ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ

Πρεμιέρα για δέκα ταινίες - Ξεχωρίζει «Η παράσταση του Σινγκ Σινγκ»

Πρεμιέρα για δέκα ταινίες - Ξεχωρίζει «Η παράσταση του Σινγκ Σινγκ»
ΑΠΕ

Με δέκα πρεμιέρες κλείνει ο Σεπτέμβριος, με το μενού να περιλαμβάνει ταινίες όλα τα γούστα των  σινεφίλ ενώ ξεχωρίζει το δραματικό και φιλόδοξο για υποψηφιότητες των Όσκαρ Η Παράσταση του Σινγκ Σινγκ» του Γκρεγκ Κουένταρ.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν επίσης οι ταινίες «Οι Παρείσακτοι» του Λαντζ Λι και «Ραντεβού με έναν Serial Killer» της Άννα Κέντρικ. Τουλάχιστον αξιοπρόσεκτο και το ελληνικό ντοκιμαντέρ του Δημήτρη Μπαβέλλα, «Dourgouti Town».

Η Παράσταση του Σινγκ Σινγκ

(“Sing Sing”) Δραματική ταινία, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Γκρεγκ Κουένταρ, με τους Κόλμαν Ντομίνγκο, Κλάρενς Μάκλιν, Σον Σαν Χοσέ, Πολ Ράτσι, Σάρον Γουάσινγκτον κα.

Η ταινία, απ’ τις πρώτες προβολές της, απέκτησε τον χαρακτηρισμό «φαβορί» για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Α' και Β' Ανδρικού ρόλου, από τους «ειδήμονες» του Χόλιγουντ. Πράγματι, το φιλμ του σεναριογράφου Γκρεγκ Κουένταρ, διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που γοητεύουν τα μέλη της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου, θυμίζοντας η θεματολογία του σε μεγάλο βαθμό το «Weeds» του 1987, με τον Νικ Νόλτε, αλλά και ως μία άψογη παραγωγή και του ιδίου πνεύματος το πρόσφατο οσκαρικό «Πράσινο Βιβλίο».

Δηλαδή, μία ταινία που είναι άψογα κουρδισμένη, με δυνατό σενάριο και εκρηκτικές ερμηνείες, μοιράζει απλόχερα ανθρωπισμό και ελπίδα, σωστές δόσεις συγκίνησης και γέλιου, τον απαραίτητο στοχασμό και το αίσθημα του «να βγαίνεις από το σινεμά καλύτερος άνθρωπος».

Η ταινία, που βασίζεται σε αληθινή ιστορία και διαθέτει ένα καλογραμμένο σενάριο, από τον ίδιο τον Κουένταρ και τον στενό συνεργάτη του, Κλιντ Μπέντλεϊ, θέλει έναν φυλακισμένο, που στα νιάτα του ήταν επίδοξος ηθοποιός και θεατρικός συγγραφέας, με βαριά ποινή στο αυστηρό και περιβόητο σωφρονιστικό ίδρυμα του Σινγκ Σινγκ, να μπαίνει σε ένα πρόγραμμα που θα του μειώσει την ποινή και έχει σχέση με τη θεατρική ομάδα της φυλακής. Εκεί θα βρει το νόημα της ζωής και την ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο.

Το φιλμ, που διανεμήθηκε από την ανεξάρτητη εταιρεία παραγωγής Α24, διατηρεί ψηλά όλα τα στοιχεία που θα γοητέψουν το ευρύ κοινό, αλλά διαθέτει και την απαιτούμενη ψυχή για το βαρύ θέμα της και τη μελετημένη αλληγορία της – το καλό μπορεί να βρίσκεται ακόμη και ανάμεσα στους βαρυποινίτες, τη θέληση για πραγματική αυτοβελτίωση, χωρίς φιοριτούρες και τσιτάτα.

Εξαιρετική είναι και η δουλειά που έχει γίνει στους χαρακτήρες, με την ωμή αυθεντικότητα των βαρυποινιτών, καθώς τα περισσότερα μέλη του καστ είναι πραγματικοί φυλακισμένοι, ενώ και οι Κόλμαν Ντομίνγκο, Κλάρενς Μάκλιν και Πολ Ράτσι δίνουν ένα ρεσιτάλ ερμηνείας, διεκδικώντας ο καθένας μία βόλτα από το κόκκινο χαλί των Όσκαρ.

Έτσι, το φιλμ, που δεν αφήνει έξω από την σκηνοθετική προσέγγιση ορισμένα κλισέ ενός δράματος φυλακής, αλλά με μέτρο και διακριτικά ενταγμένα, θα στηριχθεί στη συγκρατημένα ειλικρινή σχέση μεταξύ των πρωταγωνιστών, σε βάζει για τα καλά και στις παραστατικές τέχνες, μιλά στα καλύτερα ένστικτα του θεατή, δίνοντας, ωστόσο, την αίσθηση ότι στο βάθος της σκέψης των δημιουργών του βρίσκονται οι «εκλέκτορες» των Όσκαρ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Εκτίοντας την ποινή του στο υψίστης ασφαλείας σωφρονιστικό ίδρυμα του Σινγκ Σινγκ για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε, ο Ντιβάιν Τζ. βρίσκει νόημα στη ζωή του μέσα από τη θεατρική ομάδα της φυλακής, όπου συμμετέχει μαζί με άλλους συγκρατούμενούς του.

Οι Παρείσακτοι

(“Les Indesirables”) Δραματική ταινία, γαλλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Λαντζ Λι, με τους Αλέξις Μανεντί, Στιβ Τιεντσέ, Άντα Ντιαό, Ζαν Μπαλιμπάρ, Αουρέλια Πετί κα.

Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο Λαντζ Λι πιάνει το νήμα της τελευταίας του ταινίας από τους «Αθλίους» του, που κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες το 2019, χωρίς, ωστόσο, να αποτελεί σίκουελ. Οι δυο ταινίες συνδέονται θεματικά, με την κατάσταση που επικρατεί στα περιβόητα υποβαθμισμένα προάστια του Παρισιού και την οργή που πλέον πνίγει τον σκηνοθέτη από το Μάλι και ορισμένες φορές «βγάζει μάτι» και περνά μάλλον υπερβολικά και στους «Παρείσακτους».

Εδώ, δεν θα ακολουθήσει τη φόρμα μίας αστυνομικής περιπέτειας, για να αναδείξει τα τεράστια προβλήματα των παρείσακτων, για τη γαλλική αστική κοινωνία και θα στήσει μια δραματική κοινωνική ταινία, με σαφείς πολιτικές στοχεύσεις, αλλά και την άκρατη αγανάκτηση ενός ανθρώπου που γνωρίζει τι σημαίνει να ζεις στα υποβαθμισμένα παρισινά προάστια. Άλλωστε, το σενάριο γράφτηκε μετά το ξέσπασμα των επεισοδίων που ακολούθησαν τη δολοφονία ενός νεαρού μετανάστη και ο σκηνοθέτης βρήκε την ευκαιρία να αναδείξει τα αίτια που οδήγησαν στη δολοφονία του νεαρού.

Το στόρι συνδέει δυο διαφορετικούς ανθρώπους, που εκφράζουν τις δυο πλευρές της Γαλλίας. Απ’ τη μια ο Πιέρ, που αναλαμβάνει δήμαρχος σε ένα προάστιο του Παρισού, ένας φιλόδοξος γιατρός, που βλέπει ως εμπόδιο στις φιλοδοξίες του τους μετανάστες και απ’ την άλλη, την Χαμπί, μία νεαρή Γαλλίδα, με καταγωγή από το Μάλι, που αρνείται να δει την οικογένειά της να πετιέται στο δρόμο και επαναστατεί.

Ο Λι ξέρει να σκηνοθετεί σκηνές σπλαχνικής οδύνης και δύναμης και το αποδεικνύει από τα πρώτα του πλάνα. Έπειτα από το γενικό πλάνο των τεράστιων πολυκατοικιών στα προάστια, θα μας βάλει μέσα σε αυτές, όπου το ασανσέρ δεν λειτουργεί εδώ και χρόνια κι έτσι οι άνδρες αναγκάζονται να μεταφέρουν ένα φέρετρο από τις σκάλες, ενώ τα φώτα του διαδρόμου τρεμοπαίζουν, δημιουργώντας την αίσθηση μιας κατάβασης προς την κόλαση. Και σχεδόν ταυτόχρονα μέσα στη θλίψη της στιγμής, μία γυναίκα, που θρηνεί, να ρωτά «πως μπορούμε να ζήσουμε και να πεθάνουμε σε ένα μέρος σαν αυτό;».

Ο Λι μας υποδέχεται καταλλήλως στο σκηνικό της ταινίας του, όπως πάντα με μία δόση υπερβολικής δραματικότητας, αλλά πάντα συνεπής προς τις ιδέες του και τις αγωνίες του για έναν κόσμο που κάποιοι θα ήθελαν να εξαλειφθεί. Απ’ κει και πέρα, μας παρουσιάζει και τα δυο κεντρικά πρόσωπα, τον Πιέρ, ένα διαδεδομένο κοινωνικό φαινόμενο στην εποχή μας, όπου ο ρατσισμός και οι ακροδεξιές απόψεις έρχονται και δένουν με τις ιδεολογίες της αγοράς, της «ανάπτυξης», του πολιτικού αμοραλισμού και της Χαμπί, μιας αγωνίστριας, που βοηθά όπως μπορεί τους φτωχούς συντοπίτες της, όταν δεν εργάζεται στον δήμο. Η ζωή τους τέμνεται με ολοένα και πιο εκρηκτικούς τρόπους, η ένταση αυξάνεται με επιδεξιότητα, αλλά όταν αρχίζουν οι δυναμικές συγκρούσεις, τα πράγματα να φτάνουν στο όριό τους, ο Λι θα χάσει την προσήλωσή του προς το διακύβευμα και θα απολέσει τη συναρπαστική κινηματογραφική του ματιά, παρασυρμένος από την οργή του και θα πέσει στην παγίδα άστοχων επιλογών κι ενός μελοδραματισμού, που δεν ταιριάζουν με το σινεμά του.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μετά τον ξαφνικό θάνατο του δημάρχου ενός εργατικού προαστείου του Παρισιού, ο Πιερ, ένας νεαρός φιλόδοξος γιατρός, καλείται να τον αντικαταστήσει. Αυτός σκοπεύει να συνεχίσει την πολιτική του προκατόχου του, με την αξιοποίηση της περιοχής, αλλά θεωρεί εμπόδιο τους κατοίκους και ειδικά τους μετανάστες. Η Χαμπί, μια νεαρή Γαλλίδα, με καταγωγή από το Μάλι που ζει σε ένα κτηριακό συγκρότημα του προαστίου, αρνείται να δει την οικογένεια της να διώχνεται από τη γειτονιά που μεγάλωσε και θα επαναστατήσει.

Ραντεβού με έναν Serial Killer

(“Woman of the Hour”) Θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Άννα Κέντρικ, με τους Ντάνιελ Ζοβάτο, Άννα Κέντρικ, Τόνι Χέιλ, Νικολέτ Ρόμπινσο, Πιτ Χολμς, Καθρίν Γκάλαχερ, Κέλλι Τζακλ κα.

Η ηθοποιός Άννα Κέντρικ, που κατέκτησε την καταξίωση τα τελευταία χρόνια, τώρα κάθεται για πρώτη φορά και στην πολυθρόνα του σκηνοθέτη, κρατώντας συνάμα και τον πρωταγωνιστικό ρόλο, σε ένα δυνατό θρίλερ, που είχε περιπέτειες μέχρι να βρει διανομή.

Το φιλμ μάς πάει στη δεκαετία του ‘70 και αφού μας βάζει στο εκτυφλωτικό σύμπαν των τηλεοπτικών σόου και τις συνέπειες της επιδερμικής προσέγγισης τους για τα πάντα, θα μας βάλει στον τρόμο, όταν μία μοναχική γυναίκα θα βρεθεί με έναν γοητευτικό και ευγενικό νέο μόνη χωρίς να τον γνωρίζει.

Το στόρι, που βασίζεται σε αληθινά περιστατικά, ξεκινά με την Τσέριλ Μπράντσοου που αποφασίζει το 1978 να δοκιμάσει την τύχη της για καμιά γνωριμία λαμβάνοντας μέρος στο τηλεοπτικό σόου «Ραντεβού στα τυφλά». Αυτό, όμως, που δεν γνωρίζει κανένας στο πλατό είναι ότι ο τρίτος από τους υποψήφιους νέους έχει ήδη δολοφονήσει πέντε γυναίκες και βεβαίως η Τσέριλ, η οποία θα τον επιλέξει, θα ζήσει έναν εφιάλτη.

Η Κέντρικ, θα ριχθεί στα βαθιά κάνοντας χρονικά άλματα και αλλαγές προοπτικής για να δημιουργήσει ένα ιμπρεσιονιστικό πορτρέτο φόνων, καθώς μας πάει πίσω στην ιστορία, όταν ο ψυχοπαθής δολοφόνος, ένας φωτογράφος, ενθαρρύνει μια γυναίκα να χαλαρώσει και να μοιραστεί μαζί του λεπτομέρειες από την προσωπική ζωή της και σε μια φωτογράφηση, σε μια απομακρυσμένη περιοχή, το φλερτ, τα αστεία και τα χάδια του θα εξελιχθούν σε μια μέγγενη στο λαιμό του υποψηφίου θύματος, που προσπαθεί μάταια να του ξεφύγει. Η απεικόνιση των δολοφονιών του θα έχουν το ίδιο μοτίβο, τονίζοντας τη βαρβαρότητα του εγκλήματος, αλλά και δημιουργώντας μία αίσθηση επανάληψης, που μάλλον είναι αχρείαστη.

Η ηθοποιός και νεόκοπη σκηνοθέτιδα, παρά τις κάποιες αστοχίες της, θα καταφέρει πάντως να δημιουργήσει ένα κλίμα ανησυχίας και να τονώσει το σασπένς, να μας βάλει στην εποχή της δεκαετίας του ‘70 και να αναδείξει τον μισογυνισμό και σεξισμό που επικρατούσε ειδικά εκείνη την εποχή.

Ο Ντάνιελ Ζοβάτο είναι απόλυτα πειστικός στον ρόλο του, με τη μεταμόρφωσή του από έναν γοητευτικό και καλοβαλμένο νέο σε έναν ψυχοπαθή τρομαχτικό δολοφόνο, ενώ η Άννα Κέντρικ, χειρίζεται επαρκώς τον χαρακτήρα της και για μια ακόμη φορά είναι μία εύθραυστη νέα γυναίκα, ένα υποψήφιο θύμα που θα πρέπει να γυρίσει το παιχνίδι...

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Σέριλ πηγαίνει στο αμερικανικό τηλεοπτικό σόου «Ραντεβού στα Τυφλά» και από τους τρεις διαγωνιζόμενους εργένηδες, επιλέγει τον Ρόντνεϊ, αγνοώντας ότι πίσω από το ευγενικό παρουσιαστικό του κρύβεται ένας serial killer.

Κόκκινο Νησί

(“L’Ile Rouge”) Δραματική ταινία, γαλλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Ρομπέν Καμπιγιό, με τους Κιμ Γκουτιέρεθ, Νάντια Τερεσκίεβιτς, Σοφί Γκιγιεμίν, Τζουλί Μουλιέ, Νταβίντ Σερέρο κα.

Ο Ρομπέν Καμπιγιό, εμπνευσμένος από τα παιδικά του βιώματα θα αφηγηθεί μία όχι και πολύ γνωστή ιστορία, που σηματοδοτεί το τέλος της αποικιακής γαλλικής αυτοκρατορίας και το τέλος των ψευδαισθήσεων.

Ο Καμπιγιό, γεννημένος στο Μαρόκο, θα μεταφέρει την αίσθηση των παιδικών του χρόνων στη Μαδαγασκάρη, με μία νοσταλγική ματιά για τη δεκαετία του ‘70, ενώ θα αντιπαραβάλει τη μαγεία της αφρικανικής νησιωτικής χώρας με το ανάλγητο πρόσωπο της αποικιοκρατίας.

Στη Μαδαγασκάρη της δεκαετίας του ‘70, ένα δεκάχρονο αγόρι που λατρεύει τα κόμικς και προσπαθεί να αφομοιώσει στη ζωή του τον τροπικό παράδεισο, την ανέγγιχτη φύση. Η ζωηρή φαντασία του φουντώνει από τα ερεθίσματα που δέχεται από την απλότητα των ντόπιων και της ζωής, αλλά σύντομα θα έρθει αντιμέτωπο με τον κόσμο των μεγάλων και τις πρώτες ρωγμές στην ιδανική εικόνα που έχει πλάσει γι’ αυτόν ο περίγυρος.

Ο Καμπιγιό, χωρίς να βρίσκεται στη φόρμα του «120 Χτύποι το Λεπτό» (Μέγα Βραβείο στις Κάννες), επιστρέφει έξι χρόνια μετά, αρκετά πιο συμβατικός, προτάσσοντας το αφρικανικό φολκλόρ, τα χαριτωμένα κόμικς και το παιδικό βλέμμα, μέσα από έναν διάλογο μεταξύ της σκληρής ιστορίας ενός νησιού που ζει υπό την καταπίεση των Γάλλων και ενός παιδιού, που πρέπει να ενηλικιωθεί γρηγορότερα από την ηλικία του.

Επηρεασμένος από τη δική του παιδική ηλικία στο Μαρόκο – ακόμη μία γαλλική αποικία, εκείνων των εποχών, θα επαναφέρει στη μνήμη το τέλος της αποικιοκρατίας και τα δύσκολα χρόνια της ανεξαρτησίας των χωρών αυτών, συγχέοντας την παιδική φαντασία με την πραγματικότητα της αφρικανικής χώρας, αφήνοντας αρκετά ερωτήματα για το τι πραγματικά συνέβη.

Η παιδικότητα της ταινίας κυριαρχεί και υποστηρίζεται ανεπαίσθητα από κάποιες εμβόλιμες σουρεαλιστικές σκηνές και μια ποιητική αίσθηση, αλλά συνολικά η προσπάθεια φαντάζει περισσότερο ως ένα ανολοκλήρωτο μοντάζ προθέσεων.

Το καστ υποστηρίζει το πνεύμα και το κλίμα της εποχής, δείχνει την επάρκειά του, ενώ ο μικρός Σαρλί Βοσέλ, στην πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση ξεκλέβει τη ματιά.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στη Μαδαγασκάρη των ’70s, ένα δεκάχρονο αγόρι που λατρεύει τα κόμικς προσπαθεί να αφομοιώσει τον τροπικό παράδεισο γύρω του. Σύντομα όμως, θα έρθει αντιμέτωπο με τον κόσμο των μεγάλων και τις πρώτες ρωγμές στην ιδανική εικόνα που έχει πλάσει γι’ αυτόν ο περίγυρος.

Μπανέλ και Αντάμα

(“Banel e Adama”) Αισθηματικό δράμα, γαλλικής και σενεγαλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Ραμάτα-Τουλαγιέ Σι, με τους Μαμαντού Ντιάλο, Κάντι Μέιν, Νίμα Μπα, Μπίντα Ρασίν κα.

Οπτικά ελκυστικό, προτάσσοντας το θαυμάσιο φυσικό σκηνικό και το φως της Αφρικής, τα οποία αποθεώνονται από τον διευθυντή φωτογραφίας Αμίν Μπεράντα, το φιλμ της πρωτοεμφανιζόμενης Ραμάτα Τουλαγιέ Σι, που έκανε πρεμιέρα στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Καννών, αφήνει συμπαθητικές εντυπώσεις, παρά τις όποιες ατέλειές της και την απειρία της γαλλο-σενεγαλέζας σκηνοθέτιδας.

Το φιλμ, παραμένει πιστό στην παράδοση του αφρικάνικου σινεμά, διαθέτοντας όλα τα χαρακτηριστικά ενός ανθρωπολογικού και μυστικιστικού σινεμά, με μία ισχυρή δόση φορκλόρ, η οποία, όμως, έχει τη χάρη της και τη λειτουργικότητά της.

Σε ένα μικρό απομονωμένο χωριό της Σενεγάλης, η ντροπαλή Μπανέλ και ο παθιασμένος Άνταμα θα ερωτευτούν και θα αποφασίσουν να παντρευτούν. Η σχέση τους, όμως, θα δοκιμάσει την κοινότητα του χωριού τους, καθώς ο Άνταμα που είναι ο κληρονόμος της αρχηγίας του χωριού θα αρνηθεί αυτή την ύψιστη τιμή προσβάλλοντας τις παραδόσεις. Φεύγοντας από το χωριό για να ζήσουν σε ένα μεγάλο σπίτι, που ξεθάβουν κάτω από έναν αμμόλοφο, αν και όλοι οι συγχωριανοί τους υποστηρίζουν ότι το μέρος είναι καταραμένο, θα εξαγριώσουν τους συγχωριανούς τους και οι ευθύνες θα πέσουν πάνω στην Μπανέλ.

Η νεαρή σκηνοθέτιδα έχοντας ως καμβά μία ερωτική ιστορία, θα προσπαθήσει να μιλήσει για τις σύγχρονες αγωνίες της μαύρης ηπείρου, αλλά μάλλον επαναλαμβάνεται, καθώς θα περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό στα κοινότυπα περί κλιματικής κρίσης και πόσο αυτή επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων εκεί, την κλασική σύγκρουση παράδοσης και προόδου και βεβαίως, τη θέση της γυναίκας σε μία ανδροκρατούμενη κοινωνία, σύμφωνα με τα ήθη και τα έθιμα.

Πάντως, αν και το στόρι δεν έχει να προσθέσει κάτι καινούργιο, η σκηνοθέτιδα αποδεικνύει ότι κατέχει την κινηματογραφική γλώσσα και πως το μέλλον είναι δικό της, παρότι υποκύπτει σε ιδέες που θα κόλλαγαν καλύτερα σε μία μικρού μήκους ταινία.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Μπανέλ, μία ντροπαλή κοπέλα και ο Άνταμα, ένας παθιασμένος νέος, που ζουν σε ένα απομονωμένο χωριό στη βόρεια Σενεγάλη, θα ερωτευτούν και θα πάρουν την απόφαση να ζήσουν μακριά από τις οικογένειες τους ώστε να είναι μαζί. Όταν όμως, ο Άνταμα αρνείται να εκπληρώσει το γενετήσιο δικαίωμα του να ηγηθεί του χωριού, το χάος κατακλύζει τη μικρή κοινότητα.

Το Κάλεσμα του Σπουργιτιού

(“Sparrow’s Call”) Δραματικό θρίλερ, βρετανικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Τιμ Κεντ, με τους Ντέιβιντ Μπαρκ Τζόουνς, Βαλερί Κόγκαν, Βασιλική Βλάχου, Γιασμίν Χόλνες – Ντόουβ κα.

Θρίλερ νέας βρετανικής κοπής και ελληνικής έμπνευσης, καθώς το σενάριο είναι της ηθοποιού Βασιλικής Βλάχου, που συμπρωταγωνιστεί στο φιλμ, του πρωτοεμφανιζόμενου Τιμ Κεντ, το οποίο έκανε πρεμιέρα στο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου.

Ο Κεντ, αποφεύγει τις συμβάσεις ενός ερωτικού θρίλερ, για να εστιάσει στο δράμα των χαρακτήρων, που βλέπουν τη ζωή τους να ανατρέπεται και να φτάνει στα άκρα, με αφορμή μία παράνομη ερωτική σχέση.

Ο Μάικ είναι ένας οικογενειάρχης επιτυχημένος λέκτορας της Φιλοσοφίας που απολαμβάνει τις ανέσεις της ζωής, έχοντας στο πλευρό του τη γυναίκα του Σάρα, η οποία τον στηρίζει σε κάθε βήμα της καριέρας του, καθώς και τη μικρή του κόρη Νέλλυ, την οποία λατρεύει. Όταν το πρώτο του βιβλίο εκδίδεται και λαμβάνει διθυραμβικές κριτικές, δείχνει να έχει κατακτήσει όσα ήθελε στη ζωή του. Αυτή, όμως, παίρνει μια διαφορετική τροπή όταν σώζει μία χορεύτρια του «Pole Dancing», τη Βαλ, από την επίθεση ενός αγνώστου. Οι δυο τους θα νιώσουν μία έντονη έλξη, ξεκινώντας μία θυελλώδη αντισυμβατική ερωτική σχέση. Ο Μάικ θα απελευθερωθεί, αλλά σύντομα από εραστής καταλήγει όμηρος της Βαλ, που απαιτεί λύτρα από τη σύζυγό του, για να τον απελευθερώσει.

Ισορροπώντας μεταξύ εκδίκησης και συγχώρεσης, το θρίλερ θέτει ερωτήματα περί ηθικής και εκμετάλλευσης, ενώ μεθοδικά αποκαλύπτει τα αληθινά πρόσωπα των ηρώων, καταρρίπτοντας τα κοινωνικά στερεότυπα. Ο γάμος, η καριέρα, τα κεκτημένα μίας τακτοποιημένης ζωής έρχονται αντιμέτωπα με το πάθος, τις απόκρυφες επιθυμίες και το τίμημα για την πραγμάτωση μίας φαντασίωσης, αλλά και την εκμετάλλευση της γυναίκας, που βρίσκεται σε αδύναμη θέση και θέλει να αποδείξει την ανωτερότητά της.

Ο Κεντ, αξιοποιεί σε κάποιο βαθμό το καλογραμμένο σενάριο, για την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης, τα σημερινά προβλήματα της κοινωνίας, χάνοντας κάπως το μέτρο με τα φλας μπακ της ιστορίας του, ενώ το φιλμ έχει εμφανώς και σημάδια ενός πρωτόλειου.

Η ταινία, παρά τις όποιες αδυναμίες της, έχει πάντως το ενδιαφέρον της, στο οποίο συμβάλλουν με τις πειστικές ερμηνείες τους και οι κεντρικοί ήρωες, παρότι δεν έχουν τη στόφα των πρωταγωνιστών.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ... Ο Μάικ, ένας επιτυχημένος παντρεμένος άντρας, γοητεύεται από την εξωτική χορεύτρια Βαλ, αφού τη σώζει από τον κίνδυνο. Ωστόσο, καθώς το πάθος τους βαθαίνει, ο Μάικ πρέπει να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της σχέσης του, καθώς ο γάμος και η καριέρα του κρέμονται από ένα σχοινί, που κρατάει στα χέρια της η Βαλ.

Dourgouti Town

(“Dourgouti Town”) Ντοκιμαντέρ, ελληνικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μπαβέλλα.

Και μόνο ο παιχνιδιάρικος τίτλος του προσεγμένου, ορισμένες φορές εξαιρετικού ενδιαφέροντος αλλά και απολαυστικού για τη διεισδυτική και νοσταλγική του ματιά, ντοκιμαντέρ του Δημήτρη Μπαβέλλα, σε τραβάει ακόμη και πριν να αποφασίσεις να μπεις στη σκοτεινή αίθουσα.

Το περιβόητο Δουργούτι, εκεί που γύρισε την πρώτη του ταινία («Μαγική Πόλη») ο Νίκος Κούνδουρος, πίσω από το Φιξ και απέναντι από την Ακρόπολη, υπήρξε ένας τενεκεδομαχαλάς προσφύγων και αργότερα εργατικών κατοικιών, που με τα χρόνια πήρε την εύηχη ονομασία Νέος Κόσμος, για να εξελιχθεί τα τελευταίως σε περιζήτητη περιοχή για εμπορική αξιοποίηση, Airbnb και όλα τα συναφή, με τις τιμές να πλησιάζουν το Λονδίνο.

Ο Μπαβέλλας, έχοντας ένα υποτυπώδες σενάριο, με έναν κτηματομεσίτη να ψάχνει να επενδύσει στον Νέο Κόσμο, θα ανακαλύψει την πλούσια ιστορία της περιοχής, «ταξιδεύοντας» στο Δουργούτι και συναντώντας ανθρώπους – γνωστούς και μη – που θα μας θυμίσουν μία άλλη εποχή, πολύ μακρινή από τη σημερινή της ανάπτυξης και της εμπορικής αξιοποίησης των πρώην φτωχών γειτονιών, που έσφυζαν από ζωντάνια και ανθρωπιά.

Το φιλμ θα φωτίσει τις ηρωικές εποχές της κατοχής και αντίστασης προς τους Γερμανούς, τα μπλόκα και τα αντιμπλόκα, καθημερινές ιστορίες, τον Καζαντζίδη, την μπάλα στις αλάνες, τους απόκληρους, έναν περίκλειστο κόσμο. Ταυτόχρονα θα αναδείξει τα σημερινά προβλήματα και κυρίως τον εκ των πραγμάτων διωγμό των παλαιών κατοίκων προς χάριν της ασυγκράτητης τουριστικής αξιοποίησης.

Ξεχωριστή στιγμή στην ταινία το υπέροχο ζεϊμπέκικο που ερμηνεύει μοναδικά η Ιουλία Καραπατάκη, σε μουσική του Άγη Παπαπαναγιώτου και στίχους του σκηνοθέτη. Στο φιλμ εμφανίζεται και η Χαρούλα Αλεξίου και κάποιες χαρακτηριστικές μορφές της περιοχής.

Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

Slow

(“Slow”) Βραβευμένο αισθηματικό δράμα του 2023, από τη Λιθουανία και την Μαρίγια Καβταράντζε, σεναριογράφο και σκηνοθέτιδα, που διαπρέπει φεστιβαλικά. Εδώ, χαμηλόφωνα και με τρυφερότητα θα καταπιαστεί με το θέμα της ασεξουαλικότητας, μέσα από μία ρομαντική δραμεντί, που έχει ως ατού τις ερμηνείες του πρωταγωνιστικού ζευγαριού Γκρέτα Κρίνεβιουτ και Κεστούτις Τσιτσένας.

Η Έλενα, μια νεαρή χορεύτρια, και ο Ντοβίντας, ένας συμπαθέστατος διερμηνέας νοηματικής, συναντιούνται και αναπτύσσεται μεταξύ τους μία ανεπιτήδευτη έλξη, αλλά όταν θα έρθουν πιο κοντά οι προσωπικές αποκαλύψεις τούς αναγκάζουν να αναζητήσουν έναν νέο, αποκλειστικά δικό τους τρόπο ερωτικής επικοινωνίας. Λεπτών αποχρώσεων φιλμ, απευθυνόμενο σε ένα περιορισμένο κοινό που αναζητά πάντα κάτι καινούργιο.

ΦοβάμΑΙ

(“AfrΑΙd”) Έχει το ενδιαφέρον του αυτό το αμερικάνικο θρίλερ (2024) του πολυπράγμονα Κρις Γουάιτζ – σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός και ηθοποιός – που καταπιάνεται με την τεχνητή νοημοσύνη και τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργηθούν όταν άκριτα την εμπιστευόμαστε. Το φιλμ, ωστόσο, γίνεται κλισέ όταν μετατρέπεται σε μία ταινία τρόμου.

Σε μια εποχή που ενθαρρύνει τους καταναλωτές να κάνουν «έξυπνο» το σπίτι τους, μια οικογένεια, με δυο παιδιά, θα δοκιμάσει μια νέα επαναστατική οικιακή συσκευή: μία ψηφιακή οικογενειακή βοηθό που αντικαθιστά εν πολλοίς το ρόλο της μητέρας. Πίσω, όμως, από τον αρχικό ενθουσιασμό κρύβεται μια σκοτεινή απειλή, πέρα από κάθε φαντασία. Στην ταινία παίζουν οι Τζον Τσο, Κάθριν Γουότερσον, Κιθ Κάρανταϊν, Χαβάνα Ροουζ Λίου κα.

Γάτος Δεκάψυχος

(“10 Lives”) Οικογενειακό ψηφιακό animation, βρετανικής παραγωγής του 2024, από τον βετεράνο στα κινούμενα σχέδια Κρίστοφερ Τζέκινς, ο οποίος μας συστήνει τον χαριτωμένο γκαφατζή και κακομαθημένο γάτο Μπέκετ και μας βάζει στις περιπέτειές του όταν θα χάσει την τελευταία του ζωή και θα μεταμορφωθεί από εγωκεντρικό κατοικίδιο σε ήρωα. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Οι Στρατιώτες της Σαλαμίνας

(“Soldados de Salamina”) Επανέκδοση της πολυσήμαντης αντιπολεμικής ταινίας, που γύρισε το 2002 ο Νταβίντ Τρουέμπα, διασκευάζοντας πιστά το δημοφιλές ομώνυμο βιβλίο του Χαβιέ Θέρκας, ένα μίγμα μυθοπλασίας και ιστορικών γεγονότων. Ο Τρουέμπα αφουγκράζεται τον απόηχο του ισπανικού εμφυλίου και μιλά για τον ηρωισμό των ξεχασμένων προσώπων της τραγικής ιστορίας. Η δραματοποιημένη ντοκιμαντερίστικη προσέγγιση του σκηνοθέτη αποτελεσματική, ενώ ικανοποιητική στον πρωταγωνιστικό ρόλο η Αριάντνα Γκιλ.