Έρευνα στο αεροδρόμιο Ελ.Βενιζέλος: Ο θόρυβος των αεροπλάνων έχει σοβαρές επιπτώσεις στον οργανισμό
Η μακρόχρονη έκθεση των ανθρώπων στον θόρυβο των αεροπλάνων και κυρίως τις βραδινές ώρες, συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο υπέρτασης, καρδιακής αρρυθμίας και το εγκεφαλικό. Αυτό διαπιστώνεται από τα αποτελέσματα μιας νέας επιστημονικής έρευνας, που έγινε κοντά στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Ειδικότερα, επιστήμονες μελέτησαν στοιχεία για 420 ανθρώπους με μέση ηλικία 67 ετών, που το 2013 ζούσαν κοντά στο αεροδρόμιο της Αθήνας, όπου κάθε μέρα απογειώνονται και προσγειώνονται έως 600 αεροπλάνα.
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό πρακτορείο, εκτίμησαν τα επίπεδα θορύβου με βάση τους ταχυδρομικούς κωδικούς των οικιών των συμμετεχόντων, οι οποίοι ζούσαν σε απόσταση έως τεσσάρων χιλιομέτρων περίπου από το αεροδρόμιο.
Σχεδόν οι μισοί συμμετέχοντες (49%) εκτίθεντο σε πάνω από 55 ντεσιμπέλ θορύβου τη μέρα (7 το πρωί έως 11 το βράδυ), ενώ περίπου ένας στους τέσσερις (το 27%) εκτίθεντο σε πάνω από 45 ντεσιμπέλ τα βράδια. Εκτός από τα αεροπλάνα, περίπου ένας στους δέκα (11%) εκτίθετο επίσης σε σημαντικό θόρυβο άνω των 55 ντεσιμπέλ από την κίνηση στο δρόμο.
Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι για κάθε δέκα παραπάνω ντεσιμπέλ θορύβου από τα αεροπλάνα τα βράδια, αυξάνεται κατά 69% ο κίνδυνος υπέρτασης ενός ανθρώπου. Επίσης, ο βραδινός θόρυβος από τα αεροπλάνα σχετίζεται με περίπου διπλάσιο κίνδυνο για καρδιακή αρρυθμία.
Αυξημένος, αλλά όχι στατιστικά σημαντικός εμφανίζεται και ο κίνδυνος για εγκεφαλικό. Από την άλλη, η συσχέτιση ανάμεσα στον θόρυβο από την κίνηση των οχημάτων και την υγεία ήταν πολύ πιο αδύναμη, σύμφωνα με την μελέτη. Ακόμη, δεν διαπιστώθηκε κάποια σχέση ανάμεσα στον θόρυβο των αεροπλάνων και στο έμφραγμα ή στο διαβήτη.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η έρευνά τους αναδεικνύει μια συσχέτιση και όχι μια σχέση αιτίας-αποτελέσματος μεταξύ θορύβου και καρδιαγγειακής υγείας, τουλάχιστον σε αυτό το στάδιο και εωσότου γίνουν νέες μελέτες.
Η σχετική δημοσίευση έγινε στο βρετανικό περιοδικό «Occupational and Environmental Medicine» και στην μελέτη συμμετείχαν ερευνητές από την Ελλάδα, τη Βρετανία και την Ολλανδία, με επικεφαλής την καθηγήτρια Ιατρικής Στατιστικής και Επιδημιολογίας Κλέα Κατσουγιάννη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και του King's College του Λονδίνου.