Το Squid Game επιστρέφει μαζί με το ερώτημα: Γιατί μας τραβάει τόσο πολύ η ωμή βία ως θέαμα;
Περίσσοτεροι από 100 εκατομμύρια άνθρωποι παρακολούθησαν ευλαβικά το «Παιχνίδι του Καλαμαριού», το περίφημο Squid Game, το οποίο αν υπάρχει κάτι που το χαρακτηρίζει, αυτό είναι η βία.
Ωμή, απρόσμενη, αναίτια κατά βάση. Αυτό που στα αγγλικά λέγεται splater...
Και τώρα, η ακραία βίαιη κορεατική σειρά, επιστρέφει για δεύτερη και τρίτη σεζόν, ο δημιουργός της ανακοίνωσε ήδη ότι είναι σε συζητήσεις με το Netflix, κι αν κάτι είναι βέβαιο είναι ότι θα είναι ακόμη πιο βίαιο, αλλιώς πολύ απλά ο κόσμος δεν θα το δει.
Έχουν γίνει πάρα πολλές έρευνες για τις συνέπειες που έχει η βία επί της οθόνης για όσους τη βλέπουμε. Ναι, μπορεί να μας τραυματίσει, να ξυπνήσει μέσα μας διάφορα triggers, όχι δεν είναι καλό να παρακολουθούμε κάποιον που ξεκοιλιάζει ανθρώπους. Αυτό το ξέρουμε.
Τότε γιατί το παρακολουθούμε και μάλιστα μετά μανίας; Αυτό δεν το ξέρουμε. Ή, τέλος πάντως, όχι ακριβώς.
Ο θάνατος είναι ένα θέμα που πάντα μας απασχολούσε και αφού απασχολούσε εμάς, απασχολούσε και την Τέχνη. Εμείς είμαστε η Τέχνη που δημιουργούμε και η Τέχνη που δημιουργούμε είναι εμείς, ή καλύτερα είναι όσα δεν μπορούμε να πούμε ή να καταλάβουμε αλλιώς.
Όμως, από την εποχή του Μπέργκμαν, όταν ο θάνατος διαπραγματευόταν με τον άνθρωπο εξαιρετικά πολιτισμένα πάνω από μια παρτίδα σκάκι, φαίνεται να πέρασε καιρός. Ίσως όχι τόσος πολύς καιρός με τη γραμμική έννοιά του, αλλά πολύς καιρός με την έννοια του πώς αναπτυχθήκαμε ως πολιτισμένο είδος απέναντι στα βασικά μας ένστικτα.
Κι όμως...
Η αγάπη του κοινού για την ωμή βία δεν είναι κάτι καινούργιο.
Βox Οffice: Από τα λιοντάρια και τις αρένες στον Ταραντίνο
Ο Κώστας Βάρναλης, που εξαιρετικά περιγράφει την αγάπη αυτή, ακόμη κι αν δεν ήταν πρόθεσή του, λέει στο πρόλογο του βιβλίου του «Διχτάτορες», το οποίο πραγματεύεται τους βίους των πιό σιχαμένων από τους Ρωμαίους Αυτοκράτορες:
«Ο αναγνώστης από το ξεσκέπασμα των περασμένων θα μπορεί να ιδεί τα σκεπασμένa τωρινά· κι από τις ιστορικές αναλογίες της τότε κοσμοκρατορίας με τις τώρα στο στάδιο της παρακμής τους θα μπορέσει να νοιώσει ποια είναι η πορεία της ανθρωπότητας και ποιο το χρέος των προοδευτικών ανθρώπων».
Ο Βάρναλης, βέβαια, είχε γράψει το βιβλίο ως αναλογία με το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, όμως οι περιγραφές του πλήθους που απολάμβανε τις σφαγές των Χριστιανών στις αρένες είναι εξίσου σοκαριστικές με τα όσα συνέβαιναν μέσα σε αυτές.
Ο βίαιος θάνατος, το πηχτό αίμα και η βία δεν ξεδιπλώθηκαν ποτέ άλλοτε μπροστά στα μάτια του κοινού τόσο ξεδιάντροπα όσο στα ρωμαϊκά πλήθη. Οι Ρωμαίοι έκαναν ουρά για να μπουν στο Κολοσσαίο και τα πεινασμένα για ανθρώπινη σάρκα λιοντάρια έκαναν τρελό box office.
Τι μας ξεχωρίζει από εκείνους, πέρα από το γεγονός ότι στη δική μας εποχή οι «απολαύσεις» αυτές είναι ιδιωτικές και γίνονται από τον καναπέ μας;
Ο Κουέντιν Ταραντίνο, ο οποίος φημίζεται για τις σπλάτερ σκηνές στα έργα του, σκηνές που συνήθως δεν είναι καθόλου απαραίτητες στην πλοκή, το έχει θέσει εξαιρετικά απλά: «Στις ταινίες, η βία είναι κουλ. Μ΄αρέσει».
«Στις ταινίες, η βία είναι κουλ. Μ΄αρέσει»... (AP Photo)
Πολλοί από μας φαίνεται ότι συμφωνούμε: Μια έρευνα που ανέλυσε τις πιο επιτυχημένες εμπορικά ταινίες έδειξε ότι σε ένα εντυπωσιακό 90% από αυτές, ο βασικός χαρακτήρας εμπλέκεται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο σε κάποιου είδους βία.
Επίσης, οι ταινίες τρόμου κάνουν τρελά «ταμεία» στις συνδρομητικές πλατφόρμες, όπου καθένας μπορεί να δει μια ταινία όσες φορές θέλει.
Σαδιστές, ηθικολόγοι, ή «adrenaline junkies»;
Μερικοί άνθρωποι φαίνεται ότι είναι πιο επιρρεπείς στην απόλαυση της κινηματογραφικής και τηλεοπτικής βίας.
Αναμενόμενα, οι σχετικές έρευνες καταλήγουν ότι αν είσαι άντρας, επιθετικός και με μικρότερη ενσυναίσθηση, οι σκηνές βίας θα σου αρέσουν περισσότερο. Επίσης οι εξωστρεφείς και περιπετειώδεις χαρακτήρες αρέσκονται να παρακολουθούν βίαιες ταινίες, σε αντίθεση με τους ανθρώπους που παρουσιάζουν υψηλό βαθμό μετριοφροσύνης και ενσυναίσθησης, οι οποίοι δηλώνουν ότι δεν τους αρέσουν τέτοιου είδους σκηνές.
Ωραία όλα αυτά, όμως γιατί μπορεί να μας ευχαριστεί κάτι το οποίο όλοι, αν μας ρωτήσουν, θα χαρακτηρίσουμε από δυσάρεστο έως απωθητικό;
Μια θεωρία υποστηρίζει ότι η παρακολούθηση βίας λειτουργεί καθαρτικά και είναι κάποιου είδους εκτόνωση για τα δικά μας βίαια ένστικτα. Παρόλα αυτά έχει καταδειχθεί ότι όταν οι βίαιοι άνθρωποι παρακολουθούν βίαιες σκηνές γίνονται ακόμη πιο βίαιοι.
Οι πιο πρόσφατες έρευνες για το θέμα τείνουν να καταλήξουν ότι μάλλον υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων που αρέσκονται να παρακολουθούν βία, κάθε μια για τους δικούς της λόγους:
Η μια ομάδα είναι οι περίφημοι «adrenaline junkies», οι άνθρωποι που είναι εθισμένοι στην αδρεναλίνη. Και η βία προσφέρει αδρεναλίνη. Κάποιοι από αυτούς μπορεί να είναι απλώς σαδιστές, δηλαδή άνθρωποι που τους αρέσει να βλέπουν άλλους ανθρώπους να υποφέρουν και η χημεία του εγκεφάλου τους είναι ρυθμισμένη σε αυτό.
Μία άλλη ομάδα ανθρώπων αισθάνονται ότι παρακολουθώντας βίαιες σκηνές, μαθαίνουν κάτι. Τι; Πώς να σκληραγωγούνται και να επιβιώνουν. Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, οι άνθρωποι αυτοί θεωρούν ότι η κινηματογραφική και τηλεοπτική βία τούς δίνει τα όπλα για να επιβιώσουν σε έναν κόσμο που είναι έτσι κι αλλιώς σκληρός και βίαιος.
Το «Παιχνίδι του Καλαμαριού» δεν θα ήταν ποτέ αυτό που είναι χωρίς τις απίστευτα βίαιες σκηνές του...
Η τρίτη κατηγορία είναι λίγο κι απ' τα δύο: Η βία τους εξιτάρει και παράλληλα τους διδάσκει πώς να είναι πιο σκληροί οι ίδιοι. Σύμφωνα με μια θεωρία, όμως, το «σκληρός» σε αυτές τις περιπτώσεις δεν διαφέρει πολύ από το ίδιο το «βίαιος»:
Οι άνθρωποι συγκεκριμένου ηλικιακού γκρουπ και φύλλου -νεαροί ενήλικες άντρες- που αρέσκονται στα φιλμ βίας, είναι πιο πιθανό να γίνουν κάποια στιγμή στη ζωή τους βίαιοι και οι ίδιοι. Η συγκεκριμένη θεωρία προκύπτει από έρευνες, όμως τα αποτελέσματα δεν είναι αρκετά ασφαλή ώστε να αποτελέσουν κανόνα.
Μια από αυτές τις έρευνες, κατέδειξε πρόσφατα, πάντως, ότι οι φανατικοί των ταινιών τρόμου και βίας επέδειξαν μεγαλύτερη ψυχολογική αντοχή κατά τη διάρκεια της πανδημίας...
Είναι, όμως, η ίδια η βία που μας αρέσει;
Το 1993 έγινε ένα πείραμα: Μια ομάδα θεατών παρακολούθησε την ταινία «ο Φυγάς», όπως αυτή παίχτηκε στους κινηματογράφους. Μια άλλη ομάδα παρακολούθησε την ταινία μετά από πολύ μοντάζ στο οποίο κόπηκαν όλες οι βίαιες σκηνές.
Παραδόξως και οι δύο ομάδες απόλαυσαν εξίσου την ταινία.
Και άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι το «κόψιμο» από μια ταινία των βίαιων σκηνών της, δεν κάνει το κοινό να την απολαμβάνει λιγότερο. Υπήρξαν μάλιστα και περιπτώσεις κατά τις οποίες η λιγότερο βίαιη εκδοχή άρεσε περισσότερο.
Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Ότι πιθανώς δεν είναι η ίδιες οι σκηνές βίας που αγαπά το κοινό, αλλά η ένταση και το σασπένς που δημιουργείται πριν και γύρω από αυτές.
Και βέβαια υπάρχουν κι άλλες θεωρίες: Όπως αυτή που λέει ότι η βία μάς κάνει να αισθανόμαστε καλύτερα στο τέλος της ταινίας, ΑΝ υπάρχει Happy End.
Ή η άλλη που λέει ότι η βία είναι «το απαγορευμένο φρούτο», δηλαδή απολαμβάνουμε στην οθόνη κάτι που δεν είναι επιτρεπτό στην πραγματικότητα. Τώρα, αν αυτό είναι φυσιολογικό ή όχι, είναι μια άλλη συζήτηση.
Τέλος, υπάρχει και η θεωρία ότι αυτό που απολαμβάνουμε στην πραγματικότητα είναι η τιμωρία και όχι η βία. Κι αυτό εξηγεί γιατί το μεγαλύτερο ποσοστό βίας που βλέπουμε στις οθόνες μας έχει ως θύματα τους κακούς της ιστορίας.
Η πολιτική ιδεολογία της βίας
Σε γενικές γραμμές είναι φανερό ότι θα μπορούσαμε να ζήσουμε και χωρίς τις βίαιες σκηνές, κάτι που δεν φαίνεται να συμμερίζονται οι δημιουργοί περιεχομένου, αλλά και οι εταιρείες παραγωγής.
Υπάρχει, λοιπόν, κάποιο συμφέρον, κάποια πολιτική ιδεολογία, κάποια «πίεση» τελικά πίσω από το γεγονός ότι μας τις σερβίρουν σε τεράστιες ποσότητες;
Ίσως ακούγεται λίγο σαν θεωρία συνωμοσίας, ίσως και όχι. Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ιδιαίτερα σε σχέση με το περιεχόμενο που προέρχεται από τις ΗΠΑ, για παράδειγμα, ή άλλες χώρες όπου η κρατική καταστολή βρίσκεται διαρκώς υπό αμφισβήτηση, η χρήση της βίας στον κινηματογράφο μπορεί να λειτουργεί εξόχως χειριστικά:
Βλέπεις και μαθαίνεις να αποδέχεσαι ποιος είναι ο «κακός», ποιος είναι αυτός στον οποίο δικαιολογείται να ασκούμε βία, ποιος ειναι αυτός που αν δεν τον σκοτώσουμε εμείς, θα μας σκοτώσει αυτός πρώτος.
Επίσης, οι σχετικές έρευνες δείχνουν ότι η κινηματογραφική βία, εκτός από πραγματικά ψεύτικη, είναι και ψεύτικη ως προς την εντύπωση που μας δημιουργεί: Σε περιόδους που το έγκλημα παρουσίαζε ύφεση, ο κόσμος πιστεύει ότι παρουσιάζει αύξηση αν δει πολλές βίαιες ταινίες. Επιπροσθέτως, οι περισσότεροι δεν έχουμε ιδέα για τις πραγματικές συνέπειες της βίας:
Βλέπουμε ανθρώπους να σκοτώνονται στο ξύλο και μετά να σηκώνονται και να περπατάνε σαν να μην συνέβη απολύτως τίποτα, κάτι που φυσικά δεν μπορεί να συμβεί: Το 90% των σκηνών βίας στον κινηματογράφο και την τηλεόραση δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την πραγματικότητα, υποβαθμίζει τις συνέπειές της...
Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Σάμιουελ Χάντινκτον, περίφημος για το βιβλίο του «Η Σύγκρουση των Πολιτισμών», έγραψε κάποτε: «Η Δύση δεν κατέκτησε τον κόσμο με την ανωτερότητα των ιδεών της, αλλά με την ικανότητά της να ασκεί οργανωμένη βία. Η ίδιοι οι δυτικοί συχνά ξεχνούν αυτό το γεγονός. Οι μη-δυτικοί δεν το ξεχνούν ποτέ».
Η κανονικοποίηση της βίας μέσα από τις οθόνες, ίσως θα πρέπει να αρχίσει να μας προβληματίζει. Από την άλλη, βέβαια, είμαστε μεγάλα παιδιά και έχουμε κριτήριο.
Δεν έχουμε;