ΕΛΛΑΔΑ

«Πυρά» ΔΣΑ για τη συνάντηση Τσίπρα - δικαστών: «δεν έγινε σε πολιτικά & νομικά ανύποπτη στιγμή»

«Πυρά» ΔΣΑ για τη συνάντηση Τσίπρα - δικαστών: «δεν έγινε σε πολιτικά & νομικά ανύποπτη στιγμή»
Facebook

Τη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων και την κόντρα που έχει ξεσπάσει με την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων για τα μισθολογικά των δικαστών, σχολιάζει με ανακοίνωσή του ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, επισημαίνοντας ότι «η χθεσινή συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων δεν έλαβε χώρα σε μια στιγμή πολιτικά και νομικά ανύποπτη.

Υπενθυμίζεται ότι το πρωί η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, με ανακοίνωση που εξέδωσαν, διευκρίνιζαν ότι «οι δικαστικές ενώσεις είναι κατά το Σύνταγμα οι μόνες αρμόδιες να εκφράζουν αυθεντικά τη βούληση και τις θέσεις των συναδέλφων τους».

Άμεση ήταν η αντίδραση των Προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων, οι οποίοι με τη σειρά τους υπογραμμίζουν ότι «δικαιούνται και υποχρεούνται» να ασχολούνται με τα μισθολογικά των δικαστών».
Στην αντιπαράθεση αυτή, παίρνει θέση και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, με ανακοίνωση που ανακοίνωσή του σημειώνοντας ότι «η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι προεχόντως καθήκον των λειτουργών της».

Ακολουθεί αναλυτικά η ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών:
«Είναι αυτονόητο ότι οι εκπρόσωποι των κρατικών λειτουργιών πρέπει να συνευρίσκονται και να συνομιλούν.
Όμως, η χθεσινή συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων δεν έλαβε χώρα σε μια στιγμή πολιτικά και νομικά ανύποπτη.

Προγραμματίστηκε πέντε μόλις ημέρες μετά την ματαίωση της διασκέψεως του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου στην υπόθεση όπου κρίνεται η νομιμότητα της διαγωνιστικής διαδικασίας για τις τηλεοπτικές άδειες.
Έγινε μια μόλις ημέρα μετά τις ηχηρές καταγγελίες Αντιπροέδρων του ιδίου Δικαστηρίου για εκτροπή της Δικαιοσύνης από το συνταγματικό της ρόλο και ανεπίτρεπτη αρνησιδικία, που συνοδεύτηκε από την παραίτησή τους από το ΔΣ της Ένωσης Δικαστών του ΣτΕ.

Έγινε υπό τη βαριά σκιά των δηλώσεων του Πρωθυπουργού, που προεξοφλούσαν το περιεχόμενο της απόφασης του Συμβουλίου Επικρατείας.

Πραγματοποιήθηκε, τέλος, με σπουδή, που τελεί σε κραυγαλέα αντίθεση με την επί πεντάμηνο αδράνεια του Πρωθυπουργού στο αίτημα για συνάντηση εκ μέρους της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η οποία εκφράζει θεσμικά και συλλογικά το δικαστικό σώμα.

Υπό το κράτος των συμπτώσεων αυτών, η συνάντηση που έγινε έχει απωλέσει τα αμιγή θεσμικά της χαρακτηριστικά και εγείρει εύλογες υπόνοιες ότι απέβλεπε στην «λύση» εκκρεμών νομικών ζητημάτων.
Σε κάθε περίπτωση η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι προεχόντως καθήκον των λειτουργών της».