούς του ιστορικού μοντερνισμού στα πεδία της μουσικής, του θεάτρου, του χορού. Αυτό συντελείται μέσα από ένα πνεύμα που συνδυάζει αγάπη, σεβασμό, κριτική θεώρηση και γόνιμη αναβάπτιση στις θεματικές του παρόντος. Επίσης, λόγω κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής προϊστορίας, η πολιτιστική ζωή στις χώρες αυτών των κοινωνιών είναι ομοιογενώς απλωμένη στις επικράτειές τους και πλήρως ανεπτυγμένη καθ’ όλο το χρόνο.

Συμβαίνουν αντίστοιχα στη σημερινή Ελλάδα; Μπορούμε εμείς να θεωρούμε ότι μοιραζόμαστε ίδιους προβληματισμούς ως προς το Φεστιβάλ Αθηνών με την Ευρώπη; Μια τεκμηριωμένη απάντηση δεν είναι εύκολη και δύσκολα εκστομίζεται. Εάν εμείς εδώ στην Ελλάδα θέλουμε ειλικρινά να δώσουμε βιώσιμη προοπτική στη συνέχιση του δικού μας Φεστιβάλ Αθηνών –ενός φεστιβάλ πολύτιμου και αναντικατάστατου σε επίπεδο συμβολικής αντιπροσώπευσης και προς τα μέσα και προς τα έξω- τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το να αναγνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τα προβλήματά του, να συγκεκριμενοποιήσουμε και να καθορίσουμε τις επιθυμίες μας, και -ανάλογα με τις πρακτικές δυνατότητές μας- να σχεδιάσουμε. Σε επόμενες αναρτήσεις θα δούμε τα πράγματα πιο αναλυτικά εστιάζοντας στο μεγάλο ασθενή του Φεστιβάλ Αθηνών που είναι η μουσική.

* Ο Γιάννης Σβώλος είναι μουσικοκριτικός