Πρόεδρος Βρετανικού Μουσείου: Αξίζει τον κόπο να βρούμε λύση για τα γλυπτά του Παρθενώνα
Ανανεώθηκε:
Την αναγκαιότητα να επιλυθεί μια διαμάχη 200 ετών, γύρω από την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα εξέφρασε ο πρόεδρος του Βρεταικού Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν σε άρθρο του στο περιοδικό Spectator.
Ειδικότερα, ο Όσμπορν σημείωσε ότι «τα γλυπτά ήταν πάντα αμφιλεγόμενα. Μερικοί, όπως ο μεγάλος ρομαντικός ποιητής Λόρδος Βύρων, πίστευαν ότι δεν έπρεπε ποτέ να φύγουν από την Ελλάδα. Ωστόσο, στο Βρετανικό Μουσείο έχουν υπάρξει αντικείμενο θαυμασμού από δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους και πιστεύω ότι παίζουν ζωτικό ρόλο στην αφήγηση της ιστορίας της κοινής μας ανθρωπότητας».
Παράλληλα, τόνισε πως «εμείς τα μέλη του ΔΣ (του Βρετανικού Μουσείου) εξετάζουμε μαζί με τους Έλληνες αν υπάρχει τρόπος να επιλυθεί η 200 ετών διαμάχη, ώστε τα γλυπτά (του Παρθενώνα) να μπορούν να εκτίθενται τόσο στο Λονδίνο όσο και στην Αθήνα. Παράλληλα, (πολιτιστικοί) θησαυροί που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, θα μπορούν να απευθυνθούν σε ένα νέο κοινό εδώ. Μπορεί να τα καταφέρουμε, μπορεί και όχι. Αξίζει όμως να το προσπαθήσουμε».
Αυτά αναφέρει μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου στην στήλη «Ημερολόγιο» του περιοδικού Spectator όπου φιλοξενεί κάθε εβδομάδα σκέψεις για μια σειρά από θέματα επιφανών πολιτών. Να σημειωθεί ότι, ο Τζόρτζ Όσμπορν έχει επαναλάβει τη θέση του αυτή και στο παρελθόν.
Η διαφορά δήλωσή του αυτή έγκειται στο γεγονός ότι «εκθέτει» τον πρώην πρωθυπουργό της Βρετανίας, Μπόρις Τζόνσον λέγοντας πως τώρα να εκφράζει ανησυχίες για την επιστροφή των Γλυπτών στην Αθήνα, ενώ παλαιότερα όταν ήταν ακόμη φοιτητής στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, είχε γράψει πως «οι λόγοι για να αποσπάσεις τα Μάρμαρα ήταν ορθοί.
Οι λόγοι για την επιστροφή τους είναι ακόμη ορθότεροι.
Τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να εγκαταλείψουν την ενοχική κουλτούρα του βορρά που πίνει ουίσκι και να εκτεθούν εκεί όπου ανήκουν: στη χώρα του λαμπερού φωτός, στη γη του Αχιλλέα, «στα σκιερά βουνά και στη θάλασσα που αντηχεί».
Καταλήγοντας ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου σχολιάζει πως «μάλλον υπάρχουν δύο Μπόρις».