ΕΛΛΑΔΑ

Το ΣτΕ ξηλώνει τα στέγαστρα γνωστών καφετεριών στο Κολωνάκι

Το ΣτΕ ξηλώνει τα στέγαστρα γνωστών καφετεριών στο Κολωνάκι
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΛΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ

Στο ξήλωμα των στεγάστρων που έχει εγκαταστήσει στις δυο καφετέριες στο Κολωνάκι είναι πλέον υποχρεωμένος ο ιδιοκτήτης τους μετά από απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας το οποίο για λόγους δημοσίου συμφέροντος απέρριψε ως αβάσιμη την αίτηση αναστολής του επιχειρηματία που εκμεταλλευόταν τα δύο καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος.

Στον επιχειρηματία είχε χορηγηθεί από το Δήμο Αθηναίων άδεια για την τοποθέτηση σκιαδίων κ.λπ. επί των κοινοχρήστων χώρων που του είχαν παραχωρηθεί για τη λειτουργία των καταστημάτων του στην Πλατεία Κολωνακίου. Οι κατασκευές αυτές όμως περιελάμβαναν «σκιάδια με σιδηρό σκελετό, κάλυψης 234 τ.μ. και ύψους 4.00 μ., στηριζόμενα επί υποστηλωμάτων πακτωμένων με αγκυρόβιδες σε θεμέλια από οπλισμένο σκυρόδεμα και από συρώμενα υαλόθυρα προς πλήρωση των ανοιγμάτων».

Ο Δήμος Αθηναίων έστειλε ενημερωτική επιστολή στο επιχειρηματία και τον καλούσε εντός μηνός, να αφαιρέσει τα στέγαστρα, κ.λπ. Ο επιχειρηματίας προσέφυγε στο ΣτΕ και ζητούσε να ανασταλεί προσωρινά η απόφαση του Δήμου Αθηναίων μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της κυρίας αίτησης που παράλληλα έχει καταθέσει. Στην αίτηση αναστολής επικαλέσθηκε ότι για την αφαίρεση των στεγάστρων θα επιβαρυνθεί με το ποσό των 100.000 ευρώ και ότι η αποξήλωση θα διαρκέσει πάνω από 30 μέρες, κάτι που θα έχει ως συνέπεια την απώλεια πελατείας σε ανταγωνιστικά μαγαζιά της περιοχής.

Επίσης, ισχυρίσθηκε ότι θα υποστεί οικονομική ζημιά 87.000 ευρώ, όπως και την απώλεια 54.000 ευρώ από τα λειτουργικά έξοδα (ενοίκιο, μισθοδοσία, κ.λπ.), ενώ σε περίπτωση που γίνει δεκτή η κυρία αίτηση ακύρωσης από το ΣτΕ δεν θα είναι δυνατή η επανατοποθετήση των στεγάστρων καθώς θα έχουν υποστεί φθορές.

Ωστόσο, το Τμήμα Αναστολών στην υπ΄αριθμ. 85/2018 απόφασή τους έγειρε υπέρ των λόγων δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι «συνίστανται στην ανάγκη διαφύλαξης της ελεύθερης χρήσης καθώς και στον τερματισμό της διαρκούς αισθητικής υποβάθμισης των κοινόχρηστων χώρων της πόλης, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η πολεοδομική τους λειτουργία και η δυνατότητα πληρέστερης απόλαυσής τους από το κοινό (όπως επιτάσσει το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος)».