Λύκειο των Ελληνίδων: Η «καρδιά» της παράδοσης χτυπά στο Ρέθυμνο
Το Λύκειο των Ελληνίδων είναι ένα Σωματείο που ιδρύθηκε πριν από έναν αιώνα, το 1911, από κυρίες της αστικής κοινωνίας της Αθήνας, από μία «φωτισμένη» γυναίκα της Κρήτης, την Καλλιρόη Παρρέν, από το Ρέθυμνο, η οποία είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα φεύγοντας από την τουρκοκρατούμενη Κρήτη το 1867.
Οι ιδέες και τα οράματα της Καλλιρόης Παρρέν συνετέλεσαν στην εξέλιξη της Ελληνίδας και την ισότιμη παρουσία της στην οικογένεια, την κοινωνία, την εκπαίδευση και την παραγωγή, θεωρούμενη δικαίως η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια. Προώθησε πρωτοποριακές νομοθετικές πρωτοβουλίες, όπως την κατάργηση της νυχτερινής εργασίας των γυναικών, την αργία της Κυριακής, της εισαγωγή των γυναικών στην ανώτατη εκπαίδευση, την προστασία της παιδικής ηλικίας κ.ά. Το επιστέγασμα των προσπαθειών της Παρρέν ήταν η ίδρυση, το 1911, του Λυκείου των Ελληνίδων, πάνω στα πρότυπα των Lyceum Clubs που υπήρχαν ήδη σε πολλά μέρη του κόσμου.
Το Λύκειο ενώ ξεκίνησε στηριζόμενο στην αστική κοινωνία, επεκτάθηκε αργότερα σε όλη την Ελλάδα και την ύπαιθρο. Σήμερα αριθμεί 15.000 μέλη και 50 παραρτήματα στην Ελλάδα και 16 στο εξωτερικό, όπου υπάρχει ελληνισμός.
Το πρώτο μέλημα της Παρρέν ήταν η διαφύλαξη της ελληνικότητας των πραγμάτων και μέρος αυτής αποτελούσε πρωτίστως και η διάδοση των τοπικών φορεσιών και η καταγραφή των παραδοσιακών χορών. Αργότερα, το ενδιαφέρον επεκτείνεται στην αναζήτηση της γνήσιας μουσικής και των τραγουδιών. Με την εξάπλωση της Λυκειακής ιδέας δημιουργούνται παραρτήματα σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, έτσι το 1976 ιδρύεται στην Κρήτη και το Λύκειον των Ελληνίδων του Αγίου Νικολάου.Εκπαιδευτική δράση, διατήρηση και καταγραφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, εκδοτικό και αρχειακό υλικό, συνθέτουν το τρίπτυχο των δραστηριοτήτων του Λυκείου σήμερα.
Η συνέχεια της παράδοσης από γενιά σε γενιά γίνεται με τη διδασκαλία των παραδοσιακών χορών από τις μικρές ηλικίες. Η ενδυματολογική συλλογή διασώζει και αναπαράγει τις παραδοσιακές φορεσιές του τόπου μας, ενώ το πλούσιο, ποικίλο αρχειακό του Λυκείου διαφυλάσσει τις ιστορικές μνήμες. Εκτός από τα μαθήματα χορού, το εκπαιδευτικό έργο του Λυκείου «απλώνεται» και στη διδασκαλία μιας σειράς άλλων δεξιοτήτων, όπως χορωδιακό τραγούδι, μουσική, θεατρικό παιχνίδι, εικαστικά, διάφορα είδη χειροτεχνίας, αλλά και διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε αλλοδαπές και ομογενείς. Αυτή τη δυναμική παρουσία του το Λύκειο διατηρεί, στηριζόμενο πάντα στην εθελοντική προσφορά των μελών του.
Το CNN Greece βρέθηκε στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης, επισκέφτηκε το τοπικό παράρτημα του Λυκείου Ελληνίδων και συνομίλησε τόσο με την Παρούλα Κουτσάκη, πρόεδρο του Λυκείου των Ελληνίδων Αγίου Νικολάου, όσο και με τους αθλητές που το πλαισιώνουν. Δείτε το βίντεο:
Η ενδυμασία και τα χαρακτηριστικά στιςπαραδοσιακές φορεσιές της Κρήτης
Μια ενδυμασία είναι το σύνολο των εξωτερικών κυρίως ενδυμάτων, ενώ ένδυμα είναι καθετί με το οποίο σκεπάζουμε το σώμα. Την ενδυμασία καθορίζουν κοινωνικοί, ιστορικοί και ψυχολογικοί παράγοντες.Οι παλαιότερες πληροφορίες που έχουμε για την κρητική παράδοση ανάγονται στη Μινωική ακόμη εποχή, ενώ τα σύγχρονα χρόνια γνωρίζουμε πως οι Κρήτες ενδύθηκαν βυζαντινά ενδύματα προς τιμή των Βυζαντινών που απελευθέρωσαν το νησί από τους Σαρακηνούς το 961 μΧ.
Όσον αφορά στους άντρες, η βράκα είναι το βασικό τμήμα της φορεσιάς, ήδη από τις αρχές του 16ου αιώνα, και το χρώμα είναι μαύρο ή σκούρο μπλε. Το πάνω μέρος του κορμιού καλύπτεται από πουκάμισο, που έχει συνήθως χρώμα άσπρο και ενίοτε ριγέ. Το μαύρο πουκάμισο είναι συνήθεια των τελευταίων δεκαετιών και κυρίως στις δυτικές επαρχίες. Πάνω από το πουκάμισο φοριέται το γελέκι. Η ζώνη, ακόμη, είναι απαραίτητο εξάρτημα της φορεσιάς. Μάλιστα, έχει μήκος 6-8 μέτρα ενώ στη ζώνη μπήγεται και το μαχαίρι ή μπασαλής, με τη χαρακτηριστική λαβή σε σχήμα V. Η φορεσιά συνήθως συμπληρώνεται το χειμώνα με το καπότο, από μπλε κυρίως τσόχα που φοριέται ριχτό στην πλάτη.Στα πόδια ο Κρητικός φοράει τα στιβάνια. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Κρητικοί φόρεσαν μεικτή φορεσιά και αντί για βράκα γκιλότα.
Όσον αφορά στις γυναίκες, από τον 17ο αιώνα και μέχρι τις αρχές του 20ού φορέθηκε το σακοφούστανο, το χρυσόμπλεκτο Χανίων, η σάρτζα και η κούδα. Το χρυσόμπλεκτο Χανίων (ή σφακιανή) είναι επίσημη ενδυμασία που φοριέται στο γάμο και τις επίσημες εκδηλώσεις από παντρεμένες. Η σάρτζα (ή ανωγειανή φορεσιά) έχει λευκή βαμβακερή βράκα και λευκό βαμβακερό μακρύ πουκάμισο που πάνω του δένεται η σάρτζα, κόκκινη πτυχωτή μισή φούστα που δένει στη μέση και καλύπτει το αριστερό πόδι, από την οποία παίρνει την ονομασία της όλη η φορεσιά.Η κούδα της Κριτσάς είναι ξεχωριστή εξαιτίας του τρόπου που φοριέται η φούστα, καθώς δένεται με έναν περίτεχνο τρόπο ώστε στο πίσω μέρος να σχηματίζει ένα ωραίο σχέδιο σαν τριαντάφυλλο. Λέγεται ότι ονομάστηκε έτσι από την ιταλική λέξη coda, που σημαίνει ουρά. Το σακοφούστανο είναι η νεότερη φορεσιά, η οποία φορέθηκε σε όλο το Λασίθι, με μικρές παραλλαγές από τόπο σε τόπο. Αποτελείται από μακριά, φαρδιά φούστα, με πλούσιες σούρες πίσω και λιγότερες μπροστά, ενώ στο τελείωμα έχει ένα μεγάλο φραμπαλά ή δύο μικρότερους που δίνουν ιδιαίτερη χάρη στη φούστα.
*Οι πληροφορίες προέρχονται από το βιβλίο της Παρούσας Κουτσάκη, «Ελλήνων Φορεσιές», 2010.