ΑΠΟΨΕΙΣ

Tι θυμίζει η αναγνώριση της ανεξαρτησίας των αυτόνομων περιοχών του Ντονμπάς

Tι θυμίζει η αναγνώριση της ανεξαρτησίας των αυτόνομων περιοχών του Ντονμπάς
Η σύνδεση της όποιας παραβατικής ρωσικής συμπεριφοράς πρέπει απολύτως να συνδεθεί από την ελληνική διπλωματία με την τουρκική. Η αναγνώριση της ανεξαρτησίας Ντονμπάς θυμίζει δομικά το ίδιο που έκανε η Τουρκία μετά την εισβολή του 1974 στην Κύπρο Associated Press

Η αναγνώριση της ανεξαρτησίας των δύο αυτονομημένων περιοχών του Ντονμπάς (Λουγκάνσκ, Ντονιέτσκ) ως υποτελή ανεξάρτητα κράτη θυμίζει δομικά το ίδιο που έκανε η Τουρκία μετά την εισβολή του 1974. Όταν αναγνώρισε ενάντια σε κάθε διεθνή σύμβαση και κανόνα το 1983, τις κατεχομενες περιοχές στην βόρεια Κύπρο ως ανεξάρτητο κράτος.

Την δομική ομοιότητα έρχεται να υποστηρίξει και ο χαρακτηρισμός των ρωσικών στρατευμάτων που εγκαθίσταται στις αυτόνομες περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας ως «Ειρηνευτική Δύναμη», μιας και ακριβώς την ίδια έκφραση χρησιμοποιεί και η Τουρκία για το στρατό κατοχής στην Κύπρο.

Βεβαίως η τουρκική πρόκληση είναι πολύ περισσότερο έντονη και ακραία από αυτή του Πούτιν, γιατί χαρακτηρίστηκε από εισβολή ενός κράτους στα εδάφη ενός άλλου, προβαίνοντας σε πρωτοφανείς ωμότητες κατά του άμαχου πληθυσμού και γενικευμένη εθνική εκκαθάριση.

Οπότε η ελληνική κυβέρνηση έχει ένα θεόσταλτο δώρο αυτή τη στιγμή: Να αξιοποιήσει την όποια δυτική ευαισθησία και να καταγγείλει την αντίστοιχη τουρκική πολιτική. Το χρωστά εξάλλου στον κυπριακό λαό που εξαιτίας της χουντικής ελλαδικής πολιτικής βιώνει την κατοχή και την προσφυγιά.

Η ανάδειξη του εγκλήματος της Τουρκίας ενάντια στην Κύπρο είναι ο μόνος τρόπος να αντιστρέψει το κλίμα που καλλιεργεί εις βάρος της Ελλάδας η επεκτατική Τουρκία, η οποία αυτή τη στιγμή διοικείται από το ισλαμιστές και ακροδεξιούς.

Δυστυχώς όμως, κρίνοντας τη δήλωση Μητσοτάκη και την απουσία κάθε διασύνδεσης της ρωσικής πολιτικής με την τουρκική κατοχή της Κύπρου αντιλαμβανόμαστε ότι στις κυβερνώσες ελλαδικές ελίτ δεν υπάρχει η πρόθεση σύνδεσης της αυθαίρετης πολιτικής του Πούτιν με την αντίστοιχη τουρκική πολιτική που αναγνώρισε τα κατεχόμενα στον Βορρά της Κύπρου ως ανεξάρτητο υποτελές σε αυτήν κράτος.

Επιπτώσεις στον Ελληνισμό της Αζοφικής

Στην περιοχή κατοικεί μια πολυάριθμη ελληνική κοινότητα, που κυμαίνεται μεταξύ 90-100.000 ατόμων. Εξάλλου και η ίδια η πόλη της Μαριούπολης ιδρύθηκε από Έλληνες της Κριμαίας στα τέλη του 18ου αιώνα μαζί με 23 αμιγή ελληνικά χωριά.

Στα όρια της αυτόνομης περιοχής που αναγνωρίστηκε από τη Ρωσία ως ανεξάρτητο κράτος υπό την επωνυμία «Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονιέτσκ», βρίσκονται κάποια ελληνικά χωριά, ενώ τα περισσότερα βρίσκονται στην ουκρανική πλευρά. Έτσι από εδώ και πέρα ένα μέρος του ίδιου πληθυσμού θα είναι Ρώσοι πολίτες, ενώ οι υπόλοιποι Ουκρανοί. Επιπλέον, η ρωσική μειονότητα είναι μεγαλύτερη από το 20% του συνολικού πληθυσμού της Ουκρανίας, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των Ουκρανών πολιτών στην Ανατολική και νότια Ουκρανία είναι ρωσόφωνοι.

Με την αναγνώριση ανεξαρτησίας ενός πολύ μικρού μέρους των Ρώσων ή των ρωσόφωνων, ο Πούτιν βαθαίνει το ρήγμα και αποκόπτεται από τον κύριο όγκο αυτών των πληθυσμών.

Η γνώμη μου είναι ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει την ισχύ του για συνολικές ρυθμίσεις στην Ουκρανία, εφ΄ όσον ο μεγάλος του στόχος είναι η κατοχύρωση της ενσωμάτωσης της Κριμαίας. Αντί να βρεθεί ένας τρόπος αξιοπρεπούς για όλους επανένωσης της περιοχής, επιλέχθηκε αυτός ο τρόπος που οξύνει τα πράγματα στο όνομα των γεωπολιτικών συμφερόντων και των ενεργειακών ανταγωνισμών.

Η δήλωση του Πούτιν για την δημιουργία της Ουκρανίας ως τεχνητό δημιούργημα και την καταγγελία της πολιτικής που ακολούθησαν οι απολυταρχικοί, κατά τα άλλα, μπολσεβίκοι στο πολύπλοκο εθνικό ζήτημα, παρέπεμπε περισσότερο σε μια παραδοσιακή αντίληψη που αμφισβητούσε τη σημασία των υπόλοιπων σύνοικων εθνών. Και παράλληλα απομείωνε μια πολιτική που ακολουθήθηκε στο Μεσοπόλεμο με επιτυχία. Επιπλέον οδήγησε στην εμπέδωση εθνικών ταυτοτήτων σε προνεωτερικούς πληθυσμούς. Με τη διαδικασία αυτή διαμορφώθηκαν τα έθνη των Τουρκμένιων, των Ουζμπέκων, των Καζάχων, των Κιργίζιων των Μολδαβών κ.ά. Στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης επιλέχθηκε μια διοικητική δομή που περιλάμβανε τις 15 Σοβιετικές Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες που εντός τους βρίσκονταν οι Αυτόνομες Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες, στο έδαφος των οποίων υπήρχαν και εθνικές περιοχές των διαφορετικών εθνοτήτων. Έως το 1937 που άρχισε η σταλινική τρομοκαρτία και οι Σοβιετικοί Έλληνες διέθεταν τέσσερις τέτοιες Εθνικές Περιοχές (Gretsiksi Rayon). Μια στη Νότιο Ρωσία και τρεις στην περιοχή της Μαριούπολης (Ντονιέτσκ).

Τέτοιες Αυτόνομες Σοβιετικές Δημοκρατίες εντός των ευρύτερων Δημοκρατιών ήταν η Κριμαία, η Τσετσενία, η Αμπχαζία και η Νότια Οσετία, ενώ αντίστοιχο ήταν και το Κοσσυφοπέδιο στη σχετικά αντίστοιχη διοικητική δομή της Γιουγκοσλαβίας.

Έχει ενδιαφέρον το κείμενο του Τρότσκι με τίτλο «Το Πρόβλημα της Ουκρανίας» (1939), όπου υποστήριζε ότι η ουκρανική εθνογένεση είχε ολοκληρωθεί. Επίσης έγραψε: «Μετά την κατάκτηση της εξουσίας, έλαβε χώρα μια σοβαρή πάλη στο κόμμα για την επίλυση των πολυάριθμων εθνικών προβλημάτων που κληρονομήθηκαν από την παλιά τσαρική Ρωσία. Υπό την ιδιότητά του ως Λαϊκός Επίτροπος των Εθνοτήτων, ο Στάλιν αντιπροσώπευε πάντα την πιο συγκεντρωτική και γραφειοκρατική τάση. Αυτή εκδηλώθηκε ιδιαιτέρως στα ζητήματα της Γεωργίας και της Ουκρανίας… Το ζήτημα της τύχης της Ουκρανίας έχει τεθεί στην πλήρη έκτασή του. Χρειάζεται ένα σαφές και συγκεκριμένο σύνθημα που να αντιστοιχεί στη νέα κατάσταση. Κατά τη γνώμη μου, μόνο ένα τέτοιο σύνθημα μπορεί να υπάρξει αυτή τη στιγμή: Μια ενωμένη, ελεύθερη και ανεξάρτητη Σοβιετική Ουκρανία των εργατών και των αγροτών.»

Η τουρκική πολιτική

Η Τουρκία επιχειρώντας να αποκτήσει ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης, παρεμβαίνει στις εξελίξεις με πολλούς τρόπους. Κατ’ αρχάς είναι εμφανές ότι η πολιτική της είναι πλέον ιμπεριαλιστική. Κατέχει με τη βία το 37% του κυπριακού εδάφους και το 5% του συριακού. Και στις δύο περιοχές έχει προβεί σε εθνική εκκαθάριση. Στην δε κατεχόμενη Κύπρο έχει διαπράξει και πολιτιστική γενοκτονία.

Επίσης η στρατιωτική επιβολή, μετά από κατάληψη, ιδιαίτερου καθεστώτος στις δύο νησίδες των Ιμίων -οι οποίες αναμφίβολα είναι ελληνικό εθνικό έδαφος με την Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947- επιβεβαιώνει τον δομικό πλέον επεκτατισμό των κυρίαρχων μιλιταριστικών ελίτ.

Παράλληλα, έχει κάνει στρατιωτική επέμβαση σε Λιβύη και Ναγκόρνο Καραμπάχ, ενώ υλοποιεί σχέδιο περικύκλωσης της Ελλάδας μέσω Αλβανίας και αμφισβητεί με τη στρατιωτική βία δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στην αναζωπύρωση της πρόσφατης ουκρανικής κρίσης είχε σημαντικό ρόλο πουλώντας τα επιθετικά ντρόουν στην κυβέρνηση του Κιέβου, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κατά των αυτόνομων περιοχών, σε μια πρώτη παραβίαση των Συνθηκών του Μινσκ.

Μετά την αναγνώριση της ανεξαρτησίας των δύο αυτόνομων περιοχών του Ντομπάς τόσο το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, όσο και ο πρόεδρος Ερντογάν καταδίκασαν την ρωσική κίνηση.

Όμως τις πραγματικές τουρκικές απόψεις τις εξέφρασε σε κείμενό του στην Ντόιτσε Βέλε ο εξ απορρήτων σύμβουλος του Ερντογάν Ιμπαχίμ Καλίν: «Έχουμε να κάνουμε με νέες προκλήσεις τον 21ο αιώνα, άρα χρειαζόμαστε νέους κανόνες και νέες αρχές, με τις οποίες μπορούν και οι δύο πλευρές να αισθάνονται ασφαλείς»... «Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να ανταποκρινόμαστε σε κάθε αίτημα της Ρωσίας, αλλά θα πρέπει να ακούσουμε τους Ρώσους»… «Κυρώσεις κατά της χώρας δεν αποδίδουν, αλλά μεταθέτουν μόνο το πρόβλημα. Είναι καλύτερα να ακούει κανείς την άλλη πλευρά και να αντιλαμβάνεται τους στρατηγικούς ενδοιασμούς της. Η Ρωσία αισθάνεται να απειλείται από το ΝΑΤΟ και ο Πούτιν 30 χρόνια μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης θέλει να χαράξει νέα σύνορα και να ανανεώσει στρατηγικές συμμαχίες».

Επί της ουσίας ο Καλίν κατανοεί ότι ο κόσμος έχει μπει σε περίοδο αποδόμησης του Διεθνούς Δικαίου. Και βεβαίως οι νέοι κανόνες και οι νέες αρχές που ονειρεύεται είναι αυτές που ανταποκρίνονται στην ιμπεριαλιστική θεώρηση της Τουρκίας που στρέφεται κυρίως κατά της Ελλάδας και της Κύπρου. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτή την μεταβατική εποχή, θέτουν με τέτοια ένταση τα ζητήματα κυριαρχίας στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου.

Ακριβώς γι αυτό, η σύνδεση της όποιας παραβατικής ρωσικής συμπεριφοράς θα έπρεπε απολύτως να συνδεθεί από την ελληνική διπλωματία με την τουρκική.

-----------

Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός, έχει συγγράψει δεκαεπτά βιβλία για ζητήματα που αφορούν τον ποντιακό και μικρασιατικό ελληνισμό, τις κοινότητες στην τ. ΕΣΣΔ., την ελληνική Διασπορά. Βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη συγγραφή της Ιστορίας των ελληνικών κοινοτήτων στις βορειοανατολικές ακτές του Εύξεινου Πόντου.