Το φαξ και ο θάνατός του (επιτέλους) στο ελληνικό Δημόσιο
Τη δεκαετία του ’90 για τα στελέχη των επιχειρήσεων η απόκτηση κινητού τηλεφώνου ήταν ένα σαφές status symbol και δείγμα της θέσης του μέσα στην εταιρεία.
Το αντίστοιχο status symbol τη δεκαετία του ’80 ήταν το φαξ. Ένα μηχάνημα, το οποίο ενδεχομένως για τους millennials και τη Generation Z να αποτελεί μία από τις πλέον… άχρηστες συσκευές στην εποχή του Διαδικτύου, σημάδεψε την επιχειρηματική ζωή της χώρας -και όχι μόνο- για αρκετές δεκαετίες. Αλλά πλέον όλα δείχνουν ότι πλησιάζει ο «θάνατος» του με την 31η Δεκεμβρίου 2020 να είναι η καταληκτική ημερομηνία.
Βάσει του άρθρου 99 του Νόμου 4727/2020 που εισάγει τον κώδικα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, από την 1η Ιανουαρίου 2021 καταργείται η διακίνηση μέσω τηλεμοιοτυπίας (σ.σ. αυτή είναι η επίσημη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα του facsimile ή fax για συντομία) εγγράφων, διοικητικών ή μη, μεταξύ των φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων και των υπηρεσιών του Δημοσίου.
Αν και η χρήση του φαξ (σ.σ. πολλοί προτιμούν τη γραφή με ελληνικούς χαρακτήρες) ακόμη και στο ελληνικό Δημόσιο είχε περιοριστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν ακόμη υπηρεσίες και φορείς που το χρησιμοποιούν αντί για το πολύ πιο πρακτικό και γρήγορο email. Υπό αυτή την έννοια η κατάργηση της χρήσης του φαξ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως και ένας συμβολισμός ότι το ελληνικό κράτος εισέρχεται πλέον πραγματικά στην ψηφιακή εποχή και αφήνει πίσω του -ή τουλάχιστον κάνει γρήγορα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση- την εποχή της χάρτινης γραφειοκρατίας, μέρος της οποίας είναι και η… τηλεμοιοτυπία.
Το φαξ και οι επιχειρήσεις
Για όσους εισήλθαν στην αγορά εργασίας τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 το φαξ έγινε άμεσα μέρος της καθημερινότητας τους. Το φαξ αποτελούσε βασική υπηρεσία επικοινωνίας με πελάτες, προμηθευτές και συνεργάτες ιδίως εκείνους που βρίσκονταν στο εξωτερικό. Η μετάβαση στο email έγινε πρακτικά στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000 όταν οι επιχειρήσεις -αρχικά οι μεγαλύτερες- συνειδητοποίησαν ότι το email είναι εξαιρετικά πιο γρήγορο, πρακτικό και κυρίως προσφέρει τη δυνατότητα της άμεσης και αμφίδρομης επικοινωνίας. Είναι η εποχή όπου στις επαγγελματικές κάρτες αρχίζει πλέον να αναγράφεται οπωσδήποτε η email διεύθυνση και ο αριθμός του fax να μην είναι πλέον και τόσο απαραίτητος. Για να φθάσουμε στο σήμερα όπου σχεδόν σε καμία επαγγελματική κάρτα δεν αναφέρεται ο αριθμός φαξ. Ενδεχομένως πολλές επιχειρήσεις να μην έχουν πλέον καν μηχανή φαξ στα γραφεία τους.
Πριν από 20-25 χρόνια, όμως, το φαξ ήταν ένα είδος… φετίχ για αρκετούς. Όσοι ασχολούνται με τα αθλητικά θα θυμούνται τις εποχές κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 που την περίοδο των μεταγραφών -η καλύτερη περίοδος του χρόνου για τους Έλληνες φιλάθλους- οι αθλητικές εφημερίδες ήταν γεμάτες με άρθρα που ανέφεραν ότι ο τάδε ποδοσφαιριστής ή μπασκετμπολίστας έστειλε υπογεγραμμένο το συμβόλαιο με… φαξ. Η υπογραφή σε φαξ θεωρείτο ως νόμιμη οπότε το συμβόλαιο ήταν έγκυρο, οπότε η μεταγραφή μπορούσε να θεωρηθεί ως ολοκληρωμένη. Αν και φυσικά απαιτείτο μετά να υπάρχει και μία δεύτερη διαδικασία υπογραφής των συμβολαίων προκειμένου να βγουν και οι απαραίτητες φωτογραφίες. Εν έτει 2020, η μεταγραφή θεωρείται ολοκληρωμένη όταν ο ποδοσφαιριστής ή ο μπασκετμπολίστας κάνει το σχετικό post στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης!
Αυτός ενδεχομένως να ήταν και ο λόγος που πολλοί παραξενεύτηκαν όταν τον περασμένο Αύγουστο διάβαζαν ότι ο Λιονέλ Μέσι ενημέρωσε την Μπαρτσελόνα ότι θέλει να αποχωρήσει μέσω… φαξ. Πολλοί αναρωτήθηκαν γιατί δεν έστειλε ένα email ή δεν έκανε ένα post στο Instagram, όμως, η πραγματικότητα ήταν ότι αυτό απαιτούσαν οι κανονισμοί της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Ισπανίας βάσει του συμβολαίου που είχε υπογράψει ο Αργεντίνος ποδοσφαιριστής.
Η ιαπωνική faxmania
Η περίπτωση του Λιονέλ Μέσι δεν είναι η μόνη όπου το φαξ συνεχίζει να χρησιμοποιείται. Και αυτό γιατί υπάρχει μία χώρα όπου το φαξ συνεχίζει να αποτελεί βασικό μέσο επικοινωνίας. Αν νομίζει κανείς ότι πρόκειται για κάποια χώρα στον αποκαλούμενο αναπτυσσόμενο κόσμο θα διαψευστεί καθώς αυτό το κράτος δεν είναι άλλο από την Ιαπωνία! Στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου όπου τα τρένα κινούνται με ταχύτητες άνω των 250 χλμ/ώρα και τα ρομπότ είναι σχεδόν παντού οι μικρές επιχειρήσεις συνεχίζουν να προτιμούν να χρησιμοποιούν το φαξ.
Ένας λόγος για την ιαπωνική «εμμονή» με το φαξ ενδεχομένως να είναι και το γεγονός ότι ουσιαστικά το πρώτο, σύγχρονο φαξ έκανε την εμφάνιση του στην Ιαπωνία το 1964 από τη Xerox. Αν και η τεχνολογία πάνω στην οποία βασίζεται η τηλεμοιοτυπία, σύμφωνα με μία άποψη βασίζεται στην έρευνα που έκανε ο Σκωτσέζος εφευρέτης Alexander Bain το 1864 που παρουσίασε τον «τηλέγραφο ηλεκτρικής εκτύπωσης», ουσιαστικά έπρεπε να φθάσουμε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 για να δούμε μία πραγματική συσκευή φαξ.
Η Ιαπωνία ήταν πρακτικά η πρώτη χώρα που από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 άρχισε να χρησιμοποιεί το φαξ για την καθημερινή επικοινωνία όχι μόνο των επιχειρήσεων αλλά και των απλών πολιτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα τέλη της δεκαετίας του 2000 εκτιμάται ότι το 45% των νοικοκυριών στην Ιαπωνία διέθετε μηχανή φαξ!
Σε καμία άλλη χώρα του κόσμου, το φαξ δεν έφθασε στα επίπεδα εμμονής αντίστοιχα με εκείνα της Ιαπωνίας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το ελληνικό Δημόσιο ήταν το μόνο όπου συνεχίζουν να υπάρχουν συσκευές τηλεμοιοτυπίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Βρετανία το υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε στο τέλος του 2018 ότι προχωρά στην απαγόρευση της χρήσης του φαξ από τους φορείς του εκεί Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS), ενώ μέχρι και πριν από δύο χρόνια τα δύο τρίτα των γιατρών στον Καναδά εκτιμάται ότι συνέχιζαν να στέλνουν φαξ, θεωρώντας το πιο ασφαλές μέσο!
Πλέον, βεβαια, όλες οι ενδείξεις είναι πως το φαξ πρόκειται πολύ σύντομα να περιληφθεί στη λίστα με τις συσκευές εκείνες που άλλαξαν την καθημερινότητα μας αλλά ξεπεράστηκαν από την έλευση των ψηφιακών τεχνολογιών που έφεραν στο προσκήνιο νέες εφαρμογές και υπηρεσίες, οι οποίες προσφέρουν ταχύτητα, ευελιξία και ευκολία.
Μία λίστα που περιλαμβάνει προϊόντα – ορόσημα όπως το Walkman, τις αναλογικές φωτογραφικές μηχανές με φιλμ, τις δισκέτες, τις βιντεοκασέτες, το telex και αρκετές ακόμη που οι επόμενες γενιές θα βλέπουν μόνο σε μουσεία.