ΑΠΟΨΕΙΣ

Δύο ιερά λογοτεχνικά τέρατα της «λογοτεχνίας του κόσμου» στα γαλλικά

Δύο ιερά λογοτεχνικά τέρατα της «λογοτεχνίας του κόσμου» στα γαλλικά

Τρία γεγονότα σημάδεψαν έντονα τις ζωές των «αθάνατων» Ντανύ Λαφεριέρ (Αιτή, 1953) και Αλέν Μαμπανκού (Κονγκό-Μπραζαβίλ, 1966-) : τα παιδικά τους χρόνια σε Αϊτή και Κονγκό αντίστοιχα, η εξορία και η ζωή στο Μόντρεαλ για τον πρώτο, η ζωή μεταξύ Γαλλίας και Αμερικής για τον δεύτερο και η γραφή στη γαλλική γλώσσα.

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Η εγκάρδια και δημόσια φιλία των δύο γιγάντων της λογοτεχνίας υφίσταται από εικοσαετίας αλλά τα τελευταία χρόνια οι δύο συγγραφείς έχουν έρθει πιο κοντά μέσω του « ανοικτού » λογοτεχνικού τους έργου. Ελεύθερα πνεύματα, με πλούσια βιβλιοπαραγωγή, οι Λαφεριέρ και Μαμπανκού έχουν, πλέον, ενσωματωθεί στην παγκόσμια λογοτεχνική παραγωγή χάρη στα, δικαίως, πολυβραβευμένα πνευματώδη έργα τους, πλούσια σε χιούμορ, λεπτή ειρωνεία, ποιητικότητα και ερωτισμό. Και οι δύο παρέκκλιναν από την παράδοση της Αφρικής και της Καραϊβικής η οποία θέλει τους συγγραφείς τους, μετά από τη λογοτεχνική τους καταξίωση, να επιδιώκουν πολιτική ή διπλωματική καριέρα. Όμως, στις φλέβες των Λαφεριέρ και Μαμπανκού ρέει μόνο μελάνη.

Ό,τι γράφουν, περιστρέφεται γύρω από τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και το βιβλίο γιατί η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος κατανόησης του κόσμου, ένας τρόπος να προσπαθήσει να αμβλύνει την τραχύτητά του. « Η Λογοτεχνία είναι για τους δυο σαν ένα μεγάλο μυθιστόρημα ».

α

Μακριά από την χώρα καταγωγής τους, οι δύο συγγραφείς περιγράφουν την εξορία μέσα από τρυφερές ιστορίες ρευστών ταυτοτήτων, εμπνεόμενος ο καθένας από τα δικά τα βιώματα και με δική του οπτική γωνία. Γράφουν στο παρόν, με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν, επιστρέφουν στην παιδική τους ηλικία, και προσεγγίζουν γεγονότα και καταστάσεις που δεν μπόρεσαν τότε να εξηγήσουν. Συγκεκριμένα, σε μία συνέντευξή του, τον Μάρτιο 2000, ο Λαφεριέρ εξηγεί : « ο κόσμος μου, το "παρόν" ξεκινά από το Πετί Γκοάβ της Αιτής, φτάνει στο Μόντρεαλ, περνά κατόπιν από τη Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι και το Πόρτ-ο-Πρένς, ξαναγυρνά στο Μαϊάμι και μετά στο Μόντρεαλ κι όλα αυτά συμβαίνουν στη Νέα Υόρκη ».

Κανένας από τους δύο δεν ενστερνίζεται ούτε τον λευκό, ούτε τον μαύρο ανθρωπισμό, αλλά έχουν εισαγάγει τον μετα-αποικιακό ανθρωπισμό, τη φιλοσοφία του « μη ανήκειν », φιλοσοφία που βιώνεται μέσα από βαθείς προβληματισμούς και παιγνιώδεις αντιφατικές εμπειρίες. Οι θεμελιώδεις ομοιότητες της φιλοσοφίας του « μη ανήκειν » μεταξύ των δύο συγγραφέων, δεν αποτρέπουν ωστόσο κάποιες διαφορές που επηρεάζουν τη γραφή της εξορίας στο έργο τους. Στον Μαμπανκού, η εξορία είναι εθελοντική, και συναντά την προφορική αφρικανική παράδοση ενώ, στον Λαφεριέρ, η εξορία είναι ακούσια και η αφήγηση συναντά τους κανόνες του αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος. Ο εκπατρισμός στον Λαφεριέρ εκφράζεται ως μνήμη του τραύματος και ως διαδικασία κάθαρσης. Στα έργα του Μαμπανκού, κυριαρχεί η φαντασία, τα όνειρα αλλά και θέματα δικαιοσύνης, ταυτότητας-ετερότητας και ισότητας. Και οι δύο συγγραφείς ενθυμούνται έντονα την χώρα καταγωγής τους, τι οφείλουν σε αυτήν και τους λόγους για τους οποίους βρίσκονται σε άλλη χώρα.

β

Η ταυτότητα των συγγραφέων συντίθεται από μεγάλη ποικιλία πολύσημων εμπειριών, γνωριμιών, καταστάσεων.

ΠΏΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΟΙΟΥΣ ΓΡΑΦΟΥΜΕ

Παρά τις δυσκολίες, την εξορία και τα εμπόδια που αντιμετώπισαν στη ζωή τους, τα κείμενά τους διαπνέονται από χιούμορ. Και στην περίπτωσή τους, είναι αλήθεια ότι το χιούμορ δεν προκύπτει από σκοπιμότητα, αλλά αναδύεται πηγαίο. Συγκεκριμένα, για τον Λαφεριέρ, το χιούμορ του υποδηλώνει « έχω δει χειρότερα, επ΄ουδενί λόγω δεν θέλω να επιβάλλω το φορτίο του προσωπικού μου δράματος. Είμαι παθιασμένος με την ιδέα να αγγίξω τον άλλο, με την ιδέα να ευχαριστήσω τον μεγαλύτερο αριθμό αναγνωστών ».

ε

Ο Λαφεριέρ και ο Μαμπανκού έχουν ξεχωρίσει ως συγγραφείς γιατί πιστεύουν στην καθολικότητα της λογοτεχνίας. Για παράδειγμα, όταν o Μαμπανκού γράφει για την πόλη του, Πουάντ-Νουάρ, παραλιακή πόλη του Κονγκό - Μπραζαβίλ, ο αναγνώστης από την παραθαλάσσια γαλλική πόλη Μπρεστ μπορεί εύκολα να θεωρήσει ότι περιγράφει την πόλη του. Ως προς αυτό, ο γάλλος συγγραφέας Jean Rouaud μιλάει για τη «χώρα-μήτρα ». Με το στοιχείο αυτό δημιουργείται πρωτίστως ένα έργο. Όταν ένας συγγραφέας δεν έχει καμία « χώρα-μήτρα », επιδιώκει να βρει μια περιοχή και ξοδεύει το χρόνο του εξαπατώντας. Αν έχει ταλέντο, θα δείξει ότι μπορεί να αναδημιουργήσει μία μήτρα σε κάθε τόπο που θα βρεθεί. Οι Λαφεριέρ και Μαμπανκού, είναι δύο από αυτούς τους συγγραφείς, οι οποίοι είναι σε θέση να μετακινούν την χώρα-μήτρα, να μετακινούν το ζήτημα πέρα ​​από τη ρίζα του.

Στο επίκεντρο της προσοχής των δύο συγγραφέων συνυπάρχουν συναισθήματα, συγκινήσεις και ατομική αντίσταση, αντίστοιχης της Αντιγόνης του Σοφοκλή. Όταν η Αντιγόνη λέει, «δεν είμαι εδώ για να μισώ, είμαι εδώ για να αγαπώ», αυτό είναι το μότο που προασπίζουν και οι Λαφεριέρ και Μαμπανκού στα έργα τους.

γ

Συγκινούν γιατί προσπαθούν να εκφράσουν τη φωνή των άλλων. Και ποιοι είναι οι άλλοι; « Αυτοί που παρέμειναν στη χώρα, και περιμένουν απελπισμένα μια αλλαγή στην πολιτική. Αυτοί που πήγαν στο εξωτερικό, και προσπαθούν απελπισμένα να βρουν μια θέση. Υπάρχουν επίσης εκείνοι που πιστεύουν ότι έχουν αποτύχει και δεν έχουν αποτύχει στο τέλος. Διάγουν απλά μια ανθρώπινη ζωή » δηλώνει ο Λαφεριέρ σε συνέντευξή του. Όσο για τον Μαμπανκού: « Θέλουμε να γίνουμε η ηχώ απ 'όλες τις αγωνίες και όλες τις οικείες χαρές, και αυτό πρέπει να αντανακλάται στα έργα μας. Θα πρέπει να αρδευόμαστε από τις ζωές των άλλων. Αυτό που είναι σημαντικό, στη λογοτεχνία, είναι να ξέρεις να ακούς ».