TECH

ΣΕΒ: Η εικόνα του ψηφιακού μετασχηματισμού στην Ελλάδα

ΣΕΒ: Η εικόνα του ψηφιακού μετασχηματισμού στην Ελλάδα
Φωτογραφία αρχείου EUROKINISSI

Αρκετά πίσω σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη βρίσκεται η Ελλάδα όσον αφορά το ζήτημα του ψηφιακού μετασχηματισμού με την ανάγκη για κάλυψη της απόστασης να είναι άμεση. Αυτό επισημαίνει ο ΣΕΒ με αφορμή τη δημοσίευση των συμπερασμάτων της πρώτης έκδοσης του Παρατηρητηρίου Ψηφιακού Μετασχηματισμού που έχει δημιουργήσει ο σύνδεσμος σε στρατηγική συνεργασία με τη Deloitte.

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας την έναρξη διαλόγου μεταξύ των εμπλεκομένων μερών, για την ταχεία υλοποίηση ενός εθνικού προγράμματος προσαρμογής στο Industry 4.0, από τη στιγμή κιόλας που οι περισσότερες χώρες της ΕΕ υλοποιούν ήδη ανάλογες στρατηγικές. Στην Ελλάδα η προσαρμογή κράτους και επιχειρήσεων παραμένει, στην καλύτερη περίπτωση, αποσπασματική. Όμως, ο ψηφιακός και τεχνολογικός μετασχηματισμός πρέπει να αποτελέσει εθνική προτεραιότητα στη βάση μιας εθνικά συμφωνημένης στρατηγικής για την οποία επιχειρήσεις και πολιτεία οφείλουν να συνεργαστούν.

H πρώτη έκδοση του Παρατηρητηρίου επιδιώκει να χαρτογραφήσει λεπτομερώς την ωριμότητα της οικονομίας με χρήση 100 δεικτών που δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα. Οι επί μέρους παρατηρούμενες επιδόσεις δείχνουν την κατεύθυνση των αναγκαίων παρεμβάσεων, τόσο της πολιτείας, όσο και των επιχειρήσεων.

Μερικά βασικά και χρήσιμα στοιχεία της έκδοσης είναι τα εξής:

  • Αν και οι επενδύσεις σε τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) είναι διαρκείς (11η στην ΕΕ), η τεχνολογική ωριμότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα παραμένει χαμηλά (26η), με τεχνολογίες που εστιάζουν στην εσωτερική υποστήριξη (12η) και όχι σε λύσεις όπως cloud (28η), RFID (26η), ηλεκτρονική τιμολόγηση (27η), ηλεκτρονικό εμπόριο (28η), συναλλαγές EDI (27η).
  • Παρά τα έργα σε εξέλιξη και το μεγάλο αριθμό ΤΠΕ (7η), οι ψηφιακές υποδομές της δημόσιας διοίκησης χρήζουν άμεσης αναβάθμισης ή/και αντικατάστασης ώστε να εξυπηρετούν καλύτερα τις λειτουργίες του δημόσιου τομέα (25η). Προτεραιότητα, λόγω των χαμηλών επιδόσεων, είναι η επικοινωνία με επιχειρήσεις και πολίτες με λύσεις ηλεκτρονικής ταυτοποίησης (28η), διασυνδεδεμένα ηλεκτρονικά μητρώα (27η) και χρηστικές υπηρεσίες (27η) όπως η B2B (business to business) και B2G (business to government) ηλεκτρονική τιμολόγηση που παραμένει ανενεργή παρά τις συνεχείς εξαγγελίες της.
  • Το πρόγραμμα αναβάθμισης υποδομών πρέπει να ενταθεί ώστε να αναβαθμίσει τον (ήδη ικανοποιητικό) αριθμό σταθερών ευρυζωνικών συνδέσεων (14η) και να βελτιώσει ταχύτερα τη σημερινή υστέρηση (28η).
  • Είναι αναγκαία η βελτίωση της ψηφιακής διακυβέρνησης, με άμεση προσαρμογή της νομοθεσίας στις ψηφιακές λύσεις (21η). Οι πρόσφατες αλλαγές στη νομοθεσία (πχ. επιτελικό κράτος, αναπτυξιακό πολυνομοσχέδιο, κλπ.) είναι μεν φιλόδοξες αλλά η ταχύτητα υλοποίησης τους θα κρίνει τυχόν βελτίωση από την 27η θέση που βρισκόμαστε σήμερα σε ό,τι αφορά το ρυθμιστικό πλαίσιο.
  • Οι ψηφιακές δεξιότητες πρέπει να ενισχυθούν καθώς η χώρα βρίσκεται χαμηλά (25η), παρά τον ικανοποιητικό αριθμό πτυχιούχων σε θετικές και τεχνολογικές επιστήμες (13η).

Το Παρατηρητήριο επίσης πραγματοποιεί πρωτογενείς έρευνες για την πορεία του ψηφιακού και τεχνολογικού μετασχηματισμού των επιχειρήσεων. Η πρώτη ανέδειξε ως κεντρικό συμπέρασμα την έλλειψη πυξίδας ψηφιακού μετασχηματισμού. Ενώ το 90% των επιχειρήσεων θεωρεί το μετασχηματισμό ως στρατηγικής σημασίας, μόνο το 48% έχει ψηφιακή στρατηγική, ενώ μόλις το 50% διαθέτει αρμόδιο διευθυντικό στέλεχος. Η ψηφιοποίηση υποστηρικτών λειτουργιών - back office (17,2%), και η αναβάθμιση εφαρμογών τύπου ERP (16,5%) είναι οι πρώτες προτεραιότητες. Μόλις 11,1% επιδιώκει ψηφιακές λύσεις για αύξηση των εσόδων, στοιχείο αρκετά αποθαρρυντικό, 10% επιδιώκει λύσεις Data Analytics για τη βελτίωση της εξυπηρέτησης των πελατών και μόλις 9,5% ανταλλάσσει δεδομένα με συνεργάτες και προμηθευτές. Tην τελευταία τριετία, μία στις δύο μικρομεσαίες επιχειρήσεις (53,5%) με κύκλο εργασιών μέχρι 30 εκατ. ευρώ είτε δεν επένδυσε καθόλου σε ψηφιακές λύσεις, είτε επένδυσε κάτω από 100.000 ευρώ. Ωστόσο, είναι ενθαρρυντικό πως το 86% έχει πρόθεση επένδυσης σε σύγχρονες λύσεις στα επόμενα τρία χρόνια.