FOCUS

Μαρτυρία στο CNN Greece: Η εμπειρία ενός Ιταλού δημοσιογράφου στα κρατητήρια της Λευκορωσίας

Μαρτυρία στο CNN Greece: Η εμπειρία ενός Ιταλού δημοσιογράφου στα κρατητήρια της Λευκορωσίας
Claudio Locatelli

Ο Ιταλός δημοσιογράφος Κλαούντιο Λοκατέλι συνελήφθη τη βραδιά των εκλογών στο Μινσκ της Λευκορωσίας, όπου βρισκόταν για να καλύψει την εκλογική διαδικασία. Ο ίδιος περιγράφει στο CNN Greece τα όσα βίωσε, καταγγέλλοντας ότι υπέστη ξυλοδαρμό κατά τη βίαιη σύλληψή του, ενώ κάνει λόγο για βασανιστήρια, ψυχολογική βία και στρατηγική τρομοκρατίας εκ μέρους των Αρχών απέναντι στους συλληφθέντες, οι οποίοι όπως επισημαίνει στην πλειονότητά τους ουδεμία σχέση είχαν με τις διαδηλώσεις κατά του επανεκλεγέντος προέδρου. 

Σημειώνεται ότι μετά τις εκλογές της 9ης Αυγούστου, όπου ο πρόεδρος της χώρας Αλεξάντερ Λουκασένκο επανεξελέγη για έκτη συνεχόμενη θητεία, σφοδρές διαμαρτυρίες έχουν ξεσπάσει στο Μινσκ και σε άλλες πόλεις σε ολόκληρη τη Λευκορωσία οι οποίες συνεχίζονται μέχρι και σήμερα. Κατά τη διάρκεια αυτών των διαδηλώσεων και τη βίαιη καταστολή τους, δύο άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους. Η αστυνομία κάνει μεγάλη χρήση χειροβομβίδων κρότου-λάμψης, γκλομπ και σφαιρών με περίβλημα από καουτσούκ.

Βίντεο που καταγράφουν ξυλοδαρμούς διαδηλωτών έχουν μεταδοθεί από μέσα ενημέρωσης και έχουν μεταφορτωθεί σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης.

Τουλάχιστον 7.000 άνθρωποι έχουν συλληφθεί, πολλοί από τους οποίους είπαν ότι υπέστησαν κακομεταχείριση, ενώ όπως μετέδωσαν τοπικά ΜΜΕ, αρκετοί χρειάστηκε να διακομιστούν στο νοσοκομείο αμέσως μετά την απελευθέρωσή τους.

Ακολουθεί η περιγραφή του Ιταλού δημοσιογράφου:

«Ήμουν στο Μινσκ τη βραδιά των εκλογών στις 9 Αυγούστου. Προσπαθούσα να καταγράψω την κατάσταση. Στην αρχή παρατήρησα μια ομάδα αστυνομικών οι οποίοι κοιτούσαν τον δρόμο μπροστά τους, όπου μια ομάδα διαδηλωτών είχε ήδη περάσει και μια άλλη πλησίαζε.

Στην αρχή δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα, είσαι δημοσιογράφος, μπορείς να μείνεις εκεί. Με τα βασικά ρωσικά που ήξερα, είχαμε ξεκαθαρίσει την κατάσταση, βρισκόμουν στον δρόμο. Ωστόσο μια άλλη ομάδα αστυνομικών, μετά από δέκα λεπτά αφότου κατέγραφα, και ενώ γνώριζαν, αφού είχαν ενημερωθεί από την πρώτη ομάδα, μου επιτέθηκαν βίαια. Άρχισαν να με χτυπούν στο πόδι, για να με κάνουν να πέσω στο έδαφος, μου έριξαν σπρέι πιπεριού στα μάτια, ενώ μερικά μόλις δευτερόλεπτα νωρίτερα είχαν αρπάξει το κινητό μου τηλέφωνο της δουλειάς, το οποίο διέλυσαν πετώντας το στο έδαφος, λέγοντας μου σε βασικά αγγλικά “μην καταγράφεις”.

Η πρόθεση ήταν προφανής. Με οδήγησαν σε μια αστυνομική κλούβα και με προσήγαγαν στο κεντρικό αστυνομικό τμήμα όπου με οδήγησαν στη φυλακή.

Όταν έφτασαν, με έστησαν στον τοίχο σε έναν διάδρομο με δεκάδες ανθρώπους γύρω μου. Ένας Κινέζος δίπλα μου με ρώτησα αν ήμουν καλά, γιατί μου είχαν βάλει το κεφάλι στον τοίχο, λέγοντάς μου να μείνω εκεί. Τους είπα ότι δεν καταλαβαίνω πλήρως ρωσικά και μου είπαν ότι δεν τους ενδιαφέρει. Με χτύπησαν στο πόδι, μέχρι να κάνει πληγή.

Στη συνέχεια μας οδήγησαν σε ένα κελί, μόνο για τους ξένους. Προηγουμένως, γύρισα το κεφάλι μου και είδα μία κοπέλα, της οποίας της είχαν σπάσει τελείως το σαγόνι και αιμορραγούσε. Άκουσα τους αστυνομικούς να λένε “δεν μπορείς να την φέρεις μπροστά, πήγαινέ την στην άλλη πλευρά”.

Όταν ήμουν στο κελί, προσπάθησα να τηλεφωνήσω με το άλλο μου τηλέφωνο στην πρεσβεία και τότε ξεκίνησε το πρωτόκολλο της απελευθέρωσης. Τότε μου κατάσχεσαν το τηλέφωνο και το διαβατήριό μου.

Βρισκόμουν σε ένα κελί χωρίς να μου έχει απαγγελθεί καμία κατηγορία, χωρίς διαβατήριο, χωρίς τηλέφωνο.

Το επόμενο πρωί, αφότου οι φωνές είχαν καταλαγιάσει, μας οδήγησαν στον ίδιο διάδρομο με το προηγούμενο βράδυ, όπου υπήρχε ένας τεράστιος όγκος αποσκευών και σάκων και τα τηλέφωνα χτυπούσαν.

Τη νύχτα άκουγες φωνές και τα τηλέφωνα εξακολουθούσαν να χτυπάνε, και τα είχαν αφήσει επίτηδες μπροστά στα κελιά τους, προκειμένου να τους βασανίσουν ψυχολογικά. Αυτού του είδους η ψυχολογία της τρομοκρατίας που αποσκοπεί στη δημιουργία άγχους, επειδή ξέρεις ότι σου τηλεφωνεί η οικογένειά σου, αλλά δεν μπορείς να απαντήσεις.

Μας άφησαν σε ένα κελί 4 επί 4, 19 άτομα σύνολο και χρησιμοποίησαν την τεχνική στέρησης ύπνου, δεν μας έδωσαν καθόλου φαγητό, καμία εξήγηση και κανένα τηλεφώνημα. Προηγουμένως, κατέσχεσαν τα πάντα από πάνω μας και παραμείναμε εκεί. Παρέμεινα εκεί για 60 ώρες. Δεν υπήρχε τρόπος να κοιμηθείς και ο ώμος μου πονούσε πολύ. Μέσα στο κελί, υπήρχε μια μικρή τούρκικη τουαλέτα, επομένως ο χώρος ήταν ακόμα μικρότερος.

Μας προκαλούσαν και μας πρόσβαλαν. Όταν τους είπα ότι είμαι Ιταλός και τους ρώτησα γιατί βρισκόμουν εκεί μου απάντησαν “εσείς οι βρωμοιταλοί. Όλοι οι ευρωπαίοι είστε άρρωστοι”. Αυτή ήταν η κατάσταση μέχρι να με απελευθερώσουν. Μέσα στο κελί υπήρχαν μόνο τέσσερις δημοσιογράφοι, ένας διαδηλωτής και όλοι οι υπόλοιποι ήταν απλώς ξένοι πολίτες, οι οποίοι πήγαιναν σε κάποιο εστιατόριο ή απλώς επέστρεφαν στο κατάλυμά τους.

Όπως ένας Ελβετός, τον οποίο τον κράτησαν περισσότερο από μένα και όπως έμαθα η ελβετική πρεσβεία δεν μπορούσε να τον απελευθερώσει, γιατί δεν ήξεραν καν που ακριβώς βρισκόταν.

Οι πρώτοι που μεταφερθήκαμε στο κελί ήμασταν εμείς, το δεύτερο κύμα ήταν χτυπημένοι πολίτες και οι τελευταίοι που μπήκαν ήταν γυμνοί και χτυπημένοι στην πλάτη. Ένας ήταν Πολωνός.

Ήμουν μάρτυρας όλων αυτών και υπέφερα αυτές τις συνθήκες, αλλά οι Λευκορώσοι υποφέρουν πολύ περισσότερο. Δεν είναι μια απλή στρατηγική επίθεσης για να κάνουν τους πολίτες να φερθούν με συγκεκριμένο τρόπο. Είναι μια στρατηγική τρόμου, να δημιουργήσουν φόβο παντού τριγύρω, συλλαμβάνοντας τυχαίους ανθρώπους προκειμένου να δημιουργήσουν μια αίσθηση ότι δεν έχει σημασία τι κάνεις, θα σε τρομάξουμε, θα σε χτυπήσουμε, θα σε καταστείλουμε. Αυτό συμβαίνει τώρα στο Μινσκ και σε όλη τη Λευκορωσία».