Αυστηρή απάντηση του ΥΠΕΞ στον Γερμανό υφυπουργό για τις δηλώσεις του στα Σκόπια
Αυστηρή απάντηση στον Γερμανό υφυπουργό Εξωτερικών Μάικλ Ροτ έδωσε το υπουργείο Εξωτερικών εξαιτίας των δηλώσεων που έκανε ευρισκόμενος στα Σκόπια μετά τη συνάντησή του με τον Σκοπιανό ΥΠΕΞ Νίκολα Ντιμιτρόφ.
Το υπουργείο Εξωτερικών με ανακοίνωσή του κάλεσε τον κ. Ροτ "να είναι πιο προσεκτικός όταν επισκέπτεται χώρες των Βαλκανίων, να αποφεύγει να προσπαθεί να παραδίδει μαθήματα ιστορίας και να δείχνει τον απαιτούμενο σεβασμό στις ευαισθησίες των Ευρωπαίων εταίρων του".
Οι δηλώσεις που άναψαν φωτιές...
Όπως αναφέρει τηλεγράφημα του πρακτορείου ειδήσεων “ΜΙΑ”, o Γερμανός ΥΦΥΠΕΞ, που πραγματοποιεί από επίσκεψη στα Σκόπια, συναντήθηκε με τον ΥΠΕΞ της πΓΔΜ, Νίκολα Ντιμιτρόφ.
Απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση, ο Γερμανός ΥΦΥΠΕΞ σημείωσε ότι εφόσον υπάρξουν αποτελέσματα από την υλοποίηση των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων στην πΓΔΜ, καθώς και στον τομέα των σχέσεων καλής γειτονίας, τότε η Γερμανία θα είναι υποχρεωμένη, από την μεριά της, να παράσχει τη σχετική υποστήριξη.
«Η νέα κυβέρνηση (της πΓΔΜ) εισήγαγε μια σειρά από μέτρα, που πρέπει να αποκαταστήσουν το κλίμα εμπιστοσύνης, μεταξύ άλλων με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Νομίζω ότι κάτι τέτοιο κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και ήταν απαραίτητο εδώ και καιρό. Είμαι βέβαιος ότι η “μακεδονική” κυβέρνηση θα συνεχίσει να εργάζεται για τη μείωση των εντάσεων και την οικοδόμηση εμπιστοσύνης. Από τη στιγμή που προσφέρει ευκαιρία για διάλογο, αναμένω και εγώ, από την άλλη πλευρά, ότι οι εταίροι αυτοί θα αδράξουν την ευκαιρία αυτή. Κανείς εκτός “Μακεδονίας” και εκτός Ελλάδας δεν καταλαβαίνει τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ τους, η οποία είναι εντελώς παράλογη. Νομίζω ότι θα πρέπει να αφήσουμε την ιστορία να παραμείνει ιστορία και να προχωρήσουμε προς ένα κοινό μέλλον. Η Γερμανία είναι έτοιμη, εφόσον της ζητηθεί, να παράσχει υποστήριξη προς την κατεύθυνση αυτή. Αλλά, πραγματικά, εκτιμώ τα μηνύματα που αποστέλλονται από εδώ. Στη συνέχεια, είμαστε υποχρεωμένοι και εμείς να υποστηρίξουμε τη “Μακεδονία”. Όταν λέω εμείς, δεν εννοώ μόνο τη Γερμανία, αλλά και ολόκληρη την ΕΕ. Για να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις απαιτείται συναίνεση»