Waterboys: Μια διαφορετική συναυλία
Η χθεσινή συναυλία των Waterboys στο Πειραιώς 117 πιθανότατα θα συζητηθεί περισσότερο επειδή ήταν η πρώτη ολοκληρωτικά αντικαπνιστική στην Ελλάδα. Πριν από λίγο καιρό θα φαινόταν αδιανόητο ότι μπορεί να απαγορευτεί το κάπνισμα σε συναυλίες. Αν δεν καπνίζετε δεν μπορείτε ενδεχομένως να καταλάβετε ότι δεν είναι απλό για τους καπνιστές. Κι όμως, χτες κανείς δεν έδωσε σημασία και δεν διαμαρτυρήθηκε. Κεντρικό θέμα στη συναυλία, εξάλλου δεν ήταν το αν και τι καπνίζει κανείς, αλλά η μουσική. Το rock ‘n’ roll πιο συγκεκριμένα.
Ο Μάικ Σκοτ είναι φέτος 60. Και οι Waterboys, περασμένα 35. Αν για κάποιους αυτό αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα στο να πάνε να τους δουν από κοντά, κακώς. Το κοινό, πάντως, ήταν σε όλο το ηλικιακό φάσμα και έδειξε να αποζημιώνεται πλήρως για τη βροχή που έφαγε πηγαίνοντας στη συναυλία. Όπως και από το γεγονός ότι δεν μπορούσε να καπνίσει μέσα στον (κλειστό) χώρο. Κάποιοι το σχολίαζαν. Ακουστηκαν μερικά «ωχ», κάποιοι έμειναν έξω ως την τελευταία στιγμή, καπνίζοντας στη βροχή. Κάποιοι άλλοι έμειναν κοντά στην είσοδο/έξοδο, προφανώς για να βγουν κάποια στιγμή να καπνίσουν. Όλα αυτά έλαβαν τέλος μόλις ξεκίνησε το event, στις 21:30 ακριβώς, δεύτερη πρωτοτυπία για συναυλία στην Ελλάδα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, εγώ τουλάχιστον δεν άκουσα κανέναν να διαμαρτύρεται για το τσιγάρο. Ούτε είδα κάποιον να βγαίνει να καπνίσει.
Επτά μουσικοί επί σκηνής, πέντε άντρες και δύο γυναίκες, έπαιξαν για περίπου δύο ώρες παλιότερα και καινούργια τους τραγούδια, ξεφεύγοντας κάποιες φορές από το setlist και «διαβάζοντας» τις διαθέσεις του κοινού.
Πολύ επικοινωνιακός ο ίδιος ο Σκοτ και ασταμάτητος πάνω στη σκηνή, κατάφερε παρόλα αυτά να αναδείξει στο μέγιστο τις καταπληκτικές μουσικές ικανότητες των συνεργατών του, δίνοντάς τους χώρο και χρόνο.
«Σεβασμός» είναι μάλλον η λέξη που σου μένει μετά τη συναυλία των Waterboys. Στη μουσική, στις καταβολές τους, στο είδος που υπηρετούν, στο πάντρεμα της φολκ με το rock ‘n’ roll, σε καλλιτέχνες που γι’ αυτούς αποτέλεσαν έμπνευση και φυσικά στο κοινό.
Ο Brother Paul Brown στα κίμπορντ έπαιξε τα σόλα του, ο Steve Wickham έμεινε μόνος στη σκηνή με τον Σκοτ για να παίξουν μια πολύ ιδιαίτερη εκδοχή του Pan Within και ο ντράμερ Ralph Salmins έπαιξε στα τύμπανα μόνος του ένα κομμάτι στη μνήμη του τεράστιου Ginger Baker των Cream, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή.
Ο ίδιος ο Σκοτ σε κάθε κομμάτι άλλαζε όργανο, από ηλεκτρική κιθάρα σε ακουστική και μετά πιάνο, ενώ τραγούδησε πολύ καλά, κάνοντας αστεία με το κοινό και κρατώντας το καλύτερο για το τέλος.
Όταν οι Waterboys έφυγαν από τη σκηνή, είχαν παίξει τα πάντα, κλείνοντας με το Whole of The Moon και κάνοντας τους πάντες να αναρωτιούνται τι είχε μείνει για το encore.
Ο Σκοτ επανήλθε στη σκηνή, λέγοντας πόσο χάλια δεκαετία ήταν τα 80s. «Γι’ αυτό και αναγκάστηκα να εφεύρω τα δικά μου 80s», είπε, προσθέτοντας ότι υπήρξαν και μερικές καταπληκτικές στιγμές στη δεκαετία από την οποία ξεκίνησε μουσικά και ο ίδιος. «Μια τέτοια στιγμή είναι το τραγούδι που θα παίξουμε τώρα», είπε, «το οποίο είναι ενός άλλου καλλιτέχνη», τον οποίο και δεν κατονόμασε.
Μέρος του σεβασμού στη μουσική γενικότερα κι αυτό και της έλλειψης συμπλεγμάτων. Πόσο συχνά ένα συγκρότημα τέτοιου βεληνεκούς κλείνει τη συναυλία του με ένα τραγούδι άλλου καλλιτέχνη;
Ακόμα κι αν αυτό είναι το Purple Rain του Πρινς, το οποίο ο Σκοτ και το γκρουπ ερμήνευσαν υπέροχα και συγκινητικά, αφήνοντας την καλύτερη δυνατή επίγευση στον κόσμο που τους παρακολούθησε.
Οι Waterboys θα παίξουν για το Αθηναϊκό κοινό κι απόψε, Παρασκευή 22 Νοεμβρίου, στο Πειραιώς 117, στις 21:30.