H κλιματική αλλαγή βασισμένη σε γνωστούς πίνακες ζωγραφικής
Ανανεώθηκε:
Θα μπορούσε το έτος 2100 o Βαν Γκογκ να ζωγραφίζει ακόμα τα διάσημα χωράφια του με σιτάρι ή o Γκογκέν τα ειδυλλιακά παραθαλάσσια τοπία της Ταϊτής; Με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, η οικολογική οργάνωση WWF Γερμανίας, προσάρμοσε οκτώ γνωστούς ζωγραφικούς πίνακες τοπίων σε μελλοντικά κλιματικά σενάρια για να δείξει τι θα συμβεί εάν η μέση θερμοκρασία υπερβαίνει τη διεθνώς συμφωνημένη των 1,5 ° C. Η σχετική έκθεση με τίτλο «Climate Realism» / «Κλιματικός Ρεαλισμός» παρουσιάστηκε αρχικά στο πολιτιστικό κέντρο «Pop Kudamm» του Βερολίνου και είναι πλέον διαδικτυακή (wwf-climaterealism.de). Βασίζεται, δε, στα ακόλουθα σενάρια: το καλό, με περιορισμό της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας στους 1,5 ° C μέχρι το 2030, το μέσο με αύξηση κατά 2 ° C μέχρι το 2100 και το κακό μεταξύ 3,3 και 5,7 επίσης μέχρι το τέλος του αιώνα μας.
Η τεχνολογία μεταμόρφωσε έργα τέχνης, όπως των προαναφερθέντων ζωγράφων ανάλογα με τα τρία αυτά σενάρια. Χρησιμοποιήθηκαν κλιματικά δεδομένα βασισμένα στις προβλέψεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) μέχρι το 2100, η οποία επέβλεπε και τη διαδικασία. Το εντυπωσιακό είναι όμως ότι διατηρήθηκε η τεχνοτροπία των καλλιτεχνών, επειδή η Τεχνητή Νοημοσύνη εκπαιδεύτηκε ανάλογα. Έτσι, δημιουργήθηκαν 240 μεμονωμένες εικόνες ανά πίνακα (συνολικά 1.920) για τα οκτώ βίντεο, ένα για κάθε ζωγράφο. Η σταδιακή εξέλιξη δείχνει με παραστατικό τρόπο πώς θα έμοιαζαν τα τοπία ιμπρεσιονιστικών έργων σύμφωνα με τα τρία σενάρια. Κατά τον Κάρλ Νόβακ, υπεύθυνο για διαδικτυακής ανάπτυξης της WWF: «Στόχος είναι να γίνει απτή η κλιματική αλλαγή μέσω της τέχνης χάρη στην σύγχρονη τεχνολογία».
Στο έργο «Σιταροχώραφο με Κυπαρίσσια» του Βίνσεντ Βαν Γκογκ το τοπίο σιγά σιγά αλλάζει λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας. Σύντομα δεν μένει παρά μια νεκρή, άγονη, καμένη γη - ούτε ίχνος από το σιτάρι και τα κυπαρίσσια. Εάν η κλιματική αλλαγή συνεχιστεί ένας μελλοντικός Βαν Γκογκ θα έπρεπε να ζωγραφίσει ένα ανάλογο τοπίο, μερικές φορές φλεγόμενο, αφού στην νότια Γαλλία μπορεί να υπάρξουν μεγαλύτερες περίοδοι ξηρασίας ακόμη και με μια ελαφρά αύξηση της θερμοκρασίας και ο κίνδυνος πυρκαγιών θα είναι υψηλός.
Όταν ο Πωλ Γκογκέν ταξίδεψε στην Ταϊτή στα τέλη του 18ου αιώνα, γοητεύτηκε από την παρθένα φύση. Η «Ταϊτή» με το καταπράσινο τροπικό τοπίο ήταν ένας από τους πρώτους πίνακες που ζωγράφισε, αλλά το έτος 2100 δεν θα έβρισκε πλέον φοίνικες, παραλίες και μαγγρόβια δάση για να ζωγραφίσει. Ο νότιος Ειρηνικός θα επηρεαστεί από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Η διάβρωση των ακτών και οι πλημμύρες θα έχουν ως αποτέλεσμα την εξαφάνισή τους.
Στη δεκαετία του 1890, ο Κλοντ Μονέ άρχισε να ζωγραφίζει τοπία με νούφαρα, αλλά το 2100 θα αντίκριζε εκεί μόνο μια άνυδρη, θλιβερή περιοχή. Η περιεκτικότητα του νερού σε οξυγόνο θα έχει μειωθεί, με αποτέλεσμα σημαντικοί οργανισμοί να εξαφανίζονται. Αρκετά είδη του γλυκού νερού και αμφίβια θα αντιμετωπίζουν προβλήματα από τις περιόδους ξηρασίας, μερικά από αυτά δεν θα επιβιώσουν. Οι βιότοποι θα ξεραίνονται περιοδικά ή και εντελώς και θα υπάρχει μεγάλη λειψυδρία.
«Τα Παγόβουνα» (1861) του Φρέντερικ Έντουιν Τσερτς, θα ήταν ένα έργο λιγότερο θεαματικό στο ακραίο κλιματολογικό σενάριο. Το στρώμα πάγου της Αρκτικής συρρικνώνεται ήδη ραγδαία. Εάν η υπερθέρμανση του πλανήτη συνεχιστεί, η Αρκτική θα μπορούσε να μην έχει το καλοκαίρι πάγους μέχρι το 2035.
Το έργο «Paysage aux Patis» με τα καταπράσινα χωράφια φιλοτεχνήθηκε το 1868 από τον Καμίλ Πισαρό σε ένα μικρό χωριό της Β. Γαλλίας. Η περιοχή κινδυνεύει σοβαρά από την ερημοποίηση εάν η θερμοκρασία συνεχίσει να ανεβαίνει. Τα κύματα καύσωνα, το χαλάζι και οι έντονες βροχοπτώσεις θα γίνουν συχνότερα έως το 2100. Αποτέλεσμα οι κατεστραμμένες καλλιέργειες και η φτωχότερης ποιότητας γεωργική παραγωγή. Ούτε λόγος βέβαια για ένα μελλοντικό καταπράσινο πίνακα.
Ο Πισαρό ζωγράφισε το έργο του «La Seine à Bougival» το 1871 δυτικά του Παρισιού καθηλωμένος από τον ήρεμο συνδυασμό της φύσης και της ανθρώπινης δραστηριότητας. Με την αύξηση των μέσων θερμοκρασιών, αυτή η αρμονική εικόνα ανατρέπεται. Η περιοχή Île-de-France επηρεάζεται όλο και περισσότερο από ακραία καιρικά φαινόμενα όπως κύματα καύσωνα, έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες.
Όταν η Τίνα Μπλάου ζωγράφισε το 1908 μια πόλη στην ενδοχώρα της Θάλασσας Βάντεν -μεταξύ Ολλανδίας, Γερμανίας και Δανίας- η εικόνα ήταν ειδυλλιακή. Εάν η θερμοκρασία αυξηθεί θα πλημμυρίζει μόνιμα, η ακτή θα διαβρώνεται, οι παραλίες, οι αμμόλοφοι και οι αλυκές θα εξαφανισθούν. Το αποτέλεσμα θα είναι μετατόπιση των ακτών και η μαζική απώλεια ενδιαιτημάτων για τη χλωρίδα και την πανίδα. Ένα ολόκληρο οικοσύστημα θα εξαφανιστεί.
Επίσης, οι μεγαλοπρεπείς «Ασβεστολιθικοί βράχοι του Ρίγκεν» (1818) του Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ θα μπορούσαν σύντομα να έχουν διαφορετική όψη. Αν η θερμοκρασία αυξηθεί, θα ανέβει η στάθμη της θάλασσας και το νερό θα διαβρώσει τη βάση τους. Λόγω της καλοκαιρινής ξηρασίας και των χειμερινών βροχοπτώσεων, ο ασβεστόλιθος συρρικνώνεται ή διογκώνεται αναλόγως, γεγονός που επιταχύνει τη διάβρωση και της επιφάνειας.
Κατά την WWF «η κλιματική κρίση είναι πραγματικότητα, oι συνέπειες γίνονται ήδη αισθητές σήμερα και θα αυξηθούν έντονα μέχρι το τέλος του αιώνα. Για το λόγο αυτό δημιουργήθηκε αυτή η μοναδική έκθεση που τις παρουσιάζει μέσα από τα μάτια μεγάλων ζωγράφων με τρόπο που δεν έχουμε ξαναδεί. Με αυτήν θέλουμε να καταστήσουμε σαφές ότι είναι σημαντικό να δράσουμε τώρα για να διατηρηθούν οι απεικονιζόμενες σκηνές και τα τοπία όπως τις ξέρουμε από τους πίνακες».