Σαλμάν Ρούσντι: 30 χρόνια μετά την επικήρυξή του από το Ιράν, ζει και γράφει ακόμα υπέροχα βιβλία
Στις 14 Φεβρουαρίου 1989 ο αγιατολάχ Χομεϊνί, ο ανώτατος πνευματικός ηγέτης του Ιράν, εξέδωσε φάτουα για τη δολοφονία του Βρετανού συγγραφέα Σαλμάν Ρούσντι, επειδή με το βιβλίο του «Σατανικοί στίχοι» γελοιοποιούσε τον προφήτη Μωάμεθ και το Κοράνι. Στο θρησκευτικό διάταγμα που εξέδωσε ο Χομεϊνί ζητούσε από «κάθε καλό μουσουλμάνο» να δολοφονήσει τον Ρούσντι, τους εκδότες και «όσους γνωρίζουν το περιεχόμενο» του βιβλίου, «προκειμένου κανείς να μην προσβάλει τα θεία του Ισλάμ». Τριάντα χρόνια αργότερα, ο Ρούσντι -παρότι συνεχίζει να είναι επικυρηγμένος- ζει ακόμα. Και γράφει εξαιρετικά βιβλία.
Σπάνια βιβλίο έχει προκαλέσει τόση αναταραχή, αλλά και τόσους θανάτους. Ο Ρούσντι τέθηκε αμέσως υπό την προστασία της βρετανικής αστυνομίας, αναγκάστηκε να κρυφτεί και κυκλοφορούσε πλέον μόνο με τη συνοδεία σωματοφυλάκων. Τους έξι πρώτους μήνες μετά την έκδοση της φάτουα άλλαξε 56 φορές τόπο κατοικίας.
Η όλη ιστορία ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 1988 με την κυκλοφορία του βιβλίου του «Σατανικοί στίχοι». Σε αυτό ο Ρούσντι διηγείται τις περιπέτειες δύο Ινδών που φτάνουν σε μια αγγλική παραλία και αναμειγνύονται με τους μετανάστες του Λονδίνου. Το μυθιστόρημα έχει θέμα τον ξεριζωμό και τη μετανάστευση. «Από όλες τις ειρωνείες η πιο θλιβερή είναι ότι εργάστηκα επί πέντε χρόνια για να δώσω φωνή στην κουλτούρα της μετανάστευσης και μετά βρέθηκα να βλέπω το βιβλίο μου να καίγεται, πολύ συχνά χωρίς να το έχουν διαβάσει, από τους ίδιους τους ανθρώπους στους οποίους αναφέρεται», σχολίασε ο συγγραφέας, και ο ίδιος μετανάστης από την Ινδία.
Αμέσως μετά την έκδοσή τους οι «Σατανικοί στίχοι» προκαλούν αγανάκτηση στο μουσουλμανικό κόσμο, με κατηγορίες για βλασφημία. Το δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου είναι αυτό που προκαλεί το χαμό. Σε αυτό ο Ρούσντι παρουσιάζει τον πρωταγωνιστή του βιβλίου στο ρόλο κάποιου «Μαχούντ», ενός προφήτη μονοθεϊστικής θρησκείας σε μία πολυθεϊστική κοινωνία, προφανής αναφορά στον Μωάμεθ, ο οποίος αναγκάζεται να παραδεχτεί την ύπαρξη και άλλων θεοτήτων πλην του Αλλάχ. Σύντομα όμως μαθαίνει ότι τον κορόιδεψε ο διάβολος, παίρνοντας τη μορφή του θεού, και ανακαλεί. Στην Ινδία ήδη από τον Οκτώβριο του 1988 ο πρωθυπουργός Ραζίβ Γκάντι απαγορεύει την κυκλοφορία του βιβλίου, ελπίζοντας να κερδίσει τις ψήφους των μουσουλμάνων στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Άλλες είκοσι χώρες ακολουθούν το παράδειγμά του. Τον Ιανουάριο του 1989 αντίτυπα των «Σατανικών στίχων» καίγονται στο Μπράντφορντ της βόρειας Αγγλίας. Η κυκλοφορία του στις ΗΠΑ οξύνει περισσότερο τα πάθη. Συγγραφείς όπως η Σούζαν Σόνταγκ και ο Τομ Γουλφ οργανώνουν δημόσιες αναγνώσεις. Στο Πακιστάν χιλιάδες άνθρωποι επιτίθενται στο αμερικανικό πολιτιστικό κέντρο στο Ισλαμαμπάντ φωνάζοντας: «Σκύλοι Αμερικάνοι» και «Κρεμάστε τον Ρούσντι». Η αστυνομία ανοίγει πυρ εναντίον των διαδηλωτών, με συνέπεια έξι άνθρωποι να σκοτωθούν και δεκάδες να τραυματιστούν. Οι διαμαρτυρίες συνεχίζονται σε όλο τον κόσμο και κυρίως στην Ευρώπη.
Αιματηρές διαδηλώσεις στο Πακιστάν για την έκδοση του βιβλίου στις ΗΠΑ (AP Photo/Moin Bangash)
Λονδίνο και Τεχεράνη διακόπτουν τις διπλωματικές τους σχέσεις για δύο χρόνια. Στις 2 Μαρτίου, 700 διανοούμενοι από όλο τον κόσμο στηρίζουν το δικαίωμα του Ρούσντι στην ελευθερία της έκφρασης. Ο Χομεϊνί πεθαίνει τον Ιούνιο του 1989 και την επόμενη χρονιά ο Ρούσντι προσπαθεί να δώσει εξηγήσεις για το βιβλίο του σε ένα δοκίμιο με τίτλο: «Καλή πίστη». Όμως η οργή δεν καταλαγιάζει. Το 1991 όταν ο Ρούσντι αρχίζει ξανά τις δημόσιες εμφανίσεις του, ο Ιάπωνας μεταφραστής του μαχαιρώνεται μέχρι θανάτου, ενώ ο Ιταλός και ο Νορβηγός συνάδελφοί του δέχονται επιθέσεις. Δύο χρόνια αργότερα, 37 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους όταν πυρπολείται ξενοδοχείο στην Τουρκία από διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν κατά του Τούρκου μεταφραστή του Ρούσντι, ο οποίος παρ' ότι ήταν μέσα σε αυτό, γλιτώνει. Το 1998 η κυβέρνηση του μεταρρυθμιστή προέδρου του Ιράν Μοχαμάντ Χαταμί δεσμεύεται ότι το Ιράν δεν θα εφαρμόσει τη φάτουα. Ωστόσο το 2005 ο ανώτατος πνευματικός ηγέτης του Ιράν Αλί Χαμενεΐ επαναλαμβάνει ότι το Ισλάμ εξακολουθεί να επιτρέπει τη δολοφονία Ρούσντι. Όταν το 2007 ο συγγραφέας, εναντίον του οποίου έχουν γίνει πολλές απόπειρες δολοφονίας, χρίζεται ιππότης από τη βασίλισσα Ελισάβετ, το Ιράν κάνει λόγο για μια «ισλαμοφοβική» ενέργεια και ακραίοι ισλαμιστές, κυρίως στο Πακιστάν, εξοργίζονται ξανά.
Το 2016 πολλά ιρανικά μέσα ενημέρωσης προσθέτουν 600.000 δολάρια στα χρήματα με τα οποία έχει επικηρυχθεί ο Ρούσντι, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό σε περισσότερα από 3 εκατομμύρια δολάρια. Ο 71χρονος Ρούσντι ζει εδώ και χρόνια στη Νέα Υόρκη και έχει επιστρέψει στην κανονική του ζωή, ενώ συνεχίζει να υπερασπίζεται τα βιβλία του. Το 2012 είχε εκτιμήσει ότι με τους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης η φάτουα εναντίον του είναι πλέον πιο επικίνδυνη.
Σε λίγες ημέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός το τελευταίο μυθιστόρημά του, με τίτλο «Ο χρυσός οίκος» (μτφρ. Γιώργος Μπλάνας). Το βιβλίο κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2017 στη Βρετανία από τον εκδοτικό οίκο Random House. Ο Ρούσντι έχει καταξιωθεί πλέον ως ένα τεράστιο λογοτεχνικό κεφάλαιο. Η όποια συζήτηση γύρω από το έργο του ξεκινάει από εκεί. Το ίδιο συνέβη και με το νέο του βιβλίο.
Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στη Νέα Υορκη, καλύπτοντας μια οκταετία: αυτή της προεδρίας Ομπάμα, σταματώντας λίγο πριν από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ: Την ημέρα της ορκωμοσίας του Μπαράκ Ομπάμα, ένας αινιγματικός δισεκατομμυριούχος εγκαθίσταται στους «Κήπους», μια παραμυθένια, προστατευμένη γειτονιά στο Γκρίνουιτς Βίλατζ. Οι κάτοικοί της αντιμετωπίζουν με περιέργεια αυτό τον εκκεντρικό νεοφερμένο και την οικογένειά του. Μαζί με το παράξενο όνομα, την περίεργη προφορά και μια αναμφισβήτητη αύρα απειλής, ο Νέρων Γκόλντεν έχει φέρει και τους τρεις γιους του: τον ιδιοφυή αλλά αγοραφοβικό και αλκοολικό Πέτια∙ τον Άπου, τον φανταχτερό καλλιτέχνη, αχόρταγο σεξουαλικά και πνευματικά∙ και τον Ντι, το εικοσιδυάχρονο μικρό της οικογένειας, που κρύβει ένα μυστικό. Δεν υπάρχει μητέρα ούτε σύζυγος. Τουλάχιστον, ώσπου η Βασιλίσα, μια Ρωσίδα μετανάστρια, διπλαρώνει τον εβδομηντάρη Νέρωνα, και γίνεται η βασίλισσά του, μια βασίλισσα που χρειάζεται διάδοχο.
Οδηγός στον κόσμο των Γκόλντεν είναι ο γείτονάς τους ο Ρενέ, ένας φιλόδοξος νεαρός κινηματογραφιστής, που μαζεύει υλικό για να κάνει μια ταινία για τους Γκόλντεν. Υποκύπτοντας στη γοητεία τους, μπλέκεται στους καβγάδες, στις απιστίες και στα εγκλήματά τους. Στο μεταξύ, σαν άσχημο αστείο, ένας κακός που μοιάζει να βγήκε από κόμικ ξεκινάει μια χοντροκομμένη προεδρική καμπάνια που αναστατώνει όλη τη Νέα Υόρκη.
Με φόντο την κουλτούρα και την πολιτική της σημερινής Αμερικής, «Ο χρυσός οίκος» είναι μια επίκαιρη ιστορία ειπωμένη με την τόλμη που χαρακτηρίζει το έργο του συγγραφέα. Στο βιβλίο, πέρα από το αγαπημένοτ ου θέμα, τη μετανάσταυση, παρουσιάζονται χαρακτήρες που αναζητούν τη σεξουαλική τους ταυτότητα, θίγοντας έτσι ένα ακανθώδες αίτημα και ζήτημα της εποχής μας: σε ποιο βαθμό η σεξουαλικότητα είναι επιλογή και όχι βιολογική «προκατασκευασμένη» συνθήκη.