«Παράθυρο» στην προϊστορία ανοίγει ο νεολιθικός οικισμός του Αγίου Πέτρου Αλοννήσου
Ανανεώθηκε:
Τμήμα κάποτε της Κυρά Παναγιάς, της ακατοίκητης νησίδας βόρεια της Αλοννήσου, το μικρό νησάκι του Αγίου Πέτρου έχει «βαπτίσει» όχι μόνο τον κόλπο στον οποίο δεσπόζει, αλλά και έναν ολόκληρο πολιτισμό.
Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του «Πολιτισμού του Αγίου Πέτρου», που δημιούργησαν λίγες δεκάδες οικογένειες όταν εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην περιοχή γύρω στα τέλη της 7ης χιλιετίας (6100 π.Χ.) και για περίπου 1.000 χρόνια; Πώς ζούσαν οι «ένοικοι» της καταποντισμένης, κατά το μεγαλύτερο μέρος, σήμερα θέσης και πού οφείλεται η μοναδικότητά τους;
«Το γεγονός ότι ο ενάλιος οικισμός του Αγίου Πέτρου σώζεται έως σήμερα στον βυθό του Αιγαίου αρκετές χιλιάδες χρόνια μετά την ίδρυσή του από τις πρώτες γεωργικές ομάδες που έφτασαν στον ελλαδικό χώρο, αποτελεί μία ξεχωριστή περίπτωση αρχαιολογικής θέσης, αφού μας επιτρέπει να θίξουμε και να διερευνήσουμε αρχαιολογικά μια σειρά από σημαντικά ζητήματα που αφορούν την ιστορία της νησιωτικής κατοίκησης στο Αιγαίο, το φυσικό περιβάλλον που αντίκρισαν οι πρώτοι νησιώτες», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Νίκος Ευστρατίου, καθηγητής Προϊστορικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, επικεφαλής των χερσαίων και ενάλιων ερευνών στη θέση όπου αναπτύχθηκε ο αρχαιότερος -γνωστός- βυθισμένος οικισμός στο Αιγαίο.
Κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών ερευνών στη νησίδα έχουν εντοπιστεί αρχιτεκτονικά στοιχεία (π.χ. λίθινα ορθογώνια και αψιδωτά κτίσματα, δυο παιδικές ταφές σε κοιλότητες φυσικού βράχου, λιθοσωροί, τοίχοι κ.α.), κινητά ευρήματα, όπως εργαλεία από πυριτόλιθο, οψιανό και οστά ζώων, πήλινα υφαντικά βάρη, υπολείμματα τροφής από διάφορα ζώα, πουλιά, ψάρια και στρείδια, καθώς και ανθρωπόμορφα ειδώλια και γραπτά κεραμικά όστρακα, που δίνουν και τον χαρακτηρισμό «Πολιτισμός του Αγίου Πέτρου». «Ίσως από τα πιο ενδιαφέροντα αρχαιολογικά στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας (κεραμική, ειδώλια, οψιανός) είναι ότι επρόκειτο για μια όχι απομονωμένη κοινότητα αλλά αντίθετα για κάποια που είχε πολιτισμικές επαφές με άλλες και συχνά πιο μακρινές γεωγραφικές περιοχές όπως το νότιο Αιγαίο, η Θεσσαλία, τα Βαλκάνια και η Ανατολία. Άλλωστε η αρχαιολογική έρευνα δέχεται σήμερα ότι η άφιξη των γεωργικών ομάδων από την Ανατολία στον ελλαδικό χώρο, στα άλλα νησιά του Αιγαίου όπως η Κρήτη, και αργότερα η μετακίνησή τους στα Βαλκάνια και την Ευρώπη, έγινε και δια θαλάσσης. Και ο Άγιος Πέτρος αποτελεί ένα μοναδικό παράδειγμα πρώιμου αιγαιοπελαγίτικου νησιωτικού αποικισμού του τέλους της 7ης χιλιετίας π.Χ. Γνωρίζουμε από τα αρχαιολογικά ευρήματα ότι οι 'ένοικοι' του Αγίου Πέτρου ήταν γεωργοί, κτηνοτρόφοι αλλά και ψαράδες και κυνηγοί. Το πιστοποιούν τα κατάλοιπα ζώων, πουλιών και ψαριών που βρέθηκαν στα αρχαιολογικά στρώματα, στην ξηρά αλλά και στη θάλασσα», προσθέτει.
Ο προϊστορικός οικισμός του Αγίου Πέτρου εντοπίστηκε πρώτη φορά τη δεκαετία του '60 από τον αρχαιολόγο Δημήτρη Θεοχάρη, τότε έφορο αρχαιοτήτων Θεσσαλίας. Από τη δεκαετία του 1980, επικεφαλής των ερευνών είναι ο συνομιλητής του ΑΠΕ- ΜΠΕ, Ν. Ευστρατίου, ο οποίος διενήργησε τις πρώτες ενάλιες έρευνες στην περιοχή, σε συνεργασία με τον γνωστό ωκεανογράφο N.C. Flemming και την ομάδα αρχαιολόγων-δυτών του Πανεπιστημίου του Cambridge. Σήμερα η έρευνα, που διεξάγεται από το ΑΠΘ και την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, εντάσσεται στο πλαίσιο ενός πολλά υποσχόμενου πενταετούς προγράμματος. «Αυτό που ξεχωρίζει αρχαιολογικά τον Αγ. Πέτρο είναι η ενάλια έρευνα, η οποία ξεκίνησε το 2021 στο πλαίσιο του φιλόδοξου Πενταετούς Προγράμματος (2021-2025), μια συνεργασία του ΑΠΘ και της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟΑ, που στοχεύει στην αρχαιολογική μελέτη του βυθισμένου τμήματος της θέσης, με επιστημονικές μελέτες αιχμής όπως οι πυρηνοληψίες στις θαλάσσιες επιχώσεις του οικισμού για την αναζήτηση ανθρώπινου DNA σε συνεργασία με ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού», σημειώνει ο Ν. Ευστρατίου, ο οποίος αναφέρεται και στους ερευνητικούς στόχους του 2023. «Οι έρευνες για το 2023 επικεντρώνονται στην ολοκλήρωση της λήψης των πυρήνων που αποβλέπουν στον εντοπισμό αρχαίου ανθρώπινου DNA και στο άνοιγμα δοκιμαστικών τομών στο σημείο όπου έχουν ήδη εντοπιστεί από το 2021 σωζόμενα αρχιτεκτονικά λείψανα (λίθινες κατόψεις κλπ). Αναζητούμε επίσης ενδείξεις που θα μας διαφωτίσουν για τις πρακτικές της πρώιμης ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο, όπως για παράδειγμα το είδος των πλεούμενων που χρησιμοποιούσαν οι πρώτοι νησιώτες -κάτι για το οποίο μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε αφού διεθνώς λείπουν ανάλογα ευρήματα», τονίζει.
Την εποχή που αναπτύχθηκε ο οικισμός, το νησάκι του Αγίου Πέτρου ήταν ενωμένο με την Κυρά Παναγιά μέσω μιας χερσονήσου, που σήμερα έχει καταβυθιστεί, όπως και μέρος του νεολιθικού οικισμού. «Η διαδικασία της σταδιακής καταβύθισης του οικισμού του Αγ. Πέτρου στον ομώνυμο κόλπο αποτελεί μία απολύτως φυσική διαδικασία που σχετίζεται με τη συνεχή άνοδο της θαλάσσιας στάθμης και συνήθως όχι εξαιτίας κάποιων δραματικών γεωλογικών φαινομένων. Αλλά αυτό που μας ενδιαφέρει κυρίως να διαπιστώσουμε, είναι ο ρυθμός ανόδου της και ακόμα περισσότερο, ποια ήταν η αντίδραση των κατοίκων του οικισμού στις ευστατικές και κλιματολογικές αλλαγές που συνέβησαν στα χρόνια που έζησε ο οικισμός. Όλα δείχνουν ότι η συνήθως σταδιακή αλλά και συχνά ραγδαία άνοδος της θάλασσας τούς ώθησε στην οικιστική μετακίνησή τους σε ψηλότερα σημεία της περιοχής. Αυτό ήταν που οδήγησε και στη βύθιση των χαμηλότερων τμημάτων του οικισμού του Αγ. Πέτρου, με αποτέλεσμα σήμερα το μεγαλύτερο μέρος του οικισμού να βρίσκεται 5 με 7 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας», πληροφορεί το ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Ν. Ευστρατίου. Και καταλήγει:
«Φανταστείτε μέσω της αρχαιολογίας να μπορούμε να μιλήσουμε για την καθημερινότητα των πρώτων αυτών γεωργοκτηνοτροφικών κοινοτήτων, τον τρόπο ζωής τους, τις ασχολίες τους, όπως επίσης και πλευρές της συμπεριφοράς τους, τις σχέσεις και επαφές τους με άλλες γειτονικές νησιωτικές ή ηπειρωτικές ομάδες. Όλα όσα η αρχαιολογική έρευνα προσπαθεί να προσεγγίσει μέσα από τα κάθε είδους ταπεινά υλικά κατάλοιπα που διασώζει το χώμα, στην ξηρά ή στη θάλασσα. Η ιδέα ότι η αρχαιολογία είναι η μόνη επιστήμη που μπορεί να ανοίξει ένα παράθυρο στο μακρινό παρελθόν και να μας γνωρίσει έναν τρόπο ζωής που έχει χαθεί ανεπιστρεπτί, είναι πραγματικά ελκυστικό αλλά και προκλητικό. Όχι ότι πρόκειται για μια εύκολη προσπάθεια, χωρίς δυσκολίες, ιδιαίτερα όταν μέσα από τα ευρήματα προσπαθούμε να μιλήσουμε για συμπεριφορές και προσωπικές ή συλλογικές επιλογές».