ΕΛΛΑΔΑ

Κώστας Βουτσάς: Έδωσε με μεγάλο κουράγιο αυτή τη μάχη, δηλώνει ο γιατρός του

Κώστας Βουτσάς: Έδωσε με μεγάλο κουράγιο αυτή τη μάχη, δηλώνει ο γιατρός του
INTIME

Ο γιατρός του Κώστα Βουτσά μίλησε για τη μάχη που έδωσε ο αγαπημένος ηθοποιός στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του «Αττικόν», όπου νοσηλευόταν από τις 7 Φεβρουαρίου.

«Όλο το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που είχε την φροντίδα του από τις 7 Φεβρουαρίου που εισήχθη στη ΜΕΘ έμεινε κατάπληκτο από την προσπάθεια του Κώστα Βουτσά, από την γενναιότητά του και από το σθένος του σε μια πάρα πολύ δύσκολη κατάσταση για τον ίδιο», είπε ο Ηρακλής Τσαγκάρης, αναπληρωτής καθηγητής της ΜΕΘ του Π.Γ.Ν. Αττικόν, μιλώντας στον Alpha.

«Προσπάθησε πάρα πολύ, μαζί με όλους εμάς βέβαια, για να αναστρέψει μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Υπήρξαν σύνθετα οργανικά προβλήματα που σε συνδυασμό με τη μεγάλη ηλικία έκαναν το πρόβλημα εξαιρετικά δυσεπίλυτο. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να πούμε ότι πραγματικά ο μεγάλος Έλληνας ηθοποιός έδωσε με μεγάλο κουράγιο αυτή τη μάχη και πραγματικά μας άφησε όλους κατάπληκτους», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Είχαμε περιοδική επικοινωνία με τον Κώστα. Εξέφραζε με πολύ έντονο τρόπο τις συναισθηματικές του αντιδράσεις πάντα με μεγάλη ευγένεια, πάντα προς την θετική κατεύθυνση και πολλές φορές ήταν αυτός που ενθάρρυνε εμάς και όχι εμείς αυτόν. Ζήσαμε πολλές στιγμές μαζί του, είναι αποτυπωμένες αυτές οι στιγμές σε όλους μας και θέλουμε να στείλουμε στην οικογένειά του τα θερμότερα συλλυπητήρια μας», κατέληξε ο καθηγητής.

Το βιογραφικό του αγαπημένου ηθοποιού

Ο Κώστας Βουτσάς (Σαββόπουλος ήταν το οικογενειακό του όνομα) γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1931 στην Αθήνα, σε προσφυγική οικογένεια με καταγωγή από τους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης, που σήμερα ανήκουν στο έδαφος της Τουρκίας. Μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένεια του. Ο πατέρας του εργάστηκε ως εργάτης οδοποιΐας κι ο μικρός Κώστας επινόησε διάφορες δουλειές του ποδαριού για επιβίωση. Στα χρόνια της Κατοχής μοίραζε προκηρύξεις στους κινηματογράφους μαζί με άλλα «Αετόπουλα» της ΕΠΟΝ.

Μετά τον πόλεμο, ασχολήθηκε με διάφορες μορφές αθλητισμού, όπως στίβο, κωπηλασία, βόλεϊ και μπάσκετ. Η πρώτη του θεατρική εμπειρία, όπως έχει πει, ήταν στα σχολικά του χρόνια όταν ο προπονητής του τον είχε στείλει για προπόνηση στη Μηχανιώνα κι έλαβε μέρος στην παράσταση της καστασκήνωσης. Έκανε ένα αρνητικό σχόλιο για το παιδί που υποδύονταν τον μεθυσμένο κι όταν ο υπεύθυνος του θεατρικού τον προκάλεσε αν μπορεί να το κάνει καλύτερα βρέθηκε τελικά με τον ρόλο.

Σε ηλικία 18 ετών σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, συμμετείχε σε επιθεωρήσεις στο Στρατιωτικό Θέατρο Θεσσαλονίκης κι αφού περιπλανήθηκε με τα μπουλούκια δύο χρόνια σε χωριά και κωμοπόλεις της Μακεδονίας « η Καλή Καλό (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της θεατρίνας Καλλιόπης Δαμβέργη) τον κατέβασε Αθήνα» έχει πει ο ίδιος. Έδωσε εξετάσεις για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, την οποία τελικά του έδωσαν στην τρίτη προσπάθεια αφού η επιτροπή τον είχε απορρίψει δύο φορές, επειδή δεν «έκανε για ηθοποιός» όπως του είχαν πει.

Η πρώτη ταινία που συμμετείχε, ως κομπάρσος, ήταν στην κωμωδία «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται» (1953, του Γιώργου Λαζαρίδη).Ακολούθησε η συμμετοχή του στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Η κυρά μας η μαμή» (1958) με την οποία μπήκε πρώτη φορά στα στούντιο της Φίνος Φιλμ, «Για την αγάπη της βοσκοπούλας» του Φρίξου Ηλιάδη (1959), η «Αλίκη στο Ναυτικό» (1960, Αλέκος Σακελλάριος), «Κατήφορος» (1961, Γιάννης Δαλιανίδης), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1962, Αλέκος Σακελλάριος ) κ.ά.

Στη μικρή οθόνη πρωτοεμφανίστηκε το 1973 στο σίριαλ «Βαριετέ« της τότε ΥΕΝΕΔ για να ακολουθήσουν πολλές εμφανίσεις σε τηλεοπτικές σειρές όπως «Ο Ανδροκλής και τα λιοντάρια του», «Για μια θέση στον ήλιο», «Γιούγκερμαν», «Δέκα Μικροί Μήτσοι»,«Επτά θανάσιμες πεθερές», «Η πολυκατοικία» κ.ά.