Η Σφαγή του Χοτζαλί στον πόλεμο Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο Καραμπάχ
Κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ναγκόρνο Καραμπάχ (1988-1994), έλαβε χώρα η Σφαγή του Χοτζαλί, η μεγαλύτερη σφαγή αυτού του πολέμου. Θύματα αυτής της σφαγής ήταν 613 Αζέροι πολίτες οι οποίοι δολοφονήθηκαν από Αρμενίους στρατιώτες κατά την εκκένωση των Αζέρων κατοίκων από την πόλη Χοτζαλί μετά την έναρξη της κατοχής της πόλης από τις αρμενικές στρατιωτικές δυνάμεις στις 26 Φεβρουαρίου του 1992.
Η στρατηγικής σημασίας πόλη Χοτζαλί με το μοναδικό αεροδρόμιο της περιοχής βρίσκεται στο δρόμο από τις πόλεις Σούσα και Χαντκεντί στην Αγντάμ. Σύμφωνα με τις αρχές του Αζερμπαϊτζάν, 613 πολίτες σκοτώθηκαν, μαζί με 106 γυναίκες και 63 παιδιά, 8 οικογένειες εξολοθρεύθηκαν και 1275 κάτοικοι πιάστηκαν όμηροι, ενώ η μοίρα 150 ακόμη Αζέρων παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα,.
Τον χειμώνα του 1992, οι αρμενικές δυνάμεις επιτέθηκαν στην πόλη, αναγκάζοντας σχεδόν ολόκληρο τον πληθυσμό του Χοτζαλί να τραπεί σε φυγή. Νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 1991, οι αρμενικές στρατιωτικές δυνάμεις κατέλαβαν τον δρόμο που συνδέει τον Χοτζαλί και την Αγντάμ, αποκόπτοντας τις δύο αυτές πόλεις με αποτέλεσμα το Χοτζαλί να είναι προσβάσιμο μόνο με το ελικόπτερο.
Σύμφωνα με το Κέντρο Μνήμης, από το φθινόπωρο του 1991, η αζερική πόλη του Χοτζαλί βρισκόταν υπό πολιορκία από τις αρμενικές στρατιωτικές δυνάμεις και μετά την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων από το Καραμπάχ, ο αποκλεισμός ολοκληρώθηκε. Κάποιοι κάτοικοι εγκατέλειψαν την παγιδευμένη πόλη, αλλά η πόλη δεν εκκενώθηκε από τον άμαχο πληθυσμό της πλήρως.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η σφαγή άρχισε όταν μια ομάδα κατοίκων του Αζερμπαϊτζάν εγκατέλειψε την πόλη Χοτζαλί συναντήθηκε καθ’ οδόν με αρμενικές δυνάμεις. Ο πληθυσμός του Αζερμπαϊτζάν κινήθηκε προς δύο κατευθύνσεις: πρώτον στην ανατολική και μετά στην βορειοανατολική πλευρά της πόλης κατά μήκος του ποταμού, περνώντας την πόλη
Ασκεράν στα αριστερά. Δεύτερον από τη βόρεια πλευρά της πόλης προς τα βορειοανατολικά, περνώντας από τον Ασκεράν στα δεξιά τους. Με αυτό τον τρόπο αν και η πλειοψηφία των πολιτών έφυγε από το Χοτζαλί, εκατοντάδες άνθρωποι παρέμειναν στην πόλη, κρυμμένοι στα υπόγεια των σπιτιών τους.
Με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα, για τα γεγονότα του Χοτζαλί η ευθύνη εντοπίζεται σε παραστρατιωτικές ομάδες και στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της νεοσύστατης τότε Δημοκρατίας της Αρμενίας. Η εν λόγω ευθύνη για την σφαγή του Χοτζαλί ενισχύεται από διάφορα γεγονότα, έρευνες, μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων και διεθνών μέσων ενημέρωσης καθώς και των εκθέσεων κυβερνητικών και μη οργανώσεων. Οι αναφορές, οι φωτογραφίες και τα βίντεο που ελήφθησαν από την περιοχή της σφαγής από τους δυτικούς δημοσιογράφους Ανατόλ Λίβεν (The Times) και Τόμας Γκολτζ (Washington Post), αποκαλύπτουν το μέγεθος του εγκλήματος. Τα θύματα υπέστησαν βιαιότητες που δεν συνάδουν με τις αρχές του πολιτισμού. Η κάλυψη της σφαγής του Χοτζαλί έγινε από διεθνή μέσα ενημέρωσης, όπως οι Washington Times, New York Times, Boston Globe, και ο Guardian, καθώς και τις ανεξάρτητες εφημερίδες και περιοδικά Time και Newsweek.
Η σφαγή του Χοτζαλί χαρακτηρίζεται ως εθνοκάθαρση και πρόδρομος άλλων παρόμοιων εγκλημάτων πολέμου. Οι δικηγόροι του διεθνούς οργανισμού Human Rights Watch έχουν χαρακτηρίσει την τραγωδία στο Χοτζαλί ως σφαγή και το αίμα του θανάτου μεταξύ του άμαχου πληθυσμού ως έγκλημα πολέμου. Η σφαγή του Χοτζαλί έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή τα θύματα δολοφονήθηκαν ενώ βρίσκονταν σε φάση φυγής από τις εστίες τους. Είχαν ειδοποιηθεί για τις συνέπειες της παραμονής τους στο Χοτζαλί και απρόθυμα αποφάσισαν να φύγουν, όταν τους προσφέρθηκε ένας ασφαλής διάδρομος σωτηρίας. Ωστόσο, το εν λόγω υποτιθέμενο ασφαλές πέρασμα μετατράπηκε σε παγίδα θανάτου στα περίχωρα του Χοτζαλί.
Η τραγωδία του Χοτζαλί αποτελεί διαρκή υπενθύμιση ότι στην μακροχρόνια κρίση εντός και πέριξ της επαρχίας του Ναγκόρνο Καραμπάχ το κύριο ζητούμενο είναι η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου ως βασικού μέσου διατήρησης βιώσιμης περιφερειακής ασφάλειας και δόμησης μέτρων εμπιστοσύνης μεταξύ του Μπακού και του Ερεβάν.
Η κρίση περί του Ναγκόρνο Καραμπάχ δημιουργεί παρατεταμένη αστάθεια που επηρεάζει όχι μόνο το Νότιο Καύκασο, αλλά και την Ευρώπη και την Ελλάδα
ενεργειακά και γεωπολιτικά. Η απώλεια σταθερότητας που δημιουργεί η εν λόγω σύγκρουση καταδικάζει την περιοχή του Καυκάσου και ευρύτερα σε οικονομική ανάπτυξη κατώτερη του αναμενομένου. Πέραν των ενεργειακών αγωγών, οι οποίοι είτε κινούνται σε παλαιότερες εμπορικές οδούς είτε διαμορφώνουν καινούριες, η οικονομική υπανάπτυξη του Νοτίου Καυκάσου επηρεάζει και την Ευρώπη τόσο από άποψη διακίνησης αγαθών και οικονομικών επενδύσεων όσο και από άποψη γεωπολιτικής σταθερότητας, δίνοντας τροφή για την διαιώνιση άλλων παρεμφερών γεωπολιτικών κρίσεων αλλά και την δημιουργία νέων.
*Ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης είναι Ειδικός στη Μέση Ανατολή και τον Καύκασο