Γκορίτσας - Χούρσογλου: Δύο από τους πιο διακεκριμένους σκηνοθέτες της Ελλάδας θυμούνται
Οι σκηνοθέτες Σωτήρης Γκορίτσας και Περικλής Χούρσογλου μιλάνε στο CNN Greece για τις πρώτες τους ταινίες. Μια συνομιλία με δύο από τους πιο γνήσιους αφηγητές του ελληνικού σινεμά με αφορμή την συμμετοχή τους στο φεστιβάλ κινηματογράφου Spicy Indie International Film Festival.
Δύο σκηνοθέτες που, μέσα από διαφορετικές πορείες, έχουν συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωση μιας αυθεντικής κινηματογραφικής γλώσσας στην Ελλάδα.
Ο Σωτήρης Γκορίτσας, με το διεισδυτικό του βλέμμα σε κοινωνικά και ανθρώπινα θέματα, και ο Περικλής Χούρσογλου, με την αφοπλιστική απλότητα και ευαισθησία στις ιστορίες του, έχουν κερδίσει τη δική τους θέση στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά.
Ρωτήσαμε τον Σωτήρη Γκορίτσα τι συμβουλή θα έδινε σε έναν νέο σκηνοθέτη σήμερα και μας απάντησε:
«Να παλέψει την ταινία του με όσες δυνάμεις έχει αλλά συγχρόνως να κοιτάξει και να το ευχαριστηθεί όσο μπορεί. Είναι πολύ σύντομος ο δρόμος μπροστά του. Θα το καταλάβει αργότερα.»
Σε μια εποχή που η κινηματογραφική βιομηχανία καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε εμπορικές απαιτήσεις και καλλιτεχνικές ανησυχίες, οι δυο δημιουργοί παραμένουν αφοσιωμένοι στο να αφηγούνται ιστορίες που αναδεικνύουν την καθημερινότητα, τις ανθρώπινες σχέσεις και τις αλήθειες που συχνά κρύβονται στα πιο μικρά και ανεπαίσθητα.
Ο Περικλής Χούρσογλου απάντησε με εξαιρετική αγάπη στην ερώτησή μας για το πως βλέπει το ελληνικό σινεμά σήμερα:
«Το βλέπω πολύ αισιόδοξα. Πιστεύω πως τα 3 τελευταία χρόνια έχουν παρουσιαστεί ωραίες ταινίες. Επίσης οι μικρού μήκους! Οι Ελληνικές μικρού μήκους διακρίνονται και διακρίνονται σε σημαντικά φεστιβάλ στο εξωτερικό.»
Στη συνέντευξη που ακολουθεί, οι Γκορίτσας και Χούρσογλου μιλούν για τις επιρροές τους, τη σχέση τους με τον θεατή και την τέχνη, αλλά και για τη θέση του ελληνικού σινεμά στη σημερινή εποχή. Δύο σκηνοθέτες, δύο οπτικές, και μια κοινή αγάπη για τον κινηματογράφο ως μέσο έκφρασης και διαλόγου.
Ακολουθούν ολόκληρες οι συνεντεύξεις με τον Σωτήρη Γκορίτσα και το Περικλή Χούρσογλου:
Σωτήρης Γκορίτσας
Η ταινία «Δέσποινα» έχει αφήσει εποχή από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε το 1990. Τώρα είναι μία αφορμή ένα φεστιβάλ για να την ξαναδούμε. Τι αναμνήσεις έχετε από τα γυρίσματα τότε και πόσο διαμόρφωσε αυτή η ταινία την καριέρα σας ως σκηνοθέτη;
Σωτήρης Γκορίτσας: Έχοντας κάνει τις σπουδαστικές ταινίες μου στην Αγγλία ήξερα πόσο δύσκολο είναι να αφηγηθείς σωστά μια ιστορία που να ενδιαφέρει και κάποιον άλλο εκτός από εσένα και τους φίλους σου. Αυτό το «απλό», έτσι το νόμιζα τότε, ήταν ο στόχος μου στην πρώτη μου ταινία. Όπως και στις επόμενες. Ήταν συγχρόνως ένα στοίχημα με τον εαυτό μου να καταλάβω αν είμαι σκηνοθέτης ή όχι. Διότι ναι μεν «Στην Ελλάδα είσαι ότι δηλώσεις» και εκατοντάδες δηλώνουν σκηνοθέτες, αλλά το τι είσαι και τι όχι το ξέρεις μόνο εσύ, μέσα σου. Εμένα μου πήρε τρεις ταινίες και μια δεκαετία για να απαντήσω στην ερώτηση «Επάγγελμα;» «Σκηνοθέτης». Τα γυρίσματα ήταν μια συνεχής ταλαιπωρία καθώς η ιστορία εκτυλισσόταν στη Θράκη αλλά λόγω του ισχνού budjet που δεν επέτρεπε να πάμε εκτός έδρας έπρεπε να γυριστεί στην Αττική! Όποιος ξέρει τι σημαίνει αυτό πρακτικά και αισθητικά, με καταλαβαίνει. Τελικά φαίνεται τα κατάφερα καθώς η «Δέσποινα» παρά την αντιεμπορική διάρκεια των 55’ λεπτών πήρε το πρώτο βραβείο στη Θεσσαλονίκη, οι κριτικές ήταν έως και υπερβολικά θετικές, βρήκε ακόμα και διανομή και παίχτηκε σε αίθουσα και το κυριότερο άρεσε και σε αρκετούς άλλους πλην των φίλων μου.
Τι ήταν εκείνο που σας πρωτοτράβηξε στο σινεμά; Η πρώτη σπίθα...
Σωτήρης Γκορίτσας: Η πρώτη σπίθα πρέπει να ήταν πιτσιρικάς στους δυο θερινούς κινηματογράφους της Βούλας, τον «Πλανήτη» και τη «Βιολέτα», Θεός σχωρές τους. Κατόπιν στους δυο χειμερινούς της Αθήνας το «Στούντιο» και την «Αλκυονίδα» στους οποίους είδα τη «Ρόμα» και το «Άμαρκορντ» του Φελίνι και έμεινα άφωνος. Στη συνέχεια ήρθε ο τρόπος των Άγγλων να κάνουν σινεμά ο οποίος με απελευθέρωσε από τον Γαλλικό τρόπο που κυριαρχούσε στην καλλιτεχνική Ελλάδα της εποχής, το ότι δηλαδή για να κάνεις μια ταινία είναι απαραίτητο να είσαι ένας συνδυασμός φιλόσοφου, κοινωνιολόγου, ψυχαναλυτή, επαναστάτη και ποιητή. Το ότι δηλαδή στην Αγγλία κατάλαβα ότι σκηνοθέτης «είναι μια δουλειά». Κάτι απείρως δυσκολότερο από όλα τα παραπάνω.
Πως βλέπετε σήμερα το Ελληνικό σινεμά; Έχει εξελιχθεί; Είναι καλύτερα σήμερα τα πράγματα για τους έλληνες σκηνοθέτες;
Σωτήρης Γκορίτσας: Μετά από τόσα χρόνια γνωρίζοντας πια πρόσωπα και πράγματα στο «χώρο» που λέτε και εσείς, ομολογώ ότι δεν το παρακολουθώ συστηματικά. Είναι λίγοι εκείνοι που με ενδιαφέρει να δω την δουλειά τους. Αυτούς παρακολουθώ. Την καθημερινότητα του ελληνικού σινεμά, όχι. Δεν νομίζω όμως ότι ουσιαστικά έχουν αλλάξει πολλά. Η ίδια οικονομική στενότητα υπάρχει, οι κρίσεις των σεναρίων από όχι τους πλέον κατάλληλους, οι ξαφνικές ταινίες-πυροτεχνήματα που κάνουν ένα πρόσκαιρο ντόρο, τα ξένα χρήματα που επενδύονται σε ελληνικές παραγωγές κάνοντας ταινίες να έχουν ακόμα και Αγγλικό τίτλο (!) και το μάτι στραμμένο σε κάποιο φεστιβάλ. Και πάνω από όλα η διαχρονική αδιαφορία του Ελληνικού κοινού που νομίζει ότι παρακολουθεί «την ζωή του» σε ανόητες τηλεοπτικές σειρές.
Το πιο δύσκολο πράγμα για έναν σκηνοθέτη ποιο είναι; Τι είναι αυτό που σας «κολλάει» ακόμη και σήμερα πίσω από την κάμερα;
Σωτήρης Γκορίτσας: Δεν ξέρω για τους άλλους, για εμένα το δυσκολότερο είναι στο τέλος της περιπέτειας να έχει σωθεί στην ταινία όσο περισσότερο γίνεται από εκείνο το αρχικό ερέθισμα και ενθουσιασμό που είχα όταν πριν πολύ καιρό είπα αυτή την ιστορία θέλω να την κάνω ταινία. Ακούγεται εύκολο; Δεν είναι. Τόσο οι εξωτερικές συνθήκες όσο και οι εσωτερικές αντοχές παραμονεύουν σε κάθε βήμα να σε απομακρύνουν και χωρίς να το καταλάβεις να σε βγάλουν τελικά σε άλλο λιμάνι.
Τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν νέο σκηνοθέτη που αρχίζει σήμερα;
Σωτήρης Γκορίτσας: Να παλέψει την ταινία του με όσες δυνάμεις έχει αλλά συγχρόνως να κοιτάξει και να το ευχαριστηθεί όσο μπορεί. Είναι πολύ σύντομος ο δρόμος μπροστά του. Θα το καταλάβει αργότερα. Όταν πάντως εγώ πρωτοσκέφτηκα να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο η συμβουλή που μου είχε δώσει ο πλέον έμπειρος εκείνη την εποχή διευθυντής φωτογραφίας ήταν: «Ο μπαμπάς σου, αγόρι μου, έχει λεφτά; Αν έχει να πας να σπουδάσεις κινηματογράφο. Αν δεν έχει βρες καλύτερα κάποια άλλη δουλειά». Με εκνεύρισε, άσχετα από το αν τελικά είχε δίκιο ή όχι.
Ετοιμάζετε κάτι νέο;
Σωτήρης Γκορίτσας: Κατατρίβομαι με διάφορα καθώς η διαδικασία της μετατροπής της ιδέας σε σενάριο με ευχαριστεί περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο στάδιο της παραγωγής. Προς το παρόν δεν έχει πάρει κεφάλι κάποιο. Όχι ότι είναι και αναγκαστικό να πάρει… Θα δείξει.
Βλέπετε σινεμά από Netflix; Που πάει όλο αυτό το πράγμα με το streaming; Το βλέπετε θετικά;
Σωτήρης Γκορίτσας: Απόλυτα θετικά! Και μακάρι να το έβλεπαν έτσι και τα κανάλια και οι κινηματογραφιστές μας μήπως και καταλάβουμε κάποτε τη σημασία του σεναρίου, των ηθοποιών, της σωστής παραγωγής και πως όλα αυτά μαζί είναι εξίσου απαραίτητα για να γίνει αξιοπρεπής μια δουλειά. Είτε είναι μικρού μήκους ταινία είτε ατέλειωτο σήριαλ που σέρνεται σε δεκάδες επεισόδια. Το μόνο που με στεναχωρεί είναι το μέλλον της αίθουσας. Την βλέπω να μεταμορφώνεται όλο και περισσότερο σε κάτι σαν σκοτεινή γιάφκα σινεφίλ. Πού είναι η γοητεία του «Πλανήτη» και της «Βιολέτας»; Εκτός βέβαια και αν η τεχνολογία για μια ακόμη φορά μας εκπλήξει και εμφανίσει κάτι που θα κάνει την αίθουσα ελκυστικότερη από το σαλόνι του σπιτιού.
Περικλής Χούρσογλου
Οι ταινίες «Στυλ» και «Τυφλό Σύστημα» τι αντίκτυπο έχουν αφήσει πάνω σας;. Τι αναμνήσεις έχετε από τα γυρίσματα τότε και πόσο διαμόρφωσε αυτή η ταινία την καριέρα σας ως σκηνοθέτη;
Περικλής Χούρσογλου: Η πρώτη μικρού μήκους που σκηνοθέτησα ήταν τα «Μανικετόκουμπα», σε σενάριο Παντελή Βούλγαρη. Ήταν περισσότερο ένα, πείτε το, “πείραμα”, αν μπορώ να αφηγηθώ μία ιστορία. Στη δεύτερη μικρού μήκους, “Τυφλό Σύστημα”, αυτή τη φορά σε δικό μου σενάριο, προσπάθησα να πειραματιστώ πάνω στα εργαλεία του σκηνοθέτη: Τη διεύθυνση ηθοποιών, το ντεκουπάζ, τη φωτογραφία, το σκηνικό, τα κοστούμια, το μοντάζ.
Το «Στυλ» ήταν ένα βήμα πριν τη μεγάλου μήκους. Μάλιστα είχαμε προβληματιστεί αν η ταινία θα υποβαλλόταν στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ως μικρού μήκους, ή ως μεγάλου, η διαφορά των δύο ήταν μικρή, κάτω από μία ώρα θεωρείτο μικρού, πάνω από μία ώρα, μεγάλου. Τελικά επιλέξαμε να προβληθεί στο φεστιβάλ σε ένα παράλληλο πρόγραμμα τηλεταινιών, που ήταν άλλωστε η αρχική μας πρόθεση.
Τι ήταν εκείνο που σας έκανε να ερωτευτείτε το σινεμά; Η πρώτη αφορμή...
Περικλής Χούρσογλου: Ο συγκάτοικος μου στη Θεσσαλονίκη που σπούδαζα Μαθηματικά, Αλέξανδρος Μουμτζής, αργότερα ο Αλέξανδρος υπήρξε ο εκδότης ενός σημαντικού κινηματογραφικού περιοδικού, της “ΟΘΟΝΗΣ”, εμένα μ’ άρεσε το θέατρο περισσότερο. Αν τώρα με ρωτάτε ποιες ταινίες με επηρέασαν: «Αντρέϊ Ρουμπλιώφ» του Αντρέϊ Ταρκόφσκι, «Χιροσίμα αγάπη μου» του Αλαίν Ρενέ, «Μπλόου απ» του Μικελάντζελο Αντονιόνι. 50 χρόνια, αγαπώ τις 3 αυτές ταινίες πολύ.
Πως βλέπετε το Ελληνικό σινεμά αυτή τη στιγμή; Έχει εξελιχθεί; Είναι καλύτερα σήμερα τα πράγματα για τους έλληνες σκηνοθέτες;
Περικλής Χούρσογλου: Το βλέπω πολύ αισιόδοξα. Πιστεύω πως τα 3 τελευταία χρόνια έχουν παρουσιαστεί ωραίες ταινίες. Επίσης οι μικρού μήκους! Οι Ελληνικές μικρού μήκους διακρίνονται και διακρίνονται σε σημαντικά φεστιβάλ στο εξωτερικό.
Δυστυχώς, οι Ελληνικές ταινίες, με λίγες εξαιρέσεις, δεν συναντιούνται με το Ελληνικό κοινό, η διανομή των Ελληνικών ταινιών είναι ένα το μεγάλο θέμα! Ένα σημαντικό στοιχείο είναι η ίδρυση και λειτουργία του Τμήματος Κινηματογράφου του Α.Π.Θ., είμαι τυχερός που δίδαξα σε αυτό! Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έχει βοηθήσει πολύ τον Ελληνικό Κινηματογράφο, η ΕΡΤ, ο ΕΚΟΜΕ, ας πούμε κι ένα “ευχαριστώ” σ’ αυτούς. Στα 19 χρόνια που δίδαξα στο Τμήμα Κινηματογράφου του Α.Π.Θ. συνάντησα ιδιαίτερα ταλαντούχα παιδιά. Μία ταινία που έγραψε και σκηνοθέτησε ένας απόφοιτός του, ο Νίκος Κολιούκος, «Το χάος που άφησε πίσω της», τιμήθηκε στο φεστιβάλ των Καννών τον περασμένο Μάϊο με το 2ο βραβείο καλύτερης σπουδαστικής ταινίας. Αλλά δεν θέλω να σταθώ μόνο σε έναν νέο κινηματογραφιστή, τον Νίκο, όλη η ομάδα που έκανε αυτήν την ταινία ήταν εξαιρετική. Κι υπάρχουν πλήθος άλλα ταλαντούχα παιδιά. Το άνοιγμα στις συμπαραγωγές, η εξωστρέφεια, είναι κι αυτό σημαντικό βήμα. Βεβαίως κρύβει κινδύνους, όμως τη συνεργασία με παραγωγούς, σεναριογράφους, τα διεθνή εργαστήρια σεναρίου, καλλιτεχνικούς συντελεστές από άλλες χώρες, μόνο θετικά μπορώ να τη δω. Δεν μπορούμε να κλεινόμαστε στο γαλανόλευκο καβούκι μας.
Το πιο δύσκολο πράγμα για έναν σκηνοθέτη ποιο είναι κατά τη γνώμη σας; Τι είναι αυτό που σας «τραβάει» ακόμη και σημερα πίσω από την κάμερα;
Περικλής Χούρσογλου: Να αφηγηθώ μία ιστορία και να την αφηγηθώ με ηθοποιούς. Όπως είπα, η αρχική μου αγάπη ήταν το θέατρο και όσα νιώθω για τους ηθοποιούς από εκεί να πηγάζουν. Σε όλες τις ταινίες που έχω κάνει υπάρχει ένα στοιχείο που έχω ζήσει και το ξέρω καλά. Από το «Τυφλό Σύστημα» ήδη, είναι η εμπειρία μου έναν χρόνο εργασίας στην Stefi Film, μία εταιρεία παραγωγής διαφημιστικών ταινιών, που με ενέπνευσε να φτιάξω το πορτραίτο της «Αγγελικής», μίας κοπέλας που δουλεύει ως γραμματέας σε διαφημιστική. Το ρόλο έπαιξε εξαιρετικά -και την ευχαριστώ- η Αννέτα Παπαθανασίου. Το ίδιο και στο «Στυλ», πάλι η διαφήμιση και η πόζα του κόσμου της. Στην τελευταία ταινία, στην «Εξέλιξη», είναι πράγματα που έζησα και ένιωσα στα 19 χρόνια που δίδαξα στο Τμήμα Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Να ξεκαθαρίσω όμως κάτι σχετικά με το αυτοβιογραφικό στοιχείο στις ταινίες που έχω γράψει και σκηνοθετήσει, ούτε την έχω ψωνίσει με την πάρτη μου, ούτε προσπαθώ να κάνω ψυχανάλυση μέσω των ταινιών, όταν γράφω και σκηνοθετώ, τις βλέπω σαν ιστορίες ενός άλλου, όχι δική μου.
Τι θα λέγατε σε έναν νέο σκηνοθέτη που αρχίζει σήμερα;
Περικλής Χούρσογλου: Μία φράση του Ακίρα Κουροσάβα που έχω γράψει πάνω - πάνω σ’ έναν πίνακα στο γραφείο μου: «Να δουλεύει, να δουλεύει, να δουλεύει». 25 χρόνια τώρα που διδάσκω παράλληλα με το επάγγελμα, αυτό λέω στα νέα παιδιά που μπαίνουν στην περιπέτεια του σινεμά. Να παρατηρούν την ζωή -θα συμπλήρωνα εγώ- και να δουλεύουν, να δουλεύουν, να δουλεύουν.
Ετοιμάζετε κάτι νέο;
Περικλής Χούρσογλου: Ναι υπάρχει, όμως είναι ακόμα «πολύ αδύνατο το δεντράκι» για να μιλήσω. Η γραφή πριν την ταινία, παίρνει πολύ χρόνο. Πολύ χρόνο για να καταλάβεις γιατί θες να μιλήσεις με μία ταινία.
Βλέπετε σινεμά από Netflix; Που πάει όλο αυτό το πράγμα με το streaming; Το βλέπετε θετικά;
Περικλής Χούρσογλου: Μ’ αρέσει πολύ η αίθουσα. Σχεδόν όλες τις ταινίες που έχω δει, θυμάμαι σε ποιο σινεμά τις έχω δει. Τον Ρουμπλώφ στο Ετουάλ στην Καλλιθέα με τη μητέρα μου, τώρα έχει κλείσει, το “Μπλόου Απ” στο Στούντιο 2, στην οδό Τρικόρφων κι αυτό έχει κλείσει, με μία φίλη μου, τόσο πολύ την εντυπωσίασε η ανάλυση που της έκανα μετά, που μείναμε ζευγάρι για 5 χρόνια! τη Χιροσίμα στο Ριβολί στη Θεσσαλονίκη με τον Αλέξανδρο Μουμτζή, το Ριβολί έχει κλείσει. Τι κρίμα που κλείνουν τα σινεμά. Βέβαια, μην λέω ψέματα, θα χαιρόμουν πολύ να έπαιρνε το Νέτφλιξ την «Εξέλιξη».
Στο φεστιβάλ Spicy (3-9/12) θα προβληθούν, η μικρού μήκους «Τυφλό Σύστημα»(1983) και η τηλεταινία «Στυλ» (1987) του Περικλή Χούρσογλου και η τηλεταινία «Δέσποινα» (1990) του Σωτήρη Γκορίτσα. Οι δύο τηλεταινίες είχαν δημιουργηθεί ως ανάθεση της ΕΡΤ.