Καρλ Λάγκερφελντ: Πέθανε ο σχεδιαστής που «μισούσε την ασχήμια»
Πέθανε ο διάσημος Γερμανός σχεδιαστής μόδας Καρλ Λάγκερφελντ, σε ηλικία 85 ετών. Την είδηση μετέδωσε πρώτο το γαλλικό περιοδικό Paris Match. Ο Λάγκερφελντ είχε εισαχθεί εσπευσμένα χθες βράδυ στο νοσοκομείο καθώς τελευταία ταλαιπωρείτο με την υγεία του. Διηύθυνε τον οίκο υψηλής ραπτικής Chanel από το 1983.
O θρύλος της μόδας ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του το 1963 στο χώρο της υψηλής ραπτικής όταν άρχισε να εργάζεται για λογαριασμό του Ιταλικού Οίκου Tiziani. Λίγους μήνες μετά συνεργάσθηκε με το αντίστοιχο γαλλικό στούντιο Chloe, ενώ ακολούθησαν οι Οίκοι Fendi (1965) και Curiel (1970, Ιταλία) και ο γαλλικός οίκος Chanel (από το 1983).
Ο Λάγκερφελντ ήταν γνωστός και ως ο Κάιζερ της μόδας. Πολυσχιδής και πολυπράγμων, υπήρξε διάσημος σχεδιαστής, καλλιτεχνικός διευθυντής μεγάλων οίκων, καθώς και επιτυχημένος φωτογράφος. Έχει συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους οίκους, έχει ντύσει με τις δημιουργίες του ορισμένες από τις μεγαλύτερες καλλονές της πασαρέλας, ενώ έχουν ποζάρει στο φακό του τοπ μόντελ και σταρ του Χόλιγουντ. Ωστόσο, δεν είναι λίγες οι φορές που έχει προκαλέσει τόσο με τις δηλώσεις του όσο και με την εκκεντρική του συμπεριφορά…Η περσόνα του ιδιοσυγκρασιακού δημιουργού είναι ευρέως γνωστή: λευκά μαλλιά, μαύρα γυαλιά ηλίου που ποτέ δεν αποχωρίζεται και τα παρομοιάζει ως τη δική του «μπούρκα» απέναντι στον ανδρικό πληθυσμό, και ψηλοί γιακάδες σε λευκά πουκάμισα, τα οποία θεωρεί τη βάση της ένδυσης.
Γεννημένος στο Αμβούργο της Γερμανίας το φθινόπωρο του 1933, ο Καρλ Ότο Λάγκερφελντ, βαθιά επηρεασμένος από την ανατροφή που έλαβε στα παιδικά του χρόνια, «βούτηξε» με μεγάλο πάθος και ενθουσιασμό στον ωκεανό της μόδας. Η μητέρα του, που ήταν σκληρή αλλά ειλικρινής, πίστευε στο ταλέντο του, τον παρότρυνε συνεχώς να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, και του επαναλάμβανε ότι το μόνο που θα πετύχαινε εκεί θα ήταν να γίνει δάσκαλος ζωγραφικής. «Δεν διένυσα εννέα μήνες εγκυμοσύνης για κάτι τέτοιο», του έλεγε.
Έχοντας τη δική του κοσμοθεωρία, ιεραρχώντας τις ανάγκες του και οπλισμένος με αυτοπεποίθηση, ο Λάγκερφελντ αποφάσισε να ζήσει τη ζωή του κόντρα στα στερεότυπα. Δεν του άρεσε να υποκρίνεται, αγαπούσε τους νέους ανθρώπους και ήθελε να εργάζεται έχοντας νέα και όμορφα πρόσωπα στο πλευρό του. Κατά καιρούς σε συνεντεύξεις που παραχωρούσε τόνιζε: «Μισώ να βλέπω την ασχήμια». Γι’ αυτό και την απέφευγε μετά βδελυγμίας, όπως απέφευγε και τη συνεργασία με τους άνδρες. «Εκτός από έναν βοηθό μου, δουλεύω αποκλειστικά με γυναίκες. Μόνο προβλήματα είχα όταν συνεργαζόμουν με άνδρες. Γίνονταν εγωκεντρικοί και έλεγαν στον εαυτό τους ότι αφού μπορώ να το κάνω εγώ, μπορούν και εκείνοι. Πολλοί άνδρες και αγόρια πίστεψαν ότι είναι πιο χαρισματικοί από εμένα αλλά τελικά απέτυχαν. Με τις γυναίκες δεν έχω τέτοιο πρόβλημα», έλεγε.
Μπορεί οι άνδρες να μην είχαν θέση στην επαγγελματική του ζωή, είχαν όμως καταλυτική παρουσία στην προσωπική. Ο Λάγκερφελντ διατηρούσε δεσμό επί 19 ολόκληρα χρόνια με τον Ζακ ντε Μπασέ (ως και τον θάνατό του δεύτερου, το 1989). Ο Λάγκερφελντ, μάλιστα, μιλώντας σε συνέντευξή του για τα παιδικά του χρόνια, αφηγήθηκε τη στιγμή που σε ηλικία 11 ετών ρώτησε τη μητέρα του για πρώτη φορά τι είναι η ομοφυλοφιλία: «Εκείνη μου απάντησε: «Δεν είναι κάτι το σημαντικό. Είναι σαν το χρώμα των μαλλιών, κάποιοι είναι ξανθοί και κάποιοι άλλοι μελαχρινοί»». Εχοντας την οικογενειακή υποστήριξη δεδομένη, ο Λάγκερφελντ αντιμετώπιζε τις καταστάσεις πιο ψύχραιμα ασπαζόμενος το μότο: «Δεν υπάρχουν προβλήματα, μόνο λύσεις, καλές ή κακές».
Οκτώβριος, 2018 (AP Photo/Christophe Ena)
Όταν ξεκίνησε τα πρώτα του βήματα στον χώρο της μόδας, άλλαξε το όνομά του – από Lagerfeldt σε Lagerfeld – γιατί κατά τη γνώμη του ήταν πιο εμπορικό και εύηχο. Με μότο τη μετέπειτα διάσημη ρήση του «μια μικρή αίσθηση του χιούμορ και λίγη ασέβεια. Αυτά χρειάζεται ένας θρύλος για να επιβιώσει», το 1955 προσελήφθη ως βοηθός του Πιερ Μπαλμέν, έπειτα από την επικράτησή του σε έναν διαγωνισμό σχεδίου κοστουμιών. Και κάπου τότε τοποθετείται η αρχή του ονείρου. Το 1963 ο φιλόδοξος Γερμανός άρχισε να σχεδιάζει για τον ιταλικό οίκο μόδας Tiziani και τον επόμενο χρόνο άρχισε να δημιουργεί μερικά κομμάτια και για τον γαλλικό οίκο μόδας Chloé, ώσπου τελικά σχεδίασε ολόκληρη την κολεξιόν. Η εμφάνισή του δεν πέρασε απαρατήρητη. Το 1970 ξεκίνησε μια σύντομη συνεργασία με τον ιταλικό οίκο μόδας Curiel και το 1965 εντάχθηκε στην οικογένεια του ιταλικού οίκου μόδας Fendi, σχεδιάζοντας γούνες, ρούχα και κοσμήματα. Αναμφίβολα όμως το μεγαλύτερο επίτευγμά του ήταν όταν, το 1983, ανέλαβε τον τομέα της υψηλής ραπτικής στον οίκο Chanel, καταφέρνοντας σύντομα να γίνει ο επικεφαλής σχεδιαστής και καλλιτεχνικός διευθυντής του γαλλικού brand.
Ο Γερμανός σχεδιαστής ανέκαθεν εξέφραζε τη μεγάλη του αγάπη για το όραμα της Κοκό Σανέλ, παρότι η δική του φιλοσοφία διέφερε κάπως από τη δική της. Ο ίδιος κατάφερε να εξελίξει τις ιδέες και τα σχέδια της Γαλλίδας πρωτοπόρου με στόχο όχι να κάνει τις δημιουργίες του οίκου Chanel να επιβιώσουν στον χρόνο, αλλά να ζήσουν. Και το κατάφερε, δεδομένου ότι οι πωλήσεις του οίκου αγγίζουν τα 5 εκατ. δολάρια σε ετήσια βάση. Η μεγάλη όμως αυτή εισπρακτική επιτυχία οφείλεται σε έναν πολύ σημαντικό παράγοντα. Η ψυχή του Λάγκερφελντ καθρεφτίστηκε σε αυτήν της Σανέλ, και μέσω αυτής της ταύτισης κατόρθωσε να δώσει σάρκα και οστά στο όραμα της μεγάλης σχεδιάστριας. Όπως εκείνη σχεδίαζε τα πάντα για την ίδια, για να υποστηρίξει τον εαυτό της, το ίδιο ακριβώς έκανε και ο Λάνγκερφελτ. Κατά καιρούς έχει πει πως ό,τι δημιουργεί το σχεδιάζει για τον ίδιο, το εμπνέεται με βάση τον εαυτό του. Καλλιτεχνεί με άλλα λόγια τις ιδέες του βασιζόμενος στα δικά του όνειρα και όχι στα όνειρα των άλλων.
Ωστόσο δεν ήταν λίγες οι φορές που ο «Κάιζερ της μόδας» απασχόλησε αρνητικά την κοινή γνώμη και βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων. Το 2001 ο σχεδιαστής μπήκε στο στόχαστρο του φιλοζωικού οργανισμού PETA επειδή χρησιμοποιούσε γούνα στις κολεξιόν του και χαρακτηρίστηκε ειρωνικά «designer dinosaur». Ο ίδιος βέβαια, παρότι δεν φορούσε γούνα και έτρωγε σπάνια κρέας, προσπαθούσε μέσα από τη δράση του να υπερασπιστεί τη βιομηχανία της γούνας και τη χρήση της στη μόδα, αδιαφορώντας για τις ενδεχόμενες συνέπειες και τις αντιδράσεις που θα προκληθούν. Σε συνέντευξη που παραχώρησε το 2009 στο BBC δήλωσε χαρακτηριστικά: «Οι κυνηγοί, μη γνωρίζοντας τίποτε άλλο από το να κυνηγούν, βγάζουν τα προς το ζην σκοτώνοντας τα θηρία που θα μας σκότωναν αν μπορούσαν. Σε έναν σαρκοφάγο κόσμο, πάλι, όπου το δέρμα χρησιμοποιείται στα ρούχα, στα παπούτσια και στις τσάντες, η συζήτηση για τις γούνες είναι παιδαριώδης».
Με την πολύ καλή του φίλη, Άννα Γουίντορ, στα Βρετανικά βραβεία Μόδας, το Νοέμβριο του 2015 (Jonathan Short/Invision/AP)
Από τα σχόλιά του φυσικά δεν έχουν ξεφύγει ούτε μεγάλα ονόματα του παγκόσμιου καλλιτεχνικού και πολιτικού στερεώματος. Στις αρχές Φεβρουαρίου του 2012 ο Λάγκερφελντ προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση όταν δήλωσε για την πολυβραβευμένη τραγουδίστρια Αντέλ ότι είναι «λίγο πιο παχουλή» από όσο θα έπρεπε. Τα λόγια του αυτά εξόργισαν τους Βρετανούς και ο ίδιος προέβη άμεσα σε δήλωση συγγνώμης προκειμένου να περισώσει ό,τι μπορούσε. Ωστόσο δεν σταμάτησε εκεί. Στις 31 Ιουλίου του ίδιου έτους, κατά την εξύμνηση της Κέιτ Μίντλετον, και ενώ μιλούσε για τη «ρομαντική ομορφιά» της, προσέθεσε κάτι που ίσως καλό θα ήταν να είχε παραλείψει: «Δεν μου αρέσει βέβαια το πρόσωπο της αδελφής της. Θα έπρεπε να δείχνει μόνο την πλάτη της», προσβάλλοντας, σκόπιμα ή μη, την αδελφή της Δούκισσας του Κέιμπριτζ, Πίπα Μίντλετον. Δείχνοντάς μας με τον πιο εναργή τρόπο ότι δεν φοβάται κανέναν, τον Φεβρουάριο του 2013 σχολίασε την κόμη της πρώτης κυρίας της Αμερικής, με αφορμή την εμφάνισή της με νέο χτένισμα την ημέρα των γενεθλίων της, στις 17 Ιανουαρίου, αποκαλώντας το «κακή ιδέα» που κάνει τη Μισέλ Ομπάμα να μοιάζει με «παρουσιάστρια ειδήσεων».
Ποιος ήταν πραγματικά ο σχεδιαστής που κρυβόταν πίσω από τα μαύρα γυαλιά ηλίου και ποια η ανθρώπινη πλευρά του; Ως γόνος πλούσιας οικογένειας με λαμπρό βιομηχανικό παρελθόν, μεγάλωσε καλομαθημένος και με περίσσεια αλαζονεία σε ορισμένα θέματα. Πέρασε από πολλά κύματα για να οικοδομήσει το μύθο του, και αυτό τού το αναγνωρίζουν όλοι, μαζί με το αστείρευτο και πηγαίο ταλέντο του που δεν ξεθώριασε μετά από τόσες δημιουργικές δεκαετίες. Ο ιδιόρρυθμος δημιουργός ήταν ένας άνθρωπος που ζωγράφιζε τα σχέδιά του σε ένα μπλοκάκι που είχε δίπλα στο κρεβάτι του, που ζήλευε, που αγαπούσετην Coca-Cola και που ήθελε να ζήσει άλλα 120 χρόνια για να δει τον κόσμο να εξελίσσεται.
Δεν τα κατάφερε.