Γιάννης Τσεκλένης: Ο Έλληνας σχεδιαστής που λάτρεψαν στο εξωτερικό
Δεν θα ήταν υπερβολή αν πούμε ότι ο Γιάννης Τσεκλένης ήταν ο Έλληνας που άλλαξε την μόδα στη Ελλάδα. Πέρα από αυτό ήταν ένας άνθρωπος με πολύ πάθος και ένας άνδρας με αριστοκρατική φινέτσα, που νίκησε τον καρκίνο και έφυγε χτες στα 82 του χρόνια.
Ο Γιάννης Τσεκλένης μεγάλωσε στο Ψυχικό και στην οδό Ερμού, όπου διατηρούσε κατάστημα με υφάσματα ο πατέρας του. Στα 18 του αρχίζει να «κλέβει» ιδέες από τις Vogue και τα Officiel και θα τις χρησιμοποιεί ως συμβουλές για υφάσματα και ρούχα. Έχει μάτι για τη μόδα και ο πατέρας του το επισημαίνει σε κάθε ευκαιρία.
Πέντε χρόνια αργότερα ο Γιάννης Τσεκλένης φτιάχνει τη δική του εταιρεία και σχεδιάζει καμπάνιες για μεγάλους διαφημιζόμενους, όπως Μεταξάς, Αιγαίον, Opel. Παράλληλα ασχολείται με τη διακόσμηση. Οι εκκλησίες στους γάμους του Χουάν Κάρλος με τη Σοφία, στου Κωνσταντίνου ή στα βαφτίσια του Παύλου έχουν διακοσμηθεί από τον ίδιο. Μια από τις σημαντικές του γνωριμίες στο Κολέγιο είναι ο τέως βασιλιάς, με τον οποίο κάνει ιστιοπλοΐα και τον καλεί συχνά στα πάρτι του.
Ένα βράδυ του 1960 ο νεαρός Τσεκλένης βλέπει την Άσπα Πεσμαζόγλου, κόρη του διάσημου οδηγού αγώνων και ιδιοκτήτη της Opel Τζόνι Πεσμαζόγλου, και την ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Όπως θα διαπιστώσουν, μοιάζουν σε πολλά. Έχουν γεννηθεί την ίδια χρονιά, τον ίδιο μήνα και την ίδια εβδομάδα στην ίδια κλινική – Μαγιάκου. Ακόμα κι έτσι όμως, η οικογένειά της αρνείται να δει αυτή τη συμβολική σύμπτωση σαν θέλημα της μοίρας, οπότε οι ερωτευμένοι κλέβονται. Μετά από τρεις μήνες συμβίωσης ανακοινώνουν το γάμο τους μέσω των εφημερίδων και μετά από δύο χρόνια γεννιέται ο γιος τους Κωνσταντίνος. Η πλούσια κληρονόμος και ο πολλά υποσχόμενος νέος επιχειρηματίας ζουν σε ένα διαμέρισμα που τους χάρισε ο παππούς της, στην Αριστοτέλους με έναν κύκλο κορυφαίων επαφών και γνωστών οικογενειών της εποχής γύρω τους, όπως ο Σπύρος Μεταξάς και η οικογένεια Καρέλα, με τους οποίους ο Γιάννης μπορεί να κάνει business. Η δουλειά του πάει καλά, όχι όμως και ο γάμος τους, που αρχίζει να έχει προβλήματα.
Το τεράστιο κεφάλαιο Έφη Μελά
(@Facebook)
Το καλοκαίρι του 1965 και το συγκρότημα Λαμπράκη προκηρύσσει ένα φεστιβάλ ελληνικής μόδας στο οποίο παίρνουν μέρος διάφοροι Έλληνες σχεδιαστές. Ο Τσεκλένης κάνει ρούχα με τον Ντίμη Κρίτσα. Τα ρούχα του δίδυμου έχει προγραμματιστεί να κλείσουν το φεστιβάλ στη Θεσσαλονίκη κι έτσι επιβιβάζονται στο αεροπλάνο μαζί με τα μοντέλα που θα τα φορούσαν.
Στο ταξίδι συναντάει την Έφη Μελά: Μις Ελλάς και σούπερ μοντέλο. Μετά την παρουσίαση η παρέα ετοιμάζεται για τη νυχτερινή ντόλτσε βίτα της Θεσσαλονίκης. Το πρωί συνειδητοποιούν ότι είναι ερωτευμένοι. Γυρίζουν στην Αθήνα και μετά πηγαίνουν στη Βηρυτό για την επόμενη παρουσίαση. Κανείς απ’ τους δύο όμως δεν θα ξαναγυρίσει σπίτι του μετά απ’ αυτό το ταξίδι. Αποφασίζουν να κλεφτούν. «Μέναμε σε δύο διαφορετικά διαμερίσματα και ζούσαμε στην παρανομία. Εκείνη την εποχή αν σε έπιαναν για μοιχεία, σε πήγαιναν στο τμήμα κατευθείαν. Έγινε μεγάλο σούσουρο. Ο Τύπος με είχε ξεσκίσει και ο Λυμπερόπουλος έκανε μεγάλο πόλεμο στην Έφη γιατί ήθελε να βγει εις βάρος της το διαζύγιο. Μας την είχαν στημένη», είχε πει ο Τσεκλένης σε συνέντευξή του στην Athens Voice. Το δικό του διαζύγιο βγήκε 11 χρόνια μετά, αφού η Άσπα δε του το συγχώρεσε ποτέ. Η Έφη χώρισε μετά από 6-8 μήνες, συναινετικά.
Από τότε, ήταν μαζί. Ο γάμος τους έγινε το ’76 με προτροπή του Λαλαούνη, μετά την πρώτη του εγχείρηση. Ο γάμος ήταν πολύ συγκινητικός, 10 άτομα όλοι κι όλοι σε ένα ξωκλήσι στον Κουβαρά, με τον Ηλία Λαλαούνη για κουμπάρο.
Η απογείωση σε Ελλάδα και εξωτερικό
(@Facebook)
Θύελλα στα προσωπικά, εκτίναξη στα επαγγελματικά. Το 1965 το δίδυμο Τσεκλένης-Κρίτσας φεύγει για Αμερική για να κάνει ένα μεγάλο οpening με τη συλλογή «Κύματα». Τα δυνατά τους σχέδια, που δεν υπάρχουν στην αγορά ούτε σαν τάση, κάνουν αίσθηση. Την επομένη γίνονται ολοσέλιδο στην Journal America. Ο Τσεκλένης έχει πουλήσει ένα διαμέρισμα και με τις 80.000 δραχμές νοικιάζει για 15 μέρες μια τεράστια σουίτα σε ακριβό ξενοδοχείο και κάνει το σόου. Η Ελίζαμπεθ Γκράχαμ της Elizabeth Arden θα στείλει γράμμα για να αγοράσει τη συλλογή και οι Αμερικανοί της Puritan Fashion Corporation θα επενδύσουν για να δημιουργήσουν μαζί το Greek Fashion Odyssey, μια έντυπη καμπάνια 1 εκατομμυρίου δολαρίων. Οι αμοιβές τους είναι ανάλογες των ροκ σταρ της εποχής, 20.000 δολάρια για τον καθένα.
Tο 1967 ο Τσεκλένης ξεκινάει μόνος του πια να σχεδιάζει ολοκληρωμένες συλλογές μόδας και φτιάχνει αλυσίδα μπουτίκ με εκκίνηση την Ερμού και τη Θεσσαλονίκη. Παίρνει την ταυτότητα του εικαστικού designer, πιάνει τον παλμό της εποχής, παίζει με την επικαιρότητα και τις τάσεις και χρησιμοποιεί τη θεματολογία των συλλογών του σαν όπλο για την προβολή τους. Τα θέματά τους είναι όλο και πιο εντυπωσιακά και οι εμπνεύσεις έρχονται από κάθε δυνατή πηγή: μινωικά χταπόδια, κορινθιακά αγγεία, σκυριανά κεντήματα, φοινικικά πουλιά, έντομα, βουντού, ισπανική τέχνη, ηλιαχτίδες. Ο Τσεκλένης γίνεται Tseklenis. Το όνομα του ακούγεται στο χώρο της μόδας, όπου κυριαρχεί ο Κεν Σκοτ και ο Εμίλιο Πούτσι, και «εξάγεται» δίπλα σε εκείνα των Γιώργου Σταυρόπουλου, Ζαν Ντεσέ και Τζέιμς Γαλανού.
(@Facebook)
Κορυφαίοι κριτικοί μόδας όπως η Γιουτζίνια Σέπαρντ γοητεύονται από τη δουλειά του και η Σάλι Κέρκλαντ την παρουσιάζει στο Life, στο τεύχος με την προσελήνωση του Άρμστρονγκ που πουλάει εκατομμύρια αντίτυπα. Ο Yannis, ο «Έλληνας με το χρυσό άγγιγμα» που «βάζει την Ελλάδα στο χάρτη», θα συλλέξει τα αποκόμματα από εκείνη την εποχή και μαζί με όσα ακολουθήσουν (πάνω από 80.000) θα φτιάξει ένα τεράστιο scrap book 216 σελίδων και θα το παρουσιάσει το ’99, αφιερωμένο στην Έφη Μελά.
Στο μεταξύ εκχωρεί τη μία μετά την άλλη άδειες σε μεγάλες εταιρείες της Αμερικής, της Αγγλίας, της Γερμανίας και άλλων χωρών, που προωθούν τις συλλογές του μέσα από τα καταστήματά τους. Ο Tseklenis είναι παντού, αλλά η Αμερική συνεχίζει να είναι το δυνατό χαρτί του: η Vogue, το Vanity Fair, το Elle κάνουν εξώφυλλο τα φορέματά του. Ο ίδιος ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, κλείνει συμφωνίες και ταυτόχρονα προσπαθεί να προβάλει την Ελλάδα και τους υπόλοιπους σχεδιαστές μέσα από την οργάνωση ελληνικών συλλογών μόδας.
Σε όλο αυτό το διάστημα η Έφη Μελά, το μοντέλο του, η μούσα του, μια κούκλα 35 χρονών, κυριαρχεί στις φωτογραφίσεις. Το ’72 σχεδιάζει στολές για τις αεροσυνοδούς της Ολυμπιακής και αυτό γίνεται αφορμή να συναντηθεί με τον Ωνάση. Στο μεταξύ, η επιχείρηση Tseklenis στην Ελλάδα μεγαλώνει, αποκτάει προσωπικό 40 ατόμων. Το ’74 παίρνει το ρίσκο να φτιάξει μια μεγάλη μονάδα παραγωγής έτοιμων ενδυμάτων στο Μαρκόπουλο, γιατί έχει αποφασίσει να παράγει και να πουλάει πια απευθείας. Θα το κάνει για τρία χρόνια, αλλά μετά τα παρατάει κουρασμένος από τη γραφειοκρατία.
Η εγχείρηση και η «δεύτερη ζωή»
Κι εκεί που όλα πηγαίνουν τέλεια, το’75, παθαίνει μελάνωμα. Η αρρώστια αποδείχθηκε δύσκολος αντίπαλος. Η πρώτη εγχείρηση από το διάσημο γιατρό Joseph Fortner δε θα λύσει το πρόβλημα, η πειραματική αντικαρκινική θεραπεία στη Νέα Υόρκη δε θα πιάσει και η μετάσταση του μελανώματος σε ένα χρόνο θα τον αναγκάσει να ξαναπάει επειγόντως στην Αμερική, με τον ακρωτηριασμό και το θάνατο να τον απειλούν.
«Όταν έμαθα ότι πρέπει να μου κόψουν το χέρι έφυγα από το ξενοδοχείο και έπεσα σε μια κραιπάλη τρομερή. Μια βδομάδα γυρνούσα σαν τρελός στη Νέα Υόρκη. Η Έφη από την Ελλάδα προσπαθούσε να με πείσει, “έχεις εμένα” μου έλεγε, δεν ήθελα κανέναν. Ήταν ένας φίλος που με κάλεσε για σκοποβολή το Σάββατο πριν το χειρουργείο. Και εκεί, πυροβολώντας με το ένα χέρι, ξύπνησε μέσα μου η ανταγωνιστικότητα. Είπα θα προσπαθήσω να κάνω καλύτερα αυτά που οι άλλοι κάνουν με τα δύο χέρια. Θα κάνω υπέρβαση των δυνατοτήτων μου… Όμως ακόμη και στο νοσοκομείο, όταν έμεινα μόνος και κοίταξα το σώμα μου στον καθρέφτη, ξυρισμένος καθώς ήμουν από τη νοσοκόμα, παραλίγο να φύγω. Είπα “δεν είναι δυνατόν, τι τους αφήνω να μου κάνουν;». Η εγχείρηση κράτησε 8 ώρες. «Δεν δέχτηκα να πάρω κανένα παυσίπονο – ούτε ασπιρίνη. Για να ελέγξω τον πόνο», έχει πει για την περιπέτειά του.
(@Facebook)
Γυρίζει στην Ελλάδα μετά από 20 μέρες. Την επόμενη μέρα οδηγεί την Alpha Romeo του και σε λίγες μέρες ξανακάνει σκι στη θάλασσα. Σε άλλες 12 μέρες κάνει σόου με τη συλλογή Omar Kayyam στο King George. Για μήνες θα ζει με τον κίνδυνο της πιθανής μετάστασης. Ένα χρόνο αργότερα, φαίνεται ότι την έχει γλιτώσει.
Το ίδιο διάστημα εκτός από την αρρώστια κινδυνεύει και από τα χρέη. Πηγαίνει στην Αμερική, κάνει ένα μεγάλο συμβόλαιο- αποκούμπι με το International Management Group, που θα τον εκπροσωπούσε για licensing παγκόσμια. Στις 9 Αυγούστου μπαίνει σε ένα αεροπλάνο για τη Νέα Υόρκη. Νοικιάζει μια μικρή σουίτα στο ξενοδοχείο Ντρέικ και μόνος του προσπαθεί να ξαναπιάσει το νήμα. Οι Αμερικανοί τον βοηθάνε, πιστεύουν ακόμη σ’ αυτόν. Θα μείνει ενάμιση χρόνο, θα νοικιάσει ένα ωραίο διαμέρισμα στην 71η οδό και θα δουλεύει στο γραφείο του, ενώ στο σπίτι θα σχεδιάζει συλλογές για το Μινιόν, με το οποίο είχε ήδη αρχίσει συνεργασία. Πάει καλά, αλλά σε δύο χρόνια αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Η Ελλάδα είναι η ερωμένη που με κεράτωσε. Ήθελα να γυρίσω να την ξαναπιάσω από το σβέρκο. Από πείσμα και ηλιθιότητα. Όμως έξω από την Ελλάδα ήμουν σαν ψάρι έξω από το νερό», έχει πει. Eπιστρέφει, ρυθμίζει όλα τα χρέη και συνεχίζει τη συνεργασία με το Μινιόν. Το 1980 ιδρύει καινούργια εκθετήρια σε Νέα Υόρκη και Λονδίνο και ξεκινάει εξαγωγές.
Αεικίνητος ως το τέλος
Η πυρκαγιά στο Μινιόν το 1980 και η απόφαση της κυβέρνησης να καταργήσει τις σχολικές ποδιές σε μια περίοδο που ο Τσεκλένης είχε ήδη αγοράσει 350.000 μέτρα υφασμάτων, οδηγεί την εταιρεία Tseklenis σε κάθετη πτώση. Το 1987 θα γίνει πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Πειραϊκής Πατραϊκής και θα βάλει στόχο τη διάδοση των επώνυμων ελληνικών προϊόντων, αλλά ενάμιση χρόνο αργότερα θα φύγει. Το 1988 αναλαμβάνει να σχεδιάσει το εσωτερικό των αεροπλάνων της Ολυμπιακής και ασχολείται με το σχεδιασμό αντικειμένων εσωτερικής διακόσμησης. Το 1991 κλείνει επίσημα το κεφάλαιο μόδα και ανοίγει ένα καινούργιο, του designer: η υπογραφή του μπαίνει πλέον σε τρόλεϊ, οικολογικά λεωφορεία και στο στόλο του ΟΣΕ. Παράλληλα κάνει art direction στις σουίτες του Lagonisi Resort και στα ξενοδοχεία Vedema, Casteli και Zannos Melathron στη Σαντορίνη. Το πρόγραμμά του είναι διαρκές: Ξυπνάει στις 5 το πρωί, στις 7 παρά πέντε να έχει φύγει από το σπίτι (αφού πρώτα πάει το πρωινό της Έφης στο κρεβάτι) και μετά να δουλεύει μέχρι το απόγευμα που θα γυρίσει για να φάνε μαζί στο «καλύτερο εστιατόριο του κόσμου» που είναι το σπίτι τους. Συνέχισε να δουλεύει ως το θάνατό του, σε διάφορα πρότζεκτ.
Πριν από λίγο καιρό είχε μιλήσει για τους νέους Έλληνες σχεδιαστές και είχε πλέξει το εγκώμιο της Σοφίας Κοκοσαλάκη. «Χρειαζόμαστε κι άλλους σαν την Κοκοσαλάκη, που μπήκε από κάποια καμινάδα και έκατσε σε ένα σαλόνι. Καταπληκτικό κορίτσι, με μεγάλο ταλέντο και πολύ μεγάλη τύχη», είχε πει για τη νεαρή σχεδιάστρια, που σε μια τραγική σύμπτωση της μοίρας έφυγε κι εκείνη από τη ζωή πριν από λίγους μήνες...