ΕΛΛΑΔΑ

Αμάντα Γκαλάλ: Η καλλιτέχνιδα που φέρει στα έργα της την ελληνοαιγυπτιακή κουλτούρα και κληρονομιά

Αμάντα Γκαλάλ: Η καλλιτέχνιδα που φέρει στα έργα της την ελληνοαιγυπτιακή κουλτούρα και κληρονομιά
Η Αμάντα Γκαλάλ, στην τελευταία της έκθεση με τίτλο «Ιστορίες Αγώνα και Επιβίωσης»

Αν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα, που ξεχωρίζει την καλλιτέχνιδα Αμάντα Γκαλάλ, είναι το γεγονός πως στα έργα της αποτυπώνονται οι επιρροές της, τόσο από την Κύπρο και την Αίγυπτο από όπου κατάγεται, όσο και από την Ελλάδα και το Κάιρο, όπου μεγάλωσε.

Και αυτό, διότι όπως αναφέρει και η ίδια, στους πίνακές της αποτυπώνει το περιβάλλον της, την ταυτότητά της και τις προσωπικές της αναπαραστάσεις, οι οποίες είναι εμπνευσμένες από την καθημερινότητα της και εμποτισμένες με την ελληνοαιγυπτιακή της κουλτούρα και κληρονομιά.

Σήμερα λοιπόν, η ζωγράφος και freelance art director, Αμάντα Γκαλάλ, ζει και εργάζεται στο Παρίσι, έχοντας φυσικά στο πλούσιο βιογραφικό της, τις πτυχιακές της σπουδές στην Αθήνα, και συγκεκριμένα στο ΤΕΙ Γραφιστικής και Οπτικής Επικοινωνίας, καθώς και τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο Λονδίνο, στο London College of Communication. Την τελευταία δεκαετία, εργάζεται στον χώρο της διαφήμισης και του design, έχοντας ξεχωρίσει σε μία σειρά από βραβευμένα project.

Ωστόσο, η περιορισμένη δημιουργικότητα του commercial industry, όπως παραδέχεται η ίδια, της «γέννησε» την ανάγκη να συνεχίσει να εκφράζεται μέσα από το έμφυτο ταλέντο της, που δεν είναι άλλο από τη ζωγραφική. Μάλιστα, στο πρόσφατο παρελθόν συμμετείχε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κέρκυρας, όπου φιλοξενήθηκε η έκθεση ζωγραφικής της με τίτλο «Ιστορίες Αγώνα και Επιβίωσης» στις Φυλακές του Παλαιού Φρουρίου, όπου παρουσίασε μερικά από τα έργα της, τα οποία χαρακτηρίζονται από σουρεαλιστικά και αφαιρετικά στοιχεία, έντονα χρώματα και χρήση ακρυλικών, gouache, πλαστικών χρωμάτων και κάποιες φορές μελανιού.

Σε παλαιότερη έκθεση της καλλιτέχνιδας

Η Αμάντα Γκαλάλ, μιλώντας για τη ζωή και το έργο της, παραχώρησε μία αποκλειστική συνέντευξη στο CNN Greece, μιλώντας για την πορεία της, τη σχέση των Ελλήνων με τη ζωγραφική, αλλά και τα όνειρά της για το μέλλον.

Διαβάστε αναλυτικά ολόκληρη τη συνέντευξη της Αμάντα Γκαλάλ:

Πώς οδηγηθήκατε στην Τέχνη;

Καταλάθος. Στο σχολείο όταν έπρεπε να διαλέξουμε κατεύθυνση υπήρχε μια κατηγορία με τρία διαφορετικά κουτάκια. Χημεία, ζωγραφική, οικονομικά. Αναγκαστικά λοιπόν, διάλεξα τη ζωγραφική, επειδή σίγουρα δεν ήθελα τα άλλα δύο. Δεν μπορώ να πω ότι είχα κάποιο ταλέντο στη ζωγραφική, κυρίως επειδή δεν την είχα εξασκήσει και όχι επειδή δεν μου άρεσε.

Ήμουν πάρα πολύ τυχερή, επειδή είχα πολύ καλούς δασκάλους και μέντορες που μου έδειξαν έναν νέο κόσμο. Μου έμαθαν τεχνικές, ιστορία τέχνης, πώς να διαχειρίζομαι διάφορα υλικά, είχαν δηλαδή την υπομονή και την αγάπη να με μυήσουν σε έναν καινούργιο κόσμο, και αυτό ακριβώς είναι που χρειάζεται η ζωγραφική. Όταν λοιπόν ανακάλυψα αυτόν τον κόσμο της τέχνης, κατάλαβα πως αυτό είναι το μόνο πράγμα που θέλω να κάνω, και σίγουρα όχι καταλάθος πλέον.

Έχετε εργαστεί ως γραφίστρια, καθώς αυτό ήταν και το αντικείμενο των σπουδών σας; Χρειάστηκε να συμβιβαστείτε για χάρη της εργασίας σας;

Ναι αρκετές φορές. Μέχρι και η δουλειά που έκανα ήταν ένας συμβιβασμός κάποιες φορές, όμως πάντα ήθελα να βρίσκω έναν τρόπο να έχει θέση και η τέχνη σε αυτό, επειδή θεωρούσα πως μπορεί. Φυσικά, πολλές φορές δεν τα κατάφερα, κυρίως επειδή ο χώρος της διαφήμισης δεν σου επιτρέπει να εκφραστείς με αυτόν τον τρόπο, διότι υπάρχουν κανόνες όπου στην τέχνη δεν υπάρχουν. Τουλάχιστον στη δική μου. Οπότε βρήκα τον χρόνο και τον τρόπο να κάνω αυτό που ήθελα, να εκφράσω την δημιουργικότητα μου, είτε στον χώρο της διαφήμισης, είτε εκτός.

Τι σας εμπνέει και πώς αποτυπώνετε την έμπνευσή σας στο έργο σας; Υπάρχουν καλλιτέχνες που θαυμάζετε και θεωρείτε πρότυπα;

Μου αρέσει πολύ η αρχαία ελληνική και αιγυπτιακή μυθολογία και μου αρέσει να παίρνω στοιχεία από αυτήν και να τα κάνω μοντέρνα ή να τα βάζω σε πιο σύγχρονα πλαίσια.

Πλέον όμως, προσπαθώ να εστιάζω σε διάφορα συναισθήματα, στοιχεία και δυσκολίες της καθημερινότητας, να δείχνω τις αλλαγές που μπορεί να βιώσει ο καθένας μας, μέσα από πιο προσωπικά στοιχεία.

Αγαπημένοι μου καλλιτέχνες είναι οι Σαλβαντορ Νταλί, Ταμάρα Ντε Λεμπίκα, Φασιανός, Πάμπλο Πικάσο και πολλές φορές αυτό μπορεί να φαίνεται και στα έργα μου.

Από πού εμπνευστήκατε για την έκθεση που μόλις έλαβε τέλος στο Παλιό Φρούριο της Κέρκυρας, «Ανάσες επιβίωσης»;

Είναι μια σειρά που ξεκίνησα πριν 3 χρόνια, όταν πέρασα ένα σοβαρό θέμα υγείας, οπού από τότε ξεκίνησαν πάρα πολλές αλλαγές στη ζωή μου. Η έμπνευσή μου λοιπόν ήταν να δείξω με έναν αφαιρετικό τρόπο, όλες αυτές τις αλλαγές, κυρίως συναισθηματικά.

Μία σειρά από ταξίδια, ανοίγουν μία περιοχή όπου η άνεση και η ελευθερία αντικαθίστανται από την αγωνία -τόσο σε ψυχολογικό επίπεδο όσο και σε πρακτικό- σε μία προσπάθεια εγκαθίδρυσης και ατέρμονου επαναπροσδιορισμού.

Η θεματική εστιάζει στον συμβολισμό της μοναχικότητας, της προσμονής για ελευθερία, της καθολικής αλλαγής, της ανάγκης επανάκτησης του ελέγχου, της προσαρμογής σε μία νέα κανονικότητα.

Ποιο θεωρείτε το κορυφαίο έργο σας και τι είναι αυτό που το κάνει να ξεχωρίζει;

To star piece αυτής της έκθεσης για μένα είναι το Bleeding Art/ Τραύματα. Και αυτό, επειδή θεωρώ πως ήταν η αφορμή για την εξέλιξη αυτής της σειράς. Είναι το πρώτο έργο που έκανα τη μετάβαση σε πιο έντονα και φανταχτερά χρώματα, αλλά κυρίως που με εκφράζει περισσότερο απ’ όλα, χωρίς να λέει πολλά με μια πρώτη ματιά.

Ποια πιστεύετε πως είναι η σχέση των Ελλήνων με τη ζωγραφική;

Η σχέση του ελληνικού κοινού με τη ζωγραφική θεωρώ ότι ήταν εντελώς επιφανειακή μέχρι και πριν λίγα χρονιά. Τον τελευταίο καιρό, μέσα από προσπάθειες που γίνονται από συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων, είτε σε πιο μικρή κλίμακα είτε σε πιο μεγάλη όπως πριν λίγα χρόνια στο Καπνεργοστασίο, βλέπω ότι αυτές οι εκθέσεις συγκινούν τους νέους και δίνουν μια νέα πνοή στο εικαστικό γίγνεσθαι.

Από την άλλη, η σχέση μας με τη ζωγραφική είναι μια σχέση που καλλιεργείται από μικρή ηλικία. Και δεν ξέρω αν αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα όταν στα σχολεία το ελεύθερο σχέδιο για παράδειγμα δεν διδάσκεται πια στο λύκειο. Είμαστε η χώρα του Τσαρούχη, του Φασιανού, του Κατζουράκη και τόσων άλλων και αναρωτιέμαι αν πλέον υπάρχουν στη μνήμη μας.

Από επίσκεψη του «Χαμόγελου του Παιδιού» στην έκθεση «Ιστορίες Αγώνα και Επιβίωσης»

Ζείτε στο εξωτερικό. Πώς επηρεάζει αυτό την έμπνευσή σας;

Είναι λίγο περίεργο, επειδή πολλοί θα πίστευαν πως με το να ζεις στο εξωτερικό θα ήταν πιο εύκολο να βγουν και άλλα έργα, επειδή έχεις πολλά διαφορετικά ερεθίσματα και μπορείς να εμπνευστείς από πολλά και πολλούς.

Αντιθέτως όμως, για εμένα ήταν πολύ δύσκολο επειδή τα συναισθήματα είναι άπειρα όπως και τα πράγματα που βιώνεις. Και είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις ποια από αυτά θέλεις να δείξεις ως καλλιτέχνης, μπαίνεις κάπως έτσι σε μια διαδικασία πολλές φορές να οργανώσεις τις καλλιτεχνικές σου σκέψεις και επιρροές.

Ποια είναι τα όνειρά σας και ποια τα άμεσα σχέδιά σας;

Θα ήθελα πάρα πολύ να έχω έναν δικό μου χώρο, όπου θα συνεργάζομαι με άτομα τα οποία θαυμάζω και εκτιμώ. Θα ήθελα να δημιουργήσω ένα στούντιο οπού θα συνυπάρχουν το design και η τέχνη ως πρωτογενές μέσο έκφρασης.

Επιπλέον, να υλοποιούνται συνεργασίες και με άλλους δημιουργούς αλλά να υπάρχει και δυνατότητα ξενάγησης του κοινού σε εργαστήρια που θα γίνονται στον χώρο με αντίστοιχη θεματική. Αυτό ίσως πάρει λίγο παραπάνω χρόνο βέβαια, ωστόσο στα άμεσα μου σχέδια, είναι να συνεχίσω να δημιουργώ, με οποιονδήποτε τρόπο.