Νέος γύρος στο Κυπριακό; Πότε και πώς
Σε θεωρητικό επίπεδο - που δεν απέχει από την πραγματικότητα - μετά την (επαν)εκλογή Αναστασιάδη ως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, «ο δρόμος είναι ανοιχτός» για νέο γύρο συνομιλιών με σκοπό μία λύση βιώσιμη και με διάρκεια στο πρόβλημα της Κύπρου.
Ποιο είναι όμως αυτό το «πρόβλημα της Κύπρου» αν μη η «συνεχής παράνομη τουρκική στρατιωτική κατοχή» του 38% της εδαφικής επικράτειάς της;
Πάνω από όλα, ποιες είναι οι πιθανότητες κάποιας επιτυχίας του «νέου γύρου», οψέποτε αυτός πραγματοποιηθεί;
Πριν οποιαδήποτε έκφραση αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας, θα πρέπει όλοι και κυρίως η διεθνής κοινότητα να λάβει υπόψη ορισμένες αξεπέραστες παραμέτρους των συζητήσεων στην Crans Montana.
Η «μετάλλαξη» του Mustafa Akinci
Μετά την εκλογή του στην αρχηγία της τουρκο-κυπριακής κοινότητας, Απρίλιο 2015, ο Mustafa Akinci έγινε δεκτός από τον διεθνή Τύπο ως ένας «ένας αριστερόστροφος, μετριοπαθής πολιτικός, αγωνιζόμενος για την ειρήνη και την επανένωση της Κύπρου», επενδύοντας πολιτικά στην εκλογή του ως «εκλογή για την λύση».
Μέχρι το τέλος του 2016, ο Akinci χρησιμοποιούσε ενθαρρυντικές δηλώσεις για λύση, διατύπωνε τις θέσεις του - πολλές φορές «δύσκολες» στην ελληνοκυπριακή αποδοχή - αλλά με ένα εποικοδομητικό πρίσμα αναφοράς και σε πλαίσιο φιλίας και συνεργασίας, με στόχο πάντα την λύση.
Τι συνέβη και αυτός ο μετριοπαθής πολιτικός άλλαξε απότομα και διαμετρικά στάση, χαρακτηρίζοντας τον Ιανουάριο 2017 τις ελληνοκυπριακές προτάσεις ως «απαράδεκτες», προσθέτοντας ότι «δεν θα υπάρξει λύση χωρίς τις τουρκικές εγγυήσεις»;
Πολιτικοί αναλυτές εστιάζουν στην συνάντηση που είχε ο Akinci με τον Erdogan στις 5 Ιανουαρίου 2017 στην Άγκυρα. Πολλοί από αυτούς αναδεικνύουν ένα συντριπτικό δίλημμα του Erdogan προς τον Akinci: «Ή με την πολιτική μου ή διαγράφεσαι». Τώρα αν κάποιος αναρωτηθεί «ποια είναι τελικά η πολιτική Erdogan εν προκειμένω», την απάντηση μπορεί να την αναζητήσει στις δηλώσεις του Τούρκου ηγέτη, ήδη από το 2006 - και με ευλαβική διατήρηση της ισχύος τους από τότε - «Εάν έχω να επιλέξω μεταξύ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας και της πολιτικής μου στην Κύπρο, επιλέγω το δεύτερο».
Διαχρονικά άκαμπτη τουρκική πολιτική στο Κυπριακό
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 πραγματοποιήθηκε γενικευμένη συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως προς το αν θα έπρεπε ο τότε Τουρκο-Κύπριος ηγέτης Rauf Denktash να παραπεμφθεί στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας. Αυτόν τον πολιτικό, η ελληνο-κυπριακή πλευρά ήταν υποχρεωμένη να έχει ως συνομιλητή.
Στις 28.01.2017, ο “Economist” δημοσίευσε εκτενή ανάλυση με τον εύλογο τίτλο “Η Κύπρος θα επανενωθεί, αν ο Πρόεδρος της Τουρκίας το επιτρέψει”.
Στις 13.01.2017, ο Recep Tayyip Erdogan δήλωνε ότι “Τα τουρκικά στρατεύματα θα παραμείνουν στην Κύπρο για πάντα”, αφήνοντας μηδενικές δυνατότητες για περαιτέρω συζήτηση. Και όμως, η ελληνοκυπριακή πλευρά προσήλθε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων!
Είναι προφανές ότι οποιοδήποτε “κανονικό κράτος” - για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση του Γενικού Γραμματέα των Η.Ε. Antonio Guterres - δεν θα μπορούσε να έχει ξένο στρατό στο έδαφός του και να αποδέχεται “δικαιώματα παρέμβασης” στο έδαφός του, από ένα τρίτο κράτος. Στο σημείο αυτό όλα τα μέρη και η διεθνής κοινότητα (ΗΕ, ΕΕ, ΗΠΑ, Ελλάδα, Κυπριακή Δημοκρατία, Ην. Βασίλειο) συμπίπτουν, εκτός από την Τουρκία.
Κατά την διάρκεια των συζητήσεων στην Crans Montana, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Melvut Cavusoglu δήλωσε, εν ψυχρώ, ότι “Ναι, θέλουμε τα στρατεύματά μας να παραμείνουν στην Κύπρο, διότι είναι πιθανό να τα χρησιμοποιήσουμε στο μέλλον, αν παραστεί ανάγκη. Θέλουμε να έχουμε το δικαίωμα και τη δυνατότητα παρέμβασης”.
Παραταύτα, ακόμα πιο ανατριχιαστικό είναι το γεγονός ότι ο στόχος της «προσάρτησης» των κατεχομένων εδαφών, έχει δρομολογηθεί από τουρκικής πλευράς δεκαετίες πριν, όπως δηλώσεις, κανονιστικές διατάξεις και πολιτικά κείμενα, η παράθεση των οποίων εκφεύγει της παρούσας σύντομης αναφοράς, το επιβεβαιώνουν.
Κυπριακή ΑΟΖ
Η μεγάλη αντίφαση, στην περίπτωση της ΑΟΖ αποτελεί το γεγονός ότι η Τουρκία παρά το ότι δεν έχει επικυρώσει ούτε υπογράψει τη νέα Συμφωνία για το Δίκαιο της Θάλασσας, προσπαθεί να «εκμεταλλευθεί» και προβάλλει επιλεκτικά κατά το συμφέρον της ορισμένες μόνο διατάξεις της Συμφωνίας!...
Η ικανότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας να οριοθετεί την ΑΟΖ της και να προβαίνει στις συναφείς ενέργειες για την εκμετάλλευση του θαλάσσιου πλούτου, βασίζεται στην ίδια τη νέα Συμφωνία για το Δίκαιο της Θάλασσας και το Διεθνές Δίκαιο. Με επίσημη δήλωση του Βοηθού Υπουργού Εξωτερικών Jonathan Coen, 07.06.2017, “ΗΠΑ υποστηρίζουν τα δικαιώματα της Κύπρου να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους εντός της ΑΟΖ της”.
Το «νομικό επιχείρημα» της Τουρκίας ήταν μια απειλή υπό μορφή επιστολής προς τα Ηνωμένα Έθνη ότι «αν το ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου δεν σταματήσει, τότε η Τουρκία θα προβεί σε κάθε αναγκαία ενέργεια».
Το μήνυμα της Crans Montana
Το 1956, ο Τουρκο-Κύπριος ηγέτης Rauf Denktash δήλωνε ότι “Ακόμα και αν οι Τουρκο-Κύπριοι δεν υπήρχαν, η Τουρκία θα έπρεπε να τους εφεύρει”.
Το 1997, ο τότε Τούρκος Πρωθυπουργός Mesut Yilmaz υπογράμμιζε ότι “Τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας δεν εκτείνονται μόνο στην τουρκο-κυπριακή κοινότητα, αλλά σε ολόκληρο το νησί”.
Μετά το τέλος των συζητήσεων στην Crans Montana, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Melvut Cavusoglu μίλησε ανοικτά για ενδεχόμενη αναζήτηση λύσης στο μέλλον «βασισμένης εκτός παραμέτρων των Η.Ε.».
Η μεγάλη ειρωνεία είναι ότι αυτή η προσβολή εναντίον των Ηνωμένων Εθνών εκστομίστηκε παρουσία του Γενικού Γραμματέα Antonio Guterres στην Crans Montana!
Ο διεθνής Τύπος «έδειξε» την Τουρκία ως την υπεύθυνη για την κατάρρευση των συνομιλιών στην Crans Montana.
Νέος γύρος. Πότε; Πώς;
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, κάποιος - έστω και φιλότουρκος - παρατηρητής, θα αναρωτιόταν αναπόδραστα ως προς το «τι είδους πιθανότητες επιτυχίας, θα μπορούσε να έχει ένας νέος γύρος συνομιλιών».
Περισσότερο από σαράντα χρόνια τα Ηνωμένα Έθνη και η διεθνής κοινότητα προσπαθούν, με καλή πίστη και καλή θέληση, να «διαπραγματευτούν» με τον Τούρκο θύτη.
Είναι η πρώτη φορά στη σύγχρονη πολιτική ιστορία όπου το θύμα «είναι υποχρεωμένο» να διαπραγματευτεί με τον θύτη του.
Περισσότερο από σαράντα χρόνια, η Τουρκία αντιλαμβάνεται την καλή πίστη και καλή θέληση της διεθνούς κοινότητας ως τη «νομιμοποίηση του θύτη ως συνομιλητή, με ιδιότητα κριτή και όχι κρινόμενου».
Περισσότερο από ποτέ, η αρμοδιότητα της εξεύρεσης λύσης στο Κυπριακό πρόβλημα, πρέπει να παραμείνει στα χέρια της διεθνούς κοινότητας. Δεν μπορεί να «τουρκοποιηθεί» ή να ρυμουλκείται από «τουρκικές πρωτοβουλίες εκτός πλαισίου Η.Ε.». Στην κατεύθυνση αυτή, τα λόγια του Γενικού Γραμματέα Antonio Guterres ότι “το αποτέλεσμα στην Crans Montana, δεν σημαίνει ότι άλλες πρωτοβουλίες δεν μπορεί να αναπτυχθούν”, αποτελεί ένα σημάδι ελπίδας.
Ακόμα και το δικαίωμα παρέμβασης (right to take action), που προβλέπεται στο άρθρο IV της Συνθήκης Εγγύησης, 1960, μια Συνθήκη την οποία επανειλημμένως επικαλείται η τουρκική πλευρά, έχει μια ιδιαίτερα περιορισμένη χρονική διάρκεια «με μοναδικό σκοπό την αποκατάσταση των πραγμάτων » (…with the sole aim of re-establishing the state of affairs….).
Το πλέον αντιφατικό αποτελεί το γεγονός ότι ο σκοπός της Συνθήκης είναι η εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, η ανεξαρτησία και η ανάπτυξη της συνεργασίας, παράμετροι οι οποίες βάναυσα και διηνεκώς παραβιάζονται από την παράνομη και διεθνώς καταδικασθείσα τουρκική κατοχή.
Με αυτό το πρίσμα η Κύπρος αποτελεί «μοναδική περίπτωση».
Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, από τα Ηνωμένα Έθνη στην ΕΕ και από το Συμβούλιο της Ευρώπης στον ΟΑΣΕ - ακόμα και σε ορισμένες περιπτώσεις όσοι δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη σχέση φιλίας με την Κύπρο - συμπίπτουν στο ότι «η παράνομη στρατιωτική κατοχή πρέπει τελειώνει».
Ίσως ήλθε ο καιρός η διεθνής κοινότητα να θελήσει να αναδείξει τον (καταλυτικό) ρόλο της, με έμφαση στο Διεθνές Δίκαιο, την Ειρήνη και την Συνεργασία, σε μια win-win προσέγγιση και διάλογο, έναντι παράνομης στρατιωτικής κατοχής και διαιρετικής πολιτικής.
Αναρωτήθηκε κανείς, πως είναι δυνατόν τόσα χρόνια η Τουρκία να περιφρονεί, τόσες πολλές αποφάσεις και παραινέσεις της διεθνούς κοινότητας;
Η «σκληρή» η Margaret Thatcher συνήθιζε να λέει “Δεν μπορείς να κάνεις ομελέτα χωρίς να σπάσεις αυγά”!
Στην περίπτωση της Κύπρου, «ποιός έχει τα αυγά», και «ποιός μπορεί να φτιάξει ομελέτα»;
*Ο Κάρολος Γάδης είναι πρώην Πρέσβης στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και Πρεσβευτής-Συμβούλου σε Άγκυρα και Ουάσιγκτον