Γιατί μας αρέσουν οι ιστορίες με αληθινούς απατεώνες; Μήπως επειδή είμαστε όλοι εν δυνάμει θύματα;
Ανανεώθηκε:
Το Netflix ειδικότερα, αλλά και όχι μόνο, τον τελευταίο καιρό έχει σπάσει τα κοντέρ με κάθε είδους -και μορφής- ιστορία για κάποιον απατεώνα.
Από τον «απατεώνα του Tinder», ως το «εφευρίσκοντας την Άννα», μπορείς να πάρεις πατατάκια και να περάσεις το βράδυ σου παρακολουθώντας πώς ένας άνθρωπος κατάφερε να ξεγελάσει πολλούς άλλους, να καταστρέψει μερικούς και τελικά να ξεφύγει ή και όχι, μικρότερη σημασία έχει αυτό.
Μικρή σημασία έχει και το γεγονός ότι ο απατεώνας σού φαίνεται εντελώς εξωπραγματικός και συχνά αναρωτιέσαι για τα θύματα «μα καλά, ΔΕΝ έβλεπε»;
Οι ιστορίες είναι όντως εξωπραγματικές· ένας τύπος έφαγε λεφτά από εκατοντάδες ανθρώπους για ένα πάρτι στις Μπαχάμες, ένας άλλος έπειθε τις γυναίκες ότι είναι πράκτορας του ΜΙ5 και θα τις κρύψει από τον ΙΡΑ που τις κυνηγάει, μια κυρία πουλούσε δίαιτες βασισμένες στη Βίβλο και βέβαια κάθε είδους γκουρού, που σε κάθε περίπτωση έπειθαν τα θύματά τους με χαρακτηριστική ευκολία.
Τα λεγόμενα docuseries -ντοκιμαντέρ στην ουσία, τα οποία επενδύονται με κάποιου είδους δραματοποίηση-, έγιναν στην πορεία docudramas, εντελώς δραματοποιημένες δηλαδή αληθινές ιστορίες.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, όπως το περίφημο «εφευρίσκοντας την Άννα», με τη Τζούλια Γκάρντνερ στο ρόλο μιας κοπέλας που δημιούργησε έναν φανταστικό χαρακτήρα μιας δήθεν πλούσιας κληρονόμου, οι δημιουργοί προσπαθούν να σε πείσουν ότι ο θύτης είναι τόσο χαρισματικός που είναι αυτονόητο ότι τα θύματα υπέκυψαν στη γοητεία του.
Η «Άννα» της σειράς, στο τέλος συλλαμβάνεται. Είναι, όμως, η εξαίρεση.
Ο χαρακτήρας της Γκάρντνερ, όμως, με αυτή τη φρικαλέα προφορά, όχι μόνο χαρισματικός δεν είναι, αλλά προκαλεί σχεδόν αποστροφή. Όπως και ο Ισραηλινός απατεώνας του Τίντερ που κατάφερνε να γοητεύει και να τραβάει χρήματα ταυτόχρονα από διάφορες γυναίκες, μερικές εκ των οποίων παραδέχτηκαν ότι δεν τον έβρισκαν καν ελκυστικό. Διότι, πράγματι δεν είναι.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στην περίπτωση της Αμερικανίδας που έχασε όλη της την επιχείρηση και πήγε φυλακή στο Bad Vegan, εξ αιτίας του άντρα της, τον οποίο έβρισκε απωθητικό και πολύ «λίγο».
Τι είδους διαταραχή είναι αυτή που κάνει έναν πολύ λογικό άνθρωπο να πέφτει θύμα κάποιου τον οποίο ούτε καν συμπαθεί; Ακόμη περισσότερο όταν η θυματοποίηση είναι μαζική;
«Εμένα δεν θα μου συνέβαινε ποτέ». Αλήθεια;
Αν πιστέψουμε τις σειρές, όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάποια σχεδόν υπερφυσική δυνατότητα, κάτι σαν κακοί Τζεντάι που με τη δύναμη του μυαλού τους σε καθοδηγούν και σε κάνουν άβουλο πιόνι τους.
Κι αυτό δεν είναι θέμα των δημιουργών τόσο, όσο των ίδιων των θυμάτων, τα οποία μιλάνε στην κάμερα για όσα έκαναν (και έπαθαν) σα να μιλάνε για έναν άλλον άνθρωπο που μπήκε μέσα του το πνεύμα και τον έκανε σαν τη Λίντα Μπλερ στον «Εξορκιστή». Καταλήγεις να το πιστεύεις κι εσύ ο ίδιος ότι αυτό μπορεί να συμβεί και ίσως μέρος της γοητείας των σειρών αυτών είναι η πεποίθησή μας ότι «εμένα αποκλείεται να με κορόιδευε». Αλήθεια;
Πάνε λίγες μέρες μόνο από την αποκάλυψη της ερωτικής απάτης στη Θεσσαλονίκη, κατά την οποία μια γυναίκα έχασε 130.000 ευρώ, τα οποία νόμιζε ότι έστελνε στον «αρραβωνιαστικό» της στην Υεμένη.
Το γεγονός ότι δεν είχε δει ποτέ διά ζώσης τον συγκεκριμένο άνθρωπο δεν την εμπόδισε να του εμπιστευτεί όχι μόνο τις οικονομίες μιας ζωής αλλά και να δανειστεί για να του στείλει χρήματα.
Στο «The Puppet Master: Hunting the Ultimate Conman», η ιστορία της εξαπάτησης είναι συγκλονιστική. Το ίδιο και η κατάληξη των θυμάτων.
Είναι πολύ εύκολο να χαρακτηρίσεις έναν άνθρωπο «εύπειστο», ή και «κουτό», όταν πέφτει θύμα μιας τέτοιας εξαπάτησης, αλλά πριν βιαστείτε, ας δούμε λίγο τι λένε τα στοιχεία.
Οι «ρομαντικές απάτες» είναι οι πρώτες στη λίστα των διαδικτυακών εξαπατήσεων και σημείωσαν κατακόρυφη άνοδο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπως διαπιστώνεται από όλες τις υπηρεσίες και τους οργανισμούς που καταγράφουν και ερευνούν αυτά τα φαινόμενα.
Οι γυναίκες, τα επιρρεπή θύματα
Κυρίως στοχεύουν σε μεγαλύτερης ηλικίας ανθρώπους, κατά κανόνα σε γυναίκες και βέβαια εκμεταλλεύονται πολύ συγκεκριμένα πράγματα:
Τη μοναξιά, την κοινωνική αποξένωση, τη δυσκολία να βρεις σύντροφο όσο μεγαλώνεις και φυσικά το κοινωνικό στίγμα να είσαι γυναίκα και μόνη.
Γιατί οι γυναίκες είναι τα καλύτερα θύματα αυτών των εξαπατήσεων; Αρκεί να δει κανείς τις γυναίκες που διηγούνται τις περιπέτειές τους με τον «απατεώνα του Tinder» για να καταλάβει.
Ούτε χαζές, ούτε αμόρφωτες, βορειοευρωπαίες, πετυχημένες και ανεξάρτητες. Κι όμως, μπήκαν πολύ εύκολα και σχετικά άκοπα από τη μεριά του απατεώνα στο παραμύθι του, το οποίο όλες αμφισβήτησαν σχετικά σύντομα, αλλά δεν εγκατέλειψαν.
Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του Bad Vegan, στην οποία ο σύζυγος της εξαπατημένης νέας, ωραίας και πλούσιας γυναίκας, πλέκει έναν απίστευτο μύθο, με πλάσματα με μεταφυσικές ικανότητες, το σκύλο της που θα τον κάνει αθάνατο και άλλα τέτοια.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, εάν αφήσεις λίγο τον εαυτό σου να παρασυρθεί από τις διηγήσεις, διαπιστώνεις σύντομα ότι τελικά δεν είναι και τόσο δύσκολο να τις χάψεις: Είναι τόσο περίπλοκες και σουρεαλιστικές που αποκλείεται να είναι δημιουργήματα. Ποιος θα καθόταν να φτιάξει μια τέτοια ιστορία;
Εάν, λοιπόν, είσαι μια γυναίκα μόνη, με έντονη επαγγελματική ζωή που δεν αφήνει πολλά περιθώρια για γνωριμίες, που έχεις δει γύρω σου σχέσεις και γάμους να καταρρέουν, που οι περισσότερες φίλες σου είναι μόνες, γιατί να μην γοητευτείς από τον άγνωστο που σου στέλνει την τρίτη μέρα της γνωριμίας σας 50 καρδούλες για πρωινό και υποσχέσεις αιώνιας αγάπης για μεσημεριανό;
Διότι δεν είναι λογικό, θα πείτε. Σωστά. Και τι είναι λογικό στον κόσμο μας, όμως; Να είσαι ωραία, πετυχημένη, ενδιαφέρουσα και μόνη; Δεν μας τα είπαν έτσι στα παραμύθια όταν μας μεγάλωναν με αυτά.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, εξάλλου, όλα αυτά σε μικρότερη κλίμακα δεν διαφέρουν και πολύ από τις προσπάθειες που κάνουν οι περισσότερες γυναίκες να πείσουν τους εαυτούς τους ότι πρέπει να κάτσουν σε μια σχέση ή ένα γάμο που δεν τους προσφέρει ευτυχία ή ικανοποπίηση, διότι πίσω από την προφανή αδιαφορία του άλλου σκέλους βρίσκεται μια αιώνια αγάπη που κάποτε θα ξυπνήσει ξανά.
Αυτό που ξυπνάει, τελικά είναι το θύμα, ανυπερθέτως πολύ αργά.
Η δυσκολία της παραδοχής
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, τα θύματα είναι φορτωμένα με ενοχές. Ακόμη και όταν αποφασίζουν να μιλήσουν είναι φανερό ότι κατηγορούν τους εαυτούς τους για όσα συνέβησαν και πάντως για το γεγονός ότι δεν σταμάτησαν την εξαπάτηση νωρίτερα.
Πόσο εύκολο είναι να παραδεχτείς, όταν είσαι μέσα σε όλο αυτό, τι έχει συμβεί; Καθόλου. Ξέρεις ότι ο κόσμος θα σε αντιμετωπίσει σαν ανόητο. Συνεπώς κάνεις αυτό που κάνουν και οι άνθρωποι που χάνουν περιουσίες στο Καζίνο: όσο χάνεις, παίζεις πιο πολλά για να ρεφάρεις, με συνέπεια να χάνεις περισσότερα.
Στο «εφευρίσκοντας την Άννα», τα θύματα είναι κατά κανόνα μέλη της υψηλής κοινωνίας της Νέας Υόρκης, άνθρωποι που κάνουν πολύ απαιτητικές δουλειές και διαχειρίζονται εκατομμύρια. Πώς θα βγουν αυτοί στους πελάτες τους να τους πουν «κοίτα, εσύ μου εμπιστεύεσαι τα εκατομμύριά σου κι εμένα με κορόιδεψε ένα κοριτσάκι»;
Ο απατεώνας συνεχίζει ανενόχλητος και όταν εσύ σταματάς να δίνεις, πάει στο επόμενο θύμα.
Ελάχιστοι από τους εξαπατημένους και κυρίως τις εξαπατημένες, καταφεύγουν στην αστυνομία, κυρίως από το φόβο ότι αυτό που τους συνέβη θα μαθευτεί. Κι όταν όμως αποφασίζουν να καταφύγουν στις αρχές, είναι πολύ δύσκολο να αποδείξουν ότι έπεσαν όντως θύματα απάτης.
8 δισεκατομμύρια χαμένα στα κρυπτονομίσματα
Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης κατηγοριοποίησε μια νέου είδους απάτη, συνδυαστική: Γνωριμίες σε σάιτ γνωριμιών που οδηγούν σε απάτες με κρυπτονομίσματα. Ο θύτης πείθει το θύμα να «επενδύσει» και τα χρήματα κάνουν φτερά. Μέσα στο 2021 περισσότερα από 7,7 δισεκατομμύρια δολάρια χάθηκαν μ' αυτόν τον τρόπο.
Δείτε, για παράδειγμα, την ιστορία της Νικόλ Χάτσινσον που έπεσε θύμα μιας τέτοιας απάτης:
Και δεν χρειάζεται να είσαι μια ευάλωτη γυναίκα για να σου συμβεί αυτό. Το 2018, ο Τζέραλντ Κότεν εξαπάτησε δεκάδες πολύ ενημερωμένους ανθρώπους και τους πήρε 190 εκατομμύρια δολάρια, πείθοντάς τους ότι επενδύουν σε κρυπτονόμισμα.
Ο ίδιος υποτίθεται ότι πέθανε στην Ινδία τον ίδιο χρόνο, γεγονός που αμφισβητείται ακόμη και σήμερα από πολλά από τα θύματα.
Μια τέτοια απάτη προϋποθέτει κάποιο βαθμό οργάνωσης. Όμως αυτό δεν είναι καθόλου απαραίτητο. Τα θύματα του «απατεώνα του Tinder» απλώς του έστελναν τραπεζικές επιταγές, τον απλούστερο τρόπο μεταφοράς χρημάτων στον κόσμο.
Το πλέον εντυπωσιακό -ή και όχι- είναι ότι όταν ο συγκεκριμένος συνελήφθη και μάλιστα στην Αθήνα επιστρέφοντας από τη Μύκονο, το μόνο που είπε είναι «ήθελαν να μου τα δώσουν, δεν τις εξανάγκασε κανείς». Το οποίο εν μέρει είναι αλήθεια. Γι αυτό και δεν καταδικάστηκε ποτέ και συνεχίζει τη δράση του ανενόχλητος, το οποίο είναι βαθιά ενοχλητικό.
Δεν αρκεί να αισθάνεσαι καλύτερα
Ο βασικός λόγος που μας αρέσει να παρακολουθούμε αυτές τις σειρές -αλλιώς δεν θα είχαν τόση επιτυχία και δεν θα έβγαιναν η μία μετά την άλλη- είναι η ικανοποίηση ότι εμείς δεν έχουμε πέσει (ακόμη) θύματα μιας τέτοιας απάτης.
Επειδή κατά βάθος ξέρουμε ότι είμαστε όλοι και περισσότερο όλες εν δυνάμει θύματα. Άρα είναι κάποιου είδους τύχη στην πραγματικότητα ότι δεν έπεσε ένας τέτοιος άνθρωπος στο δρόμο μας.
Και η αλήθεια είναι ότι στο δρόμο μας έχουν πέσει τέτοιοι άνθρωποι και λίγο πολύ όλους και όλες μας έχει κοροϊδέψει κάποιος που ήμασταν πολύ πρόθυμοι/ες να πιστέψουμε, απλώς δεν ήταν αυτού του μεγέθους. Κι αυτό ήταν όντως τύχη.
Τα θύματα δεν είναι κουτοί άνθρωποι, ούτε τους «άξιζε» αυτό που έπαθαν επειδή έπρεπε να ξέρουν καλύτερα. Λίγη ενσυναίσθηση δεν βλάπτει. Εξάλλου αν συνδυάσουμε αυτό το σκεπτικό με τη ραγδαία αύξηση των εξαπατήσεων αυτού του είδους, θα πρέπει να πιστέψουμε ότι ο μισός πληθυσμός της γης είναι βλαμμένος κι ο άλλος μισός απαρτίζεται από απατεώνες.
Το βασικό είναι η κατανόηση των συνθηκών που οδηγούν τους ανθρώπους σε αυτές τις υποθέσεις. Σε έναν κόσμο που επιδιώκει το γρήγορο πλουτισμό, σε έναν κόσμο στον οποίο η μοναξιά τιμωρείται, σε έναν κόσμο στον οποίο οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν γίνει τρομερά πολύπλοκες, δεν αρκεί να κοιτάμε τα θύματα και να αισθανόμαστε εμείς καλύτερα που δεν είμαστε στη θέση τους.
Πρέπει, αντιθέτως, να κατανοήσουμε ότι θα μπορούσαμε πολύ εύκολα να είμαστε και να θωρακιστούμε όσο γίνεται.