Οι «Χαμένες Πλατείες» της Χριστίνας Χρυσανθοπούλου δεν είναι απλώς ιστορίες της καραντίνας
Ανανεώθηκε:
Η Χριστίνα Χρυσανθοπούλου είναι δημοσιογράφος και κάνει πράξη αυτό που για τους περισσότερους από εμάς παραμένει απλώς όνειρο: Γράφει τις ιστορίες της και τις εκδίδει σε βιβλία.
Οι «Χαμένες Πλατείες» είναι μερικές, φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους, ανθρώπινες ιστορίες, οι οποίες όσο ξεδιπλώνονται μπροστά σου σε αφήνουν με την αίσθηση του ανολοκλήρωτου. Στο τέλος, όμως, έρχεται ένας αναπάντεχος πρωταγωνιστής για να τις «δέσει», να τους δώσει νόημα, να τις ολοκληρώσει με έναν εξίσου αναπάντεχο τρόπο: Τίποτα τελικά δεν ολοκληρώνεται εντελώς, όπως άλλωστε και οι πραγματικές ανθρώπινες ιστορίες. Όσο ζούμε υπάρχει πάντα χώρος για μια ανατροπή...
«Οι Χαμένες Πλατείες είναι μια συλλογή διηγημάτων που έγραψα σε διαφορετικές χρονικές περιόδους με αρκετή απόσταση της μιας ιστορίας από την άλλη. Κάποια στιγμή αποφάσισα να τα συλλέξω και να αναζητήσω εκδότη», λέει η ίδια. «Κοινός άξονας των διηγημάτων μου είναι η ζωή καθημερινών ανθρώπων της μεγαλούπολης που, όπως κάθε άνθρωπος της διπλανής πόρτας κουβαλούν μια καθόλου απλή ιστορία. Αντίθετα, πίσω από καθέναν από εμάς υπάρχει μια πορεία πολύπλοκων γεγονότων με βαρύτητα συχνά αδιόρατη».
Διάβασα τις ιστορίες της Χριστίνας εκεί οπου εξελίσσονται. Είμαστε άλλωστε γειτόνισες, δύο γυναίκες που γνωρίστηκαν μέσα από τα παιδιά τους, τα οποία πήγαιναν στο ίδιο σχολείο, κάνουμε την ίδια δουλειά, έχουμε κοινές αγωνίες...
Όταν διαβάζεις μια ιστορία και ξέρεις τι είχε στο μυαλό του ο συγγραφέας της, χαμογελάς. Ή δακρύζεις. Όταν της το είπα, μου απάντησε: «Ωραίο πράγμα η συγκίνηση, μας θυμίζει ότι είμαστε ζωντανοί».
Και συνεχίζει: «Δεν είναι αυτό που λέμε ευχάριστες ιστορίες με την έννοια του happy end. Πάντα με έλκυαν οι άνθρωποι με αύρα, ας την πούμε ζοφερή, με γοήτευαν οι ιστορίες που έσκαβαν κάτω από την επιφάνεια των ηρώων τους και τέτοιες ιστορίες προσπάθησα να χτίσω. Ένας άστεγος, ένας ματαιωμένος ιδεολόγος, μια γυναίκα που ανακαλύπτει τις ρίζες της, ένα κορίτσι που «ενηλικιώνεται» εκβιασμένα. Αυτοί είναι μερικοί από τους ήρωές μου. Η οικογένεια και οι στρεβλώσεις της, η μετανάστευση και τα παρεπόμενά της, η αναζήτηση των καταβολών, της αφετηρίας και του προορισμού μας, η περιπέτεια της ζωής, το γήρας, η αναπηρία, η απώλεια είναι θέματα που με απασχολούν διαρκώς και παρατηρώ ότι επανέρχονται στα γραπτά μου, ακόμη και ακούσια, ακόμη και όταν οι αρχικές συγγραφικές προθέσεις μου είναι εντελώς διαφορετικές».
«Πιστεύω ότι η λογοτεχνία και η Τέχνη γενικότερα συμπορεύεται πιο αρμονικά με τη μελαγχολία, τη νοσταλγία, τον φόβο, ακόμη και την απώλεια. Η χαρά, όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ, είναι πιο εξωστρεφής, η χαρά διασκεδάζεται, ενώ οι προηγούμενες συναισθηματικές καταστάσεις σε στρέφουν προς τα μέσα και με έναν τρόπο σε γονιμοποιούν».
Οι ιστορίες είναι σύντομες. Ίσως γι αυτό και σε κάνουν, καθεμία από αυτές, στο τέλος τους να περιμένεις μια συνέχεια που δεν έρχεται ποτέ, αλλά δεν πειράζει, αυτό σε κάνει να γράψεις τη συνέχεια στο μυαλό σου.
«Αγαπώ την μικρή φόρμα για αυτό οι ιστορίες μου είναι περιορισμένης έκτασης. Η πρώτη μου λογοτεχνική απόπειρα βέβαια έγινε με ένα επίσης μικρό μυθιστόρημα, το Ζοή με Όμικρον από τις εκδόσεις Πάπυρος με θέμα την μετανάστευση και το trafficking, όμως στο διήγημα καταφεύγω με μεγαλύτερη εσωτερική ροπή. Μου αρέσουν πολύ οι ιστορίες που δεν φλυαρούν και δεν καλλωπίζονται», εξηγεί η ίδια.
«Πρόκειται για επτά μυθοπλαστικά κείμενα ωστόσο πάντα ενυπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία, θέλοντας και μη, ο συγγραφέας κουβαλάει τον εαυτό του σε ό,τι κάνει. Όπως επίσης κουβαλάει και ανθρώπους, περιστατικά και καταστάσεις που τον έχουν σημαδέψει ή που για κάποιον, συχνά ασυνείδητο λόγο, του έχουν εντυπωθεί.
Γιατί, όμως, γράφουμε, οι άνθρωποι; Για όσους το κάνουν, η απάντηση είναι απλή: «Η συγγραφή για μένα είναι τρόπος ζωής, μια επίπονη, κοπιαστική βέβαια διαδικασία που όμως ταυτόχρονα είναι και ιδιαίτερα εξαγνιστική και για αυτόν ακριβώς τον λόγο γίνεται μια πορεία συγκλονιστική. Με την συγγραφή δαμάζω τους δαίμονές μου με ισχυρότερο την ανυπομονησία μου. Η συγγραφή απαιτεί προσήλωση, αφοσίωση και τεράστια επιμονή».