Σκαρμέας: Πώς η ρύπανση μπορεί να σχετίζεται με την άνοια
Ανανεώθηκε:
Η ρύπανση, που οφείλεται κυρίως στα αιωρούμενα σωματίδια και στα οξείδια του αζώτου και του θείου, μπορεί να συσχετίζεται με χειρότερες νοητικές επιδόσεις και άνοια και μάλιστα αρκετά χρόνια αργότερα,λένε οι επιστήμονες.
Σε αυτή τη διαπίστωση καταλήγει ο καθηγητής Νευρολογίας ΕΚΠΑ, Νίκος Σκαρμέας, ο οποίος σε συνέντευξή του στο πρακτορείο FM δηλώνει ότι τα δεδομένα που έχουν οι επιστήμονες μέχρι τώρα είναι σε κάποιο βαθμό πειστικά, αλλά δεν έχουν απόλυτη βεβαιότητα και είναι σε επίπεδο διερεύνησης. Επίσης δεν γνωρίζουν ακόμη τον ακριβή μηχανισμό εκφύλισης των εγκεφαλικών κυττάρων. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει ο κ. Σκαρμέας, υπάρχουν διάφορες θεωρίες.
Θεωρίες για τον μηχανισμό εκφύλισης εγκεφαλικών κυττάρων από τη ρύπανση
«Οι ρύποι έχουν συσχετιστεί με διάφορες άλλες παθήσεις, η παρουσία των οποίων μπορεί να επιταχύνει ή να αυξάνει την πιθανότητα για άνοια. Για παράδειγμα οι ρύποι έχουν συνδεθεί με καρδιαγγειακές παθήσεις, αγγειακά εγκεφαλικά, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, άρα με αγγειακές βλάβες του εγκεφάλου. Επίσης γνωρίζουμε ότι αυτοί οι ρύποι αυξάνουν πολλούς φλεγμονώδεις δείκτες στο αίμα και ξέρουμε ότι αυξάνεται και το οξειδωτικό στρες. Οπότε αυτοί είναι δύο άλλοι μηχανισμοί που μπορεί να επιβαρύνουν τη νοητική λειτουργία. Πριν από λίγο καιρό βγήκε και μία άλλη, πολύ μεγάλη, μελέτη στην Αμερική με περισσότερους από 18.000 συμμετέχοντες, όπου συσχετίστηκε η παρουσία και τα επίπεδα κάποιων από τους ρύπους, με την παρουσία αμυλοειδούς στον εγκέφαλο, που είναι ίσως ο πιο κεντρικός δρων στην άνοια τύπου Αλτσχάιμερ. Ο μηχανισμός πάντως ακόμα δεν είναι ξεκάθαρος. Υπάρχουν και κάποιες μελέτες σε πειραματόζωα που λένε ότι μέσα από τον οσφρητικό βολβό, από τον αέρα που αναπνέουμε, μπορούν να εισέρχονται κάποιες ουσίες απευθείας στον εγκέφαλο, οι οποίες να επηρεάζουν».
Όπως διευκρινίζει ο καθηγητής, αιωρούμενα σωματίδια υπάρχουν στα καυσαέρια, των αυτοκινήτων, την καύση των ορυκτών καυσίμων, στις οικοδομές, σε εργοστάσια, από φωτιές δασών κλπ. Είναι πολλές οι πηγές στο περιβάλλον.
Επίσης, παρατηρείται επιβράδυνση της νοητικής εξέλιξης κατά 30% με το πρώτο φάρμακο που εγκρίνεται από το 2003 και στοχεύει στην καρδιά της νόσου.
Σχετικά με το νέο φάρμακο που εγκρίθηκε για τη νόσο Αλτσχάιμερ πριν από μερικές εβδομάδες από τον Αμερικανικό Οργανισμό Φαρμάκων και αποτελεί ουσιαστικά το πρώτο φάρμακο που εγκρίνεται για κλινική χρήση μετά από 20 χρόνια, από το 2003, ο καθηγητής Σκαρμέας εκφράζει αισιοδοξία και παράλληλα τον προβληματισμό του σε σχέση με το κόστος και τη διαδικασία έγκρισης στους δικαιούχους:
«Η λεκανεμάμπη, είναι ένα αντίσωμα το οποίο πάει στον εγκέφαλο και τον καθαρίζει από το αμυλοειδές, αυτή την ουσία που φαίνεται να παίζει πολύ κεντρικό ρόλο στην άνοια τύπου Αλτσχάιμερ. Στις μελέτες που έγιναν φάνηκε ότι αυτοί που έπαιρναν το φάρμακο, είχαν μία επιβράδυνση της νοητικής τους εξέλιξης κατά περίπου 30% στη διάρκεια του επόμενου ενάμιση χρόνου, ενώ αυτοί που έπαιρναν το placebo (εικονικό φάρμακο) χειροτέρευαν 30% γρηγορότερα. Και αυτό το 30% δεν είναι μικρό αποτέλεσμα, αν σκεφτούμε ότι αυτές οι βλάβες στον εγκέφαλο ξεκινούν 20 χρόνια πριν. Οπότε οι συνάδελφοι στη συγκεκριμένη μελέτη προσπαθούσαν μέσα σε ενάμιση χρόνο να ανατρέψουν ότι έχει γίνει τα προηγούμενα 20. Υπάρχει μία αισιοδοξία από τη μορφή που είχαν οι καμπύλες στις αναλύσεις, ότι ενδεχομένως με την πάροδο του χρόνου το αποτέλεσμα ίσως και να είναι ακόμα καλύτερο και μεγαλύτερο του 30%, αλλά αυτό μένει να αποδειχθεί».
Προσπάθειες να μειωθεί το κόστος στην Ευρώπη
Στην Αμερική που ήδη κυκλοφορεί το νέο φάρμακο, η τιμή του έχει υπολογιστεί στα 26.000 δολάρια τον χρόνο, ανά ασθενή, σύμφωνα με τον κ. Σκαρμέα. «Γίνονται ενδοφλέβιες εγχύσεις δύο φορές τον μήνα, σε νοσοκομειακό περιβάλλον (σσ: όπως η χημειοθεραπεία). Ως εκ τούτου χρειάζεται μία οργάνωση, μία υποδομή και είναι και πολύ υψηλού κόστους. Όσον αφορά την Ευρώπη, που έχει γίνει αίτηση στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό φαρμάκων, γίνονται πάρα πολλές συζητήσεις και διαπραγματεύσεις, προκειμένου να υπάρξει μία μείωση της τιμής. Στην Ευρώπη οι υποψήφιοι είναι πάρα πολλοί. Στη χώρα μας μπορεί και να πλησιάζουν και τους 100.000».
Για ποιους ενδείκνυται -Με ποια εξέταση εγκρίνεται ο δικαιούχος
«Το νέο φάρμακο ενδείκνυται για άτομα πολύ αρχικού σταδίου, για άτομα με ήπια νοητική διαταραχή, και με την προϋπόθεση ότι έχουν επιβεβαιωμένη νόσο. Και αυτή η επιβεβαίωση γίνεται με συγκεκριμένη εξέταση που σε πολλές χώρες είναι το pet (σσ: απεικονιστική εξέταση). Δυστυχώς στη χώρα μας δεν γίνεται ακόμα. Κάνουμε προσπάθειες πολλά χρόνια, αλλά δεν το έχουμε καταφέρει. Και έτσι εδώ για να επιβεβαιωθεί η αμυλοειδοπάθεια, γίνεται οσφυονωτιαία παρακέντηση, η οποία πονάει όσο και η απλή αιμοληψία και όχι όσο η οστεομυελική βιοψία, που γίνεται για αιματολογικές κακοήθειες. Η εξέταση αυτή θα είναι αναγκαία προκειμένου κάποιος να μπορεί να πάρει το φάρμακο, όταν εγκριθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων. Ελπίζουμε μέχρι το τέλος του χρόνου να έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες και στην Ευρώπη».
Ελπίδες στην επιστημονική κοινότητα τα αντισώματα
Και το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι ότι εφόσον η εκφύλιση του εγκεφάλου ξεκινάει 20 χρόνια πίσω, τι κάνουν οι επιστήμονες προς αυτή την κατεύθυνση για να το προλάβουν; «Η φαρμακευτική προσέγγιση που τώρα υπάρχει και η τάση στον χώρο είναι να δοκιμαστούν αντισώματα είτε για το αμυλοειδες, είτε για άλλες παρόμοιες ουσίες όπως η πρωτεΐνη Τ, τα οποία να μπορέσουν να δοθούν σε ανθρώπους, στους οποίους έχουν ξεκινήσει μεν αυτές οι βλάβες στον εγκέφαλο, αλλά δεν έχει επηρεαστεί ακόμα η νοητική τους ικανότητα. Δηλαδή υπάρχει μία τάση να προσπαθήσουμε φαρμακευτικά να δράσουμε πριν οι βλάβες του εγκεφάλου επιβάλλουν «φόρο» στη νοητική μας ικανότητα. Και πέραν αυτού, στο κομμάτι της πρόληψης εντάσσεται πάντα ο υγιεινός τρόπος ζωής».