«Ο Γκάτσος είναι όλη η Ελλάδα»: Ο Μανώλης Μητσιάς λίγο πριν την παράσταση στο Ηρώδειο
Όλοι όσοι εκτιμούν τη λυρικότητα του Νίκου Γκάτσου θα θελήσουν να βρεθούν στο ιστορικό Ωδείο Ηρώδου του Αττικού καθώς το σκηνικό του απόψε θα πλημμυρίσει με μελοποιημένους στίχους του σπουδαίου ποιητή. Σύμμαχοι σε αυτή την εμβληματική συνάντηση πνεύματος οι Μανώλης Μητσιάς και Καρυοφυλλιά Καραμπέτη που δίνουν ραντεβού στις 9 το βράδυ, για μια μουσικοθεατρική παράσταση που έγινε sold out τον περασμένο χειμώνα.
"Πάντα τον θαύμαζα ως ποιητή και ως στιχουργό. Ο Γκάτσος είναι η Ελλάδα του χτες, του σήμερα, αλλά και του αύριο, καθώς ό,τι έχει γράψει εδώ και τόσα χρόνια βγαίνουν όλα μπροστά μας και θα τα έχουμε και στο μέλλον. Για παράδειγμα, το 'Ρεμπέτικο' είναι όλη η Ελλάδα" λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Μανώλης Μητσιάς.
"Εδώ και είκοσι χρόνια είχα επιθυμία να κάνω μια παράσταση για τον Γκάτσο που να έχει κι άλλη διάσταση, όχι απλώς τραγουδιστική. Βρήκα λοιπόν την Καρυοφυλλιά, η οποία δέχτηκε μετά χαράς και είναι πολύ μεγάλη τιμή για μένα που συνεργαζόμαστε" πρόσθεσε για τη συνεργασία με τη σημαντική ηθοποιό, που θα συμπράξει στην παράσταση όχι μόνο με την απαγγελία στίχων, αλλά και ως ερμηνεύτρια, καθώς για πρώτη φορά θα τραγουδήσει επί σκηνής. Και οι δυο μαζί θα αποδώσουν και θα αναδείξουν τον πλούτο συναισθημάτων, εικόνων και χαρακτήρων που ο Γκάτσος χώρεσε σ' αυτή τη σύντομη τέχνη που λέγεται τραγούδι.
Όσο για την ανταπόκριση του κόσμου, "είναι πολύ μεγάλη. Ο κόσμος έρχεται και φεύγει συγκινημένος, νέοι ανακαλύπτουν τους στίχους του Γκάτσου για πρώτη φορά. Είναι μια παράταση που έχουμε παρουσιάσει περισσότερο από 20 φορές και συνεχίζουμε, καθώς τη ζητάνε παντού, στην επαρχία, στην Αθήνα" προσθέτει.
Οι στίχοι του Νίκου Γκάτσου, του ποιητή που έδωσε τον κανόνα του καλού ελληνικού τραγουδιού και που αγαπήθηκε όσο λίγοι ομότεχνοί του, θα πλημμυρίσουν σήμερα το βράδυ τη σκηνή του Ηρωδείου με τις μελωδίες των Μάνου Χατζιδάκι, Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρου Ξαρχάκου, Δήμου Μούτση, Λουκιανού Κηλαηδόνη και Ηλία Ανδριόπουλου. "Μη μου χτυπάς τα μεσάνυχτα την πόρτα", "Ο Γιάννης ο Φονιάς", "Τα' Αστέρι του Βοριά", "Αθανασία", "Κεμάλ", "Αύριο πάλι", "Ραλλού", "'Ασπρη μέρα και για μας", "Χάρτινο το Φεγγαράκι", "Αθήνα", "Ήταν καμάρι της αυγής" είναι μερικοί μόνο από τους τίτλους των υπέροχων τραγουδιών που θα ακουστούν το φθινοπωρινό αυτό βράδυ στο ρωμαϊκό θέατρο.
"Ο Γκάτσος που αγάπησα" είναι ένα αφιέρωμα από καρδιάς στον ποιητή των τραγουδιών και μέσα από αυτό μια ολοκάθαρη μουσική διαδρομή στην ιστορία και τον πολιτισμό της νεότερης Ελλάδας.
Ανάμεσα στα τραγούδια θα ακουστούν κείμενα ανθρώπων του πνεύματος, που κρατούν όπως και ο Γκάτσος με το έργο τους τη συλλογική μνήμη ζωντανή και το "σκηνικό" μας όρθιο. Την επιμέλειά τους έχει η Αγαθή Δημητρούκα. Συντελεστές της παράστασης είναι οι Αχιλλέας Wastor, πιάνο, Ηρακλής Ζάκκας, μαντολίνο-μπουζούκι και Σταύρος Καβαλιεράτος, μπάσο.
Νίκος Γκάτσος, μια βιογραφία
Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε στην Ασέα Αρκαδίας από τους αγρότες Γεώργιο Γκάτσο και Βασιλική Βασιλοπούλου. Σε ηλικία πέντε ετών έμεινε ορφανός από πατέρα, ο οποίος, από τους πρώτους μετανάστες στην Αμερική, πέθανε στο πλοίο και τον πέταξαν στον Ατλαντικό.
Τέλειωσε το Δημοτικό στην Ασέα και το Γυμνάσιο στην κοντινή Τρίπολη, όπου γνώρισε τα λογοτεχνικά βιβλία, τις μεθόδους αυτοδιδασκαλίας ξένων γλωσσών, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Έτσι, όταν το 1930 μετέβη στην Αθήνα για να εγγραφεί στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (διέκοψε μετά το δεύτερο έτος), ήξερε αρκετά καλά Αγγλικά και Γαλλικά, είχε μελετήσει τον Παλαμά, τον Σολωμό και το δημοτικό τραγούδι και παρακολουθούσε τις νεωτεριστικές τάσεις στην ποίηση της Ευρώπης.
Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του και την αδερφή του και άρχισε να έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής. Πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του, μικρά σε έκταση και με κλασικό ύφος, στα περιοδικά 'Νέα Εστία" (1931-32) και "Ρυθμός" (1933).
Την ίδια περίοδο δημοσίευσε κριτικά σημειώματα στα περιοδικά "Μακεδονικές Ημέρες", "Ρυθμός" και "Τα Νέα Γράμματα" (για τον Κωστή Μπαστιά, την Μυρτιώτισσα και τον Θράσο Καστανάκη αντίστοιχα), ενώ αργότερα συνεργάστηκε με τα "Καλλιτεχνικά Νέα" και τα "Φιλολογικά Χρονικά". Καθοριστική υπήρξε η γνωριμία του με τον Οδυσσέα Ελύτη το 1936. Συνδέθηκε με το ρεύμα του ελληνικού υπερρεαλισμού.
Το μοναδικό βιβλίο που εξέδωσε όσο ζούσε είναι η ποιητική σύνθεση "Αμοργός" (Αετός, 1943), η οποία θεωρείται κορυφαία δημιουργία του ελληνικού υπερρεαλισμού με επίδραση στους νεότερους ποιητές, σημαδεύοντας την σύγχρονη ελληνική ποίηση. Έκτοτε δημοσίευσε τρία ακόμη ποιήματα: το "Ελεγείο" (1946, περ. Φιλολογικά Χρονικά) και το "Ο ιππότης κι ο θάνατος" (1947, περ. Μικρό Τετράδιο), που από το 1969 και μετά περιέχονται στο βιβλίο "Αμοργός", και το "Τραγούδι του παλιού καιρού" (1963, περ. Ο Ταχυδρόμος), αφιερωμένο στον Γιώργο Σεφέρη.
Ο Γκάτσος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη μετάφραση θεατρικών έργων, κυρίως για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και του Λαϊκού Θεάτρου.
Αφορμή υπήρξε το έργο "Ματωμένος γάμος" του Ισπανού ποιητή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, που το μετέφρασε το 1943, εκδόθηκε από τον Ίκαρο το 1945 και ανέβηκε από τον Κάρολο Κουν στο Θέατρο Τέχνης το 1948. Μετέφρασε δύο ακόμη θεατρικά έργα του Λόρκα, "Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα" (1954) και "Ο Περλιμπλίν και η Μπελίσα" (1959), και όλα μαζί με τις μεταφράσεις των ποιημάτων "Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας" και "Παραλογή του μισούπνου" από το 1990 και μετά εκδίδονται συγκεντρωμένα στον τόμο: Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, "Θέατρο και ποίηση", απόδοση Νίκου Γκάτσου. Μετέφρασε, επίσης, επτά μονόπρακτα του Τεννεσσή Ουίλλιαμς (1955-59), τη "Φουέντε Οβεχούνα" του Λόπε δε Βέγα (1959), τον "Ιώβ" του Άρτσιμπαλντ Μακ Λης (1959), τον "Πατέρα" του Αυγούστου Στρίντμπεργκ (1962), το "Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα" του Ευγένιου Ο΄Νηλ (1965) και άλλα. Παράλληλα και για βιοποριστικούς λόγους συνεργάστηκε με την "Αγγλοελληνική Επιθεώρηση" ως μεταφραστής και με την Ελληνική Ραδιοφωνία ως μεταφραστής, διασκευαστής και ραδιοσκηνοθέτης.
Η μεγάλη συνεισφορά του Γκάτσου, ωστόσο, είναι στο τραγούδι ως στιχουργού. Έφερε την ποίηση στον στίχο και κατάφερε να δώσει, κυρίως μέσω της συνεργασίας του με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον κανόνα του ποιητικού τραγουδιού.
Συνεργάστηκε, επίσης, με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Σταύρο Ξαρχάκο, τον Δήμο Μούτση, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον Χριστόδουλο Χάλαρη, καθώς και με νεώτερους συνθέτες. Γράφοντας συνήθως πάνω στη μελωδία, με πρώτο το "Χάρτινο το φεγγαράκι" μίλησαν στις καρδιές του κόσμου πολλά μεμονωμένα τραγούδια του, καθώς κυκλοφορούσαν σε δισκάκια 45 στροφών, αλλά και ως αυτούσιοι κύκλοι όπως η "Μυθολογία" (1965), το "Ένα μεσημέρι" (1966), η "Επιστροφή" (1970), το "Σπίτι μου σπιτάκι μου" (1972), οι "Δροσουλίτες" (1975), η "Αθανασία" (1976), "Τα παράλογα" (1976), το "Ρεμπέτικο" (1983), η "Ενδεκάτη εντολή" (1985) ή οι "Αντικατοπτρισμοί" (1993).
Ποιήματα και στίχοι του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Δανέζικα, Ισπανικά, Ιταλικά, Καταλανικά, Κορεατικά, Σουηδικά, Τουρκικά, Φινλανδικά.
Το 1987 τιμήθηκε με το Βραβείο του Δήμου Αθηναίων για το σύνολο του έργου του, ενώ το 1991 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Αντεπιστέλλοντος Μέλους της Βασιλικής Ακαδημίας Καλών Γραμμάτων της Βαρκελώνης για τη συμβολή του στη διάδοση της ισπανικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα.
Με πληροφορίες από τη Wikipedia