Η τελευταία υπόκλιση του Ζαν Λουί Τρεντινιάν - Με «Αγάπη» για την κόρη του και τον Χάνεκε
Ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν που οι περισσότεροι θα τον μνημονεύσουν για το «Ζ» (που δεν ήταν από τους καλύτερούς του ρόλους), αλλά και για αρκετές ακόμη μετρημένες αλλά σπουδαίες ταινίες που έκανε -ήταν εύπορος και μπορούσε να ειναι επιλεκτικός-, δεν αγαπούσε καθόλου τον κινηματογράφο.
Δεν το λέω εγώ, εκείνος το είχε πει, σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις που είχε δώσει, λίγο μετά το «Αμούρ» του Μίχαελ Χάνεκε, το 2012.
Ένας βασικός λόγος που δέχτηκε να παιξει στο «Αμούρ», ήταν ο ίδιος ο Χάνεκε, τον οποίο θεωρούσε ανώτερο του Μπερτολούτσι, στην ταινία του οποίου «Ο Κομφορμίστας» πρωταγωνίστησε.
«Συμφωνώ με τους κριτικούς όταν λένε ότι είμαι καλός και τους ακούω όταν λένε ότι δεν είμαι. Συμφωνώ μαζί τους ότι ο Κομφορμίστας ήταν έως τώρα η καλύτερη ταινία που είχα κάνει. Τώρα όμως είναι το Αμούρ», είπε.
Ένας άλλος λόγος είναι διότι ο Χάνεκε σεβάστηκε την επιθυμία του Τρεντινιάν να μην κάνουν πολλά πλάνα, καθώς κουραζόταν· «πάρα πολλές από τις σκηνές τραβήχτηκαν μόνο μια φορά, κάτι πολύ σπάνιο», είπε.
Ένας τρίτος λόγος είναι επειδή το «Αμούρ» είναι σαν θεατρικό. «Δεν θέλω να κάνω ταινίες, διότι δεν θέλω να με θυμούνται σαν κινηματογραφικό ηθοποιό», έλεγε το 2013, συμπληρώνοντας ότι οι κινηματογραφικοί ηθοποιοί πάντα υπερβάλουν, κάτι που δεν είναι καθόλου απαραίτητο στο θέατρο.
«Υπάρχουν πολύ όμορφα φιλμ, αλλά γενικά θα έλεγα ότι παράγουμε υπερβολικά πολύ κινηματογράφο. Από τις 1000 ταινίες που φτιάχνονται είναι ζήτημα να αξίζουν οι 50. Προσωπικά έχω κάνει 120 ταινίες και δεν μ' αρέσουν ούτε οι 20. Οι υπόλοιπες δεν θα έπρεπε να έχουν γυριστεί ποτέ», έχει πει.
Το Αμούρ ήταν η πρώτη ταινία του Τρεντινιάν μετά από 10 χρόνια. Το 2003 είχε εμφανιστεί στο φιλμ Janis and John μαζί με την κόρη του Μαρί.
Λίγους μήνες αργότερα η Μαρί δολοφονήθηκε από τον τότε σύντροφό της και τραγουδιστή των Noir Désir, Μπερτράντ Καντά σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο Βίλνιους.
Ένα μήνυμα που δέχτηκε εκείνη στο κινητό από τον πρώην σύζυγό της, έκανε έξαλλο τον Καντά ο οποίος τη σκότωσε (κυριολεκτικά) στο ξύλο. Τέσσερα χρόνια μετά την καταδίκη του αποφυλακίστηκε και λίγο αργότερα η πρώην σύζυγός του -η οποία τον είχε κατηγορήσει πολλές φορές για συναισθηματική και σωματική βία- αυτοκτόνησε ενώ εκείνος ήταν παρών. Αυτήν τη φορά δεν υπήρξαν αποδείξεις και τη γλίτωσε.
Μετά το φόνο της κόρης του και τον πανικό που έγινε από τον Τύπο -ο οποίος επέμενε να αποφεύγει το θέμα της έμφυλης βίας και απεικόνιζε το ζευγάρι κάπως σαν το Ρωμαίο και την Ιουλιέτα- ο Τρεντινιάν συναισθηματικά εξουθενωμένος εξαφανίστηκε από προσώπου γης.
Ζούσε σε ένα απομονωμένο αγρόκτημα και δεν έδινε ποτέ συνεντεύξεις. Αποφάσισε να επιστρέψει στα εγκόσμια μονο για χάρη του Χάνεκε, του οποίου είχε δει όλες τις ταινίες και τον οποίο θεωρούσε τον σπουδαιότερο εν ζωή σκηνοθέτη.
Μάλλον δεν είχε και άδικο.
Το Αμούρ ήταν μια ταινία για την αγάπη και την κάθαρση. Σκληρή και πεντακάθαρη, γεμάτη από συμβολισμούς αλλά ταυτόχρονα και από τις ανθρώπινες νομοτέλειες.
Ήταν μια ταινία που πράγματι μόνο ο Χάνεκε θα μπορούσε να έχει κάνει και μόνο ένας άνθρωπος που ξέρει βαθιά την απώλεια θα μπορούσε να υποστηρίξει τόσο καλά υποκριτικά και μάλιστα με πλάνα «μια κι έξω».
Ο Τρεντινιάν έκανε την ταινία, πήγε μαζί με τις καθημερινές ενέσεις του (ήταν διαβητικός) στις Κάννες, τον αποθέωσαν, έχασε το βραβείο από τον Μαντς Μίκελσεν, δεν τον πείραξε καθόλου και ξαναπήγε στο καταφύγιό του.
«Θα ήθελα πολύ να ξέρω τι υπάρχει στην άλλη πλευρά. Θα ήθελα να είμαι βέβαιος ότι ο θάνατος είναι απλώς ένας ύπνος», είχε πει όταν τον ρωτησαν για την ευθανασία και αν θα την επέλεγε ποτέ.
Δεν ξέρω αν μιλούσε για τον εαυτό του ή για την κόρη του, κανείς δεν ξέρει, λίγη σημασία έχει κιόλας.
Τώρα έμαθε.