Λυκάνθρωπος: αναζητώντας την αλήθεια πίσω από το μύθο
Από πάντα οι θρύλοι γύρω από την ύπαρξη λυκανθρώπων έχουν αποτελέσει μέρος της μυθολογίας πολλών πολιτισμών σ' ολόκληρο τον κόσμο. Δεν θα ήταν παράλογο να πει κανείς ότι οι ιστορίες με τους λυκανθρώπους ενδεχομένως να ξεκίνησαν από τότε που οι πρόγονοί μας ζούσαν σε μικρές κοινωνίες και συνωστίζονταν γύρω από φωτιές, ελπίζοντας να ξορκίσουν τα κακά πλάσματα που θα μπορούσαν να εμφανιστούν τη νύχτα.
Στην πραγματικότητα, όμως, οι λύκοι σπάνια επιτίθενται σε ανθρώπους, κάτι που οφείλεται εν μέρει στον μικρότερο πληθυσμό τους, αλλά και επειδή γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι δε θα έπρεπε να τα βάζουν με τους ανθρώπους, γράφει η Kathy Padden στο Today I Found Out.
Μία από τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες για λυκάνθρωπο έρχεται από τον Ηρόδοτο το 440 π.Χ., ο οποίος περιγράφει μια φυλή ανθρώπων στη Σκυθία, που κάθε χρόνο μεταμορφώνονταν σε λύκους. Περίπου 500 χρόνια μετά, ο Οβίδιος αναφέρεται στην ιστορία του βασιλιά Λυκάονα. Σύμφωνα με αυτή, όταν ο Δίας αποφάσισε να επισκεφτεί το βασιλιά εκείνος δεν πίστεψε ούτε για μια στιγμή ότι επισκέπτης του ήταν ο θεός και αποφάσισε να τον ταΐσει ανθρώπινο κρέας. Αν ήταν θεός θα μπορούσε να καταλάβει την απάτη.
"Ο Λυκάων αναφέρεται ως ικανότατος, ευσεβής και δίκαιος βασιλιάς, ενώ οι γιοί του ως επώνυμοι ήρωες και ιδρυτές πόλεων. Ωστόσο, αυτός και οι γιοι του ασέβησαν προς τον Δία όταν τους επισκέφθηκε, δίνοντάς του να φάει ανθρώπινο κρέας για να διαπιστώσουν την παντογνωσία του. Ο θεός έσπρωξε μακριά του το πιάτο με αηδία και είτε σκότωσε τον βασιλιά και τους γιους του με τον κεραυνό του, είτε τους μεταμόρφωσε σε λύκους (Απολλόδωρος ΙΙΙ 8, Οβιδίου Μεταμορφώσεις I 198).
Κάποιοι φθάνουν να πουν ότι ο Λυκάων έσφαξε και προσέφερε τον ίδιο τον γιο του, τον Νύκτιμο (Κλήμης Αλεξανδρείας: Προτρεπτικός ΙΙ 36, Νόννος: Διονυσ. XVIII 20, Αρνόβιος IV 24). Αλλά σύμφωνα με αντίθετη εκδοχή ο Νύκτιμος ήταν ο μόνος γιος που επέζησε και διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο.
Κατά την παραλλαγή του Παυσανία (VIII 2), ο Λυκάων θυσίασε ένα βρέφος στον Δία επί του βωμού στο Λύκαιο όρος, και αμέσως μετά μεταμορφώθηκε σε λύκο. Αυτό συνδέεται με τον θρύλο ότι ένας άνθρωπος γινόταν λύκος κάθε χρόνο στην ετήσια θυσία προς τον Λύκαιο Δία, αλλά ξαναγινόταν άνθρωπος αν δεν έτρωγε ανθρώπινη σάρκα επί δέκα χρόνια" αναφέρει η Wikipedia.
Με την Ευρώπη και την Ασία να αναπαράγει μύθους οι ιστορίες με λυκανθρώπους άρχισαν να πληθαίνουν με ένα κοινό σημείο. Σε όλες τις αφηγήσεις οι λυκάνθρωποι ήταν έτοιμοι να κατασπαράξουν τον κοινό θνητό.
Πέρα από αυτά, οι λυκάνθρωποι μπορούσαν να είναι οποιουδήποτε φύλου, ενώ ορισμένοι θρύλοι υποστηρίζουν ότι ένας λυκάνθρωπος έπρεπε να έχει πραγματικό δέρμα λύκου για γίνει η μεταμόρφωση, ενώ άλλοι διαβεβαιώνουν ότι αρκούσε το δέρμα ενός κρεμασμένου για να πετύχει το κόλπο. Ωστόσο η σύνδεση των λυκανθρώπων με την πανσέληνο προέκυψε αρκετά αργότερα.
Με τα "περιστατικά" των λυκανθρώπων να πληθαίνουν πολλές υποτιθέμενες "θεραπείες" άρχισαν να ψιθυρίζονται από στόμα σε στόμα. Καθώς ο χριστιανισμός άρχισε να εκτοπίζει τα παγανιστικά τελετουργικά, οι λυκάνθρωποι συνδέθηκαν με το Σατανά. Παρ' όλα αυτά οι αναφορές για επιθέσεις λυκανθρώπων παρέμειναν "ζωντανές" και κατά την Αναγέννηση, οπότε και απαντάται μία από τις πιο διάσημες ιστορίες για λυκανθρώπους.
Ο λυκάνθρωπος του Μπέντμπεργκ
Ένας άντρας με το όνομα Πίτερ Σταμπ, ο οποίος έμενε στη βορειοδυτική Γερμανία, κατηγορήθηκε για την έξαρση των επιθέσεων λύκων στους κατοίκους της μικρής πόλης Μπέντμπεργκ το 1589. "Ένας λύκος κατασπάραζε ανθρώπους και κανείς δεν ήταν ασφαλής" αφηγούνται οι μύθοι. Μια γενναία ομάδα κυνηγών θέλησε να τον καταδιώξει. Όταν τον βρήκαν μπροστά τους ο άντρας που δολοφονούσε ακόμη ένα θύμα άρχισε να μεταμορφώνεται σε λυκάνθρωπο για να τους τρομάξει και να τους επιτεθεί. Οι κυνηγοί τον αιχμαλώτισαν και τον έφεραν μπροστά στη δικαιοσύνη.
Η ιστορία που αφηγήθηκε ο λυκάνθρωπος του Μπέντμπεργκ κυκλοφόρησε σε 16σελιδα βιβλιαράκια, που πέρασαν τα σύνορα της Γερμανίας και έγιναν δημοφιλή ακόμα και στη Βρετανία. Τίτλος της "Η καταραμένη ζωή και ο θάνατος του Πίτερ Σταμπ".
Όπως περιγράφει ο μύθος, ο Σταμπ είπε ότι στην ηλικία των 12 ετών, έκανε τελετές μαύρης μαγείας και κάλεσε τον διάβολο, ο οποίος του προσέφερε μία μαγική ζώνη που του επέτρεπε να μεταμορφώνεται σε "λυσσασμένο λύκο, δυνατό και άγριο, με μεγάλα μάτια που μοιάζουν με φωτιές μες στη νύχτα".
Αφού τον έβαλαν στον τροχό των βασανιστηρίων ο Σταμπ παραδέχτηκε ότι είχε κάνει μια συμφωνία με το διάβολο και ομολόγησε τα εγκλήματα της δολοφονίας, του κανιβαλισμού και βιασμού. Ισχυρίστηκε ότι είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος των δύο προηγούμενων δεκαετιών σκοτώνοντας παιδιά (συμπεριλαμβανομένου του γιου του) και ζώα, στη συνέχεια τα έτρωγε, ενώ είχε βιάσει κατ 'επανάληψη την αδελφή και την κόρη του. Εκτός από αυτά, είπε ακόμη ότι είχε δολοφονήσει έγκυες γυναίκες και είχε φάει τα έμβρυά τους.
Έλεγε ακόμη ότι χάρη στις δυνάμεις που του είχε δώσει ο Διάβολος, μπορούσε να μεταμορφωθεί σε "ένα άπληστο, ισχυρό, δυνατό λύκο με μεγάλα μάτια, που το βράδυ άστραφταν φωτιά, μεγάλο στόμα με κοφτερά δόντια, τεράστιο σώμα και ισχυρά πόδια".
Το κατά πόσο διέπραξε όντως τα εγκλήματα στα οποία αναφέρθηκε, ή αν αυτά ήταν αποτέλεσμα "ομολογίας" εξαιτίας των βασανιστηρίων στα οποία υποβλήθηκε, είναι άγνωστο. Πάντως η τιμωρία που του επιβλήθηκε ήταν πολύ σκληρή: τα μέλη της κοινότητάς του αφαίρεσαν το δέρμα του με καυτές τανάλιες. Στη συνέχεια έκοψαν τα χέρια και τα πόδια του και τον αποκεφάλισαν.
Για παν ενδεχόμενο εκτελέστηκαν και η κόρη και η ερωμένη του με βίαιο τρόπο, ενώ τα πτώματά τους ρίχτηκαν στη φωτιά. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι οι ιστορίες των λυκανθρώπων προέκυψαν ως μια ανάγκη να εξηγηθούν οι πράξεις των κατά συρροή δολοφόνων, καθώς ήταν πιο εύκολο να πιστέψει κανείς ότι ένα ζώο –ή ένα τέρας- θα μπορούσε να διαπράξει τόσο φριχτά εγκλήματα.
Το 1521 οι Pierre Burgot και Michel Verdun εκτελέστηκαν ως "λυκάνθρωποι", ενώ στην πραγματικότητα ήταν ένα ζευγάρι κατά συρροή δολοφόνων οι οποίοι είχαν "ενώσει τις δυνάμεις τους" προσθέτει ακόμη το δημοσίευμα.
Οι θρύλοι των λυκανθρώπων εξακολουθούν να παραμένουν ζωντανοί μέχρι και τις μέρες μας, παρότι στη σύγχρονη μυθολογία τείνουν περισσότερο να εμφανίζονται ως ενδοσκοπικοί αντι-ήρωες, οι οποίοι μάχονται διαρκώς με το σκοτάδι και την ατίθαση πλευρά τους.
Οι ιστορικοί στη συνέχεια αθώωσαν τον Σταμπ που μοιάζει να ήταν ακόμη ένα θύμα της αντι-προτεσταντικής προπαγάνδας της εποχής. Άλλωστε η πόλη του, το προτεσταντικό Μπέντμπεργκ, είχε καταληφθεί από καθολικούς άρχοντες που αναζητούσαν κάποιον για να τρομοκρατήσουν τους κατοίκους και να τους χειριστούν.