Πως προέκυψαν τα παρατσούκλια των δύο «αιωνίων»
Μια ακόμη μονομαχία των δύο «αιωνίων» του Ελληνικού αθλητισμού (αυτή την φορά στο μπάσκετ) με τους οπαδούς να ξεσηκώνονται. Πώς προέκυψαν όμως τα παρατσούκλια που χρησιμοποιούν ο ένας για τον άλλον;
Οι «κόκκινοι γαύροι»
Το ψευδώνυμο των οπαδών του Ολυμπιακού μπορεί να έχει διπλή προέλευση. Ετυμολογικά προέρχεται από το «γαυριάς ή γαύρος», που ονομάζεται το άλογο που είναι έτοιμο για αγώνα και μεταφορικά εκείνοι που υπερηφανεύονται (το ουσιαστικό γαυρίαμα σημαίνει αλαζονεία) και κορδώνονται για μαγκιά αλλά και τις επιδόσεις του στο κρεβάτι... Ο Καρυωτάκης σε έργο του ανέφερε: γίνονται και οι γέροι, γαύροι». Υπάρχει ακόμη και στα Αρχαία Ελληνικά το επίθετο ο/η γαύρος, το γαύρον που σημαίνει ο επαιρώμενος, ο ανδρείος, ο αγέρωχος και το ρήμα γαυριάω (υπερηφανεύομαι, επαίρομαι).
(Πηγή: EUROKINISSI / ICONPRESS / Αλέξανδρος Μαρόπουλος)
Βέβαια οι περισσότεροι το συνδέουν με το ψάρι γαύρος και ο αστικός μύθος θέλει το παρατσούκλι να βγαίνει στα μέσα της δεκαετίας του 60, σε ντέρμπυ στο Απόστολος Νικολαΐδης. Οπαδοί του Παναθηναϊκού φέρονται να υποδέχτηκαν τους ερυθρόλευκους με ψαροκασέλες γεμάτες γαύρους, που είχαν κλέψει από το λιμάνι. Σε μια κίνηση επίδειξης ανωτερότητας και επιβολής τους.
Οι «πράσινοι βάζελοι»
Δύο εκδοχές υπάρχουν και για την προέλευση στο παρατσούκλι των οπαδών του Παναθηναϊκού. Η πρώτη έρχεται και εκείνη από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, με τους οπαδούς του Ολυμπιακού αυτή την φορά να αλείφουν τον πάγκο του «τριφυλλιού» με βαζελίνη, λίγο πριν την έναρξη του αγώνα.
(Πηγή: EUROKINNISI / ICONPRESS)
Στην δεύτερη εκδοχή, το παρατσούκλι το έβγαλαν οι φίλοι του Ολυμπιακού, λόγω της κοινωνικής προέλευσης των οπαδών του Παναθηναϊκού. Επειδή εκείνη την εποχή οι περισσότεροι προέρχονταν από τα ανώτερα στρώματα της Αθηναϊκής κοινωνίας (ενώ αυτοί του Ολυμπιακού παραδοσιακά από τα λαϊκά στρώματα και τον κόσμο κυρίως στις γειτονιές του Πειραιά). Διαδεδομένη ήταν λοιπόν εκείνη την εποχή η χρήση της μπριγιαντίνης (κρέμα συνήθως πράσινου χρώματος, που έδινε στα μαλλιά γυαλάδα και κράτημα, αντίστοιχη του σύγχρονου ζελέ) από τις εύπορες οικογένειες της εποχής και οι ερυθρόλευκοι (που λόγω οικονομικών δεν μπορούσαν να αγοράσουν) τους αποκαλούσαν κοροϊδευτικά βάζελους, εξομοιώνοντας την με την βαζελίνη.