Έτοιμοι να μειώσουν τιμές για τις υπηρεσίες δεδομένων οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι
Ανοικτό το ενδεχόμενο να προχωρήσουν σε μείωση των χρεώσεων τους όσον αφορά τις υπηρεσίες δεδομένων άφησαν οι τρεις μεγαλύτεροι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι της χώρας (ΟΤΕ, Vodafone και Wind) ανταποκρινόμενοι στη σχετική προτροπή που έκανε τις προάλλες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και επανέλαβε ουσιαστικά τη Δευτέρα, ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Πιερρακάκης.
Κατά τη διάρκεια δημόσιας συζήτησης που είχε με τους τρεις επικεφαλής των τηλεπικοινωνιακών παρόχων (Μιχάλης Τσαμάζ, Χάρης Μπρουμίδης, Νάσος Ζαρκαλής) στο πλαίσιο του συνεδρίου Infocom World που διοργάνωσε η Smart Press, ο κ. Πιερρακάκης προέτρεψε τους παρόχους να επανεξετάσουν τις χρεώσεις στα δεδομένα.
Ο υπουργός αναφέρθηκε αρχικά στην απόκλιση μεταξύ των ονομαστικών και των πραγματικών τιμών, δηλώνοντας ότι πρέπει να υπάρξει αποκρυστάλλωση του ποιες είναι οι πραγματικές τιμές και να καταγραφούν.
Στη συνέχεια, επανέλαβε την δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη από το βήμα του Digital Economy Forum ότι πρέπει οι τιμές στα δεδομένα να πέσουν «γιατί είναι ζήτημα δημοκρατίας, πρόσβασης και επιτάχυνσης της πορείας της χώρας».
Από την πλευρά τους, οι τρεις επικεφαλής των παρόχων έδειξαν έτοιμοι να προβούν σε συγκεκριμένες κινήσεις, σπεύδοντας πάντως να επισημάνουν ότι ένας λόγος για τις υψηλές χρεώσεις είναι η φορολογία. «Συζητάμε με τον υπουργό, έχουμε ακούσει τις επιθυμίες της κυβέρνησης και σχεδιάζουμε να κάνουμε ανάλογες ενέργειες» σημείωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου ΟΤΕ, Μιχάλης Τσαμάζ, ο οποίος λίγο νωρίτερα είχε επισημάνει ότι τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει σημαντική πτώση στις τιμές των υπηρεσιών δεδομένων.
Αντίστοιχα, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Vodafone Ελλάδος, Χάρης Μπρουμίδης, δήλωσε ότι «θα κάνουμε ότι πρέπει αλλά θα πρέπει να δούμε το θέμα συνολικά», ενώ αναφέρθηκε εκτενώς και στο θέμα της φορολόγησης.
Σε αντίστοιχο μήκος κύματος ήταν και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Wind Ελλάς, Νάσος Ζαρκαλής, ο οποίος, αφού επεσήμανε ότι ο ίδιος ο κλάδος έχει υπονομεύσει την αξιοπιστία του με την εμπορική πολιτική που έχει ακολουθήσει σε διάφορες προτάσεις, ανέφερε ότι «εμείς σίγουρα θα είμαστε αρωγοί στην εθνική προσπάθεια γιατί και η σημειολογία είναι σημαντική», προσθέτοντας όμως ότι ο κλάδος θα πρέπει να προστατευτεί.
Από την πλευρά του, ο υπουργός ξεκαθάρισε ότι «αντιλαμβανόμαστε τις εταιρείες ως αρωγούς στην μετατόπιση της θέσης της χώρας ποιοτικά. Και έχουμε ήδη καλά παραδείγματα στις συνεργασίες μεταξύ μας, που είναι ενέργειες με προστιθέμενη αξία. Εμείς από την πλευρά μας δεν επιθυμούμε να συμπιέσουμε την αγορά. Θέλουμε να βοηθήσουμε την αγορά να πραγματοποιήσει τις επενδύσεις».
«Ωστόσο, ζητάμε να μας βοηθήσουν σε αυτή την πορεία να πιάσουμε τους στόχους ως χώρα – με κυρίαρχο αυτόν της σύγκλισης με τις άλλες χώρες της ΕΕ – και να γίνουν αρωγοί περαιτέρω στο κόστος των δεδομένων, γιατί αυτό έχει μεγάλη τόσο πρακτική όσο και συμβολική αξία. Αυτό είναι που τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και είναι κάτι που πράγματι βρίσκεται ανάμεσα στα όσα θα θέλαμε να δούμε να γίνονται πραγματικότητα μέσα στο επόμενο διάστημα».
Δίκτυα 5G
Είχε προηγηθεί μία συζήτηση κατά τη διάρκεια της οποίας δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη των δικτύων επόμενης γενιάς (5G και οπτικές ίνες) με τον υπουργό να δηλώνει ότι δεν είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης «να στραγγαλίσει την αγορά» αναφερόμενος πρακτικά στον διαγωνισμό για τις άδειες για δίκτυα κινητής τηλεφωνίας 5ης γενιάς.
Ο κ. Πιερρακάκης άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο η δημοπρασία που θα πραγματοποιηθεί -όπως ο ίδιος ανέφερε μέσα στο γ’ τρίμηνο του 2020- να υιοθετήσει μια καινοτόμα για τα ελληνικά δεδομένα προσέγγιση. Όπως χαρακτηριστικά είπε, η Γερμανία προχώρησε στη δημοπράτηση των αδειών με στόχο τη μεγιστοποίηση των εσόδων (σ.σ. η Γερμανία δημοπράτησε άδειες εισπράττοντας 6 δισ. ευρώ), ενώ η Ελλάδα εξετάζει εναλλακτικούς τρόπους. Αρνήθηκε ωστόσο να επεκταθεί περαιτέρω.
Αρκετή αναφορά έγινε και στο θέμα της ανάπτυξης των ευρυζωνικών συνδέσεων με τους επικεφαλής των τηλεπικοινωνιακών παρόχων να αναφέρονται στην ταχύτατη ανάπτυξη των δικτύων και στο γεγονός ότι δεν υπάρχει ζήτηση για συνδέσεις άνω των 50 Mbps, κάτι που αποδίδεται και στο ότι αρκετοί καταναλωτές δεν βρίσκουν λόγο να προχωρήσουν στις σχετικές αναβαθμίσεις.
Όλοι οι συμμετέχοντες στη συζήτηση πάντως τόνισαν ότι η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα όσον αφορά στην ευρυζωνικότητα και η ΕΕ θα πρέπει να αλλάξει τον τρόπο μέτρησης για τον δείκτη DESI, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα την άμεση βελτίωση της θέσης της χώρας μας στον συγκεκριμένο δείκτη.