ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου για τον δικό του Βασίλη Τσιτσάνη

Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου για τον δικό του Βασίλη Τσιτσάνη

Ο 33χρονος Ανδρέας Κωνσταντίνου φέτος έκανε κάτι βαθιά ουσιαστικό. Με τον κινηματογραφικό του Τσιτσάνη στο "Ουζερί Τσιτσάνης" που δίχασε κοινό, ο Κωνσταντίνου "επισκέπτεται" έναν άντρα που εκτιμά, τον δικό του Βασίλη Τσιτσάνη. Στο CNN μιλάει για τον μεγάλο Έλληνα μουσουργό που θυσίασε τη ζωή του για να μας κληροδοτήσει το εμβληματικό έργο του που είναι επίκαιρο, κάθε αληθινό δεν είναι;  

“Η πρώτη μνήμη μου από τον Τσιτσάνη είναι ο μπαμπάς μου και ο παππούς μου (ο μπαμπάς της μαμάς μου) αγκαλιασμένοι μετά από μεσημεριανό κυριακάτικο γεύμα στην Κρήτη να τραγουδάνε τη 'Συννεφιασμένη Κυριακή'. Τίποτα νομίζω δεν θα ξεπεράσει την ανάμνηση αυτή, εγώ γύρω στα 5” μου λέει ο Ανδρέας -όχι, όχι Αντρέας- Κωνσταντίνου, ο Βασίλης Τσιτσάνης στην ταινία που εδώ και κάποιες εβδομάδες έκανε τον Έλληνα μουσουργό θέαμα σε σκοτεινές αίθουσες που μυρίζουν ποπ-κορν. “Υπάρχει βίντεο ντοκουμέντο, όλη η οικογένεια” προσθέτει ξεκαθαρίζοντας ότι αυτά ήταν όλα όσα θα μπορέσω να μάθω για αυτή την ανάμνηση του που έχει ήχο από Τσιτσάνη.

“Μαμά, μπαμπάς, ξαδέρφες, θείος, θεία, γιαγιά Δήμητρα, παππούς Μάρκος και γείτονες”. Ο Κωνσταντίνου ήξερε με τι είχε να κάνει, οι μουσικές του ρεμπέτη ήταν παιδιόθεν γνώριμες. “Οι γονείς μου άκουγαν ρεμπέτικα οπότε και εγώ είχα τέτοια ακούσματα από μικρός” συμπληρώνει για μια οικογενειακή υπόθεση που έχει και ένα κινηματογραφικό alter ego. Ο 33χρονος ηθοποιός είναι δωρικός όταν μιλάει για τον ήρωα που ενσαρκώνει. “Ο Τσιτσάνης ήταν το κίνητρο για να συμμετέχω στην παραγωγή, όλα τα άλλα προέκυψαν”.

Τι τύπος είναι ο Τσιτσάνης λοιπόν;

ΑΚ: Ήταν εννοείς; Ευρύχωρος. Πολύ περισσότερο δύσκαμπτος ήμουν εγώ στο να απλωθώ άφοβα μέσα του. Χρειάστηκε να καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια και να ξεπεράσω διάφορα εμπόδια όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι δεν του μοιάζω, ότι δεν μοιάζουν οι φωνές μας, ότι δεν παίζω μπουζούκι κλπ. Αυτά είναι εμπόδια που ο εαυτός σου βάζει και στην ουσία ο φόβος που μπορεί να σου δημιουργήσουν είναι το πιο άχρηστο πράγμα για την δημιουργική διαδικασία.

ΛΚ: Σε φόβιζε γιατί ήταν Ο Τσιτσάνης;
ΑΚ: Με φόβισε καταρχάς γιατί ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Δεν το έχω επιχειρήσει ξανά στο παρελθόν συν το γεγονός ότι μιλάμε για μια εμβληματική προσωπικότητα στο χώρο της μουσικής και της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας.

Ο Τσιτσάνης θυσίασε τη ζωή του. Έγινε κομμάτια και με αυτά τάισε, πότισε, έθρεψε, δημιούργησε, παίδεψε, παρουσίασε και δώρισε στο κοινό του τα τραγούδια του με τρομακτική αυταπάρνηση, πίστη, ευλάβεια, τελειομανία, αγάπη, μεράκι και αφοσίωση και ταπεινότητα.

Για τον Ανδρέα Κωνσταντίνου η μεγαλύτερη συμβολή του Τσιτσάνη στην πολιτιστική παραγωγή του τόπου είναι, πέρα από το έργο του, “και το πάθος με το οποίο το δημιούργησε, το υποστήριξε και το επικοινώνησε”.

ΛΚ: Πόσο καιρό τον μελετούσες;
ΑΚ: Τον μελέτησα από απόσταση. Διάβασα και συγκέντρωσα στοιχεία για το άτομο του χωρίς να βάζω τον εαυτό μου στην διαδικασία να σκέφτομαι ότι θα τον υποδυθώ. Εν τέλει προσπάθησα να αφήσω τον εαυτό μου να εμπνευστεί από μια ιδέα-εικόνα-αίσθηση που σχημάτισα για αυτόν. Θεωρώ ότι και ο ίδιος κρατούσε μια απόσταση από τα πράγματα, ό,τι είχε να πει το έλεγε μέσα από την μουσική σύνθεσή του, άφηνε τα πράγματα να μπούνε μέσα του, τα άφηνε να τον πληγώσουν για να δημιουργήσει, για να μπορέσει να βάλει την ψυχή του μέσα στο δημιούργημά του αυτό μεταφράστηκε από εμένα ως μια αποστασιοποίηση από τα πράγματα.

ΛΚ: Η ψυχή πρέπει να πονέσει για να αποτυπωθεί σε δημιουργία;
ΑΚ: Δεν ξέρω τι πρέπει, δεν μ αρέσει και το ρήμα αλλά θεωρώ πως κάπως έτσι θα μπορούσε να έχει γίνει. Το να ζεις έντονα, να είσαι συνεχώς μέσα στην ζωή, προϋποθέτει ένα ξόδεμα, καταναλώνεις ενέργεια και γεμίζεις ταυτόχρονα . Αυτό είναι ένα τίμημα που πληρώνει όποιος επιλέγει και το κάνει. Βέβαια αυτό που κερδίζεις είναι ανεκτίμητο, το δώρο αυτό που λέγεται ζωή. Αυτό κερδίζεις, ε λοιπόν οι μεγάλοι δημιουργοί θυσιάζουν ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής τους, ο Τσιτσάνης θυσίασε τη ζωή του.

Πολλοί ίσως να θαυμάζουν και να ακούνε τον Τσιτσάνη όμως ελάχιστοι θα ήταν διατεθειμένοι να κάνουν τις θυσίες που απαιτούσε αυτή η ενασχόληση με τη μουσική, αυτή η μουσική, αυτά τα χρόνια με τους τότε τρόπους. Ο Τσιτσάνης και τις έκανε και μεγαλούργησε.

Έγινε κομμάτια και με αυτά τάισε, πότισε, έθρεψε, δημιούργησε, παίδεψε, παρουσίασε και δώρισε στο κοινό του τα τραγούδια του με τρομακτική αυταπάρνηση, πίστη, ευλάβεια, τελειομανία, αγάπη, μεράκι και αφοσίωση και ταπεινότητα. Αυτό σημαίνει ότι θυσίασε, θυσίασε πολλά, θυσίασε την ζωή του γι' αυτό. Ίσως το θυσίασε να μην είναι σωστή λέξη, ακούγεται κάπως βαρύγδουπο, μπορεί για πολύ κόσμο να είναι, γιατί πολλοί ίσως να θαυμάζουν και να ακούνε τον Τσιτσάνη όμως ελάχιστοι θα ήταν διατεθειμένοι να κάνουν τις θυσίες (και εδώ είναι σωστή η λέξη) που απαιτούσε αυτή η ενασχόληση με τη μουσική, αυτή η μουσική, αυτά τα χρόνια με τους τότε τρόπους. Ο Τσιτσάνης και τις έκανε και μεγαλούργησε”.

“Ο Τσιτσάνης είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα ελληνικής και όχι μόνο μουσικής, ο ρυθμός του, οι μελωδίες του, η αρχοντιά και η μαγκιά του ύφους του, η ευγένεια και η γλυκύτητα του” λέει στο CNN o Kωνσταντίνου. “Το έργο του είναι τόσο καλό που του κέρδισε τη διαχρονικότητα. Το αν είναι επίκαιρο το έργο του ή όχι δεν με απασχολεί για να σου πω την αλήθεια, δεν με απασχολεί αν κάποιο παλιό έργο μπορεί να χαρακτηριστεί επίκαιρο ή όχι”.

Το Ουζερί Τσιτσάνης παίζεται στους κινηματογράφους