ΕΛΛΑΔΑ

Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος: Ο διάλογος έχει την δύναμιν να αλλάζει τον ρουν της ιστορίας

Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος: Ο διάλογος έχει την δύναμιν να αλλάζει τον ρουν της ιστορίας
EUROKINISSI

Στην αξία του διαλόγου επικεντρώθηκε κατά την ομιλία του ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος από το βήμα της 2ης Διεθνούς Διάσκεψης για τον «Θρησκευτικό και Πολιτιστικό Πλουραλισμό και την Ειρηνική Συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή» που πραγματοποιείται στην Αθήνα.

Επ' αυτού, τόνισε χαρακτηριστικά ότι «όπου οι άνθρωποι αποστρέφονται ή διακόπτουν τον διάλογο τα περαιτέρω αναλαμβάνουν, ως γνωστόν, αι μονολιθικαί ιδεολογίαι, τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, η στυγνή δημαγωγία και τέλος τα όπλα, δηλαδή η καταστροφή και ο θάνατος» και πρότεινε «εν προκειμένω, τον διάλογον της αληθείας εν αγάπη, ο οποίος ικανώνει τους μετέχοντας να αναλαμβάνουν από κοινού αναγκαίας πρωτοβουλίας και ευθύνας. Ο ειλικρινής διάλογος έχει την δύναμιν να αλλάζει τον ρουν της ιστορίας», μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.

Επιπλέον, επισήμανε ότι «είναι αναμφιβόλως κοινή η επιθυμία δημιουργικής συμβολής εις την προσπάθεια προαγωγής του διαλόγου διά τα διαθρησκειακά και διαπολιτισμικά ζητήματα, η διευθέτησις των οποίων αποτελεί προϋπόθεσιν διά την αποκατάστασιν ειρηνικής συνυπάρξεως εις την δεινώς δοκιμαζομένην Μέσην Ανατολήν, καθώς και εις άλλας περιοχάς του εμπεριστάτου συγχρόνου κόσμου μας».

Επίσης, έκανε λόγο για τις αρχές και αξίες που έχουν καλλιεργηθεί στην πόλη της Αθήνας και στη χώρα γενικότερα που χαρίσθηκαν σε όλη την ανθρωπότητα, όπως είναι η Δημοκρατία και ο Πολιτισμός και εν συνεχεία ανέφερε ότι τρεις θεμελιώδεις πολιτισμικές κατηγορίες και αξίες της ανθρώπινης ύπαρξης χρειάζονται επειγόντως προστασία στην Μέση Ανατολή, «Το Αληθές, διά της φιλοσοφίας και των επιστημών, το Αγαθόν, διά της Ηθικής και του Δικαίου, και το Κάλλος, το Ωραίον, διά της Τέχνης».

Διατύπωσε την άποψη ότι η διεύρυνση και η αναβάθμιση των διαθρησκειακών διαλόγων είναι αναγκαίες, λαμβάνοντας υπόψη τις αστοχίες του παρελθόντος και σημείωσε ότι Οι διαθρησκειακοί διάλογοι οφείλουν και δύνανται να αποκτήσουν νόημα και αποτελεσματικότητα, μόνον εάν τους εκ των πιστών ανθρώπων ανησυχούντας απαλλάξωμεν του φόβου ότι διά των διαλόγων αυτών επιδιώκεται δήθεν πανθρησκειακός συγκρητισμός και εάν ταυτοχρόνως αναδείξωμεν πειστικώς την αξίαν και αναγκαιότητα του αμοιβαίου σεβασμού, της συγχωρήσεως, της αγάπης και της αλληλεγγύης, διά την κοινωνικήν συνοχήν, την ειρήνην, την απόδοσιν της δικαιοσύνης, την αποθάρρυνσιν φονταμενταλιστικών φανατισμών, την αποδοχήν της ετερότητος εις την ταχέως παγκοσμιοποιουμένην κοινωνίαν, όπου αναπόφευκτος είναι πλέον η συμβίωσις ομοεθνών και αλλοεθνών, ομοθρήσκων και ετεροθρήσκων, ομοδόξων και ετεροδόξων, πιστών και απίστων.

Μάλιστα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κάλεσε σε συνεργασία «για την αποτροπή εμφύλιων σπαραγμών, καταστροφής προαιωνίων θρησκευτικών και πολιτισμικών αγαθών, εκριζώσεως ολοκλήρων λαών από τας πατρογονικάς εστίας αυτών, διά την αποφυγήν θανατηφόρων θαλασσίων μετακινήσεων και πλείστων άλλων δεινών. Εξ ων, ως πλέον αποτρόπαιον έγκλημα θεωρούμεν και καταδικάζομεν την πολύμορφον κακοποίησιν, εκμετάλλευσιν και θανάτωσιν ανεξιχνιάστου αριθμού παιδίων εις τον ευρύτερον χώρον της Μεσογείου, αλλά και ανά την υφήλιον».

Στη συνέχεια, μίλησε για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο που καταδίκασε τον φυλετισμό και αναφέρθηκε στη συμβολή της Εκκλησίας για την επικράτηση της ειρήνης, της δικαιοσύνης και της ελευθερίας.

Εν κατακλείδι, επέστησε την προσοχή, διότι ο δίαυλος τον οποίον προτείνομεν καθίσταται έτι μάλλον αναγκαίος και εκ του γεγονότος ότι ευρισκόμεθα ενώπιον δυσχερεστάτου προβλήματος, διφυούς. Ακόμη δηλαδή και αν, ως ευχόμεθα, επιτευχθή συντόμως ικανοποιητική αντιμετώπισις τρεχόντων προβλημάτων, όπως π.χ. το μεταναστευτικόν, και συμφωνηθή η πολυπόθητος ειρήνη, τα εναπομένοντα προβλήματα θα απαιτήσουν όχι μόνον χρόνον και μόχθον πολύν, αλλά και κοινήν ευθύνην, συνέργειαν και συνεργασίαν. Διότι η τραγική δοκιμασία των λαών της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής έχει επιφέρει ήδη και συνεχίζει, ως γνωστόν, να προκαλή μεγάλων διαστάσεων καταστροφάς, τόσον εις το διανθρώπινον όσον και εις το φυσικόν, το πολιτισμικόν, αλλά και το θρησκευτικόν περιβάλλον. Και θα χρειασθή ακριβώς τότε η εις μέγιστον βαθμόν ενεργοποίησις της διαθρησκειακής συνεργασίας, προπαντός διά την διαχείρισιν παρατεινομένων θρησκευτικών κρίσεων, διά την θεραπείαν των ψυχικών τραυμάτων των λαών, τα οποία συνεχίζει να προκαλή η αντιπαράθεσις, αλλά και διά την καλλιέργειαν του αναγκαίου ευκράτου κλίματος διά την αποκατάστασιν της ειρηνικής και δημιουργικής συνυπάρξεως Θρησκειών, Λαών και Πολιτισμών.