ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Bookreads: O Άκης Παπαντώνης μας «ξεναγεί» στην σκοτεινή πλευρά της δεκαετίας του '90

Bookreads: O Άκης Παπαντώνης μας «ξεναγεί» στην σκοτεινή πλευρά της δεκαετίας του '90
Ο Άκης Παπαντώνης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1978. Είναι καθηγητής Επιγενετικής στην Ιατρική Σχολή του Göttingen· γράφει και μεταφράζει λογοτεχνία. To CNN Greece μίλησε μαζί του για το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Η τελευταία αρκούδα του δάσους». photo: Nίκος Ραζής

Ο Άκης Παπαντώνης είναι γνωστός σε όλους μας από τις υπέροχες μεταφράσεις του στον Raymond Carver αλλά και από τα δικά του γραπτά τα οποία περιλαμβάνουν βιβλία όπως ο «Καρυότυπος» και το «Ρηχό νερό, σκιές». Το CNN Greece βρέθηκε με τον Άκη Παπαντώνη στο κέντρο της Αθήνας, μέσα στις γιορτές των Χριστουγέννων κι έκανε μαζί του μία εποικοδομητική κουβέντα πάνω στην ελληνική λογοτεχνία, την δεκαετία του '80 αλλά και του '90, εποχές στις οποίες ο ίδιος ενηλικιώθηκε και αναφέρει στο τελευταίο του βιβλίο «Η τελευταία αρκούδα του δάσους».

Ο Άκης Παπαντώνης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1978. Είναι καθηγητής Επιγενετικής στην Ιατρική Σχολή του Göttingen· γράφει και μεταφράζει λογοτεχνία. Τα βιβλία του, η νουβέλα «Καρυότυπος» (2014, Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου του περιοδικού Ο Αναγνώστης), το μυθιστόρημα «Ρηχό νερό, σκιές» (2019), η ποιητική συλλογή bildungsroman (2021) και η νουβέλα «Η τελευταία αρκούδα του δάσους» (2023) κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κίχλη.

untitled-5.jpg
«Το πρώτο μου βιβλίο ο «Καρυότυπος», το οποίο το έγραφα έξι χρόνια, το είχα τελειώσει όλο νύχτα. Πλέον, και επειδή έχω περισσότερη εμπιστοσύνη στο ένστικτο μου, το γράψιμο γίνεται πιο γρήγορα—όχι όμως πιο εύκολα», photo/Νίκος Ραζής

Το τελευταίο του βιβλίο καταπιάνεται με το χρονικό διάστημα από την δεκαετία του ’80 ως τον εμφύλιο στη Βοσνία το ’90 και την Αθήνα των αρχών του 2000, κατάτην οποία ο κεντρικός αφηγητής, ο Θοδωρής, ψηλαφεί το οικογενειακό τραύμα: την ηχηρή απουσία του πατέρα του, τη μεταμόρφωση του μεγαλύτερου αδερφού του Νίκου σε Νικηφόρο, το βουβό πένθος της μητέρας του. Και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον όπου οι ερωτήσεις ποτέ δεν τίθενται και οι απαντήσεις ποτέ δεν δίνονται. Μια νουβέλα για τη δύσκολη ενηλικίωση δύο αδερφών και τους ακατάλυτους δεσμούς του αίματος με φόντο την ηχώ ενός πολέμου που δεν λέει να σβήσει.

Ο Άκης Παπαντώνης από κοντά μοιάζει πολύ με τους χαρακτήρες των βιβλίων του, ένα ανήσυχο πνεύμα κλεισμένο μέσα σε έναν φαινομενικά πολύ ήρεμο άνθρωπο. Η κουβέντα που κάναμε μαζί του έγινε στο μικρό πάρκο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, στην οδό Ασκληπιού, στο κέντρο, όπως επίσης και στον λόφο του Στρέφη που αλλάζει διαρκώς κάθε μέρα, μία μέρα ακριβώς μετά τα Χριστούγεννα. Ο ίδιος μας έλυσε πολλές από τις απορίες που μας γέννησε η ανάγνωση του τελευταίου του βιβλίο «Η τελευταία αρκούδα του δάσους» και μας μίλησε για το πάθος του με την λογοτεχνία, για την ζωή του στη Γερμανία και για πολλά άλλα.

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη με τον Άκη Παπαντώνη:

Πόσο καιρό έγραφες την «Τελευταία Αρκούδα του Δάσους»;

Άκης Παπαντώνης: Μου πήρε καιρό και πολλές δοκιμές για να βρω τι ήταν τελικά αυτό που ήθελα να γράψω. Είχα σημειώσεις για το Γιουγκοσλαβικό ζήτημα πολύ καιρό στον υπολογιστή μου, το οποίο δεν ήξερα από που έπρεπε να το πιάσω και με ποια οπτική να γράψω γι’ αυτό. Όταν κατέληξα τελικά στο πως ήθελα να γίνει, μου πήρε συνολικά κάτι παραπάνω από ενάμιση χρόνο γράψιμο. Το περισσότερο γράψιμο γινόταν σε παράξενες ώρες, κυρίως πρωινές, μέσα στο Σαββατοκύριακο λόγω παιδιών και των υποχρεώσεων στο εργαστήριο, άλλωστε πλέον δεν είμαι σε θέση να γράφω μέχρι πολύ αργά τη νύχτα. Το πρώτο μου βιβλίο ο «Καρυότυπος», το οποίο το έγραφα έξι χρόνια, το είχα τελειώσει όλο νύχτα. Πλέον, και επειδή έχω περισσότερη εμπιστοσύνη στο ένστικτο μου, το γράψιμο γίνεται πιο γρήγορα—όχι όμως πιο εύκολα.

untitled-3.jpg
«Διαβάζω μανιωδώς ελληνική λογοτεχνία, όσο προλαβαίνω. Όντας στην Γερμανία τον περισσότερο χρόνο, δεν είναι το πιο εύκολο να βρεις ελληνικά βιβλία. Διαβάζω πολύ Έλληνες όμως,ναι, κι όταν έρχομαι στην Ελλάδα αγοράζω σχεδόν αποκλειστικά ελληνικά βιβλία. Έχω μία έξη με τους ανθρώπους που γράφουνε τώρα, με ενδιαφέρει η συγκαιρινή παραγωγή.», photo/Νίκος Ραζής.

Πώς σου ήρθε να γράψεις ένα τόσο «συναισθηματικό» βιβλίο; Υπάρχουν πολύ έντονα συναισθήματα μέσα έτσι δεν είναι;

Άκης Παπαντώνης: Νομίζω πρόθεσή μου ήταν να είναι έτσι. Η κάθε είδους λογοτεχνία θέλεις να προκαλεί συγκίνηση, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τελικά. Για μένα, η λογοτεχνία «χαλαρής ψυχαγωγίας» μου είναι αδιάφορη. Θέλω οι ήρωες μου να προκαλούν έντονα συναισθήματα, μέχρι και αποστροφή, αρκεί να καταφέρνουν να συγκινήσουν τον αναγνώστη. Επίσης, είμαι μάλλον της σχολής που ευαγγελίζεται πως ο κάθε συγγραφέας γράφει και ξαναγράφει διαρκώς το ίδιο βιβλίο κι έτσι η θεματική του πρώτου μου βιβλίου, γύρω από την οικογένεια και των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, στην ουσία επανέρχεται σε όλα μου τα βιβλία. Οπότε από μόνο του αυτό το θέμα είναι συναισθηματικά φορτισμένο.

Οπότε από το πρώτο σου βιβλίο ακολουθείς πιστά αυτή την πορεία της ανάλυσης της οικογένειας;

Άκης Παπαντώνης: Δεν ξέρω αν θα προκύψει κάποιο άλλο θέμα κάποια στιγμή, δεν ξέρω δηλαδή αν θα έγραφα ποτέ ένα ιστορικό μυθιστόρημα (γέλια). Όλα είναι πιθανά.

Μέχρι ποιο βαθμό τελικά μπορεί και πρέπει η λογοτεχνία να είναι συναισθηματική;

Άκης Παπαντώνης: Είχα πρόσφατα την εξής αναρώτηση: ξέρουμε κάποιο καλό λογοτεχνικό βιβλίο που να έχει happy ending; (γέλια) Μπορεί κανείς να βρει μάλλον demi happy endings στα πιο καλά βιβλία. Πάρε για παράδειγμα το «Έρωτας στα χρόνια της χολέρας» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και με εκείνο το γλυκόπικρο φιλί ανάμεσα στον Φλορεντίνο και την Φερμίνα στο τέλος. Είτε έτσι είτε αλλιώς η καλή λογοτεχνία ουσιαστικά θέτει μία σειρά από ερωτήματα. Δεν έχει απαντήσεις κι ο αναγνώστης ανταποκρίνεται με τον δικό του τρόπο στο ερώτημα του κάθε βιβλίου. Όπως για παράδειγμα η σκηνή με την μάνα και τον γιο στην “Τελευταία Αρκούδα του Δάσους” που καπνίζουν, χωρίς να μιλάνε. Αυτό δεν είναι παρά ένα αποσιωπημένο ερώτημα, κάποιος θα ταυτιστεί και κάποιος άλλος όχι, αλλά σίγουρα η σκηνή προσδοκά το συναίσθημα.

untitled.jpg
«Για την ελληνική κρίση ή τα Δεκεμβριανά του 2008 η ελληνική λογοτεχνία δεν έχει δώσει το μεγάλο έργο της ακόμη, το οποίο πιστεύω πως θα προκύψει μάλλον μέσα στην επόμενη δεκαετία.», Photo/Νίκος Ραζής.

Με τους Έλληνες συγγραφείς πως τα πας; Διαβάζεις ελληνική λογοτεχνία;

Άκης Παπαντώνης: Διαβάζω μανιωδώς ελληνική λογοτεχνία, όσο προλαβαίνω. Όντας στην Γερμανία τον περισσότερο χρόνο, δεν είναι το πιο εύκολο να βρεις ελληνικά βιβλία. Διαβάζω πολύ Έλληνες όμως,ναι, κι όταν έρχομαι στην Ελλάδα αγοράζω σχεδόν αποκλειστικά ελληνικά βιβλία. Έχω μία έξη με τους ανθρώπους που γράφουνε τώρα, με ενδιαφέρει η συγκαιρινή παραγωγή. Έχω όμως και κάποιους τεθνεόντες συγγραφείς στους οποίους επιστρέφω διαρκώς. Για παράδειγμα λατρεύω τον Δημήτρη Χατζή, έχω μια ισχυρή σύνδεση με το έργο του Τάσου Χατζητάτση, ο οποίος έγραψε σπουδαία βιβλία, μα πέθανε σχετικά νέος. Προτείνω τα διηγήματα της τελευταίας συλλογής του, «Ακροτελεύτιοι Εσπερινοί» (Πόλις). Θαυμάζω επίσης το έργο του Μισέλ Φάις, την πρώιμη ειδικά παραγωγή του Σωτήρη Δημητρίου, ενώ από τους νεότερους μου αρέσουν τα βιβλία των Χρίστου Κυθρεώτη, Ιάκωβου Ανυφαντάκη, Ελίζας Παναγιωτάτου, Γιάννη Παλαβού και αρκετών άλλων—είναι αρκετά μεγάλη η λίστα, σίγουρα θα αδικήσω ή θα ξεχάσω αρκετούς. Από το 2012 (περίπου) κι έπειτα υπάρχει μία παραγωγή ελληνικής λογοτεχνίας που δυστυχώς δεν έχει απολάβει την προσοχή που της αξίζει κατά τη γνώμη μου. Αν βάλουμε όμως μέσα και τα μεταφρασμένα, η βιβλιοπαραγωγή είναι τεράστια για ένα αναγνωστικό κοινό τόσο περιορισμένο όσο το ελληνικό, συν το γεγονός της συντριπτικής προτίμησης των αναγνωστών για τους ξένους συγγραφείς.

Πώς είναι η ζωή σου στη Γερμανία; Πως σε έχει επηρεάσει αυτό στο γράψιμο σου;

Άκης Παπαντώνης: Ζω σε μία μικρή πόλη το Göttingen, είναι ακριβώς στο κέντρο της Γερμανίας και είναι γνωστή γιατί βρίσκεται εκεί ένα από τα πιο διάσημα πανεπιστήμια της Γερμανίας με πάνω από 30 Νόμπελ στο ενεργητικό του. Από εκεί έχουν περάσει μεγάλα ονόματα των επιστημών και των τεχνών, όπως ο Γκαίτε, ο Γκάους και ο Όπενχάιμερ. Είναι μία πόλη κυρίως φοιτητική, η ζωή περιστρέφεται γύρω από το πανεπιστήμιο και έχει πολλούς ακαδημαϊκούς. Η εμπειρία του εξωτερικού στο γράψιμο είναι και θετική και αρνητική. Έχεις μεγάλη απόσταση από την ελληνική πραγματικότητα, η οποία δεν σε αφήνει να γράψεις από πρώτο χέρι κάποια γεγονότα, από την άλλη όμως παίρνεις λίγο την απόσταση σου και βλέπεις κάποια πράγματα λίγο πιο αποστασιοποιημένα, κάτι το οποίο είναι καλό τελικά. Η ερώτηση βέβαια εδώ είναι αν γίνεται η γραφή λίγο πιο ψυχρή. Εγώ δεν νομίζω ότι γίνεται πιο ψυχρή πάντως, ενδεχομένως παίρνει όμως την απόσταση που απαιτείται ώστε να «χωνέψει» κανείς ό,τι έχει συμβεί και να μην βιαστεί. Π.χ. για την ελληνική κρίση ή τα «Δεκεμβριανά» του 2008 η ελληνική λογοτεχνία δεν έχει δώσει το «μεγάλο έργο» ακόμη, το οποίο πιστεύω πως θα προκύψει μάλλον μέσα στην επόμενη δεκαετία. Επιπλέον, και δεν ξέρω αν γι’ αυτό φταίει αποκλειστικά η ζωή μου εκτός Ελλάδας, όλα μου τα βιβλία έχουν ένα κομμάτι το οποίο δεν είναι ελληνικό. Από την Οξφόρδη στον «Καρυότυπο» και το Πρίπιατ της Ουκρανίας στο «Ρηχό νερό, σκιές», μέχρι την Σερβία και τον πόλεμο στην «Τελευταία αρκούδα του δάσους» για την οποία κουβεντιάζουμε.

untitled-7.jpg
«Είμαι της σχολής πως ο κάθε συγγραφέας γράφει και ξαναγράφει πάντα το ίδιο βιβλίο κι εφόσον η θεματική του πρώτου μου βιβλίου ήταν γύρω από την οικογένεια και των σχέσεων, στην ουσία όλα μου τα βιβλία περιστρέφονται γύρω από αυτό. Οπότε από μόνο του αυτό το θέμα είναι συναισθηματικά φορτισμένο.»Photo/Νίκος Ραζής

Πώς βλέπεις την Αθήνα; Έχει αλλάξει; Προς το καλύτερο ή μήπως όχι;

Άκης Παπαντώνης: Μου είναι δύσκολο να πω. Με ρωτάνε και πολλοί φίλοι το ίδιο πράγμα. Σίγουρα έχει προβλήματα η ζωή στην Αθήνα, σε μία τόσο μεγάλη πόλη. Έχω πολλά χρόνια να ζήσω σε πολύ μεγάλη πόλη. Κάποια πράγματα με ενοχλούν όταν έρχομαι πίσω, σίγουρα παθαίνω ένα σοκ, μιας και μπορεί να γίνει αφόρητη σαν πόλη. Αλλά, κάθε φορά, καθώς το αεροπλάνο πλησιάζει στην Αθήνα, με εκπλήσσει τόσο πολύ το Αττικό φως, το οποίο πραγματικά δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο. Ή όταν ανεβαίνεις στον βράχο της Ακρόπολης και η αίσθηση είναι μοναδική. Ακούγεται σαν εθνική έπαρση, αλλά δεν είναι. Δεν παύει όμως να είναι ένα μέρος η Αθήνα δύσκολο για τους ίδιους τους Αθηναίους κι αυτό είναι κρίμα. Γιατί αν ακούσεις πως μιλάνε στο εξωτερικό για την πόλη, πραγματικά θα νόμιζες πως είναι παράδεισος.

untitled-2.jpg
«Όχι, δεν θα το έλεγα αυτοβιογραφικό το τελευταίο μου βιβλίο. Από την άλλη τα πάντα σε αυτό το βιβλίο έχουν αντληθεί από την πραγματικότητα στην οποία ζούσα και την οποία αναγνωρίζω. » photo/Νίκος Ραζής.

Τελικά η «Τελευταία Αρκούδα του Δάσους» είναι ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο;

Άκης Παπαντώνης: Όχι, δεν θα το έλεγα αυτοβιογραφικό. Από την άλλη τα πάντα σε αυτό το βιβλίο έχουν αντληθεί από την πραγματικότητα στην οποία ζούσα και την οποία αναγνωρίζω. Σκηνές και μέρη από το βιβλίο είναι από την ζωή μου, αλλά η ιστορία είναι φανταστική, από δεύτερο χέρι που λένε, δεν είναι η ιστορία της δικής μου ζωής. Είναι όμως η εποχή που έζησα μεγαλώνοντας. Υπάρχουν στοιχεία μέσα στο βιβλίο τα οποία είναι πραγματικά, όπως τα σημεία που αναφέρονται στις σχολικές καταλήψεις του ’90 ή στις ακροδεξιές ομάδες του λεκανοπεδίου. Στιγμές αρκετά ζόρικες που τότε όμως τις βλέπαμε και λίγο σαν περιπέτεια. Παράξενες εποχές για τις οποίες τώρα ίσως καταλαβαίνουμε πως όντως έκρυβαν κινδύνους και προβλήματα.

Η επιτυχία του βιβλίου όμως ήταν πως είχα διαρκώς την απορία αν όλα αυτά που γράφεις τα έχεις όντως ζήσει.

Άκης Παπαντώνης: Αυτό που λες είναι πολύ κολακευτικό μιας και φαίνεται πως μάλλον πέτυχα αυτό που ήθελα (γέλια), άντλησα από το βίωμα μου αλλά όμως και πάλι: δεν πρόκειται για ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο, ίσως συλλογικά εκφράζει εμπειρίες που βίωσε η γενιά μου τις δεκαετίες του ’80, του ’90 και του ’00. Εύχομαι να το κάνει όντως αυτό.