Από το μεροκάματο, στην κορυφή της ελληνικής δισκογραφίας: Ο Γ. Πουλόπουλος μέσα από το έργο του
Ανανεώθηκε:
Λίγοι άνθρωποι σημάδεψαν το ελληνικό τραγούδι όσο ο Γιάννης Πουλόπουλος. Ένας άνθρωπος που δεν σταμάτησε σε όλη του τη ζωή να ασχολείται -με τον ένα ή τον άλλη τρόπο- με το τραγούδι και ένας από τους τραγουδιστές με την πιο πλούσια δισκογραφία.
Ο Γιάννης Πουλόπουλος γεννήθηκε στις 29 Ιουνίου 1941, μέσα στην γερμανική Κατοχή, στην παραλιακή Καρδαμύλη της Μεσσηνιακής Μάνης.
Οι γονείς του, μεσσηνιακής καταγωγής και οι δύο, λίγο μετά τη γέννησή του μετακόμισαν στο Περιστέρι, στον Άγιο Ιερόθεο.
Σε ηλικία 5 ετών μένει ορφανός από μητέρα και μεγαλώνει με τον πατέρα του Γιώργο και τον μικρό αδερφό του Βασίλη. Ο θάνατος της μητέρας του τον σημάδεψε και απέφευγε πάντα να μιλάει για αυτό το γεγονός, όπως γενικά και για τα προσωπικά του στις σπάνιες συνεντεύξεις του.
Από μικρός είχε έφεση στο τραγούδι και παρ' ότι οι συνθήκες δεν ήταν για εκείνον ευνοϊκές, πήγαινε επίμονα στην εταιρία Columbia ζητώντας να τον ακούσουν, αλλά κανείς δεν του έκλεινε ραντεβού...
Δεν το έβαλε κάτω και συνέχιζε να ζητάει ακρόαση σχεδόν καθημερινά. Παράλληλα, δούλευε σαν ελαιοχρωματιστής και οικοδόμος, έπαιζε ποδόσφαιρο στον Άγιο Ιερόθεο και στον Ατρόμητο, ενώ φοιτούσε και σε νυχτερινή σχολή, για να γίνει ηλεκτρολόγος.
Όταν τον άκουσε ο Θεοδωράκης
«Σκέφτηκα λοιπόν να τραγουδήσω και πήγα να με ακούσουνε στην Κολούμπια. Πήγαινα κάθε μέρα στις 10 το πρωί μα αυτοί δεν μου κλείνανε μια ημερομηνία για ακρόαση. Κάποια στιγμή, πρέπει να είχα χάσει ίσαμε με εκατό μεροκάματα με βάλανε για ακρόαση με άλλους 45.
Παρακολουθούσα τους προηγούμενους από μένα όλοι τραγουδούσανε κάτι κλαψιάρικα, κάτι αμανέδες, κάτι τάμπα ντούμπα και λέω “θα σας πω ένα Θεοδωράκη". Αρχίσανε αυτοί την καζούρα “εδώ δεν μπορούν να βγάλουνε ένα τσιφτετέλι της σειράς, εσύ θα μας πεις Θεοδωράκη!! Χα χα χα”.
Ναι, λέω εγώ, θα σας πω ή το “Μάνα μου και Παναγιά” ή το “Παράπονο”. Μέσα από το τζάμι του στούντιο έβλεπα τον Θεοδωράκη, τον Τσιτσάνη, τον Καλδαρα και τον Παπαϊωάννου… Μόλις τελείωσα, με πλησίασε ο Μίκης Θεοδωράκης λέγοντας: "Αυτόν εγώ θα τον κάνω τραγουδιστή". Και με πήρε υπό την προστασία του», έχει διηγηθεί ο ίδιος.
Ο Θεοδωράκης του έδωσε τρία τραγούδια στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η γειτονιά των Αγγέλων», που εκείνη τη χρονιά (1963) ανέβηκε στο θέατρο ΡΕΞ από το θίασο Τζένης Καρέζη - Νίκου Κούρκουλου. Τα τραγούδια αυτά ήταν τα «Στρώσε το στρώμα σου για δυο», «Δόξα τω Θεώ», και «Το ψωμί είναι στο τραπέζι». Αυτά είναι και τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφεί σε δίσκο ο Πουλόπουλος, τραγούδια που αργότερα στην ίδια εταιρία θα δισκογραφήσει και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης.
Ο Μάνος Λοΐζος και το Νέο Κύμα
Η συνέχεια βρίσκει τον Πουλόπουλο να τραγουδάει σε μπουάτ στην Πλάκα. Λίγο πριν πάει φαντάρος, ηχογραφεί 4-5 δίσκους 45 στροφών στην COLUMBIA, τραγούδια τώρα πια δυσεύρετα, που με την κυκλοφορία τους θάφτηκαν, καθώς ο τραγουδιστής είχε κλείσει ήδη συμφωνία με την ΛΥΡΑ και τον Αλέκο Πατσιφά. Στη ΛΥΡΑ ξαναηχογραφεί τα τρία τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και άλλα δώδεκα του ίδιου συνθέτη όπως τα «Βράχο βράχο τον καημό μου», «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», «Καημός» κ.ά.
Το 1965 τραγουδάει τέσσερα τραγούδια του πρωτοεμφανιζόμενου τότε Μάνου Λοϊζου, ενώ σχεδόν παράλληλα κάνει μεγάλη επιτυχία με το «Μη μου θυμώνεις μάτια μου», του επίσης καινούργιου εκείνη την εποχή, Σταύρου Κουγιουμτζή.
Το 1966 ο Γιάννης Πουλόπουλος μπαίνει πλέον με φόρα στη δισκογραφία. Τα 45άρια δισκάκια του κυκλοφορούν σωρηδόν και εμφανίζεται για πρώτη φορά σε κινηματογραφικές ταινίες. Στους «Στιγματισμένους» με τον Γιώργο Φούντα και τη Μάρω Κοντού, όπου τραγουδάει μαζί με την Ελένη Κλάδη το «Πολύ αργά" και το "Σ' αγαπώ», στον «Τετραπέρατο» με τον Κώστα Χατζηχρήστο, όπου τραγουδάει το τραγούδι του Γιώργου Κατσαρού «Στον Πειραιά στον Πειραιά» και στο «Εκείνος κι εκείνος» με την Τζένη Καρέζη και τον Φαίδωνα Γεωργίτση, που τραγουδάει τη σύνθεση του Γιάννη Μαρκόπουλου «Ξεγυμνώστε τα σπαθιά».
Είναι η εποχή του Νέου Κύματος. Ο Πουλόπουλος το ακολουθεί. Γράφει και συνθέτει δικά του τραγούδια, συνεργάζεται με τον Γιάννη Σπανό, με τον Δήμο Μούτση, με τον Κυριάκο Σφέτσα και με τον Νίκο Μαμαγκάκη.
Ο Δρόμος - Η μεγαλύτερη επιτυχία στην ελληνική δισκογραφία και το παράπονο του Πλέσσα
Το 1967 έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τον Μίμη Πλέσσα και ξεκινούν μια συνεργασία που άφησε εποχή στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού. Αφορμή αποτέλεσε η ταινία μιούζικαλ «Οι θαλασσιές οι χάντρες». Ακολούθησαν η «Παριζιάνα» και το «Γοργόνες και μάγκες» το 1969.
Το 1969 είναι για τον Πουλόπουλο, αλλά και για την ελληνική δισκογραφία, μια σημαδιακή χρονιά. Ο δίσκος «Ο δρόμος» των Μίμη Πλέσσα - Λευτέρη Παπαδόπουλου, όπου ο Γιάννης Πουλόπουλος τραγουδάει δέκα από τα δώδεκα τραγούδια, γίνεται αμέσως χρυσός. Είναι ο πρώτος ελληνικός δίσκος που γίνεται χρυσός, δίσκος που στα χρόνια που θα ακολουθήσουν καταρρίπτει κάθε ρεκόρ πωλήσεων, ρεκόρ που ακόμη και σήμερα δεν έχει φτάσει κανένας άλλος ελληνικός δίσκος.
Χρόνια αργότερα, ο Μίμης Πλέσσας σε συνέντευξή του είπε:
«Όλοι με εκμεταλλεύτηκαν. Με άφησε κανείς ανεκμετάλλευτο; Και το λέω με την κάκιστη έννοια. Βρες έναν που να μην με εκμεταλλεύτηκε, που να σκέφτηκε αυτόν τον κακομοίρη που τα έγραψε… Με αυτά κάνανε τις τεράστιες καριέρες τους».
Και για τη συναυλία-αφιέρωμα στο έργο του που πραγματοποιήθηκε στο Ηρώδειο και στην οποία δεν ήθελε να συμμετέχει ο Γιάννης Πουλόπουλος είπε:
«Τραγουδάει τις τραγουδάρες που με τόση αγάπη του έδωσα και με τις οποίες έγινε "ο" της εποχής του».
Σε αυτό, ο Πουλόπουλος είχε απαντήσει: «Δεν με κάλεσε ποτέ κανείς σε συναυλία του Μίμη Πλέσσα. Αλλωστε, αν αυτό γινόταν, δεν θα πήγαινα για δύο λόγους: πρώτον, γιατί ποτέ δεν έκανα "αρπαχτές" στην καριέρα μου και, δεύτερον, λόγω του προβλήματος που έχω στα μάτια μου τα τελευταία χρόνια».
Η μάχη των δισκογραφικών
Μετά την ανεπανάληπτη επιτυχία του «Δρόμου», πολλές δισκογραφικές εταιρίες προσπαθούν να προσελκύσουν τον ερμηνευτή. Ο Αλέκος Πατσιφάς όμως, βρίσκει τρόπο να τον κρατήσει στη ΛΥΡΑ. Ξέροντας την επιθυμία του τραγουδιστή να βρίσκεται συνέχεια στο studio, τον βάζει να ηχογραφεί διαρκώς τραγούδια. Την περίοδο 1969-71, ο Πουλόπουλος τραγουδά σε δέκα μεγάλους δίσκους 33 στροφών και σε αρκετούς μικρούς 45 στροφών.
Σε συνέντευξή του το 1987, όταν ρωτήθηκε αν έχει κάνει λάθη στην καριέρα του, ανέφερε την έκδοση των δέκα δίσκων που κυκλοφόρησαν μέσα σε δύο χρόνια, υπογραμμίζοντας όμως ότι περιέχουν μερικά από τα «κλασσικά» τραγούδια που έχει πει. Πράγματι, μέσα στους 10 δίσκους αυτής της περιόδου υπάρχουν υπέροχες ερμηνείες σε τραγούδια που βασίζονται πάνω σε στίχους ποιημάτων του Λόρκα, και του Νερούντα (Emiliano Zapata), του Γιάννη Γλέζου και πολλών ακόμη δημιουργών.
Παρά την τεράστια επιτυχία του δεν έκανε ποτέ περιοδείες.
«Οι μοναδικές φορές που έκανα εξαίρεση και τραγούδησα σε συναυλίες ήταν δύο και ο σκοπός τους ήταν φιλανθρωπικός. Θυμάμαι τη συναυλία που έγινε στο γήπεδο του Πανιωνίου για έναν ντράμερ μου, ο οποίος είχε μείνει παράλυτος και την άλλη στο γήπεδο Σπόρτιγκ, όπου τραγούδησα με σκοπό να συγκεντρωθούν χρήματα τότε για τη συχωρεμένη Καίτη Χωματά», είχε πει.
Λίγο πριν την έκδοση αυτού του δίσκου, μόλις πρόλαβε την σύλληψη από τα όργανα της Χούντας, καθώς το τραγούδι των Γιώργου Κατσαρού - Πυθαγόρα «Πάμε για ύπνο Κατερίνα» θεωρήθηκε αντιστασιακό. Κατέφυγε τότε σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Βέβαια προϋπήρχε και ο δίσκος «Μίλα μου για τη λευτεριά» των Μίμη Πλέσσα - Λευτέρη Παπαδόπουλου, που όλα τα τραγούδια -εκτός από ένα - είχαν απαγορευτεί από το καθεστώς των συνταγματαρχών.
Το 1975 ερμηνεύει τα «12 ρεμπέτικα», ένα είδος τραγουδιού που αποδεικνύει ότι είναι ένας τραγουδιστής που άνετα μπορεί να κινηθεί σε όλα τα είδη του Ελληνικού τραγουδιού. Αυτός ήταν και ο τελευταίος δίσκος του στη ΛΥΡΑ.
Ακολουθούν απανωτοί χρυσοί δίσκοι με ελαφρολαϊκά και με διασκευασμένες ξένες επιτυχίες, όπως το «Αγάπα με» του Χούλιο Ιγκλέσιας στην εταιρία ΜΙΝΟΣ, στην οποία μένει ως το 1989, κάνοντας 11 χρυσούς δίσκους, την εποχή που ο χρυσός αντιστοιχούσε σε 60.000 πωλήσεις και ο πλατινένιος σε 100.000. Οι τρεις τελευταίοι δίσκοι έγιναν πλατινένιοι μετά την αποχώρησή του από τη ΜΙΝΟΣ.
Η ΛΥΡΑ δεν έπαψε να επανεκδίδει τραγούδια που είχε πει, κυρίως τραγούδια που είχαν κυκλοφορήσει σε δίσκους 45 στροφών. Ακολουθούν δύο δίσκοι και ένας τρίτος με μια συμμετοχή, στην POLYGRAM μεταξύ 1990-92. Για ένα διάστημα 5 χρόνων μένει οικειοθελώς εκτός δισκογραφίας, ενώ συνεχίζει τις εμφανίσεις του σε μεγάλα κέντρα.
Μακριά από τη δισκογραφία και τη νύχτα
Το 1997 ο Πουλόπουλος αρχίζει μια καινούρια συνεργασία με τη ΛΥΡΑ, με το δίσκο «Του τραγουδιού το βλέμμα», σε μουσική Αντώνη Στεφανίδη. Δίσκος που γνωρίζει αμέσως μεγάλη επιτυχία. Το 1998, κυκλοφορεί σε cd η ζωντανή του εμφάνιση στην Πύλη Αξιού –πρόκειται για την μόνη του δισκογραφική δουλειά με περιεχόμενο από ζωντανή εμφάνισή του-, εμφάνιση η οποία γνώρισε μεγάλη επιτυχία και ήταν και την τελευταία του. Το 1999 κυκλοφορεί ο δίσκος με τίτλο «Στα Όνειρά Μου Περπατώ», με τον οποίο αποφασίζει να απομακρυνθεί από τα μουσικά δρώμενα. Σε συνεντεύξεις της εποχής δηλώνει πως η νύχτα, έτσι όπως έχει ευτελιστεί, δεν είναι πια γι’ αυτόν και δηλώνει την απομάκρυνση του από τις βραδινές εμφανίσεις και, εν γένει, τα μουσικά δρώμενα.
«Σημερα δισκογραφικές εταιρείες δεν υπάρχουν, μαγαζιά δουλεύουν δύο φορές την εβδομάδα. Πώς λοιπόν να αναδειχθούν οι νέοι καλλιτέχνες; Κατέστρεψαν το τραγούδι, όπως κατέστρεψαν και την Ελλάδα. Είναι δυνατόν να περνούν οι Έλληνες όλα αυτά τα δεινά; Μας έχουν εξοντώσει και δεν ντρέπομαι να το πω. Και το θέμα δεν είναι οι μεγάλοι, είναι τα νέα παιδιά που δεν τους δίνεται το δικαίωμα να κάνουν πολλά πράγματα για να καταξιωθούν επαγγελματικά», είπε σε μια από τις τελευταίες συνετεύξεις του.
Εκτός από την απογοήτευσή του, ένας άλλος λόγος που εγκετέλειψε το τραγούδι ήταν και το πρόβλημα των ματιών του, το γλαύκωμα που τον ταλαιπωρούσε επί χρόνια.
«Επειδή ήμουν πρωτότοκος το πήρα εγώ το γονίδιο, ενώ ο αδελφός μου δεν το έχει. Ο πατέρας μου, όταν ήμασταν πιτσιρικάδες, μας έλεγε "να προσέχετε τα μάτια σας". Επί 18 χρόνια έχω πλέον αυτόν τον μπελά. Η θεραπεία είναι μακροχρόνια. Έκανα εγχείρηση με λέιζερ πριν από δέκα χρόνια, ενώ ακολούθησε και δεύτερη πριν από λίγο καιρό», είχε πει λίγο παλαιότερα σχετικά με τα προβλήματα όρασης που αντιμετωπίζει και τα οποία τον αναγκάζουν να μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Παρά τυν απομάκρυνσή του από την ενεργό δράση, οι επανεκδόσεις τραγουδιών -και από τη Lyra και από τη Minos- διαδέχονται η μία την άλλη. Εκείνος αφιερώθηκε στην οικογένεια του, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και με τις αγαπημένες του δραστηριότητες πέρα από το τραγούδι:
Κυκλοφόρησε δύο ποιητικές συλλογές, με τίτλο Τετράδιο (1971) και Ταξίδι στο κέντρο της νύχτας (1983), ενώ παράλληλα, ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και τη χαλκογραφία, έχοντας αποκτήσει μερικές γνώσεις από τον φίλο του, τραγουδιστή και ζωγράφο, Σταύρο Πασπαράκη.
Το 1983 γνωρίστηκε με τη μέλλουσα γυναίκα του Μπέττυ και το 1985 γίνεται ο γάμος τους. Στις 15 Μαΐου 1991 γεννιέται η κόρη του, Αλεξάνδρα.
Δύο πολύ δικοί του άνθρωποι τους οποίους κράτησε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και σήμερα θρηνούν, μαζί με όλη την Ελλάδα για το θάνατό του.