Fake news; Ας κάνουμε πρώτα την αυτοκριτική μας
Πλέον το έχουμε συνηθίσει. Σε κάθε μονομαχία πολιτικών στη Βουλή θα ακούσουμε και μερικές εκατέρωθεν κατηγορίες για παραπληροφόρηση, fake news, “βορθοκάναλα”, κτλ.
Όχι ότι δεν ισχύει (σε μεγάλο βαθμό), αλλά είναι λίγο σουρεαλιστικό να το ακούς από τον πολιτικό κόσμο που για χρόνια (ένα μεγάλο κομμάτι του) ανέχθηκε, και “διαπλέχθηκε” με την εξουσία των ΜΜΕ.
Οι νέες τεχνολογίες διευκολύνουν την διάδοση της πληροφορίας, μαζί και των fake news, αλλά δεν μπορείς να ρίξεις το φταίξιμο στην τεχνολογία. Ίσα ίσα που για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία υπάρχει διαθέσιμη τόση γνώση προσβάσιμη σε όλους.
Όμως για να έχουν λόγο ύπαρξης τα fake news σημαίνει ότι κάποιος τα “καταναλώνει” και ταυτόχρονα να απαξιώνει και να απορρίπτει τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.
Ο όρος fake news μάλιστα πρόκειται να μπει και στην επόμενη έκδοση του λεξικού Collins, το οποίο τον χαρακτήρισε, “λέξη της χρονιάς”
Παρακολούθησα πρόσφατα μια συνέντευξη του Μάρτιν Μπάρον, διευθυντή της Washington Post, στην ισπανική κρατική τηλεόραση και παραδεχόταν με λύπη, αυτό που όλοι ξέρουμε και λέμε, είτε εργαζόμαστε στο δημοσιογραφικό κλάδο, είτε όχι: Ότι τα παραδοσιακά μέσα έχουν χάσει επιρροή.
Απώλεια επιρροής
Λέει λοιπόν ο Μπάρον: “Ζούμε σε μία εποχή που ο κόσμος έχει πολλές επιλογές για να πάρει πληροφορίες. Και φτάνει στο σημείο να απορρίπτει τις πληροφορίες που έρχονται σε αντίθεση με τις πάγιες απόψεις του. Στο ιντερνετ μπορείς να βρεις, θεωρίες συνωμοσίας, τρελές θεωρίες και ψεύτικες ιστορίες. Ο κόσμος πάει σε sites για να επιβεβαιώσει απόψεις και θεωρίες που ήδη έχει, για να πάρει επιχειρήματα και σε αυτό το σημείο έχουμε χάσει σε επιρροή.
Το αν αυτό θα είναι μια μόνιμη κατάσταση δεν το ξέρουμε. Είμαστε σε μεταβατική περίοδο και ο μόνος τρόπος να το αντιμετωπίσουμε είναι να συνεχίσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας με μεγαλύτερη διαφάνεια, παρουσιάζοντας στοιχεία, ντοκουμέντα, ηχητικά, βίντεο, τα πάντα για να αποδείξουμε την αξιοπιστία των ειδήσεων που δημοσιεύουμε”.
Ο Μπάρον δεν κρύβει τον προβληματισμό του. Το 1997 στις ΗΠΑ η εμπιστοσύνη των πολιτών στα επίσημα Μέσα Ενημέρωσης ήταν στο 53%. Σήμερα έχει πέσει στο 32%. Επίσης στις ΗΠΑ, το ένα τρίτο των ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων μαθαίνει τις ειδήσεις μόνο από το τηλεοπτικό δίκτυο FOX (γι αυτούς που δεν ξέρουν, ένα υπερσυντηρητικό δίκτυο ενημέρωσης). Δεν βλέπουν άλλα μέσα. Την ίδια στιγμή χάνεται και η εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Η εμπιστοσύνη στο Κογκρέσο έχει πέσει σε χαμηλό σημείο ρεκόρ.
To τελευταίο που επισημαίνει ο Μπάρον είναι ότι παράλληλα με τη μείωση της εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ βλέπουμε στην Αμερική μια επίθεση πολιτικών προς δημοσιογράφους και μέσα. Η βούληση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για μεγαλύτερη έρευνα από το FBI αναφορικά με τις διαρροές διαβαθμισμένων πληροφοριών δεν έχει στόχο να μπουν στη φυλακή μόνο οι wistblowers αλλά και οι δημοσιογράφοι που δημοσίευσαν αυτές τις πληροφορίες.
Αλλά ας αφήσουμε τις ΗΠΑ και ας πάμε στα δικά μας. Σίγουρα πάνω σε αυτά που λέει ο Μπάρον αναγνωρίζετε κάτι και από την ελληνική πραγματικότητα.
Η επίθεση από πολιτικά πρόσωπα προς θεσμικά όργανα, δικαστές, δημοσιογράφους, συνδικάτα είναι σύνηθες φαινόμενο τα τελευταία χρόνια. O ίδιος ο πολιτικός κόσμος συχνά και σταθερά επιτίθεται στα ΜΜΕ ενισχύονται την λογική της απαξίωσης τους που ήδη είναι έντονη. Αλλά ας το παραδεχθούμε: Και τα ελληνικά μέσα έκαναν ότι μπορούσαν για να χάσουν την αξιοπιστία των αναγνωστών.
Κάντε ένα σερφάρισμα και θα καταλάβετε.
Ρεπορτάζ με ψέματα, ή μισές αλήθειες, ρεπορτάζ που μπλέκονται οι ειδήσεις με τις απόψεις, αναπαραγωγή fakes, απόψεις -υποτίθεται πολιτικές – εκφράζονται ως πολιτικές ενώ θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί στα γραφεία των κομμάτων, δημοσιογραφία σε ρόλο δικαστή, παντελής αδυναμία αποδοχής της κριτικής κτλ κτλ.
Απώλεια αξιοπιστίας
Πρόσφατη είναι η έρευνα του Reuters που δείχνει ότι μόλις το 16% εμπιστεύεται τα ΜΜΕ και μόνο το 7% θεωρεί ότι τα ΜΜΕ είναι ανεξάρτητα από αθέμιτες πολιτικές επιρροές. Ωστόσο το παράδοξο είναι ότι το 66% δηλώνει πολύ μεγάλο ή μεγάλο ενδιαφέρον για ειδήσεις. Γι αυτό και πέφτει εύκολα στην παγίδα των fake news ή επαναπαύεται στις ειδήσεις που του προσφέρουν αυτόματα τα κοινωνικά δίκτυα με βάση συγκεκριμένα προφίλ που έχουν δημιουργηθεί με αλγόριθμους, βάσει των πεποιθήσεων τους, των αναζητήσεων τους στο διαδίκτυο κτλ.
Πως τα αντιμετωπίζεις; Προφανώς όπως λέει ο Μπάρον. Με μεγαλύτερη αξιοπιστία, παρουσίαση στοιχείων που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν, ψύχραιμη καταγραφή των γεγονότων, επιμονή στη αλήθεια. Θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα; Ακόμη δεν ξέρουμε. Σίγουρα όμως με αυτό τον τρόπο θα αρχίσουμε να “δημιουργούμε” καλύτερα ενημερωμένους πολίτες που θα έχουμε την κριτική ικανότητα να απορρίπτουν τα fake news.
Eπίσης χρειάζεται και κάτι ακόμη. Καλά πληρωμένους δημοσιογράφους που θα κάνουν τη δουλειά τους χωρίς να νιώθουν ανασφάλεια. Αλλά γι αυτό θα μιλήσουμε μια άλλη φορά.