Γιώργος Παπαναστασίου: Το ΕΜΣΤ σε πλήρη λειτουργία, άνοιξε τις πύλες του στην Τέχνη
Λίγο πριν η πανδημία χτυπήσει την Ελλάδα, ο Πολιτισμός της χώρας μας γιόρτασε ένα σπουδαίο γεγονός: Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης άνοιξε τις πύλες του, εν πλήρη λειτουργία, για το κοινό. Λίγες ημέρες μετά, οι πύλες αυτές έκλεισαν και πάλι, λόγω του lockdown, όχι όμως προτού κατακτηθεί ένα σπουδαίο ρεκόρ: Την τελευταία Κυριακή που λειτούργησε το ΕΜΣΤ, στις αρχές Μαρτίου, περισσότερα από 3.000 άτομα θαύμασαν τα 171 έργα που εκτίθενται στη μόνιμη συλλογή του, βάζοντας μια αξιοζήλευτη παρακαταθήκη για το μέλλον, για τη μετά-Covid εποχή.
Εκ μέρους του ΕΜΣΤ, μίλησε στο CNN Greece ο Γιώργος Παπαναστασίου, πρόεδρος του ΔΣ του Μουσείου, που βρίσκεται στο τιμόνι του από το 2014 και επί προεδρίας του τελικά, πράγματι το Μουσείο άνοιξε πλήρως για το κοινό. Ο ίδιος μιλάει ανοιχτά για όλα όσα συνέβησαν στο ΕΜΣΤ αυτό το διάστημα, τονίζοντας πως οι χρονοβόρες διαδικασίες, τα ανυπέρβλητα προβλήματα του ελληνικού κράτους, η οικονομική κρίση και οι συνέπειες της, δυσχέραιναν εν πολλοίς την κατάσταση και απαιτούσαν προσεκτικούς χειρισμούς, ώστε να μην υπάρχουν εκ νέου πισωγυρίσματα. «Η όλη διαδικασία τώρα φαίνεται απλή, όμως ήταν εξαιρετικά περίπλοκη, ήταν σαν ένα παζλ, που έπρεπε να βρούμε όλα τα κομμάτια και να τα συνθέσουμε για να γίνει ένα έργο. Υπάρχουν πάρα πολλές πτυχές που ο κόσμος δεν γνωρίζει: Την αγωνία του προσωπικού, το ότι το μουσείο ήταν τραγικά υποστελεχωμένο επί χρόνια, τη γραφειοκρατία που αντιμετωπίσαμε», αναφέρει ο ίδιος, που πάντως υπόσχεται πως πλέον όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν και πως το μέλλον για το ΕΜΣΤ προμηνύεται πάρα πολύ ελπιδοφόρο.
Branded Content Manager: Σοφία Μαυραντζά
Director: Σεραφείμ Ντούσιας
Αρχισυνταξία: Χρυσούλα Γρίβα
Κάμερα - Ήχος: Γιώργος Αποστολόπουλος, Νικόλας Κόρνφορντ
Μοντάζ: Νικόλας Κόρνφορντ
Motion graphics: Βασίλης Κακουλαντωνάκης, Κώστας Πέτρου
Το μουσείο ξεκίνησε να λειτουργεί στο τέλος του Φεβρουαρίου του 2020 και έμεινε «κανονικά» ανοιχτό επί σχεδόν δύο εβδομάδες, πριν την επιβολή lock down τον περασμένο Μάρτιο. «Ξεκινήσαμε να λειτουργούμε με μία προσέλευση 1000 άτομα την ημέρα» λέει στο CNN Greece ο Γιώργος Παπαναστασίου και συνεχίζει: «Δυστυχώς οι περιστάσεις, η συγκυρία είναι τέτοια, που ο χρόνος πάγωσε τον Φεβρουάριο, που ενώ ήμασταν έτοιμοι να ξεκινήσουμε και ξεκινήσαμε και είχαμε τεράστια ανταπόκριση στον κόσμο, χρειάστηκε να κλείσουμε πάλι. Την Κυριακή που έμελλε να είναι η τελευταία, προσωρινά, ήρθαν 3.000 άτομα στο μουσείο κι αυτό ήταν ενδεικτικό του πόσο ανέβαινε η θέληση του κόσμου, η περιέργεια, η ανάγκη του κόσμου, να επισκεφθεί το μουσείο».
Μόνιμη συλλογή και περιοδικές εκθέσεις
Η μόνιμη έκθεση του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης αριθμεί αυτή τη στιγμή 171 έργα, Ελλήνων και ξένων δημιουργών, με τρεις κατευθύνσεις: Αναφορές μνήμης – Διεκδικήσεις – Πολιτικές αφηγήσεις, Όρια και διελεύσεις και Ετεροτοπίες – Μυθολογίες του οικείου – Νέες προοπτικές. Στον δεύτερο, τον τρίτο και τον τέταρτο όροφο του μουσείου, ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί ανάμεσα σε έργα ζωγραφικής, γλυπτικής, δημιουργίες με σύγχρονα οπτικοακουστικά μέσα, που αξιοποιούν όλα τα υλικά και μαγεύουν το κοινό. Η συλλογή του ΕΜΣΤ αριθμεί συνολικά 1.300 έργα, στον τομέα Ζωγραφικής και Τρισδιάστατων έργων, στον τομέα Φωτογραφίας και Νέων Μέσων και στον τομέα Αρχιτεκτονικής και Βιομηχανικού Σχεδίου.
Εκτός από τους χώρους της μόνιμης συλλογής, το ΕΜΣΤ διαθέτει δύο ακόμα χώρους περιοδικών εκθέσεων, στο ισόγειο και το υπόγειο. Ήδη εκεί έχουν διοργανωθεί η έκθεση «UBUNTU: Πέντε δωμάτια από τη Συλλογή Χάρη Δαυίδ», με έργα αντιπροσωπευτικών δημιουργών της σύγχρονης αφρικανικής τέχνης, που παρουσιάζονται σε πέντε ειδικά διαμορφωμένα δωμάτια, αλλά και την έκθεση «Θεωρήματα 2: Περί Ιστορίας», την έκθεση - θεσμό της Ένωσης Ελλήνων Τεχνοκριτών AICA Hellas, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης AICA International, που παρουσιάστηκε για δεύτερη φορά στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Το κτήριο του ΕΜΣΤ, το παλιό εργοστάσιο ΦΙΞ
Το ίδιο το κτήριο του ΕΜΣΤ αποτελεί τοπόσημο για την Αθήνα, καθώς είναι το παλιό εργοστάσιο του ΦΙΞ, ένα βιομηχανικό κτήριο που ανεγέρθηκε το τέλος του 19ου αιώνα και έκτοτε χαρακτήρισε όλη την περιοχή. «Το Μουσείο στεγάζεται σε ένα κτήριο που αποτελεί τοπόσημο για την Αθήνα. Είναι το παλιό εργοστάσιο του ΦΙΞ, που λειτουργούσε ως εργοστάσειο, από τα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1963, ο αρχιτέκτονας Τάκης Ζενέτος, που είχε αναλάβει το «face lifting», δημιούργησε ένα κτήριο πραγματικά εξαιρετικό, λες και είχε το όραμα ότι κάποτε θα χρησιμοποιείτο όχι για βιομηχανία, είχε τη δυνατότητα να στεγάσει πολλαπλές δράσεις. Το κτήριο αυτό “κόπηκε” στη μέση, όταν η περιοχή παραχωρήθηκε για να κατασκευαστεί η στάση του μετρό και το υπόλοιπο, η πολιτεία αποφάσισε να το κάνει μουσείο. Πράγματι, ήταν πολύ πετυχημένη η απόφαση», δηλώνει ο κύριος Παπαναστασίου.
Σήμερα το τετραώροφο κτήριο είναι ο «ναός της σύγχρονης τέχνης» για τη σύγχρονη Ελλάδα. Το φως που μπαίνει άπλετο από τη γυάλινη πρόσοψη, η οροφή με θέα τον Λυκαβηττό και την Ακρόπολη, οι ευρύχωρες αίθουσες γεμάτες από μοντέρνα τέχνη δηλώνουν πως το ΕΜΣΤ μπορεί να γίνει ένα σημείο συνάντησης πνεύματος, τέχνης, πολιτισμού.
Τα προβλήματα που επί χρόνια ταλάνισαν το ΕΜΣΤ
Ο Γιώργος Παπαναστασίου δεν «αποκηρύσσει» το ταραχώδες παρελθόν του ΕΜΣΤ, αλλά αντίθετα, αναφέρεται εκτενώς σε όσα συνέβησαν πριν το 2020, όταν το Μουσείο άνοιξε τις πύλες του πλήρως για το κοινό, ένα γεγονός που καταγράφεται ως το σημαντικότερο πολιτιστικό γεγονός της χρονιάς στη χώρα μας. Αντίθετα, ο ίδιος επισημαίνει τον αγώνα που έγινε όλα αυτά τα χρόνια από τον ίδιο και τα στελέχη του μουσείου, τους εργαζόμενους και όλους όσοι στήριξαν αυτό το έργο, ώστε να γίνει τελικά πραγματικότητα και η Αθήνα, η Ελλάδα να αποκτήσει επιτέλους ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης που θα γινόταν σημείο αναφοράς για τα πολιτιστικά πράγματα.
«Η εμπλοκή μου με το ΕΜΣΤ ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2014, όταν ορίστηκα πρόεδρος του ΔΣ. Τότε δεν γνώριζα τι επρόκειτο να συναντήσω, το κτήριο αυτό που στεγάζει σήμερα το μουσείο ήταν εργοτάξιο. Υπήρχαν μια σειρά ενεργειών που έπρεπε να γίνει ώστε να παραλάβουμε το κτήριο, ενέργειες για τις οποίες υπήρχε μεν σχεδιασμός, αλλά παντού υπήρχαν δυσκολίες. Τελικά, καταφέραμε να παραλάβουμε το κτήριο για χρήση τον Μάιο του 2015 και προσπαθήσαμε να περάσουμε στις επόμενες φάσεις, την οριστική παραλαβή του κτηρίου για λειτουργία», εξιστορεί ο ίδιος στο CNN Greece.
«Ήταν ένας αγώνας, το να ολοκληρώσουμε όλες τις τυπικές διαδικασίες για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην εγκατάσταση της μόνιμης συλλογής και στη λειτουργία του μουσείου σε πολλαπλά επίπεδα. Τη δυνατότητα αυτή μάς την έδωσε τελικά η δωρεά του ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Δεν ήταν απλό και αυτό, παρά το ότι το ΙΣΝ ήταν γενναιόδωρο και είχε την υπομονή να μας περιμένει, μάς επέβαλε μία δύσκολη διαδικασία – ίσως, ευτυχώς – και τελικά κατορθώσαμε να την απορροφήσουμε πλήρως. Σε αυτό τον αγώνα βρήκα αρωγούς όλο το προσωπικό του μουσείου, μόνιμους και εποχικούς, αλλά και τους επτά υπουργούς Πολιτισμού με τους οποίους συνεργάστηκα έως σήμερα», συμπληρώνει.
Αυτή τη στιγμή, το ΕΜΣΤ έχει να αντιμετωπίσει δύο βασικά προβλήματα. Το πρώτο είναι το προσωπικό του, που παραμένει ελάχιστο αριθμητικά και το γεγονός πως δεν έχει ακόμα διευθυντή: «Περιμένουμε να υπάρξει διεύθυνση, διότι αυτή τη στιγμή είμαστε ένα όχημα που λείπει ένα κομμάτι πολύ σημαντικό. Είμαστε ένα καράβι που έχει καπετάνιο, αλλά δεν έχει μηχανικό, έχει μηχανικό αλλά δεν έχει καπετάνιο, πάντως δεν έχει ολοκληρωμένο το πλήρωμά του», εξηγεί ο κύριος Παπαναστασίου.
«Μας περιμένουν πάρα πολύ ωραία πράγματα»
Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης είναι πανέτοιμο να συνεχίσει τη λειτουργία του, παρά το σοκ που προκάλεσε η πανδημία. «Το Μουσείο συνέχισε να οργανώνεται και είναι έτοιμο να επανέλθει, είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμο. Μπορέσαμε και διοργανώσαμε διάφορα πράγματα, στα διαλείμματα του lockdown, λειτουργήσαμε διαδικτυακά… Τα πάντα γίνονται, απλώς λείπει ο κόσμος» δηλώνει ο Γιώργος Παπαναστασίου στο CNN Greece και δηλώνει κατηγορηματικά την πίστη του πως από εδώ και πέρα, τα πράγματα για το μουσείο θα είναι μόνο θετικά: «Δεν ξέρουμε τι μας περιμένει, αλλά μας περιμένουν πολύ ωραία πράγματα. Μέχρι τώρα ταλαιπωρηθήκαμε, αλλά νομίζω ότι το μέλλον είναι πάρα πολύ ελπιδοφόρο».