ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ

47 χρόνια πριν, το Woodstock προσπάθησε να αλλάξει τον κόσμο

“Όλοι αυτοί οι χίπις χόρευαν πιστεύοντας ότι ο κόσμος πρόκειται να αλλάξει, κάποια ημέρα” σχολίασε ο Πιτ Τάουνσεντ των The Who για το μουσικό τριήμερο που, 47 χρόνια πριν, θέλησε να αλλάξει την πραγματικότητα.

“Ως κυνικός Άγγλος που ήμουν, περιφερόμουν ανάμεσά τους, θέλοντας να φτύσω τους περισσότερους από αυτούς, κάνοντάς τους να συνειδητοποιήσουν ότι τίποτε δεν άλλαξε και τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει. Αυτό που πίστευαν ότι ήταν μια εναλλακτική κοινωνία, στην ουσία ήταν ένα χωράφι με τρία μέτρα λάσπη, στολισμένο με LSD. Αν αυτός ήταν ο κόσμος που ήθελαν να ζήσουν, τότε ας πάνε στο διάολο” πρόσθεσε ο αιρετικός κιθαρίστας.

“Το Woodstock ήταν ναρκωτικά, σεξ και ροκ εν ρολ” σημείωσε η Τζόαν Μπαέζ στην αυτοβιογραφία της. “Το Woodstock ήταν ο ευφυής Χέντριξ και το υπέροχο ιδρωμένο στήθος του Ρότζερ Ντάλτρεϊ των Who. Το Woodstock ήταν ο Κάντρι Τζο Μακ Ντόναλντ , όμορφος σαν άγριος Ινδιάνος. Το Woodstock ήταν ο εκκεντρικός Τζο Κόκερ που καμπούριαζε σαν κανένας αλλόκοτος παραλυμένος του δρόμου, αλλά τραγουδούσε όπως ο Ρέι Τσαρλς. Το Woodstock ήταν βροχή και λάσπη, μεταμφιεσμένοι φαντάροι και μπάτσοι, που έβαζαν στην άκρη τα όπλα τους και έψηναν χοτ ντογκ για πεινασμένους χίπις”.

“Το Woodstock ήταν οι λευκές κυρίες της λίμνης που σήκωναν τα μουσκεμένα μαλλιά τους με τo νερό να στάζει απ' τους όμορφους αγκώνες τους, όχι και πολύ ανίδεες για τις κάμερες που ‘γύριζαν’ το φακό τους, στραμμένες πάνω στα ωραία στήθη τους. Ναι, ήταν τρεις εκπληκτικές μέρες βροχής και μουσικής. Τραγούδησα μέσα στη νύχτα. Στάθηκα εκεί, μπροστά στους ‘κατοίκους’ της χρυσαφένιας πολιτείας, που κοιμόντουσαν πάνω στη λάσπη, ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, και τους έδωσα ότι μπορούσα εκείνη τη στιγμή. Κι εκείνοι δέχτηκαν τα τραγούδια μου. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλο Woodstock. Το Woodstock, με όλη του τη λάσπη και τη δόξα, ανήκει στη δεκαετία του ’60, αυτή την εξωφρενική, ποθητή, μυθιστορηματική, παθιασμένη, τραγική, παράλογη, ‘γενειοφόρο’ και πολύτιμη εποχή”.

Πολλά ειπώθηκαν για το τριήμερο που ξεκίνησε στις 15 Αυγούστου του 1969 σε ένα αγρόκτημα έξω από την Νέα Υόρκη και ολοκληρώθηκε στις 18 αφήνοντας εξαντλημένους τους εραστές του καλοκαιριού.

Αν και οι διοργανωτές περίμεναν περίπου 50.000 θεατές το μισό εκατομμύριο νέων τους ανάγκασε να γκρεμίσουν τους φράχτες που είχαν στήσει και να σταματήσουν την έκδοση εισιτηρίων.

Μια μάχη για επιβίωση

“Ήταν μια πραγματική πόλη. Με ζωή, με θανάτους και μωρά - δυο γεννήθηκαν κατά την διάρκεια του φεστιβάλ, και με όλα τα συναφή προβλήματα μιας πόλης, όπως η ύδρευση, η καθαριότητα, η τροφοδοσία και η υγεία. Τα ναρκωτικά επίσης κυριαρχούσαν, καθώς πολλοί από τους παρευρισκόμενους έχουν ασπαστεί την κουλτούρα των ναρκωτικών. Ο διοργανωτής έχοντας να κάνει με 50.000 άτομα ημερησίως έφτιαξε ένα ανορθόδοξο σύστημα το οποίο παραδόξως δεν κατέρρευσε” έγραφε το περιοδικό Life.

“Για τρεις ημέρες, μισό εκατομμύριο άνθρωποι έζησαν κολλητά ο ένας στον άλλο στο πιο άβολο περιβάλλον και δεν υπήρξε ούτε λογομαχία. Για όσους πήγαν εκεί το Woodstock δεν ήταν ένα μουσικό φεστιβάλ αλλά μια ολόκληρη εμπειρία, ένα φαινόμενο, μια περιπέτεια, μια παρ’ ολίγον καταστροφή και κατά μια άποψη μια μάχη για επιβίωση” πρόσθετε.

“Είμαστε πολλοί που να πάρει! Εάν είναι να τα καταφέρουμε καλύτερα να θυμάστε ότι ο τύπος που κάθεται δίπλα σας είναι αδερφός σας” συμβούλευαν οι διοργανωτές και κάπως έτσι το Woodstock έγινε αυτό που είναι.
Το 2014, την 45η επέτειο του θρυλικού Woodstock ο Baron Wolmanο, φωτογράφος του περιοδικού Rolling Stone, κυκλοφόρησε μια συλλεκτική έκδοση με σπάνιες φωτογραφίες που μεταφέρουν την ατμόσφαιρα της μουσικής γιορτής των παιδιών των λουλουδιών που ακόμη στοιχειώνουν με τους έρωτες τους τη νοικιασμένη φάρμα των 2.430 στρεμμάτων του Μαξ Γασγκούρ.

Η έκδοση Woodstock κυκλοφορεί από τον οίκο Reel Art Press.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης