ΜΟΔΑ

Από το «λουτρικόν ένδυμα» στο «μπανιερό» και από το «μπανιερό» στο «μαγιό»

Από το «λουτρικόν ένδυμα» στο «μπανιερό» και από το «μπανιερό» στο «μαγιό»
Οι παραθαλάσσιες Τζιτζιφιές είναι η περιοχή, όπου πρωτοεμφανίζονται λουόμενοι στην Αθήνα ΑΠΕ/ΜΠΕ

Το 1854 καθιερώθηκε με διάταγμα του βασιλιά Όθωνα το «λουτρικό ένδυμα» αφού η λέξη μαγιό ήταν ακόμη άγνωστη. Το γυναικείο έπρεπε να καλύπτει ώμους και λαιμό και συνοδευόταν από μαύρη κάλτσα, στολισμένη με λευκές κορδέλες.

Καυτός Ιούλιος του 1837. Η γυναίκα ιππεύει από το αρχοντικό Βούρου (στη σημερινή πλατεία Κλαυθμώνος), ίσαμε τις Τζιτζιφιές συνοδευόμενη από έφιππους άνδρες. Στην καρδιά του καλοκαιριού, τα φουντωμένα δένδρα, φορτωμένα γλυκό καρπό, πρωτοστατούν στην άγρια φύση που έχει στήσει το βασίλειό της στην περιοχή. Γενικά, ετούτη η δίοδος από την καρδιά της πόλης ως τη θάλασσα είναι πνιγμένη στα ψηλά απειλητικά αγριόχορτα και οι λιγοστοί Αθηναίοι δεν τολμούν να πλησιάσουν φοβούμενοι τα πάσης φύσεως ερπετά.

Άσε που αυτή την εποχή την εξοχή της πόλης λυμαίνονται ληστές. Για κείνη, όμως, τη γυναίκα του βασιλιά Όθωνα, την Αμαλία, ο τόπος είναι οικείος. Από τότε που παντρεύτηκε και ήρθε στην Ελλάδα, έχει εξερευνήσει με το άλογό της κάθε εξοχή της Αθήνας και μάλιστα τις περισσότερες φορές χωρίς συνοδεία. Αλλά αυτό το μεσημέρι που βράζει ο τόπος, δεν ακολουθείται μόνον από έφιππους φρουρούς. Ένα άλογο σέρνει μια ξύλινη άμαξα, όπου η βασίλισσα σκοπεύει να ντυθεί -ή μάλλον να γδυθεί- για να βουτήξει στη θάλασσα!

Αυτές οι ιππήλατες ξύλινες καμπίνες είναι η πολυτέλεια των αριστοκρατών της Ευρώπης, που έχουν ανακαλύψει από καιρό τη θαλασσινή δροσιά και έχουν ανάγκη από έναν κλειστό χώρο για να βάζουν το μπανιερό τους. Η διαδικασία, που αφορά μόνο τη γυναίκα λουόμενη και δεκαετίες μετά, θα μοιάζει του… παραλόγου, είναι αυτονόητη. Πριν ακόμα φτάσει στην παραλία, θα μπει στην καμπίνα, θα βάλει το ειδικό ρούχο και θα περιμένει έως ότου το άλογο οδηγήσει την άμαξα στη θάλασσα και την … ξεφορτώσει εκεί, μακριά από τα όποια αδιάκριτα βλέμματα. Μόλις εκείνη τελειώσει και είναι η στιγμή να βγει από τη θάλασσα, θα κάνει σινιάλο με το σημαιάκι που έχει δεμένο στον καρπό της, θα το δει ο αμαξάς, θα φέρει το άλογο κοντά, και με την ίδια διαδικασία θα τη φορτώσει στην καμπίνα! Το ζητούμενο είναι να μην την πάρει κανένα αδιάκριτο μάτι…

Οι παραθαλάσσιες Τζιτζιφιές είναι η περιοχή, όπου πρωτοεμφανίζονται λουόμενοι στην Αθήνα. Κι αν οι δυτικοευρωπαίοι έχουν από καιρό εξοικειωθεί με το θαλασσινό νερό, οι τιτλούχοι μεγαλοαστοί της Ελλάδας εξακολουθούν να μη καλοβλέπουν αυτή τη συνήθεια, που αφήνει ακάλυπτα τα άκρα του σώματος και θέτει σε κίνδυνο τη λευκή επιδερμίδα, καταφανές δείγμα της αριστοκρατικής καταγωγής τους… Έτσι λοιπόν, εκείνοι που αψηφούν κινδύνους και αγκυλώσεις είναι λίγοι. Ώσπου η Αμαλία εμφανίζεται λουόμενη στα κρυστάλλινα νερά της περιοχής, ενθαρρύνοντας ακόμη και τους πλέον επιφυλακτικούς.

Τα θαλάσσια λουτρά κερδίζουν σιγά σιγά τις καρδιές των Αθηναίων, που έως πρότινος τα καλοκαίρια αναζητούσαν δροσιά στις ορεινές εξοχές. Τώρα πια βρίσκουν δροσερές γωνιές πλάι στη θάλασσα και μάλιστα μακρύτερα από τις Τζιτζιφιές, όπου στο μεταξύ, ένα παλιό κτήριο έχει διαμορφωθεί στοιχειωδώς σε καμπίνες για τους Αθηναίους που θέλουν να βάλουν το μπανιερό τους. Για την ώρα, η απόλαυση περιορίζεται στους κύκλους των… εχόντων, οι οποίοι άλλωστε διαθέτουν άμαξες και άρα τρόπο πρόσβασης στις ακροθαλασσιές τις Αττικής. Ώσπου να βγει ο 19ος αιώνας οι εκδρομείς όχι μόνον έχουν ανακαλύψει το Καβούρι και τη Λούτσα, αλλά ακολουθώντας τον συρμό του εξωτερικού, έχουν αποκτήσει και παραθεριστικές κατοικίες. Οι πρώτες βίλες στο… εξωτικό Φάληρο, σε απόσταση αναπνοής από τη θάλασσα, κάνουν την εμφάνισή τους το 1878! Το 1885, χτίζεται στην περιοχή το μεγαλοπρεπές ξενοδοχείο «Grand Hotel» και το 1903 το πολυτελές «Ακταίον».

Στον Πειραιά η πρώτη οργανωμένη πλαζ της Ελλάδας

Από τη μεριά του Πειραιά, ο δρόμος λουομένων προς τη θάλασσα έχει ανοίξει ευκολότερα και πολύ πριν την ίδρυση της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων το 1845, στην παραλία του Χατζηκυριάκειου, όπου έτσι κι αλλιώς βουτούν στη θάλασσα και εκπαιδεύονται οι σπουδαστές. Την περίοδο των Οθωμανών ο Πειραιάς είναι ακατοίκητος. Για την ακρίβεια «φιλοξενεί» τέσσερις όλες κι όλες οικογένειες. Είναι, όμως, προικισμένος με τα χαρακτηριστικά μιας πολλά υποσχόμενης εμπορικής πύλης και πρέπει γρήγορα να αναπτυχθεί. Με την απελευθέρωση, η Ελλάδα χρειάζεται ένα λιμάνι. Ο ρυθμός ανάπτυξης της πόλης είναι εντυπωσιακός. Σε μία πενταετία ανεγείρονται περί τα 1.000 κτήρια! Η δραστηριότητα του αστικού ιστού επικεντρώνεται πέριξ της Μουνυχίας (του κατοπινού Πασά Λιμανιού). Εκεί θα δημιουργηθεί και η πρώτη οργανωμένη ελληνική πλαζ, παρότι ο λασπώδης πυθμένας δεν είναι κι ό,τι καλύτερο. Ωστόσο, το σημείο είναι κεντρικό και προσβάσιμο από τις περισσότερες περιοχές της πόλης.

Στις 19 Μαρτίου του 1838 το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιά υπό τον Υδραίο δήμαρχο Κυριάκο Σερφιώτη, με την υπ΄ αριθμ 34 πράξη του, αποφασίζει την ανέγερση λουτρικών παραπηγμάτων στη θέση Μουνυχία, στις 10 Απριλίου του 1840 με την υπ΄ αριθμ. 69 πράξη τη σύσταση ενός δημοτικού καφενείου στην περιοχή και στις 18 Μαΐου του ίδιου έτους την κατασκευή/επισκευή δρόμων που οδηγούν στον χώρο των λουομένων. Τη φροντίδα της πλαζ και την εκμετάλλευση αναλαμβάνουν ιδιώτες, οι οποίοι πρέπει να καθαρίσουν τον πυθμένα της θάλασσας, να διανοίξουν τους δρόμους πρόσβασης και να κτίσουν τα παραπήγματα, που αποφάσισε το Συμβούλιο του δήμου. Από την άνοιξη του 1839 και για τη διασφάλιση της τάξης, ο επικεφαλής αστυνόμος της πόλης, Ι. Πάγκαλος, εκδίδει εγκύκλιο με την οποία ορίζεται ότι οι γυναίκες θα απολαμβάνουν το μπάνιο στους στην αριστερή πλευρά της παραλίας και οι άνδρες στην δεξιά.

Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του αστυνόμου να διαφυλάξει την τάξη, οι κυρίες μονίμως διαμαρτύρονται ότι παρενοχλούνται από τους άνδρες που κατευθύνονται προς την πλευρά τους.

Το αληθές της υπόθεσης έρχεται να επικυρώσει, το μεσοκαλόκαιρο του 1841, μία απόφαση του δημάρχου, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται η διέλευση οποιουδήποτε άνδρα λουόμενου και μη, μέσω της αμμώδους παραλίας και της οριοθετημένης περιοχής των γυναικών, διότι -όπως σημειώνει ο Σερφιώτης- υπάρχουν καταγγελίες στον δήμο ότι κάποιοι μεταβαίνουν, δήθεν για τη θάλασσα, στην παραλία και δη στην περιοχή των λουόμενων γυναικών, προξενώντας δυσαρέσκεια. Ο δήμαρχος αποφασίζει να τοποθετήσει φράχτη με ξύλινες τάβλες ανάμεσα στις περιοχές των δύο φύλων, αλλά οι γυναίκες έχουν ήδη αποθαρρυνθεί και δεν πατούν στην πλαζ. Απόδειξη ότι τα μισά από συνολικά 16 παραπήγματα που έχουν στηθεί γι αυτές παραμένουν αχρησιμοποίητα, σε αντίθεση με κείνα των ανδρών που συντηρούνται τακτικά.

Το πρόβλημα στην παραλία, λοιπόν, θα περιοριστεί μόνο με την καθιέρωση ωρών προσέλευσης διαφορετικών για τους άνδρες και τις γυναίκες. Στο μεταξύ, ένα δραστήριο εμπορικό σκηνικό στήνεται πέριξ της Μουνυχίας. Μικρομάγαζα που πωλούν καφέ προς 10 λεπτά της δραχμής και καπνό χύμα, μικροεπιχειρηματίες, που -όπως περιγράφει στον Τρελαντώνη της η Πηνελόπη Δέλτα- νοικιάζουν στα παιδιά κολοκύθες για να ξανοίγονται στα βαθιά, άμαξες, που πηγαίνουν και φέρνουν τους λουόμενους από την πλαζ. Ειδικά δε για τους αμαξάδες και προκειμένου να αποφευχθεί η κερδοσκοπία, εκδίδεται αστυνομική διάταξη, που ορίζει κόμιστρο για κάθε διαφορετική περίπτωση: Από 50 λεπτά έως μία δραχμή καταβάλλει ο μετακινούμενος για μία θέση ανάμεσα σε άλλους. Αν επιθυμεί να έχει την άμαξα στην αποκλειστική διάθεσή του, πρέπει να καταβάλει 4,5 δραχμές κι αν θέλει την άμαξα όλη την ημέρα μετ΄ επιστροφής, θα πρέπει να διαθέσει 9 δραχμές. Ως εκ τούτου, για ένα λουτρό στη θάλασσα απαιτείται ένα αξιοσέβαστο ποσό, που μπορούν να διαθέσουν μόνον οι έχοντες, πολλοί από τους οποίους -άλλωστε- διαθέτουν τις δικές τους άμαξες. Οι μη έχοντες προγραμματίζουν τη δροσιστική βουτιά τους κατά το βαλάντιό τους.

Τα λουτρά του Πειραιά είναι πια μόδα. Οι κοσμικοί τα εντάσσουν στον θερινό προγραμματισμό, ενώ αρκετοί από αυτούς φτάνουν στο σημείο ακόμα και να δημοσιεύουν τη… λουτρική δραστηριότητά τους! Αλλά εκτός από την οργανωμένη πλαζ της Μουνυχίας, οι λουόμενοι ανακαλύπτουν ότι για δροσιά στη θάλασσα προσφέρονται τόσο τα παρακείμενα βραχάκια της Πειραϊκής όσο και τα Βοτσαλάκια έξω από το μεγάλο λιμάνι. Αφορμή στέκεται η ολοκληρωτική καταστροφή της εγκατάστασης από μία σφοδρή κακοκαιρία τον χειμώνα του 1842, γεγονός που αναγκάζει τη δημοτική Αρχή να αναθέσει σε μηχανικό του δήμου νέα μελέτη και κατασκευή της υποδομής. Για καιρό, η πλαζ δεν λειτουργεί.

Στο μεταξύ, καθώς τα χρόνια περνούν μεσαία και χαμηλά κοινωνικά στρώματα ανακαλύπτουν την ευκολία του ατμοκίνητου σιδηρόδρομου, που εγκαινιάζεται το 1869 και εκτελεί δρομολόγιο Θησείο-Πειραιάς. Τον πρώτο καιρό το τρενάκι εξυπηρετεί τη μεταφορά εμπορευμάτων. Πριν εκπνεύσει ο 19ος αι. μετατρέπεται στο επίσημο μεταφορικό μέσο των εκδρομέων της θάλασσας. Το συγκεκριμένο μέσο μάλιστα γίνεται η αφορμή να χάσει ο Πειραιάς την πρωτοκαθεδρία στα λουτρά. Όλα ξεκινούν όταν ύστερα από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες να αποκτήσει η χώρα το πρώτο της ατμοκίνητο τρενάκι, η ελληνική κυβέρνηση καταφέρνει επιτέλους να συνάψει συμφωνία εγκατάστασης της γραμμής με τον Άγγλο επιχειρηματία Έντουαρντ Πίκερινγκ, αντί εκμεταλλεύσεως του έργου για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Μέσα στη σύμβαση, ωστόσο, συμπεριλαμβάνεται και όρος του επιχειρηματία ότι του παρέχεται και το δικαίωμα κατασκευής λουτρικών και εγκαταστάσεων εστίασης και φιλοξενίας στην παραλία του Νέου Φαλήρου. Ο δήμαρχος Πειραιά, που διαβλέπει ανακοπή της κίνησης στα λουτρά της Μουνυχίας, αντιδρά, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ο συρμός των θαλάσσιων λουτρών επεκτείνεται.

Από την Pax Romana στον γυμνισμό

Η αλήθεια είναι πως οι αιώνες κύλησαν νερό ώσπου οι άνθρωποι να ανακαλύψουν τις ευεργετικές ιδιότητες του θαλασσινού νερού στο σώμα τους. Από την αρχαιότητα η θάλασσα δεν ήταν τίποτε περισσότερο από υδάτινος δρόμος εμπορικών συναλλαγών, πεδίο μάχης και τροφοδότης. Οι άνθρωποι δεν την επέλεγαν καν για διαδρομές αναψυχής, πόσο μάλλον να ρίχνονται κατ΄επιλογήν στην αγκαλιά της…

Φαίνεται πως τις ιδιότητές της ανακαλύπτουν πρώτοι οι Ρωμαίοι, που στη διάρκεια της Pax Romana, (ειρηνική περίοδος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας 1ος - 2ος αι. μ.Χ), βρίσκουν οι ίδιοι και δίνουν και σε άλλους την ευκαιρία για επισκέψεις σε αξιοθέατα της εποχής και ιαματικές πηγές. Είναι, άλλωστε, αυτοί που αποκτούν και τις πρώτες παραθεριστικές κατοικίες. Αλλά στην πορεία των χρόνων και καθώς οι άνθρωποι, με αφορμή τις περιηγήσεις τους, έρχονται όλο και πιο κοντά στη θάλασσα, διαπιστώνουν ότι ευεργετικά στο σώμα τους δεν λειτουργεί μόνο το θερμό νερό που αναβλύζει από τη γη, αλλά και το ψυχρό της υδάτινης επιφάνειας. Και πάλι, ωστόσο, οι επισκέψεις στη θάλασσα γίνονται με φειδώ.

Τον 18ο αιώνα στη Μεγάλη Βρετανία της Ελισάβετ της Α΄, το «Grand tour», η λεπτομερειακή περιήγηση σε ιστορικούς τόπους, που επιβάλλεται να κάνουν οι νεαροί γόνοι των αριστοκρατικών οικογενειακών, ρίχνει τον… σπόρο για τον «tour-ισμό» και τους «tour-ίστες» των αιώνων που θα ακολουθήσουν. Οι νεαροί Βρετανοί θα πρέπει να σταθούν στο ύψος του τίτλου και της περιουσίας τους. Ως εκ τούτου άγνοια περί την ιστορία του τόπου τους -και όχι μόνον- δεν νοείται! Έτσι, μαζί με την έννοια του τουρισμού, κονταίνει και η απόσταση με τη θάλασσα.

Στην αρχή και καθώς η επιστήμη έχει πια αποφανθεί ότι η θάλασσα διαθέτει ευεργετικές ιδιότητες, η επαφή με το θαλασσινό νερό μεταφράζεται ως θεραπεία. Το 1800 δημιουργείται στη Βουλώνη το πρώτο κέντρο θαλάσσιας θεραπείας από ρευματισμούς και κατάθλιψη και το 1824 στη βόρεια ακτογραμμή της Γαλλίας, στη νορμανδική Διέππη, εγκαινιάζεται η πρώτη εξοπλισμένη παραλία για όλους εκείνους που επιθυμούν να απολαύσουν τη θάλασσα. Εδώ υπάρχουν κάποια αποδυτήρια και μία στοιχειώδης περίφραξη που χωρίζει τους άνδρες από τις γυναίκες.

Το θέμα είναι ότι στη θάλασσα συγχρωτίζεσαι με ξένο κόσμο και δεν μπορείς -κυρίως δεν επιτρέπεται- να εμφανίζεσαι όπως όπως. Γι αυτό φροντίζει, τουλάχιστον στην Ελλάδα, ο Όθωνας, εκδίδοντας το 1854 το διάταγμα 26 περί «λουτρικού ενδύματος» (φυσικά, οι λέξεις μαγιό και μπανιερό είναι άγνωστες), το οποίο πρέπει να περιβάλλεται με… σεμνότητα και ταπεινότητα... Με το ίδιο διάταγμα τοποθετεί επικεφαλής θεματοφύλακα της… λουτρικής ηθικής τον Λιμενάρχη Φαλήρου Στράτη Πετροκόκκινο και τους άνδρες του. Αυτοί περιφέρονται στην παραλία και επιπλήττουν τους λουόμενους που περνούν τα … εσκαμμένα. Σε κραυγαλέες περιπτώσεις, νομιμοποιούνται και να τιμωρούν είτε δια της αποβολής από την παραλία είτε δια της επιβολής χρηματικού προστίμου! Κάποτε μάλιστα οι παραβάτες οδηγούνται και ενώπιον της Δικαιοσύνης! Το πταισματοδικείο Πειραιά πιάνει δουλειά.

Πάντως, η αμφίεση που ορίζεται ως μόνη επιτρεπτέα για τη θάλασσα είναι μία τραγωδία. Το λουτρικό ένδυμα για τις γυναίκες είναι ριγέ, πορτοκαλί, κόκκινο ή μπλε, πρέπει να καλύπτει ώμους και λαιμό και να συνοδεύεται από μαύρη κάλτσα, στολισμένη με λευκές κορδέλες, που περνούν από πάνω χιαστί ώστε να την κρατούν καλά στηριγμένη στο πόδι μήπως και φανεί το σκανδαλιστικό λευκό της σάρκας! Ως εκ τούτου, οι γυναίκες αρκούνται σε ένα πλατσούρισμα στα ρηχά, καθώς το βάρος της βρεγμένης λουτρικής τουαλέτας τους δεν επιτρέπει όχι να κολυμπήσουν, αλλά ούτε και να επιπλεύσουν στην επιφάνεια της θάλασσας.

Και για τους άνδρες, η λουτρική αμφίεση δεν είναι περισσότερο… άνετη και ανάλαφρη. Εκείνοι φορούν μαύρο φανελένιο μπανιερό με πορτοκαλί ρίγες (!), που από πάνω πρέπει να καλύπτει το στέρνο και τον ώμο και από κάτω να φτάνει ίσαμε τη γάμπα. Αν το μπανιερό είναι κοντό, δεν εισπράττεις μόνο το στίγμα του «αναξιοπρεπούς, ανέντιμου κυρίου», αλλά κι ένα γενναίο πρόστιμο από τον «χωροφύλακα της ηθικής»…

Και πάντα εννοείται ότι οι λουόμενοι απολαμβάνουν τη θάλασσα με ωράριο. Άλλες ώρες οι άνδρες, άλλες οι γυναίκες. Οι παραλίες είναι κοινός τόπος των δύο φύλων, αλλά ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. τις απολαμβάνουν χωριστά.

Αλλά η Ελλάδα δεν είναι μόνο Αττική. Η γοητεία της θάλασσας αγγίζει και τις παραλίες της περιφέρειας. Πάτρα, Βόλος, Ναύπλιο, Θεσσαλονίκη και ασφαλώς, νησιά, τη μετατρέπουν σε βασικό κεφάλαιο της ζωής τους τα καυτά μεσογειακά καλοκαίρια. Επίσημα τουλάχιστον. Διότι παραλίες της ελληνικής επικράτειας, όπως το Αχίλλειο του Βόλου και η Αρβανιτιά του Ναυπλίου, σέρνουν τη δημοφιλία τους από την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας.

Ο διαχωρισμός των φύλων στη θάλασσα και ο βραχνάς της μόνιμης παρουσίας των … χωροφυλάκων ηθικής, που επιμένουν να μετρούν με το υποδεκάμετρο τα μπανιερά των κυριών, προκαλούν απρόβλεπτες αντιδράσεις. Μία κίνηση υπέρ του μικτού μπάνιου στη θάλασσα πυροδοτείται υπογείως και μία αγγελία στις εφημερίδες, το μεσοκαλόκαιρο του 1917, που υπογράφεται από τα αρχικά Σ.Α.Μ. ανάβει φωτιές… Η αγγελία καλεί εκείνους που επιθυμούν να συμμετάσχουν στο κίνημα των οπαδών του μικτού μπάνιου, να στείλουν σε post restant το ενδιαφέρον τους! Η αγγελία σηκώνει θύελλα. «Η κρυπτομένη υπό τα τρία στοιχεία του αλφαβήτου δεσποινίς εννοεί να εφαρμόσει και εφέτος την αμαρτία αυτήν την οποία τόσο κατεδίωξαν οι Αρχές πέρυσι. Πολύ καλά... Να δούμε όμως τι λέει η Αστυνομία, η οποία, ως γνωστόν, θέλει τα ερίφια με τα ερίφια και τα πρόβατα με τα πρόβατα» ακολουθεί ανώνυμο σχόλιο σε εφημερίδα, εγείροντας αρχικά το ερώτημα «πόθεν προκύπτει ότι ο υπογράφων με τα αρχικά Σ.Α.Μ. είναι γένους θηλυκού και δη δεσποινίς…»;

Πάντως, το ξημέρωμα του 1928 βρίσκει άνδρες και γυναίκες μαζί στη θάλασσα. Επίσημα. Διότι ανεπίσημα το θέμα μαγειρεύεται από το ΄17 και σιγοψήνεται από το ΄25. Οι λουόμενοι έχουν κάνει ήδη τα πρώτα βήματα προς την ελευθερία τους και δεν προτίθενται να οπισθοχωρήσουν. Παρά τις τιμωρίες και τις συλλήψεις στις παραλίες, κάποιες τολμηρές γυναίκες απολαμβάνουν ήδη τη θάλασσα με την παρέα αρσενικών. Ο Τύπος της εποχής δημοσιοποιεί το θηλυκό που βρίσκεται στην Ελλάδα να κολυμπάει πρώτο αυτό ανάμεσα σε άνδρες. Είναι η Γαλλίδα Ζορζέτ Μερσιέ, γυναίκα που έτσι κι αλλιώς σκανδαλίζει την Αθήνα με τις εκκεντρικότητές της και δεν καταλαβαίνει και πολλά από απαγορεύσεις… Ετούτη η υπέρβασή της μάλιστα στην παραλία, γίνεται και νούμερο σε επιθεώρηση την οποία η ίδια παρακολουθεί με ενθουσιασμό.

Με τούτα και με κείνα και καθώς όσο περισσότερο κυνηγιέται τόσο πιο συχνό γίνεται το φαινόμενο λουόμενοι των δύο φύλων να… συνευρίσκονται για μία κοινή δροσιστική βουτιά στη θάλασσα, οι έλεγχοι της αστυνομίας στις παραλίες δεν έχουν πια νόημα. Ειδικά όταν η γκάμα των προσφερόμενων παραλιών διευρύνεται προς Βουλιαγμένη και Σκαραμαγκά. Πού να βρεθεί τέτοιο πλήθος χωροφυλάκων για επιτήρηση; Άσε που ανάμεσα στους ανακατεμένους λουόμενους «μπορεί κανείς να συναντήσει και τον πταισματοδίκη που τους δίκασε» (!), γράφουν σκωπτικά οι εφημερίδες… Το 1927 μπαίνει η ταφόπλακα στο βασιλικό διάταγμα του προηγούμενου αιώνα, που όριζε ξεχωριστά ωράρια για άνδρες και γυναίκες. Οι μεικτές ακτές, τα περίφημα «bains mixtes» (μπαιν μιξτ) είναι πια γεγονός. Αυτή την εποχή καθιερώνονται το ουσιαστικό «μπάνιο» για το θαλάσσιο λουτρό και το ρήμα «μπαν-ίζω» (=παρατηρώ λεπτομερώς), που απηχεί την προσφιλή ενασχόληση των αρσενικών στις παραλίες. Απολαμβάνουν πια ανεμπόδιστα τα γυναικεία κάλλη. «Εις την θάλασσαν όπου λούονται αντιπρόσωποι των δύο φύλων πνίγεται η σεμνοτυφία» χρονογραφεί αυτή τη χρονιά στο «Έθνος», στη μόνιμη στήλη του υπό τον τίτλο «Αττικές Ημέρες», ο σπουδαίος Τίμος Μωραϊτίνης, διευκρινίζοντας ότι τα μπαιν μιξτ είναι πολιτισμός και σηματοδοτούν αλλαγή εποχής.

Στο μεταξύ, τα μπανιερά, που «κλειδώνουν» με τη λέξη «μαγιό», έχουν συρρικνωθεί προσφέροντας απόλαυση, ελευθερία και … θέαμα στους λουόμενους. Επιπλέον, η ηλιοθεραπεία, που έως πρότινος ουδένα απασχολούσε στη θάλασσα -καθώς το λευκό δέρμα της αριστοκρατίας ήταν πάντα το ζητούμενο- έχει έρθει από τη Γαλλία ως συρμός που κινείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Η θεά της μόδας Κοκό Σανέλ δεν είναι κυρία μόνο της ένδυσης των γυναικών, αλλά και του δέρματός τους, το οποίο επιβάλλεται πια να είναι ηλιοκαμένο για να κάνει αντίθεση με τα ανοιχτόχρωμα μοντελάκια της διάσημης ράφτρας! Η σχέση μαγιό και ηλιοθεραπείας είναι σαν εκείνη της κότας με το αβγό. Το μαγιό έχει μικρύνει και ευνοεί την έκθεση στον ήλιο ή η επιβεβλημένη από τη μόδα έκθεση απαιτεί μικρότερο μαγιό; Όπως και να είναι, το «λουτρικόν ένδυμα» από εδώ και μπρος βαίνει συρρικνούμενον για να φτάσει κάποτε να εκλείψει και παντελώς.