ΕΛΛΑΔΑ

Σεισμός Μυτιλήνη: Πώς σώθηκαν τα δίδυμα αγοράκια μέσα από το σχολείο

Σεισμός Μυτιλήνη: Πώς σώθηκαν τα δίδυμα αγοράκια μέσα από το σχολείο
EUROKINISSI

Δραματικές στιγμές περνά η Μυτιλήνη, η οποία επλήγη από τον ισχυρό σεισμό των 6,1 Ρίχτερ, εξαιτίας του οποίου εκατοντάδες σπίτια κατέρρευσαν, αφήνοντας άστεγους 350 ανθρώπους. 

Το αθηναϊκό πρακτορείο ειδήσεων μεταδίδει μικρές ιστορίες μεγάλου ηρωισμού που είδαν το φως της δημοσιότητας.

Μια από αυτές αφορά την περίπτωση της δασκάλας του Δημοτικού Σχολείου της Βρίσας που κατέρρευσε και είδε το φως της δημοσιότητας σήμερα μέσω της καθημερινής εφημερίδας «Νέα της Λέσβου».

Στο ολοήμερο τμήμα του δημοτικού σχολείου της Βρίσας λοιπόν, στις 3.30 μετά το μεσημέρι, ώρα που σημειώθηκε ο καταστροφικός σεισμός, είχαν μείνει δυο παιδιά αφού τα υπόλοιπα είχαν αποχωρήσει.

Ήταν δίδυμα αγόρια που σώθηκαν χάρη στην ψυχραιμία της δασκάλας Μυρσίνης Γιαννέλλη, αλλά και τη γνώση που τα ίδια τα παιδιά είχαν, αφού μόλις πριν μια εβδομάδα είχαν παρακολουθήσει πρόγραμμα προσομοίωσης σεισμών στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας, στο Σίγρι!

«Μόλις άρχισε ο σεισμός φώναξα στα δυο παιδιά που είχαν μείνει στην τάξη εκείνη την ώρα, να μπουν κάτω από τα θρανία τους, όπως είχαμε κάνει στο πρόγραμμα προσομοίωσης στο μουσείο του Σιγρίου. Εγώ είχα καλυφθεί κάτω από την έδρα. Εκείνα ήταν τρομαγμένα, όμως έκαναν αυτό ακριβώς που είχαμε μάθει, με ψυχραιμία. Τα φώναζα να ακούω ότι είναι καλά και να νοιώθουν ότι δεν είναι μόνα τους, τα δευτερόλεπτα που κράτησε ο σεισμός, καθώς άκουγα πέτρες να πέφτουν παντού. Όταν σταμάτησε, βγήκα και τα φώναξα να έρθουν κοντά μου. Παντού υπήρχε ένα άσπρο σύννεφο από τη σκόνη, δεν βλέπαμε τίποτα.

Τα πήρα αγκαλιά και τα οδήγησα προς την έξοδο, είδα ότι δεν υπήρχε είσοδος. Είχε καταρρεύσει και είχε σχηματισθεί ένας όγκος από πέτρες. Δεν μπορούσαμε να βγούμε. Τρέξαμε προς την πλαϊνή είσοδο. Έσπρωξα με δύναμη την πόρτα που είχε μαγκώσει και βγήκαμε. Ακούγαμε παντού ανθρώπους να τρέχουν και άλλους να φωνάζουν σε βοήθεια. Είδα τη μητέρα των παιδιών να τρέχει προς εμάς κρατώντας το κεφάλι της, αφού δεν ήξερε τί να περιμένει. Όταν είδε ότι είχα τα παιδιά της μαζί μου και ήταν σώα ξέσπασε σε κλάματα».

Στο ερώτημα τι σκεφτόταν εκείνα τα δευτερόλεπτα του τρόμου μέσα στο σχολείο, η δασκάλα της Βρίσας απαντά: «Δεν υπήρχε περιθώριο να σκεφτώ τίποτα. Μόνο προσευχόμουν να μας βοηθήσει ο θεός. Όταν σταμάτησε, άρπαξα το κινητό μου και τα κλειδιά και έτρεξα με τα παιδιά έξω. Ήθελα να πάρω στο σπίτι να δω αν είναι καλά η οικογένειά μου. Είχα όμως και δυο εξάχρονα παιδιά να φροντίσω. Έπρεπε πρώτα να βεβαιωθώ ότι θα είναι ασφαλή. Δεν πρόκειται να ξεχάσω αυτό που έζησα ποτέ» λέει εμφανώς συγκινημένη.

Ας σημειωθεί ότι η δασκάλα είναι μόνιμη κάτοικος του γειτονικού Πολιχνίτου και το σπίτι της άντεξε τον σεισμό, με μικρές ζημιές.

Η διευθύντρια του Δημοτικού Σχολείου Βρίσας, Νικέλλη Μυρσίνη είχε φύγει από το σχολείο μισή ώρα πριν το σεισμό.

Η ίδια βρισκόταν στο σπίτι της ηλικιωμένης μητέρας της όταν τα ρίχτερ άρχισαν να καταστρέφουν τα πάντα. Η επόμενη μέρα τη βρίσκει όχι μόνο χωρίς σχολείο, αλλά και χωρίς σπίτι, καθώς είναι μόνιμη κάτοικος Βρίσας. Το σπίτι της κατέρρευσε και η οικογένεια μετακινήθηκε στο εξοχικό που διατηρούσε στα Βατερά.

«Είχα σχολάσει και είχε μείνει στο σχολείο η δασκάλα του ολοήμερου με δυο παιδιά. Ευτυχώς πρόλαβε να βγάλει με ασφάλεια τα παιδιά. Όμως το σχολείο μας δεν μπορεί να λειτουργήσει ξανά. Μια ολόκληρη πλευρά του έχει καταρρεύσει. Ο σεισμός κατέστρεψε ολοκληρωτικά το σπίτι μου, όπως επίσης της μητέρας μου, αλλά και της πεθεράς μου. Ευτυχώς είχαμε το σπίτι στα Βατερά και μετακινηθήκαμε εκεί. Ευτυχώς είμαστε ζωντανοί. Αυτό μπορούμε να πούμε σήμερα. Ο θεός έβαλε το χέρι του και μας βοήθησε» λέει η κ. Νικέλλη.

Η ίδια θυμάται τις στιγμές που έζησε καθώς βρισκόταν στο σπίτι της ηλικιωμένης μητέρας της όπου συνηθίζει καθημερινά να περνάει μετά το σχολείο.

«Κρατούσα αγκαλιά τη μητέρα μου την εκείνη την ώρα, προσέχοντας να μην χτυπήσει και μείναμε ακίνητες. Προσευχόμασταν. Το σπίτι της βρίσκεται δίπλα στη Συλλογή Φυσικής Ιστορίας. Μόλις σταμάτησε, δεν μπορούσαμε να δούμε τίποτα από τη σκόνη. Το σπίτι έμοιαζε να έχει ανοίξει στα δυο. Δεν ξέρω πώς βγήκαμε ζωντανές. Την κρατούσα από το χέρι να βγούμε στο δρόμο. Δεν βλέπαμε τίποτα. Μόνο σκόνη και ακούγαμε τον κόσμο να φωνάζει. Μια γιαγιά ήταν μέσα στο σπίτι της που είχε πέσει. Έτρεξα μαζί με άλλους κατοίκους και τη βοηθήσαμε να βγει. Ο ένας βοηθούσε τον άλλο. Οι εικόνες που αντικρίζαμε ήταν συγκλονιστικές. Όταν βλέπεις ένα χωριό κατεστραμμένο από τη μια στιγμή στην άλλη, το μόνο που σκεφτόμαστε είναι ότι μας βοήθησε ο Θεός να βγούμε ζωντανοί. Δεν το χωράει ο νους μας» καταλήγει η κ. Νικέλλη.