Μια πρωτοφανής απόφαση για τα σεξουαλικά αδικήματα - Πότε καταργήσαμε το τεκμήριο της αθωότητας;
Σε μια πρωτοφανή απόφαση τα γαλλικά «Όσκαρ», τα βραβεία Σεζάρ, ανακοίνωσαν ότι θα αποκλείσουν από τις υποψηφιότητες αλλά και από την τελετή γενικώς οποιονδήποτε είναι έστω και υπό διερεύνηση για κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης.
Τα βραβεία, η τελετή απονομής των οποίων θα γίνει τον επόμενο μήνα, συμπλήρωσαν στην ανακοίνωση ότι η απόφασή τους ελήφθη από «σεβασμό προς τα πιθανά θύματα».
Ανάμεσα στους αποκλεισμένους θα είναι και ο Γάλλος ηθοποιός Σοφιάν Μπενανσέ, ο οποίος είναι υπό έρευνα μετά από κατηγορίες για βιασμό, τις οποίες ωστόσο ο ίδιος αρνείται. Η περίπτωση του Μπενανσέ δεν έχει φτάσει καν στα δικαστήρια, ωστόσο αυτός είναι πρωτοσέλιδο και έξω από τα βραβεία, τα οποία ουσιαστικά «υποδεικνύουν» την ενοχή του.
Η απόφαση της επιτροπής των Σεζάρ, δύσκολο να έχει τόσο αγνά κίνητρα όσο η ίδια διατείνεται. Το 2020 είχε γίνει κόλαση όταν πήγε στα βραβεία ο Πολωνός σκηνοθέτης Ρόμαν Πολάνσκι, υποψήφιος τότε για την ταινία «Κατηγορώ», για την οποία κέρδισε το πρώτο βραβείο.
Ο Πολάνσκι είναι φυγόδικος από την αμερικανική δικαιοσύνη, καθώς έχει κατηγορηθεί για βιασμό ανήλικης τη δεκαετία του '70, κατηγορίες ωστόσο που η ίδια έχει αποσύρει, ενώ ο ίδιος δεν έχει καταδικαστεί σε κανένα ποινικό δικαστήριο του πλανήτη.
Προκειμένου να αποφύγουν παρόμοιες διαμαρτυρίες, τα βραβεία αποφάσισαν να βάλουν ξερά και χλωρά στον κουβά και να τα αφήσουν απ' έξω να καούν παρέα.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται επίσης ότι τα βραβεία εξετάζουν την πιθανότητα ο κανόνας αυτός να ενσωματωθεί στον κανονισμό τους, ενώ δεν αφορά μόνο σεξουαλικής φύσης αδικήματα, αλλά γενικώς «όποιον είναι υπό διερεύνηση για βίαιες πράξεις».
Η απόφαση αυτή, που δεν έχει κανένα νομικό βάρος αλλά έχει τεράστιο κοινωνικό, συμβολικό και ηθικό, έρχεται φυσικά στον απόηχο του κινήματος #MeToo και υποθέσεων όπως αυτή του Χάρβεϊ Γουάινστιν.
Ο Γουάινστιν καταδικάστηκε για τις κατηγορίες, την ίδια ώρα που ο Κέβιν Σπέισι έχει παραπεμφθεί και δικάζεται για παρόμοιες υποθέσεις, με την καριέρα του να έχει σταματήσει να υφίσταται από τη στιγμή που οι καταγγελίες βγήκαν στο φως της δημοσιότητας.
Και στις δύο περιπτώσεις, δεν χρειάζεται να είναι κανείς νομικός για να καταλάβει ότι είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα να είσαι «υπό διερεύνηση», εντελώς διαφορετικό να περνάς από δίκη και εντελώς διαφορετικό να έχεις καταδικαστεί.
Παρόμοιες υποθέσεις υπάρχουν και στα καθ'ημάς, όπου η ποινική δικαιοσύνη έκρινε προφυλακιστέο τον Πέτρο Φιλιππίδη, για παράδειγμα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις καταγγελιών δεν υπήρξαν επαρκή στοιχεία ούτε καν για παραπομπή σε δίκη.
Το αν κάποιος είναι ένοχος ή όχι, είναι κάτι που οφείλει να κρίνεται από την ποινική δικαιοσύνη. Πότε ακριβώς πήρε η κοινωνία, ως ηθικός κριτής, ή οι επιμέρους θεσμοί, ως προστάτες των θυμάτων, αυτήν την απόφαση στα χέρια τους;
Το τεκμήριο της αθωότητας
Είναι δύσκολο να αποφύγει κάποιος να βάλει πολλές νομικές πινελιές σε ένα τέτοιο κείμενο, όμως η πραγματικότητα είναι ότι το ζήτημα είναι πιο πολύ κοινωνικό και ηθικό παρά νομικό.
Πρόσφατα από την ελληνική Βουλή πέρασε προς ψήφιση μια διάταξη στα πλαίσια υπό ψήφιση νόμου «Ενσωμάτωση στην εθνική έννομη τάξη της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/884 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης».
Η συγκεκριμένη διάταξη προχωράει σε μια μείζονα αλλαγή του χαρακτήρα του ποινικού μητρώου. Ενώ μέχρι σήμερα το ποινικό μητρώο καταγράφει ποινικές καταδίκες, για πρώτη φορά επίσημα νομοθετείται η καταγραφή ποινικών διώξεων με ανήλικα θύματα, οι οποίες βρίσκονται σε υποδικία και δεν έχουν κριθεί από τον φυσικό δικαστή.
Τη διάταξη ψήφισαν όλα τα κόμματα πλην του ΜΕΡΑ25. Τι σημαίνει με απλά λόγια; Ότι πλέον θα υπάρχει ειδικη καταγραφή στο ποινικό μητρώο για όσους απλώς διώκονται -χωρίς καταδίκη- για τέτοια αδικήματα.
Κι αν τελικά αποδειχθεί η αθωότητα; Ή δεν αποδειχθεί ενοχή; Με τι καθαριστικό σβήνονται οι ηθικοί λεκέδες από την υπόληψη ενός ανθρώπου; Πώς μπορείς a priori να καταργείς το τεκμήριο της αθωότητας «από την πίσω πόρτα»;
Και κυρίως γιατί;
Η υπερβολή ως αυτοπροστασία του συστήματος
Η βιομηχανία του κινηματογράφου και του θεάματος γενικότερα, αντιμέτωπη με τσουνάμι αποκαλύψεων, έπαθε το εξής:
Πολύ υψηλού προφίλ πρόσωπα βρέθηκαν να κατηγορούνται για ανομολόγητες πράξεις, τις οποίες διέπραταν μέσα σε ένα σύστημα που επί δεκαετίες ολόκληρες τα προστάτευε απόλυτα. Ακριβώς τα ίδια έγιναν κι εδώ.
Όλοι ξέρουμε για τον Πέτρο Φιλιππίδη, ακόμη και με ανατομικές λεπτομέρειες που θα μπορούσαμε να ζήσουμε και χωρίς να γνωρίζουμε, αλλά κανείς δεν ξέρει για τον εργοδότη της διπλανής πόρτας που έχει κάνει κόλαση επί δεκαετίες τη ζωή των γυναικών που δουλεύουν γι αυτόν.
Η δημοσιότητα που προστάτευε τους διάσημους και ισχυρούς, γύρισε εν ολίγοις μπούμεραγκ.
Το μείζον, όμως, είναι ότι σε πραγματικό θεσμικό και καθημερινό επίπεδο, ελάχιστα έγιναν για να αλλάξουν οι συνθήκες που ευνοούν διαχρονικά τέτοια περιστατικά. Κι αν κάνουμε μια προβολή της βιομηχανία του θεάματος στον πραγματικό κόσμο, ο εργοδότης της διπλανής πόρτας συνεχίζει να μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, καθώς η θεσμική προστασία κινείται με πολύ πιο αργά βήματα από εκείνα με τα οποία δρασκελίζει ο ίδιος όταν κυνηγάει το θύμα του.
Υπό το βάρος της γενικής κατακραυγής, λοιπόν, είναι αρκετά πιο εύκολο να τσουβαλιάζουμε ένοχους και ύποπτους -αδιαφορώντας για το κολοσσιαίο κενό ανάμεσα στις δύο ιδιότητες- και να παρουσιάζουμε στην αγανακτισμένη κοινωνία μια «αυστηροποίηση» της στάσης μας, παρά να κάνουμε τις θεσμικές εκείνες υπερβάσεις (διότι υπερβάσεις χρειάζονται και όχι μέτρα και ημίμετρα) που είναι αναγκαίες για να σταματήσει το κακό.
Στα φετινά Σεζάρ θα απουσιάζουν ο Σοφιάν Μπενανσέ και ο Ρόμαν Πολάνσκι, αλλά θα υπάρχει ένας τεράστιος ελέφαντας στην αίθουσα. Ένας ελέφαντας που στέκεται δίπλα μας καθημερινά όταν μιλάμε για τη σεξουαλική κακοποίηση και παρενόχληση.
Το ζήτημα δεν είναι να «βάλεις μέσα» εκατό αθώους μπας και πετύχεις μαζί τους και τον ένοχο, ταΐζοντας την κοινωνία με εύκολους στόχους για εκτόνωση. Έχει τέτοιους, δυστυχώς, πολλούς, είναι εκπαιδευμένη πλέον να τους βρίσκει.
Το θέμα είναι να βρίσκεις τους πραγματικούς ενόχους, να προστατεύεις εκ των προτέρων τα θύματα και να στρέψεις την κοινωνία στο πραγματικό πρόβλημα και τη λύση του. Το πρόβλημα είναι θεσμικό και πολυεπίπεδο.
Το πρόβλημα είναι να δημιουργήσεις συνθήκες ώστε να ΜΗΝ υπάρχουν θύματα, ή τέλος πάντων να ελαχιστοποιηθούν. Όχι να περιμένεις τις καταγγελίες για να δικάσει η κοινωνία.
Το πρόβλημα είναι πέρα από τους προβεβλημένους ανθρώπους του συστήματος· είναι παντού.
Κι αν θα το αντιμετωπίσουμε κυρίως τιμωρητικά ή κυρίως προληπτικά, είναι τελικά και ένδειξη της ποιότητας του κόσμου στον οποίον θέλουμε να ζούμε.