ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ

Σεξ, ψέματα και πολαρόιντ: Μια αληθινή ιστορία revenge porn γίνεται τηλεοπτική σειρά

Το revenge porn (εκδικητικό πορνό) ήρθε στο προσκήνιο πρόσφατα λόγω της αποκάλυψης για τη δράση του ενός εκ των παρουσιαστών του «Ράδιο Αρβύλα», Στάθη Παναγιωτόπουλου.

Η γενική κατακραυγή ήταν αναμενόμενη με τα δεδομένα της εποχής μας, η οποία προσπαθεί και εν πολλοίς τα καταφέρνει να θέσει νέους κανόνες. Όλοι ξέρουμε, όμως, ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι μέχρι πολύ πρόσφατα και το πορνό εκδίκησης όχι μόνο δεν ήταν απαγορευμένο, αλλά αποτελούσε και επίσημο όπλο σε διάφορες υποθέσεις, όπως διαζυγίων για παράδειγμα.

Μια τέτοια υπόθεση εξετάζει η νέα δραματική σειρά του BBC «A Very British Scandal», (ένα πολύ βρετανικό σκάνδαλο), η οποία μεταφέρει τους θεατές στη δεκαετία του 1960, όταν ένα πολύ δημόσιο, πολύ σκληρό και πολύ άδικο -για τη γυναίκα φυσικά- διαζύγιο έγινε πρωτοσέλιδο και συζητήθηκε όσο τίποτε άλλο στους Βρετανικούς αριστοκρατικούς κύκλους.

Η Μάργκαρετ Κάμπελ, Δούκισσα του Άργκαϊλ, ήταν πάντα γνωστή στους κοσμικούς κύκλους, ακόμη και πριν κάνει το ντεμπούτο της στην υψηλή κοινωνία. Έμεινε στην ιστορία, όμως, για το περίφημο «διαζύγιο του αιώνα», με το οποίο τελείωσε, το 1963, ο γάμος της με το Δούκα του Άργκαϊλ.

Και τελείωσε με ένα αρκετά εντυπωσιακό τρόπο: Ο σύζυγός της είχε κάνει φύλλο και φτερό τα πράγματά της και είχε βρει σε αυτά κάποιες πολαρόιντ που την απεικόνιζαν γυμνή -εκτός από τα μαργαριτάρια της που δεν αποχωριζόταν ποτέ- να κάνει με έναν άγνωστο άντρα αυτό που ο δικαστής αποκάλεσε «μια σιχαμένη μορφή σεξουαλικής πράξης».

Για την ιστορία να πούμε ότι «η σιχαμένη μορφή σεξουαλικής πράξης» ήταν απλώς στοματικό σεξ...

Το διαζύγιο συγκλόνισε τη Βρετανία της δεκαετίας του '60 και ανέδειξε το χάσμα ανάμεσα σε μια κοινωνία απόλυτα παλιακή και συντηρητική και εκείνη που ερχόταν. Η σειρά «A Very British Scandal», με πρωταγωνιστές την Κλερ Φόι και τον Πολ Μπέτανι επιχειρεί κάτι αρκετά δύσκολο: να αφηγηθεί την ιστορία μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής του μεν, αλλά με μια πιο σύγχρονη ματιά δε· να συνδυάσει δηλαδή και τους δύο τρόπους με τους οποίους παίχτηκε μόλις 55 χρόνια νωρίτερα, το συγκεκριμένο δράμα.

Κόρη ενός αυτοδημιούργητου Σκοτσέζου εκατομμυριούχου και μεγαλωμένη στη Νέα Υόρκη, η Μάργκαρετ Γουίγκαμ ήταν ένα πολύ προνομιούχο, αλλά συναισθηματικά ανασφαλές κορίτσι. Κάτι που ήταν ξεκάθαρο από τον τρόπο που σχετιζόταν.

Ένας αταίριαστος γάμος με ταιριαστή κατάληξη

Στα 19 της είχε ήδη κάνει τέσσερις αρραβώνες, με τον πρίγκιπα Αλί Χαν, με τον κόμη του Γουόργουικ, με το γιο του μεγιστάνα των ΜΜΕ Λόρδο Μπίβερμπρουκ, αλλά και με έναν παντρεμένο άντρα, τον εκατομμυριούχο Γκλεν Κίντστον.

Όπως η ίδια εξομολογήθηκε αργότερα, είχε επίσης στο ενεργητικό της μια εγκυμοσύνη από το διάσημο ηθοποιό Ντέιβιντ Νίβεν και είχε κάνει παράνομη έκτρωση. Το 1933, στα 20 της χρόνια, παντρεύτηκε τον Αμερικανό επιχειρηματία Τσαρλς Σουίνι. Μετά από 13 χρόνια, δύο παιδιά και οκτώ αποβολές, οι δύο τους πήραν διαζύγιο το 1947, σχετικά φιλικά.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, η Μάργκαρετ παντρεύτηκε τον 11ο Δούκα του Άργκαϊλ και ο γάμος δεν ήταν καθόλου φιλικός εξαρχής. Ο Ίαν Κάμπελ ήταν ηγέτης της οικογένειάς του (κλαν Άργκαιλ), τεράστια κοινωνική ευθύνη στη Σκοτία και είχε επάνω του ένα σωρό ακόμη τίτλους.

Πέρα από αυτό, υπέφερε από μετατραυματική διαταραχή, καθώς δεν ξεπέρασε ποτέ το διάστημα που κρατήθηκε ως αιχμάλωτος στη γερμανία κατά τη διάρκεια του πολέμου, έπινε, έπαιζε και ήταν εθισμένος σε ηρεμιστικά.

Οι δύο προηγούμενες σύζυγοί του έκαναν λόγο για φυσική και ψυχολογική βία εκ μέρους του και την απόλυτη εμμονή του να χρησιμοποιεί όλα του τα χρήματα για τη συντήρηση και διατήρηση της οικογενειακής του έδρας, του κάστρου Ίνβεράρι. Ο συγγραφέας Νόρμαν Μέιλερ, ο οποίος παντρεύτηκε μια από τις κόρες του Άργκαιλ, τον περιέγραψε ως «έναν από τους πιο ψυχρούς και κακούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει ποτέ».

Πώς βλέπει η κοινωνία τις γυναίκες

Πολύ σύντομα ο γάμος αυτός οδηγήθηκε στην απόλυτη αποξένωση και για ένα διάστημα πέντε ετών οι Άργκαϊλ ζούσαν στα χαρακώματα:

Έκαναν απανωτές μηνύσεις ο ένας στον άλλον, με απίθανους ισχυρισμούς, όπως αυτόν της Μάργκαρετ ότι ο σύζυγός της διατηρούσε δεσμό με τη μητριά της. Εκείνος της έκανε ασφαλιστικά μέτρα ώστε να την κρατήσει μακριά από το Κάστρο του και βέβαια, έψαξε τα προσωπικά της αντικείμενα. Κι εκεί ήταν που βρήκε τις επίμαχες πολαρόιντ.

Οι φωτογραφίες έδειχναν, όπως είπαμε, τη Μάργκαρετ να κάνει στοματικό σεξ σε έναν «ακέφαλο» άντρα, όπως ονομάστηκε αυτός από τα ΜΜΕ της εποχής. Παρά το τεράστιο ενδιαφέρον του κοινού να μάθει ποιος ήταν αυτός, η Μάργκαρετ αρνήθηκε μέχρι τέλους να τον κατονομάσει.

Εκείνη την εποχή η Μάργκαρετ ήταν πολύ δραστήρια στον ερωτικό τομέα και ήδη ήταν γνωστό ότι διατηρούσε σχέσεις με διάφορους άντρες. Ανάμεσά τους ο Αμερικανός ηθοποιός Ντάγκλας Φέρμπανκς τζούνιορ, ο γαμπρός του Ουίνστον Τσόρτσιλ, ένας Γερμανός διπλωμάτης και ο υπουργός Άμυνας της Βρετανίας, Ντάνκαν Σάντις.

Στη δίκη ο σύζυγός της την κατηγόρησε ότι διατηρούσε ταυτόχρονα σχέσεις με 88 άντρες τους οποίους και κατονόμασε. Παρά το γεγονός ότι η Μάργκαρετ δεν ήξερε καν αρκετούς από αυτούς, ο δικαστής ήταν παραπάνω από πρόθυμος να πιστέψει τους ισχυρισμούς του Δούκα. «Η Δούκισσα είναι μια γυναίκα που έχει πάψει να ικανοποιείται σεξουαλικά με “φυσιολογικές” σχέσεις», είπε από την έδρα.

Ανάμεσα στα άλλα που ακούστηκαν στο δικαστήριο ήταν και ότι ένα ατύχημα που είχε η Μάργκαρετ δύο δεκαετίες νωρίτερα, όταν έπεσε στο φρεάτιο ενός ασανσέρ, την μετέτρεψε σε νυμφομανή. Προς τιμήν της, η Μάργκαρετ παρέμεινε σιωπηλή απέναντι σε όλα αυτά και παρά το γεγονός ότι κάποιοι από τους άντρες που κατονόμασε ο σύζυγός της ήταν ομοφυλόφιλοι, εκείνη δεν το είπε καθώς η ομοφυλοφιλία ήταν τότε ακόμη παράνομη στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Όλα αυτά φυσικά δεν ήταν παρά αντανάκλαση του πώς το βρετανικό κατεστημένο ήθελε να αντιμετωπίζει τις γυναίκες, τη σεξουαλικότητα των ανθρώπων και τις μεταξύ τους σχέσεις.

Μία χρονιά γεμάτη σκάνδαλα

Το 1963 ήταν μια πολύ ιδιαίτερη χρονιά για τη Μεγάλη Βρετανία: Τρία σκάνδαλα μεγατόνων έσκασαν όλα μαζί: Το σκάνδαλο Βάσαλ, το σκάνδαλο Προφιούμο και το σκάνδαλο Άργκαϊλ.

Ο Τζον Βάσαλ ήταν ένας υπάλληλος της Βρετανικής πρεσβείας στη Μόσχα ο οποίος εκβιαζόταν από την KGB, καθώς οι σοβιετικοί πράκτορες είχαν στα χέρια τους του φωτογραφίες του στο κρεβάτι με τρεις άντρες. Για αρκετά χρόνια διέρρεε μυστικά της Μ. Βρετανίας στην ΕΣΣΔ, έως ότου συνελήφθη τον Οκτώβριο του 1962.

Την άνοιξη του 1963 αποκαλύφθηκε το διασημότερο όλων, το σκάνδαλο Προφιούμο. Ο υπουργός Πολέμου της Μ. Βρετανίας Τζον Προφιούμο είχε γνωρίσει το κολ γκερλ Κριστίν Κίλερ σε ένα πάρτι και αμέσως έγιναν εραστές. Η Κίλερ είχε ταυτόχρονα σχέση με τον ναυτικό ακόλουθο στην πρεσβεία της ΕΣΣΔ στηο Λονδίνο, Ευγένιο Ιβάνοφ. Όλοι ξέρουν ότι το «ναυτικός ακόλουθος» εκείνη την εποχή σήμαινε απλώς κατάσκοπος. Οι σκηνές που περιγράφηκαν όταν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο ήταν τραγελαφικές: Ο Πριφιούμο έμπαινε στο σπίτι της Κίλερ από την μπροστινή πόρτα και ο Ιβάνοφ έβγαινε από την πίσω. Η κυβέρνηση Μακμίλαν είχε γίνει ρεντίκολο.

Το κατεστημένο προσπαθούσε με κάθε τρόπο να κλείσει το στόμα του Τύπου, με συλλήψεις δημοσιογράφων και απειλές. Ο Τύπος, όμως, έκανε πάρτι: Σεξ, πολιτική και σκάνδαλα, τι καλύτερο;

Και κάπου εκεί μπαίνει στο προσκήνιο και το διαζύγιο των Άργκαϊλ, καθώς ένας από τους υποτιθέμενους 88 εραστές της Δούκισσας ήταν όπως προείπαμε ο υπουργός Άμυνας της χώρας.

Η Μάργκαρετ, σε τηλεοπτική της εμφάνιση το 1988

Η βρετανική κοινωνία βρισκόταν μετέωρη ανάμεσα σε απανωτές αποκαλύψεις, την προσπάθεια του συστήματος να συγκαλύψει και να τιμωρήσει αλλά και να συντηρήσει το στάτους κβο και τα νέα ήθη με το σεξ να πρωταγωνιστεί ως έγκλημα αλλά και ως απενοχοποιημένη πρακτική ταυτόχρονα.

Η απόφαση του δικαστή Λόρδου Γουίτλεϊ, στην υπόθεση του διαζυγίου των Άργκαϊλ ήταν καταπέλτης και εκτεινόταν σε 50.000 λέξεις. Τόσες χρειάστηκε για να περιγράψει την Μάργκαρετ ως μια «εντελώς ανήθικη γυναίκα» και να πει ότι «η αντιμετώπισή της απέναντι στο θέμα του γάμου είναι αυτό που οι “μοντέρνοι” αποκαλούν φωτισμένη».

Η τελευταία αυτή πρόταση τα έλεγε όλα.

Δεν ήταν βέβαια λίγες οι γυναίκες εκείνη την εποχή που εξέφρασαν τη συμπαράστασή τους στη Μάργκαρετ, αναγνωρίζοντάς την ως εξιλαστήριο θύμα του συστήματος. Η Μάργκαρετ δεν συνήλθε ποτέ από το στίγμα της δίκης και πέθανε τη δεκαετία του '90 μόνη και χωρίς να προχωρήσει ποτέ στην προσωπική της ζωή.

Η ιστορικός Σάρα Φελπς, η οποία υπογράφει το σενάριο στην τηλεοπτική σειρά «A Very British Scandal» έχει την άποψη ότι η Μάργκαρετ «τιμωρήθηκε επειδή ήταν γυναίκα, επειδή ήταν ορατή και επειδή αρνήθηκε να παίξει το ρόλο του καλού κοριτσιού».

Αν δούμε την υπόθεση με τα σημερινά δεδομένα, η Δούκισσα του Άργκαϊλ κακοποιήθηκε από έναν πολύ σκληρό σύζυγο, ο οποίος παραβίασε τα προσωπικά της δεδομένα και εξέθεσε προσωπικές της στιγμές σε κοινή θέα μόνο και μόνο για να την εκδικηθεί. Κανένα δικαστήριο στον πολιτισμένο κόσμο δεν θα επέτρεπε σήμερα να εκτεθούν τέτοιες φωτογραφίες ως πειστήρια.

Τουναντίον, ο σύζυγος που τις είχε στην κατοχή του, πιθανότατα θα διώκετο.

Κανένα δικαστήριο δεν θα επέτρεπε να γίνει κοινό θέαμα η σεξουαλική δραστηριότητα μιας γυναίκας, πολλώ δε μάλλον δεν θα την έκρινε γι αυτήν.

Το «A Very British Scandal» δεν είναι μια φεμινιστική σειρά, όπως λέει η ίδια η δημιουργός της. Είναι πέρα από το φεμινισμό. Είναι μια σειρά για όσα θεωρούμε αυτονόητα, αλλά δεν ήταν -και εν μέρει δεν είναι ακόμη- απαραίτητα τέτοια.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης